[…] Αλήθεια τι το ξεχωριστό θα μπορούσε να βρει στα έπη του Ομήρου ένας χημικός; Και τι θα παρουσίαζε κάποιο γενικότερο ενδιαφέρον; […]
Πολλές αναφορές συναντά κανείς στα έπη του Ομήρου για τα δύο κυριότερα μέταλλα της εποχής του, το χαλκό και το σίδηρο, τα οποία ο άνθρωπος έχει ήδη μάθει να εξάγει από τα μεταλλεύματα τους, να τα λιώνει, να τα χύνει σε καλούπια, να τα σφυρηλατεί και να τα διαμορφώνει σε αντικείμενα […]
Αν κρίνουμε από τη συχνότητα αναφορών, το πιο διαδεδομένο μέταλλο στην ομηρική εποχή πρέπει να ήταν ο χαλκός. Τα μεταλλεία του βρισκόταν κυρίως στην Κύπρο, στην οποία το μέταλλο οφείλει το λατινικό του όνομα (cuprum),καθώς και το συσχετισμό του από τους αλχημιστές με την Κύπρη, δηλαδή την Αφροδίτη. Από την Οδύσσεια μαθαίνουμε ότι χαλκός υπήρχε επίσης στην Ετρουρία, όπου σκόπευε να πάει ο ψευτο-Μέντης, για ν’ ανταλλάξει με χαλκό το φορτίο σιδήρου του πλοίου του.
Στις πολυάριθμες συναντήσεις με το χαλκό, θα τον βρούμε συχνά ως διακοσμητικό-χρηστικό υλικό, οπότε είναι “θεσπέσιος”. Άλλοτε πάλι αναφέρεταιως πολεμικό-φονικό υλικό με την έννοια του όπλου, και χαρακτηρίζεται με τηπληθώρα επιθέτων, όπως κρύος, άσπλαχνος, κοφτερός, φοβερός κτλ. Ένας πολεμιστής, κυριολεκτικά ή μεταφορικά, είναι “χάλκεος” ή “παγχάλκεος” ή “χαλκοχίτων”. Πραγματικά, οι “εύχαλκες” περικεφαλαίες, οι ασπίδες, οι ζωστήρες, οι κνημίδες και γενικά οι πανοπλίες ήταν δερμάτινες, με χάλκινη επένδυση. Όταν πρόκειται για θεϊκά όπλα, τα υλικά αναβαθμίζονται: συνήθως είναι χρυσός και άργυρος. Από την ανταλλαγή όπλων μεταξύ Γλαύκου και Διομήδη, όπου τα χρυσά έχουν αποτιμηθεί σε 100 βόδια και τα χάλκινα σε 9, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η αξία του χρυσού ήταν περίπου δεκαπλάσια από του χαλκού, ό,τι ισχύει δηλαδή και σήμερα.