1.Μπάμπουσκα
Η γηραιότερη γυναίκα στην οικογένεια όπου υπάρχουν εκπρόσωποι τριών γενεών. Ο βασικός της ρόλος είναι να φροντίζει τα εγγόνια. Η τυπική γιαγιά κάθεται στην πολυθρόνα φορώντας τα γυαλιά και πλέκοντας κάλτσες. Στις γιαγιάδες αρέσει επίσης να περνούν την ώρα στο παγκάκι δίπλα από την είσοδο του σπιτιού και να μιλούν με τις συνομήλικές τους για ένα σωρό θέματα, από τα διεθνή θέματα μέχρι τα καθημερινά προβλήματα. Οι γιαγιάδες φορούν στο κεφάλι δεμένα με έναν χαρακτηριστικό τρόπο μαντήλια, τα οποία στην αγγλική ονομάζονται με τη λέξη «babushka». Το 2012, στη Eurovision, τη δεύτερη θέση κατέλαβε το εξαμελές συγκρότημα «Μπουράνοβσκιε μπάμπουσκι», από το οποίο οι τέσσερις γυναίκες ήταν τότε πάνω από 70 ετών.

2.Μπαλαλάικα
Το μουσικό όργανο σε στυλ και τεχνική παιξίματος μπορεί να συγκριθεί με το μπάντζο. Όμως σε αντίθεση με αυτό, δεν έχει τέσσερις χορδές αλλά τρεις, δεν είναι στρογγυλό αλλά τρίγωνο, ενώ το σώμα της είναι εξ ολοκλήρου από ξύλο. Είναι ένα παραδοσιακό σύμβολο της Ρωσίας, αν και η πρώτη αναφορά σε αυτή εντοπίζεται μόλις τον 17ο αιώνα. Από τον 17ο μέχρι τον 19ο αιώνα, η μπαλαλάικα ήταν πραγματικά το πιο δημοφιλές όργανο στη ρωσική επαρχία, αλλά από τα μέσα του 20ου αιώνα πέρασε στην κατηγορία των αναμνηστικών αρχαϊκού τύπου. Τη θέση της πήρε (και πλέον όχι μόνο στην επαρχία, αλλά και στην πόλη) η εξάχορδη κιθάρα, με την οποία συνδέεται η άνθηση του αυτοσχέδιου τραγουδιού, του επονομαζόμενου «των βάρδων» (Οκουντζάβα, Γκάλιτς, Βισότσκι), το οποίο δεν αναγνωριζόταν επισήμως, αλλά κυκλοφορούσε σε εκατομμύρια αντίτυπα χάρη στη διάδοση των καθημερινών εγγραφών από μαγνητόφωνο.
3. Μπλινί
Οι λεπτές κρέπες από μαλακή ζύμη, ψημένες στο τηγάνι. Ένα από τα αρχαιότερα εθνικά εδέσματα το οποίο είναι γνωστό από την ειδωλολατρική εποχή, όταν τα μπλινί συμβόλιζαν τον ήλιο και χρησιμοποιούνταν ως τελετουργικό φαγητό. Τα μπλινί ψήνονται και σήμερα στη διάρκεια της ρωσικής απόκριας, της Μάσλενιτσα, όπως και σε διάφορες άλλες συγκυρίες, όπως τα μνημόσυνα. Λόγω του ότι τα μπλινί θέλουν πολύ λίγο χρόνο για να ψηθούν, στη ρωσική γλώσσα χρησιμοποιείται ευρέως η φράση «Ψήνεται σαν τα μπλινί», που σημαίνει «Παράγεται κάτι γρήγορα σε μεγάλη ποσότητα». Μια ακόμη φράση είναι «Το πρώτο μπλιν βγήκε σβώλος», που σημαίνει «Κάθε αρχή και δύσκολη». Αυτό συνδέεται με το γεγονός ότι συχνά, λόγω του ανεπαρκώς ζεσταμένου τηγανιού, το πρώτο μπλιν δεν βγαίνει όπως πρέπει, αλλά με χαλασμένο το σχήμα του. Σήμερα στην καθομιλουμένη τη λέξη «μπλιν» μπορεί να την ακούσει κανείς αρκετά συχνά, αλλά όχι με την κυριολεκτική έννοια του, παρά σαν υποκατάστατο βλασφημίας και έκφρασης αισθήματος δυσαρέσκειας, με μια εύφημη, καλή λέξη.
4. Μπολσεβίκος
Ο σοβιετικός κομμουνιστής, μέλος του κόμματος (το κόμμα ήταν ένα και μοναδικό). Γεννήθηκε σε ένα από τα πρώτα συνέδρια του Ρωσικού Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος, όταν η ομάδα του Λένιν έλαβε την πλειοψηφία σε ένα σημαντικό θέμα. Η λέξη καθιερώθηκε και τους υποστηρικτές του Λένιν άρχισαν να τους ονομάζουν «μπολσεβίκους», παρά το γεγονός ότι σε πολλά άλλα ζητήματα μειοψηφούσαν. Όταν το κόμμα διαιρέθηκε σε «μπολσεβίκους» (πλειοψηφικός) και «μενσεβίκους» (μειοψηφικός), η δημοτικότητα που απέκτησαν οι «μπολσεβίκοι» εξηγείται σε μεγάλο βαθμό με την επιτυχημένη ονομασία τους, καθότι στην καθημερινή συνείδηση το «μπόλσε» (περισσότερο) δημιουργεί τον συνειρμό με το «καλύτερο».
5. Μπορς
Η σούπα από παντζάρια και άλλα λαχανικά είναι ένα από τα πιο διαδεδομένα πρώτα πιάτα στις ρωσικές οικογένειες και στα ρωσικά εστιατόρια, σε ολόκληρο τον κόσμο. Το παντζάρι χαρίζει στο μπορς μια χαρακτηριστική γεύση και ένα πλούσιο μπορντό χρώμα. Στη σούπα προστίθεται οπωσδήποτε σμετάνα (γαλακτοκομικό προϊόν σαν πολύ παχύ ανθόγαλο, με οξύτητα παρόμοια με εκείνη του γιαουρτιού και γεύση που θυμίζει φρέσκο βούτυρο), ενώ μπορεί να συνοδευτεί με μικρά σκορδόψωμα, που στη ρωσική του εκδοχή ονομάζονται «παμπούσκι». Για να είμαστε ακριβείς, η πατρότητα του μπορς δεν ανήκει στη ρωσική κουζίνα, αλλά στην ουκρανική. Στη ρωσική κουζίνα ένα ανάλογό του είναι το «σι», του οποίου το βασικό συστατικό όμως δεν είναι το παντζάρι, αλλά το λάχανο.
6. ΓΚΟΥλάγκ
Η ιδρυθείσα τη δεκαετία του 1930 «Γενική Διεύθυνση Στρατοπέδων» (Generálnoe Upravlénie Lageréi – GULag), όπου κρατούνταν, και χρησιμοποιούνταν σε βαριές εργασίες, ποινικοί και πολιτικοί κρατούμενοι. Χάρη στο βιβλίο του Σολζενίτσιν «Αρχιπέλαγος ΓΚΟΥλάγκ», η λέξη κατέστη σύμβολο του καταπιεστικού καθεστώτος. Τους ενόχους, συχνά με κατασκευασμένες κατηγορίες, καταδίκαζαν να εκτίσουν στα στρατόπεδα ποινές μακράς διάρκειας (μέχρι 25 χρόνια). Συχνά έλεγαν στους συγγενείς ότι ο καταδικασθείς τιμωρήθηκε με «10 χρόνια χωρίς δικαίωμα αλληλογραφίας», κάτι που σήμαινε «εκτέλεση».
7. Ιζμπά
Το ξύλινο αγροτόσπιτο. Το κύριο εργαλείο για την κατασκευή της ιζμπά ήταν το τσεκούρι, καθώς με αυτό έφτιαχναν ξύλινες κυλινδρικές δοκούς με τις οποίες (χωρίς τη χρήση καρφιών) συναρμολογούσαν τους τοίχους. Το τζάκι τοποθετούταν κοντά στην είσοδο, ενώ η άλλη γωνιά, διαγωνίως από αυτό, ονομαζόταν «κράσνι» (όμορφη). Σε ένα ράφι της τοποθετούνταν οι εικόνες του σπιτιού, κάτω από αυτές υπήρχε τραπέζι με τις καρέκλες, ενώ κατά μήκος των τοίχων προσαρμόζονταν σανίδες για την απόθεση διαφόρων οικιακών ειδών. Η κατάσταση φτώχειας που επικρατούσε αντισταθμιζόταν με τη φράση: «Δεν είναι όμορφη η ιζμπά για την πολυτέλειά της, αλλά για τα πιροσκί της». Ενώ η φράση, «Βγαίνουν τα σκουπίδια από την ιζμπά» σημαίνει ακόμη και σήμερα «Κοινοποιούνται οι εσωτερικές διαμάχες και τα σκάνδαλα», κάτι δηλαδή όπως το κοινό «Βγαίνουν τα άπλυτα στη φόρα». Τον 20ο αιώνα η ιζμπά αποτελεί πια σύμβολο της οπισθοδρόμησης, ενώ στους καιρούς μας η διαμόρφωση της ιζμπά χρησιμοποιείται κατά κόρον για τη δημιουργία παραδοσιακής διακόσμησης σε εστιατόρια, καφετέριες και μπαρ.
8. Νομενκλατούρα
Η προνομιούχα κοινωνική τάξη των αξιωματούχων στην ΕΣΣΔ. Προκειμένου να μπεις στη νομενκλατούρα, έπρεπε να διαθέτεις «καλή» καταγωγή (από εργάτες ή αγρότες), να πραγματοποιήσεις καριέρα στην Κομσομόλ (Κομμουνιστική Νεολαία) και να ενταχθείς στο Κομμουνιστικό Κόμμα. Τα μέλη της νομενκλατούρας, κατά κανόνα, δεν έβγαιναν πλέον από αυτή. Εκείνους που δεν τα κατάφερναν στην εργασία τους, απλώς τους μετάθεταν σε άλλο (επίσης πάντως διοικητικό) πόστο.
9. Σαμοβάρ
Το μεταλλικό σκεύος για το βράσιμο του νερού που περιέχει μέσα του έναν ειδικό μίνι-κλίβανο για να ζεσταίνει το νερό, ο οποίος γεμίζει με καρβουνάκια ή μικρά κουκουνάρια. Παρ’ ότι το σαμοβάρ είναι ρωσικό σύμβολο, ωστόσο έφτασε στη Ρωσία από τη Δυτική Ευρώπη μόλις τον 18ο αιώνα. Η πόλη όπου κυρίως έφτιαχναν ρωσικά σαμοβάρ ήταν η Τούλα, γι’ αυτό άλλωστε και υφίσταται το ρητό «Στην Τούλα δεν πάνε έχοντας μαζί το δικό τους σαμοβάρ». Άλλοτε το σαμοβάρ ήταν αναπόσπαστο αξεσουάρ στο τραπέζι, ενώ σήμερα αποτελεί ένα παλαιό διακοσμητικό, καθώς το ρόλο του πλέον έχουν αναλάβει οι βραστήρες, στις περισσότερες περιπτώσεις οι ηλεκτρικοί.
10. Τσάρος
Ο τίτλος του ρωσικού μονάρχη είναι μια συντομευμένη μορφή του λατινικού caesar. Εγκρίθηκε για πρώτη φορά το 1547 από τον Ιβάν τον Τρομερό. Από το 1613 ως το 1917 τη Ρωσία κυβερνούσε η δυναστεία των Ρομανόφ. Ο πρώτος Ρομανόφ που ανήλθε στο θρόνο ήταν ο Μιχαήλ Φιόντοροβιτς. Τελευταίος τσάρος ήταν ο Νικόλαος Β΄, ο οποίος παραιτήθηκε από το θρόνο το 1917. Ωστόσο, αυτό το έκανε προς όφελος του νεότερου αδελφού του Μιχαήλ, ο οποίος με τη σειρά του επίσης παραιτήθηκε, και μάλιστα αμέσως. Τυπικά δηλαδή, τελευταίος τσάρος ήταν ο Μιχαήλ. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ο πρώτος και τελευταίος πρόεδρος της ΕΣΣΔ ονομαζόταν επίσης Μιχαήλ (Γκορμπατσόφ), ο οποίος είχε εκλεγεί σε αυτή τη θέση την άνοιξη του 1990 και παραιτήθηκε δημοσίως από αυτή, το Δεκέμβριο του 1991.
Πληκτρολογήστε το σχόλιό σας κάτω από το κείμενο ή στη σελίδα μας στο Facebook!