ΠΑΡΑΣΚΕΥΉ, 14 ΔΕΚΕΜΒΡΊΟΥ 2012
The New York Times
Είναι τόσο πολλοί οι Αμερικανοί πρώην αξιωματούχοι που έχουν επιστρέψει στο Κόσοβο για επιχειρηματικές δραστηριότητες, που δύσκολα αποτρέπει κανείς τις μεταξύ τους συγκρούσεις. Η λίστα των Αμερικανών που ασχολούνται με δουλειές στις τηλεπικοινωνίες, τα ανθρακωρυχεία και άλλα καλοπληρωμένα κυβερνητικά συμβόλαια μοιάζει με το «Who is Who» της πρόσφατης αμερικανικής διπλωματικής ιστορίας στην περιοχή.
Ο κρατικός οργανισμός τηλεπικοινωνιών του Κοσόβου, η επικερδέστερη επιχείρηση της χώρας, πρόκειται να ιδιωτικοποιηθεί. Η μία προσφορά έχει γίνει από επενδυτικό fund που ίδρυσε η πρώην υπουργός Εξωτερικών Μαντλίν Ολμπράιτ, ενώ λομπίστας για τον αντίπαλο όμιλο ήταν ο Τζέιμς Πάρντιου, ο ειδικός απεσταλμένος του προέδρου Μπιλ Κλίντον στα Βαλκάνια. Και οι δύο θεωρούνται ήρωες στη χώρα, λόγω του ρόλου τους στον πόλεμο του 1999 που απέσπασε το Κόσοβο από τη Σερβία δημιουργώντας ένα από τα νεότερα κράτη στον κόσμο.
Είναι τόσο πολλοί οι Αμερικανοί πρώην αξιωματούχοι που έχουν επιστρέψει στο Κόσοβο για επιχειρηματικές δραστηριότητες, που δύσκολα αποτρέπει κανείς τις μεταξύ τους συγκρούσεις. Η λίστα των Αμερικανών που ασχολούνται με δουλειές στις τηλεπικοινωνίες, τα ανθρακωρυχεία και άλλα καλοπληρωμένα κυβερνητικά συμβόλαια μοιάζει με το «Who is Who» της πρόσφατης αμερικανικής διπλωματικής ιστορίας στην περιοχή.
Ο κρατικός οργανισμός τηλεπικοινωνιών του Κοσόβου, η επικερδέστερη επιχείρηση της χώρας, πρόκειται να ιδιωτικοποιηθεί. Η μία προσφορά έχει γίνει από επενδυτικό fund που ίδρυσε η πρώην υπουργός Εξωτερικών Μαντλίν Ολμπράιτ, ενώ λομπίστας για τον αντίπαλο όμιλο ήταν ο Τζέιμς Πάρντιου, ο ειδικός απεσταλμένος του προέδρου Μπιλ Κλίντον στα Βαλκάνια. Και οι δύο θεωρούνται ήρωες στη χώρα, λόγω του ρόλου τους στον πόλεμο του 1999 που απέσπασε το Κόσοβο από τη Σερβία δημιουργώντας ένα από τα νεότερα κράτη στον κόσμο.












Γιώργος Αντωνιάδης.Η αθρόα προβολή τουρκικών σήριαλ την τελευταία πενταετία στην ελληνική τηλεόραση είναι ένα γεγονός που έχει συγκεντρώσει τα πυρά αρκετών όσων θίγονται είτε οικονομικά είτε «συνειδησιακά» από αυτό το φαινόμενο. Πόσοι όμως από αυτούς που τώρα κατακρίνουν είναι οι ίδιοι που παρακολουθούσαν ή ακόμη και συμμετείχαν στις γνωστές σαπουνόπερες ελληνικής παραγωγής των μεγάλων καναλιών; Πότε όλοι εκείνοι άσκησαν αυτοκριτική για την κακέκτυπη αντιγραφή δυτικών προτύπων της αγγλόφωνης ή ισπανόφωνης τηλεόρασης; Αρκεί να παρακολουθήσετε όλους τους θιασώτες ενός νέου τουρκοφαγικού πατριωτισμού και δεν έχετε πάρα να διασκεδάσετε με την ευκολία σύγχυσης του «εθνικού» και του στενά ατομικιστικού συμφέροντος όλων όσων διαμαρτύρονται, αφού το «έγκλημα» έχει προ πολλού συντελεστεί και από τους ίδιους με άλλο τρόπο. 













