Γράφει η
Σοφία Τ.
Η Ελλάδα, ως νικήτρια χώρα του Α’ ΠΠ στο πλευρό της Entente(
Εγκάρδια ή
Τριπλή Συνεννόηση· Γαλλία, Βρετανία, Σερβία, Βέλγιο, Ιαπωνία(1914), Ιταλία(1915), Ρουμανία (1916),
Ελλάδα(μετά από εισβολή και παραβιάζοντας την ουδετερότητά της) και ΗΠΑ(1917)) κατά τη διάρκεια του Α’ ΠΠ[η Ελλάδα δεν συμμετείχε στον πόλεμο παρά τις προσκλήσεις για συμμαχία και από τις 2 αντίπαλες παρατάξεις. Entente αποβιβάστηκαν στην Θεσσαλονίκη(Οκτώβριος 1915) με σκοπό να εκβιάσουν την είσοδο της στον πόλεμο] ανταμείφθηκε με παραχώρηση εδαφών από τη
Βουλγαρία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία, χώρες οι οποίες κατά τη διάρκεια του πολέμου είχαν ταχθεί με τις Κεντρικές Δυνάμεις(Γερμανική και Οθωμανική Αυτοκρατορία, Αυστροουγγαρία και Βουλγαρία). Απ’ τη Βουλγαρία η Ελλάδα απέσπασε την Δ Θράκη, σύμφωνα με την συνθήκη του Νεϊγύ(Neuilly, 27/11/1919), που απέκοπτε το βουλγαρικό κράτος από άμεση πρόσβαση προς τη Μεσόγειο. Υπεγράφη η συνθήκη των Σεβρών, σύμφωνα με την οποία η Οθωμανική Αυτοκρατορία παρέδιδε στην Ελλάδα όλη την Α
Θράκη -εκτός από την περιοχή της Κωνσταντινούπολης- και τη ζώνη της Σμύρνης στη Δ Μικρά Ασία.
ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ(1919-22) Ο ελληνοτουρκικός πόλεμος(1919-1922), ονομάστηκε έτσι από τον πόλεμο των Συμμάχων κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στον οποίο και ενεπλάκη η Ελλάδα στη «
Μικρασιατική εκστρατεία». Είναι γνωστός και ως Πόλεμος της Μικράς Ασίας. Για την Τουρκία αποτελεί κομμάτι του
«Τούρκικου Πολέμου της Ανεξαρτησίας» από τις ευρωπαϊκές Δυνάμεις κατοχής(Βρετανία, Γαλλία, Ιταλία και Ελλάδα). Ο Ελευθέριος Βενιζέλος και η κυβέρνησή του, με την υποστήριξη των νικητών του Α΄ ΠΠ(1914-8), διέταξαν(1919) την απόβαση ελληνικών στρατευμάτων στην Μικρά Ασία με
«εντολή»(η μέχρι πρότινος χρησιμοποιηθείσα λέξη
«πρόσχημα» δεν αποδίδει σωστά την τότε κατάσταση) την αποκατάσταση της ειρήνης και της τάξης, στην ουσία την απόφαση της Entente περί εφαρμογής της επικείμενης συνθήκης των Σεβρών(Sèvres, 28/07-10/08/1920) επί των ηττηθέντων Τούρκων. Ναι μεν ο τελικός στόχος των Ελλήνων ήταν η προσάρτηση περιοχών της Μικράς Ασίας(κυρίως παράλια) όπου το ελληνικό στοιχείο, πλειοψηφία ή όχι, ζούσε και δραστηριοποιούνταν έντονα, πρωταρχική όμως μέριμνα της κυβέρνησης Βενιζέλου ήταν, όντως, η
«προστασία των ελληνικών πληθυσμών» από την τουρκική αυθαιρεσία και η ολοκλήρωση της επανανάκτησης εδαφών και πληθυσμών από την πάλαι ποτέ Οθωμανική Αυτοκρατορία(Μεγάλη Ιδέα, 1844-1922). Αυτά γίνονται με νωπή την εμπειρία από την αισχρή μεταχείριση των πληθυσμών αυτών μετά τους βαλκανικούς πολέμους(1912-3), όταν χιλιάδες μη-Τούρκοι Μικρασιάτες(όχι μόνον Έλληνες) υπέστησαν απάνθρωπες πιέσεις και εκδιώχθηκαν από τις πατρογονικές εστίες τους κατά τρόπο που άγγιζε και συχνά ξεπερνούσε τα όρια της εθνοκάθαρσης.
Ο ελληνικός στρατός εστάλη εκεί από τους «Συμμάχους» δίκην χωροφύλακα, χωρίς η Ελλάδα να έχει δικαιώματα επί της Σμύρνης και της ευρύτερης περιοχής της. Μόνο μετά από 5 χρόνια και αφού θα διενεργείτο δημοψήφισμα, θα αποφασιζόταν η τύχη της Σμύρνης. Όμως η Ελλάδα πίστευε ότι θα «κέρδιζε» το δημοψήφισμα. Υπογράφηκε η Συνθήκη των Σεβρών1920), η οποία καθόριζε μέχρι πού θα μπορούσαν να προχωρήσουν τα ελληνικά στρατεύματα. Και ενώ ο Σουλτάνος εδέχθη την συνθήκη, οι Νεότουρκοι του Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ(
Atatürk Γενάρχης των Τούρκων) δεν την αναγνώρισαν και άρχισαν να προετοιμάζονται για πόλεμο ώστε να αντιμετωπίσουν την Entente και τους Έλληνες συμμάχους της. Αυτό οδήγησε την ελληνική κυβέρνηση στην ανάληψη δράσης προκειμένου να επιβάλει τα συμφωνηθέντα, με την προοπτική να κερδίσει επιπλέον εδάφη, τα οποία θεωρούσε πλειοψηφούντα σε ελληνικό πληθυσμό(«γραμμή Βενιζέλου»). Έτσι, τα ελληνικά στρατεύματα άρχισαν να προελαύνουν στην ημιάναρχη Οθωμανική Αυτοκρατορία η οποία μαστιζόταν από εμφύλιες διαμάχες μεταξύ Σουλτάνου και Κεμαλιστών.
Πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα ανέτρεψαν τον Βενιζέλο. Στις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920 δεν εξελέγη ούτε βουλευτής, ενώ στην Τουρκία ο Κεμάλ εδραιωνόταν. Αυτό οδήγησε στην αποδυνάμωση του ελληνικού στρατού στη Μικρά Ασία, το οποίο βασιζόταν κυρίως σε βενιζελικούς αξιωματικούς και σε ενδυνάμωση του τουρκικού. Η άνοδος του Κωνσταντίνου στον θρόνο προκάλεσε την δυσφορία των «συμμαχικών» Δυνάμεων απέναντι στην Ελλάδα και σύντομα την πολιτική διεθνής της απομόνωσή καθώς ο Κωνσταντίνος είχε άμεσες σχέσεις με την έκπτωτη βασιλική οικογένεια της ηττημένης Γερμανίας. Τα τουρκικά στρατεύματα άρχισαν την αντεπίθεση(1922). Αφού επέτυχαν τη διάσπαση των ελληνικών δυνάμεων και την αποκοπή και συντριβή μέρους αυτών,
ο κεμαλικός τουρκικός στρατός ανάγκασε τον εναπομείναντα ελληνικό να υποχωρεί. Μαζί με τον ελληνικό στρατό έφευγαν και Έλληνες που φοβόντουσαν αντίποινα από τους Τούρκους. Ο ελληνικός στρατός αναγκάστηκε να αποχωρήσει από την Μ. Ασία και ο πόλεμος είχε ουσιαστικά τελειώσει. Με την Συνθήκη της Λωζάννης(24/07/1923), καθορίστηκαν τα νέα εδαφικά καθεστώτα του ελληνικού και τουρκικού κράτους αντίστοιχα. Μαύρες Σελίδες στην ιστορία του πολέμου αυτού αποτελούν η πυρπόληση της Σμύρνης, η οποία σύμφωνα με τους Έλληνες και αρκετούς ξένους υπηκόους(Ευρωπαίοι και Αμερικανοί) που ήσαν αυτόπτες μάρτυρες, προκλήθηκε από τους Τούρκους(η Σμύρνη αποτελούσε τότε μεγάλο φάρο του Ελληνισμού) και η ανταλλαγή πληθυσμών ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία που ξεσπίτωσε 1.650.000 Έλληνες και 570.000 Τούρκους.
ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ Η αιτία για την έναρξη του πολέμου ήταν οι μυστικές συμφωνίες των Δ Δυνάμεων για να διαμελίσουν την Οθωμανική αυτοκρατορία μετά τον Α’ ΠΠ. Η Αγγλία υποσχέθηκε στους Έλληνες εδαφικές προεκτάσεις εις βάρος των Τούρκων αν συμμαχούσαν με τους Συμμάχους στον Α’ ΠΠ. Υποσχέθηκαν Ίμβρος,
Τένεδος και μικρασιατικά παράλια. Αυτή την περίοδο, ο Μουσταφά Κεμάλ, στρατιωτικός και ηγέτης μίας ομάδας επαναστατών, ίδρυσε το Τούρκικο Εθνικό Κίνημα στην Μικρά Ασία. Οι επαναστάτες θέλησαν να ελευθερώσουν τα μέρη που είχαν παραδοθεί στην Ελλάδα με την απραξία της Υψηλής Πύλης.
ΑΦΙΞΗ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ Ελληνικά στρατεύματα έφθασαν στη Σμύρνη(15/05/1919) και κατέλαβαν την πόλη και τις γύρω περιοχές, με την κάλυψη του ελληνικού, γαλλικού και βρετανικού ναυτικού. Ταυτόχρονα οι Έλληνες είχαν καταλάβει και την Α Θράκη. Έλληνες και Αρμένιοι της Σμύρνης υποδέχτηκαν τους Έλληνες ως σωτήρες. Οι Τούρκοι τους έβλεπαν ως κατακτητές. Το μεγαλύτερο μέρος του τούρκικου στρατού στην περιοχή παραδόθηκε στα συμμαχικά στρατεύματα ή κατέφυγε στην ύπαιθρο. Οι Δ Δυνάμεις συνέχισαν την κατάκτηση των γύρω περιοχών με σκοπό να ενισχύσουν την θέση τους στην περιοχή της Σμύρνης. Σταδιακά, η Ελλάδα είχε κατακτήσει το μεγαλύτερο μέρος των παραλίων της Μικράς Ασίας.
ΙΣΧΥΡΟΠΟΙΗΣΗ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΕΩΝ Η Ελλάδα(εκ των νικητών του Α’ ΠΠ) εξασφάλισε(Μάιος 1919) από τις Μεγάλες Δυνάμεις της Entente-χάρη στις ενέργειες του Βενιζέλου- την άδεια να αποβιβάσει στρατεύματα στη Σμύρνη, προκειμένου να προστατεύσει τους χριστιανικούς πληθυσμούς της Ιωνίας από δολιοφθορές των Τούρκων άτακτων. Η κατάληψη της πρωτεύουσας της Ιωνίας έγινε μέσα σε πανηγυρικό κλίμα και χωρίς αντίσταση(τις πρώτες ημέρες καταγράφηκαν αρκετά αιματηρά επεισόδια με ευθύνη και των 2 πλευρών), τοποθετήθηκαν ελληνικές διοικητικές αρχές που υπήχθησαν στις εντολές του αρμοστή Αριστείδη Στεργιάδη και ξεκίνησε η προσπάθεια να αναχαιτιστούν οι εχθρικές επιβουλές, με στρατιωτικές εκκαθαριστικές επιχειρήσεις προς τα ενδότερα. Με τη συμφωνία των Σεβρών που υπέγραψε η ηττημένη Οθωμανική Τουρκία αναγνωρίσθηκε η επικυριαρχία του Σουλτάνου στην καταληφθείσα περιοχή. Όμως το χρονοδιάγραμμα προέβλεπε Ελληνική διοίκηση για την επόμενη πενταετία πέραν της οποίας παρεχόταν η δυνατότητα μέσω δημοψηφίσματος να περιέλθει οριστικά στην ελληνική επικράτεια. Η Α Θράκη παραχωρήθηκε στην Ελλάδα ως τη γραμμή Αίνου-Μήδειας. Με ξεχωριστή συμφωνία η Ιταλία συναινούσε να αποδώσει και τα Δωδεκάνησα στην Ελλάδα.
ΑΣΤΑΘΗΣ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ Η συμφωνία των Σεβρών αποτέλεσε μια τεράστια διπλωματική επιτυχία του Βενιζέλου, την οποία όμως δεν επικύρωσε επίσημα σχεδόν καμιά από τις πλευρές που την υπέγραψαν και την οποία ουδέποτε αναγνώρισε ο Κεμάλ(αξιωματικός του τουρκικού στρατού που είχε διακριθεί στην αντίσταση κατά των δυτικών δυνάμεων στη χερσόνησο της Καλλίπολης, όπου η Entente υπέστη πανωλεθρία(15/04/1915)). Ο Κεμάλ οργάνωσε ανταρτικό στρατό και όρισε την έδρα της επαναστατικής του κυβέρνησης στην Άγκυρα κηρύσσοντας αγώνα μέχρις εσχάτων.
Ο Βενιζέλος, συνειδητοποιώντας πως η συνθήκη των Σεβρών κινδύνευε να παραμείνει «νεκρό γράμμα», αποφάσισε να την επιβάλει δια των όπλων και διέταξε(καλοκαίρι 1920), την εντατικοποίηση των στρατιωτικών επιχειρήσεων και τη γενίκευση της σύγκρουσης(γρήγορα μετατράπηκε σε ολοκληρωτικό πόλεμο με εκατέρωθεν ωμότητες) στη μικρασιατική ενδοχώρα, υπό το στρατηγό Λεωνίδα Παρασκευόπουλο. Ο ελληνικός στρατός, παρά τις δολιοφθορές των άτακτων Τσετών κατόρθωσε να καταλάβει μια σειρά από πόλεις στις οποίες κατοικούσαν ελληνικής καταγωγής πληθυσμοί και να δώσει το δικαίωμα στην πολιτική ηγεσία να ελπίζει σε περιορισμό του τουρκικού στοιχείου στα οροπέδια της Κ
Ασίας. Μια σειρά πολιτιστικές και κοινωνικές πρωτοβουλίες της ελληνικής διοίκησης της Μικράς Ασίας(π.χ. αρχαιολογικές ανασκαφές, ιδρύσεις εκπαιδευτικών κ.α. ιδρυμάτων) αποσκοπούσαν στην εμπέδωση της ελληνικής συνείδησης των κατοίκων και τη δημιουργία υποδομών για την οριστική ενσωμάτωση των απελευθερωμένων(καταληφθεισών, κατά την τουρκική πλευρά) περιοχών στην ελληνική επικράτεια. Στην Ελλάδα(παρά την διαφαινόμενη καθιέρωση της χώρας ως περιφερειακής βαλκανικής δύναμης που εκτεινόταν γεωγραφικά σε 2 ηπείρους και 5 θάλασσες) η δυσαρέσκεια του κόσμου αυξήθηκε από τις πολλές αυθαιρεσίες των βενιζελικών εναντίον των φιλομοναρχικών(μεταξύ των οποίων και η δολοφονία του Ίωνα Δραγούμη(31/07/1920) μετά τη δολοφονική απόπειρα κατά του πρωθυπουργού στο σταθμό της Lyon από 2 απότακτους βασιλόφρονες αξιωματικούς(30/07/1920). Η οργισμένη και συνασπισμένη αντιπολίτευση δήλωνε ότι θα φρόντιζε να εξασφαλίσει την επιστροφή των ταλαιπωρημένων στρατιωτών-στα όπλα από το 1912 χωρίς σχεδόν διακοπή-.
Η ξαφνική απώλεια από δάγκωμα πιθήκου του νεαρού βασιλιά(Αλέξανδρος Α’), που είχε διαδεχθεί τον έκπτωτο πατέρα του(Κωνσταντίνος Α’) και είχε αρμονική συνεργασία με το Βενιζέλο, επέτεινε την πολιτική αστάθεια. Ο Βενιζέλος αναγκάσθηκε να προσφύγει στις κάλπες, όπου, χάρις στο εκλογικό σύστημα που εφαρμόσθηκε, η
«Ηνωμένη Αντιπολίτευσις» και ο επικεφαλής της Δημήτριος Γούναρης θριάμβευσαν παρότι υπολείπονταν σε ψήφους.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΕΚΤΑΣΗ Ο Ελληνικός στρατός προχώρησε(Οκτώβριος 1920) στην Α Μικρά Ασία με την στήριξη των Δ οι οποίοι ήθελαν την τούρκικη κυβέρνηση να υπογράψει την Συνθήκη των Σεβρών. Οι επιχειρήσεις αν και ξεκίνησαν από τον Βενιζέλο, συνεχίστηκαν από τον Δημήτριο Γούναρη, αφού το κόμμα του Βενιζέλου έχασε τις εκλογές. Ο Γούναρης έκανε στρατηγούς του ελληνικού στρατού, άσχετους και άπειρους μοναρχιστές με τον Βασιλιά Κωνσταντίνο να έχει τον πλήρη έλεγχο των στρατευμάτων στη Σμύρνη. Οι ελληνικές δυνάμεις είχαν μία αποστολή. Να νικήσουν τον στρατό του Ατατούρκ και να τον αναγκάσουν σε διαπραγματεύσεις. Η 1η ήττα για τους Έλληνες ήρθε στην 1η μάχη του İnönü(11/01/1921). Στη 2η μάχη του İnönü, η ελληνική ολιγωρία και έλλειψη εφεδρειών οδήγησε την ελληνική πλευρά στην 1η μεγάλη της ήττα από τον Κεμαλικό στρατό. Η Δ ήθελε να επισπεύσει τον διπλωματικό διάλογο, φοβούμενη χειροτέρευση της κατάστασης αλλά παρόλο που έφτασαν κοντά σε συμφωνία, η ελληνική κυβέρνηση αρνήθηκε να υπογράψει συνθήκη πιστεύοντας ότι μπορούσαν να κατακτήσουν ακόμη περισσότερα με τα όπλα. Έτσι, η 2η μάχη του İnönü(27/03/1921) και κατέληξε σε θριαμβευτική νίκη των τούρκικων δυνάμεων.
Οι Βρετανοί, αν και με το μέρος της Ελλάδος, αρνήθηκαν να συνεχίσουν την στρατιωτική στήριξη, για να μην προκαλέσουν την γαλλική κυβέρνηση. Εν τω μεταξύ, η Τουρκία έλαβε σημαντική στρατιωτική και χρηματική βοήθεια από τους Ρώσους. ΜΕΤΑΣΤΡΟΦΗ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑ Ο Βενιζέλος απογοητευμένος από την έκβαση των γεγονότων αυτοεξορίστηκε στο Παρίσι και ο Κωνσταντίνος επέστρεψε στο θρόνο(Νοέμβριος 1920). Γαλλία και Ιταλία βρήκαν το πρόσχημα που αναζητούσαν για να απαγκιστρωθούν από την Μικρά Ασία στην οποία κατείχαν σημαντικά εδάφη(αλλά είχαν έλθει σε μυστικές συνεννοήσεις για την αποχώρησή τους με ανταλλάγματα). Απείλησαν την Ελλάδα ότι ενδεχόμενη παλινόρθωση του γερμανόφιλου Κωνσταντίνου θα οδηγούσε σε ρήξη των σχέσεων, κάτι που όμως αγνόησε η νέα ελληνική κυβέρνηση. Στην Τουρκία, ο Κεμάλ συνέχιζε τον αγώνα του κατά του Σουλτάνου(πρόθυμος να δεχθεί τη συμφωνία των Σεβρών, διατηρώντας τα προνόμιά του) και της ξενικής τριπλής κατοχής. Στην απέναντι όχθη του Αιγαίου
η κυβέρνηση Γούναρη δεν επανέφερε το στρατό, αλλά αποφάσισε(με την παρότρυνση των Άγγλων που εξυπηρετούσαν τα δικά τους συμφέροντα) να κλιμακώσει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις. Την ελληνική ηγεσία απασχολούσε έντονα(σύμφωνα με δηλώσεις του ίδιου του Γούναρη) η τύχη των ελληνικής καταγωγής πληθυσμών, σε περίπτωση που αποφασιζόταν η διακοπή της εκστρατείας.
Ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος αποβιβάσθηκε(29/05/1921, 468 χρόνια από την Άλωση της Κωνσταντινούπολης (29/05/1453)) στη Σμύρνη και συμμετείχε σε ευρεία στρατιωτική σύσκεψη, όπου ορίστηκε ως στόχος η κατάληψη της Άγκυρας και η καταστροφή του σταθμού ανεφοδιασμού του εχθρού, ενέργεια η οποία σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Ελληνικού επιτελείου θα οδηγούσε τον Κεμάλ σε συνθηκολόγηση. Έπειτα ανέλαβε την αρχιστρατηγία του εκεί ελληνικού στρατού, αντικαθιστώντας εν μέρει τον Αναστάσιο Παπούλα. Η κατάσταση της υγείας του επιδεινώθηκε(άνοιξη 1922) και επέστρεψε στην Αθήνα.
ΚΑΘΗΛΩΣΗ ΚΑΙ ΑΔΡΑΝΕΙΑ Η προέλαση του τεράστιου εκστρατευτικού σώματος(220.000 άνδρες) μέσω της Αλμυρής Ερήμου(Ν Σαγγαρίου) έφερε τις Ελληνικές δυνάμεις(προέβησαν σε πολλές ωμότητες κατά του τουρκικού πληθυσμού, όχι κατά την προέλαση προς τον Σαγγάριο, καθώς οι οπισθοχωρούντες Τούρκοι είχαν ήδη εφαρμόσει την τακτική της «καμένης γης»). Μετά την αποτυχία διάρρηξης της οχυρής τουρκικής τοποθεσίας στον Σαγγάριο από τους Έλληνες, ο ελληνικός στρατός, ευρισκόμενος σε οπισθοχώρηση(«ενεργητική άμυνα») κατάκοπος και χωρίς προμήθειες, πλιατσικολόγησε τα χωριά απ’ όπου περνούσε, τα περισσότερα δε τα άφησε πίσω του καιόμενα και αυτός την τακτική της «καμένης γης»)
στις όχθες του Σαγγάριου, προ των πυλών της Άγκυρας. Εκεί, στην κρίσιμη μάχη(Αύγουστος 1921), ο Ελληνικός στρατός αναγκάσθηκε να καθηλωθεί, καθώς οι Τούρκοι-συναισθανόμενοι ότι σε περίπτωση ήττας θα έχαναν τα πάντα- προέβαλαν λυσσαλέα αντίσταση. Παράλληλα,
ο Κεμάλ- σύμφωνα με τους βιογράφους του ήταν έτοιμος να οπισθοχωρήσει- αναθάρρησε και συνέχισε τον ανεφοδιασμό, τη στρατολόγηση νέων ανδρών(συνέρρεαν στις τάξεις του) και τις μυστικές συμφωνίες, με τη νεοπαγή(1917)ΕΣΣΔ(
οι Μπολσεβίκοι του παραχώρησαν πολύτιμο εξοπλισμό, μη ξεχνώντας την συμμετοχή της Ελλάδας με μισθοφορικό στρατό στην εναντίον τους εκστρατεία της Entente στην Ουκρανία- θεωρώντας ότι η χώρα του δεχόταν και εκείνη επίθεση από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις) και με Κούρδους αυτονομιστές. Μετά την εγκατάσταση του ελληνικού στρατού σε ενεργητική άμυνα γύρω από το Eskişehir(ΒΔ)-Κιουτάχεια(ΒΔ)-Afyonkarahisar(Δ Τουρκία), για ένα ολόκληρο χρόνο συνεχιζόταν αυτή η κατάσταση, με τους
Τούρκους να απορρίπτουν πρόταση των Δυνάμεων της Entente για ειρήνη και απαιτώντας την συνθηκολόγηση και αποχώρηση της ελληνικής στρατιάς υπό όρους και τους Δ ηγέτες να αποκλείουν κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τον ελληνικό στρατό, μια τελευταία απελπισμένη κίνηση της ελληνικής πλευράς για να εκβιάσει την κατάσταση και να εξουδετερώσει τον διαφαινόμενο κίνδυνο. Η μεγάλη ανάπτυξη των Ελληνικών γραμμών σε μία τεράστια απόσταση χωρίς να υπάρχει η απαραίτητη αλληλοκάλυψη των τμημάτων, η εξάντληση των στρατιωτών από την πολύμηνη παραμονή τους σε κατάσταση εκστρατείας σε ένα απόλυτα εχθρικό περιβάλλον πολύ μακριά από τα φιλικά παράλια, η ενδυνάμωση του αντιπάλου και η ασυνεννοησία με την πολιτική ηγεσία που αντικατέστησε τον αρχιστράτηγο Παπούλα με έναν ιδιόρρυθμο στρατηγό(Γεώργιο Χατζανέστη) οδήγησαν στην διάρρηξη του μετώπου και την οπισθοχώρηση. ΤΕΛΟΣ Ο Ελληνικός στρατός συνέχισε να προχωράει 100 km έξω από την Άγκυρα. Εκεί, Ο Κεμάλ με τον στρατό του υπερασπίστηκε(Αύγουστος 1921) την πρωτεύουσα όχι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αλλά της Τούρκικης Δημοκρατίας. Μετά από σκληρή μάχη με πολλούς νεκρούς, οι Έλληνες οπισθοχώρησαν
. Τα ελληνικά τμήματα καθηλώθηκαν στις όχθες του Σαγγάριου και ένα χρόνο αργότερα εκδηλώθηκε μεγάλη τουρκική αντεπίθεση(Αύγουστος 1922). Σε λίγες μόνο εβδομάδες, ο Ελληνικός στρατός είχε μόνο την Σμύρνη υπό τον έλεγχό του. Ο στρατός του Ατατούρκ έφτασε στην Σμύρνη, την οποία και κατέλαβε. Μπαίνοντας στην πόλη ο τουρκικός στρατός κατακρεούργησε εκατοντάδες χιλιάδες Ελλήνων Μικρασιατών, άνδρες, γυναίκες. Δεν χαρίστηκαν ούτε στα παιδιά. ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ Τέλη Αυγούστου του 1922 ο Κεμάλ εξαπέλυσε αναμενόμενη αντεπίθεση και τα Ελληνικά στρατεύματα υποχρεώθηκαν σε ομαδική παράδοση και αιχμαλωσία ή σε άτακτη υποχώρηση προς τη θάλασσα και τη σωτηρία. Ο Κεμάλ εισήλθε στη Σμύρνη(αρχές Σεπτεμβρίου) και εγκαταστάθηκε ως απελευθερωτής στην πόλη. Οι νικητές προέβησαν σε
εκτεταμένες βιαιοπραγίες εις βάρος του χριστιανικού πληθυσμού όλης της Μικράς Ασίας. Οι ελληνικές και αρμενικές συνοικίες της Σμύρνης παραδόθηκαν στις φλόγες, ενώ οι κάτοικοί τους αναζητούσαν απεγνωσμένα τρόπο διαφυγής προς το Αιγαίο, κάτω από τα αδιάφορα(πλην ελαχίστων εξαιρέσεων) βλέμματα των πληρωμάτων των συμμαχικών πλοίων τα οποία τηρούσαν στάση αυστηρής ουδετερότητας(όπως είχαν διαταχθεί) μπροστά στη σφαγή. Καταγράφηκαν και περιπτώσεις όπου οι άνδρες των πληρωμάτων ράβδιζαν τα χέρια των ικετεύοντων χριστιανών που προσπαθούσαν να ανεβούν στα καταστρώματα για να σωθούν. Η αρνητική έκβαση της Μικρασιαστικής Εκστρατείας οδήγησε στη μεγάλη καταστροφή, την απώλεια εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπινων ζωών και την προσφυγοποίηση 1,5 εκ άλλων.
Στα συντρίμμια της Σμύρνης τερματίσθηκε η ελληνική παρουσία 2.500 ετών στη Μικρά Ασία και ενταφιάστηκε η Μεγάλη Ιδέα(επί σχεδόν έναν αιώνα ο κεντρικός άξονας της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και η βασική πηγή τροφοδότησης της νεοελληνικής αυτοσυνειδησίας).