“Η απόφαση του Γιώργου Παπανδρέου να υποστηρίξει τη διεκδίκηση αποζημίωσης στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης ρισκάρει ρήξη με το Βερολίνο, τη στιγμή που η οικονομική βοήθεια της Γερμανίας είναι απαραίτητη”,διαβάζουμε σε σημερινό άρθρο του
Observer. Μια σφαγή από τα στρατεύματα των Ναζί, την οποία οι Έλληνες θυμούνται ως μία από τις χειρότερες θηριωδίες του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου απειλεί να φέρει ακόμη βαθύτερη ρήξηστις σχέσεις Αθήνας και Βερολίνου εν μέσω της κριτικής που ασκείται σχετικά με την αποτυχία της Γερμανίας να καταβάλει αποζημίωση.
Η διπλωματική διαμάχη ξέσπασε τον περασμένο μήνα όταν ο Γιώργος Παπανδρέου, υποσχέθηκε ότι η κυβέρνησή του θα υποστηρίξει το αίτημα αποζημίωσης των επιζώντων και των συγγενών της σφαγής στο χωριό του Διστόμου, τον Ιούνιο του 1944, η οποία άφησε 218 νεκρούς.
Καμιά προηγούμενη κυβέρνηση δεν τόλμησε να αγγίξει την υπόθεση, φοβούμενη την ένταση των σχέσεων με τη Γερμανία.“Το ζήτημα αφορά την ιστορία. Δεν αποτελεί αντι-γερμανική στάση” δήλωσε ο Γιώργος Παπανδρέου στον Observer.“Πρόκειται για κάτι που συνέβη πάνω από 60 χρόνια πριν, με σκοπό να τιμήσει τη μνήμη των Ελλήνων πολιτών, οι οποίοι θυσιάστηκαν για την πατρίδα τους”.
Σε μια εποχή που η Αθήνα αγωνίζεται κατά της πτώχευσης με μέτρα λιτότητας – τα οποία απαίτησαν οι διεθνείς πιστωτές της – η κίνηση αυτή του Παπανδρέου αποδεικνύεται δημοφιλής.
Πάνω από 300.000 Έλληνες πέθαναν από την πείνα και 130.000 εκτελέστηκαν σε αντίποινα, κατά την περίοδο της ναζιστικής κατοχής από τον Απρίλιο του 1941.
Η τραγωδία στο Δίστομο, κοντά στους Δελφούς, είναι ριζωμένη στην εθνική συνείδηση. Τα παιδιά διδάσκονται ότι στις 10 Ιουνίου 1944 περίπου 218 άνδρες, γυναίκες και παιδιά σφαγιάστηκαν από μονάδα των Waffen-SS, σε αντίποινα ενέδρας σε γερμανικά στρατεύματα έξω από το χωριό. Η σφαγή αυτή έγινε την ίδια ημέρα με τη σφαγή στο Oradour-sur-Glane στη Γαλλία.
Πτώματα βρέθηκαν να κρέμονται από τα δέντρα στο δρόμο προς το χωριό, όταν ομάδα του Ερυθρού Σταυρού επισκέφθηκε το χωριό μέρες αργότερα. Ο Μανώλης Γλέζος, ο οποίος κατέβασε τη σβάστικα από την Ακρόπολη το Μάιο του 1941, είπε: “Πολύ σωστά, και πολύ καθυστερημένα, ζητούν 165 εκατομμύρια ευρώ ως αποζημίωση.”
Οι σωροί των θυμάτων στεγάζονται σε ένα οστεοφυλάκιο στο χώρο της σφαγής. Ακόμη και οι επικριτές του Παπανδρέου χαιρέτησαν την στάση του - με το ελληνικό κράτος να υποστηρίζει επίσημα την αξίωση για αποζημίωση στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης - ως εξαιρετική.
Σε μια εποχή που η Αθήνα είναι τόσο εξαρτημένη από τη γερμανική γενναιοδωρία, η κίνηση αυτή έχει αφήσει πολλούς σαστισμένους. Το Βερολίνο είναι ο μεγαλύτερος χρηματοδότης του πακέτου διάσωσης της Ελληνικής οικονομίας, η ανακούφιση της οποίας θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη γερμανική ευελιξία στη χορήγηση επιπλέον χρόνου και οικονομικής βοήθειας για την αποπληρωμή των δανείων.
“Δεν μπορώ να κατανοήσω την ελληνική απόφαση”, δήλωσε ο γερμανός υπουργός Εξωτερικών, Γκουίντο Βεστερβέλε, έπειτα από την απόφαση της Αθήνας να στηρίξει το αίτημα αποζημιώσεως. “Εμμένουμε κατηγορηματικά στις θέσεις μας, και είμαστε βέβαιοι ότι η νομική γνώμη μας θα επικρατήσει στο δικαστήριο.”
Η Γερμανία από καιρό υποστηρίζει ότι τακτοποίησε το θέμα με διμερή συμφωνία το Μάρτιο του 1960 όταν απέδωσε στο ελληνικό κράτος το ισόποσο των 59 εκατομμυρίων ευρώ ως αποζημίωση για την απώλεια ανθρώπινων ζωών, λεηλασίων και «επιβαλόμενων» δανείων, συμπεριλαμβανομένου του χρυσού που κατασχέθηκε από την κεντρική τράπεζα. Όμως, οι κάτοικοι του Διστόμου ισχυρίζονται ότι δεν αποζημιώθηκαν ποτέ. Λένε ότι βάσει της συμφωνίας, αφέθηκαν να πιστεύουν ότι θα μπορούσαν να υποβάλουν επιμέρους αξιώσεις σε μεταγενέστερη ημερομηνία. Το ελληνικό δικαστήριο, υποστήριξε τις αξιώσεις τους το 1997, και στη συνέχεια, το Ανώτατο Δικαστήριο διέταξε την κατάσχεση των γερμανικών περιουσιακών στοιχείων στην Ελλάδα – μια πράξη που κανένας Έλληνας υπουργός Δικαιοσύνης δεν είχε την επιθυμία να πραγματοποιήσει-. Οι συγγενείς των θυμάτων ενώθηκαν με τους ιταλούς ενάγοντες, οι οποίοι επίσης αξιώνουν αποζημίωση. Πέρυσι, όταν το Ιταλικό Δικαστήριο επικύρωσε την απόφαση του Ελληνικού Δικαστηρίου, το Βερολίνο ανταπάντησε πηγαίνοντας την υπόθεση στο Διεθνές Δικαστήριο.
Επισκεπτόμενος την Αθήνα την περασμένη εβδομάδα, ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Γιόσκα Φίσερυπερασπίστηκε την καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ (“που ποτέ δεν σκέφτηκα ότι θα κάνω”, όπως είπε χαρακτηριστικά) μπροστά σε ακροατήριο αποτελούμενο από διπλωμάτες, ακαδημαϊκούς και φιλόσοφους που με δυσκολία συγκράτησαν τη δυσαρέσκειά τους απέναντι στο Βερολίνο.
Ο Παπανδρέου επιμένει ότι η επώδυνη κληρονομιά ενός ιστορικού γεγονότος δεν έχει τίποτε να κάνει με τα οικονομικά θέματα. “Έχουμε άριστες σχέσεις με τη Γερμανία”, είπε. “Είναι φίλοι μας”.