Ιστορίες φρίκης και μαρτυρίες από τη ναζιστική θηριωδία στην Ελλάδα, "ξεθάβει" η απόφαση του ΣτΕ να αναγνωρίσει ακόμη πέντε περιοχές της χώρας ως "μαρτυρικές". Όλα όσα άντεξαν και όλα πρέπει να θυμόμαστε, σε μία σύντομη ιστορική αναδρομή του WE
Εβδομήντα χρόνια μετά τις γερμανική βαρβαρότητα σε βάρος της χώρας μας την περίοδο της Κατοχής (1941-1944), το Συμβούλιο της Επικρατείας άναψε το “πράσινο φως” και έκρινε νόμιμο σχέδιο του Προεδρικού Διατάγματος, ώστε πράγματι να αναγνωριστούν ως “μαρτυρικά” επιπλέον χωριά και πόλεις της Ελλάδας, χαρίζοντας δάκρυα δικαίωσης στους ελάχιστους – εναπομείναντες κατοίκους.
Ειδικότερα, μαρτυρική πόλη χαρακτηρίστηκε η Κορμίτσα του Δήμου Αμφίπολης Σερρών και μαρτυρικά χωριά χαρακτηρίστηκαν η Κοινότητα Κεράσοβο του Δήμου Πωγωνίου Ιωαννίνων, όπως και τα χωριά του Ανατολικού Κιλκίς, Κλειστό, Αμπελόφυτο και Κυδωνιά. Το σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος διαβίβασε στο Ε' Τμήμα του ΣτΕ ο υπουργός Εσωτερικών, Γιάννης Μιχελάκης.
Ποιος όμως γνωρίζει πράγματι την ιστορία και την αιματοχυσία που υπέστησαν τα εν λόγω χωριά; Με μία μικρή αναδρομή στις “μαύρες σελίδες” της ιστορίας, υπενθυμίζουμε ότι στις 15 Αυγούστου 1944, ανήμερα της εορτής της Παναγίας, τα ναζιστικά στρατεύματα κατοχής κύκλωσαν και κατέστρεψαν ολοσχερώς το χωριό Κεράσοβο. Στη συνέχεια έκαψαν πλήρως ή μερικώς και άλλα χωριά της Λάκας Πωγωνίου. Στο Κεράσοβο όμως χάθηκαν συνολικά 28 άνθρωποι, 11 από τους οποίους εκτέλεσαν ομαδικά τα κατοχικά στρατεύματα έξω από τη σπηλιά “χτικιαρότρυπα”. Επίσης, στα χωριά Κλειστό (Μούζγαλη), Αμπελόφυτο (Μούρσαλη) και Κυδωνιά (Κοτσαλάρ) έγιναν μαζικές εκτελέσεις από τους Γερμανούς στις 25.10.1941. Τέλος, την 1ης Οκτωβρίου 1941, σφαγιάσθηκαν από τους Βουλγάρους 91 κάτοικοι της Κορμίστας Σερρών.
Το
WE του NEWS 247 μετά την απόφαση – ανάσα του ΣτΕ ανατρέχει στα "κιτάπια" της ελληνικής ιστορίας και σάς παρουσιάζει, όλα όσα δεν πρέπει να ξεχάσουμε και όσα ελάχιστοι θυμόμαστε από τότε.
Η Κορμίστα Σερρών και τα 91 θύματα των Βούλγαρων κατακτητών
Η Κορμίστα είναι χωριό στο νομό Σερρών. Βρίσκεται κάτω από το μοναστήρι της Παναγιάς της Εικοσιφοίνισας, στις βορειοδυτικές υπώρειες του Παγγαίου, σε υψόμετρο 300 μ. Σύμφωνα με την απογραφή του 2011 έχει 555 κατοίκους. Διοικητικά ανήκει στο δήμο Αμφίπολης. Η Κορμίστα Σερρών είναι ένα από τα χωριά που μαρτύρησαν από τους φασίστες κατακτητές Βουλγάρους που εκτέλεσαν 91 κατοίκους στις 1 Οκτώβρη 1941, ενώ η εξέγερση της Δράμας ξεκίνησε στις 28 Σεπτέμβρη του 1941.
Συγκεκριμένα, κατά τη βουλγαρική κατοχή, η Κορμίστα χαρακτηρίστηκε ως “χωριό επαναστατικό”, καθώς βρέθηκε στο δρόμο των ανταρτών, που προσπαθούσαν να καταφύγουν στην Εικοσιφοίνισσα, καταδιωκόμενοι από τα βουλγαρικά στρατεύματα. Καθοδηγητικό ρόλο στην εξέγερση έπαιξε το Mακεδονικό Γραφείο που για ένα διάστημα είχε έδρα στις Σέρρες. Tα στελέχη του ο Παρασκευάς Δράκος (Mπάρμπας), ο Aπόστολος Tζανής (Kωστάκης), ο Mωυσής Πασχαλίδης (Γρηγόρης), οι Λάμπρος και Aραμπατζής Mαζαράκης και υπεύθυνος ο Παντελής Xαμαλίδης θυσίασαν τη ζωή τους, καθώς επίσης και ορισμένοι από τους οργανωτές της εξέγερσης, όπως ο Mιχάλης Γεωργιάδης (γέρο-Σπάρτακος), Xρήστος Kαλαϊτζίδης ή Kαγιάς, Hλίας Kαραγιαννίδης, Aργύρης Kρόκος, Θόδωρος Mαυρομάτης (Δράκος), Xαράλαμπος Nικολαΐδης, οι Πέτρος και Γιάννης Παστουρματζής, Bαγγέλης Παπαχρήστου και άλλοι πολλοί.
Το πρωί της 1ης Οκτωβρίου 1941, βουλγαρικό απόσπασμα προερχόμενο από τη Δράμα, αφού συγκέντρωσε με δόλο κατοίκους του χωριού, διαχώρισε τους άνδρες από τα γυναικόπαιδα και, κρατώντας τα τελευταία σε κατάσταση ομηρίας, οδήγησε 125 περίπου άνδρες στο υπόγειο του Κοινοτικού Καταστήματος, όπου επιχείρησε με πολυβολισμούς και χειροβομβίδες να τους εκτελέσει. Οι άνδρες αντιστάθηκαν, έριξαν χειροβομβίδα σε ένα πολυβόλο και από τη σύγχυση που προκλήθηκε, μερικοί κατόρθωσαν να διαφύγουν. Δυστυχώς οι άνδρες αυτοί ήταν λίγοι, καθώς οι Βούλγαροι συνήλθαν γρήγορα από τον αρχικό αιφνιδιασμό και αποτελείωσαν το έργο τους, δολοφονώντας 91 άτομα από ηλικίας 16 έως 70 ετών.
Τις επόμενες δυο ημέρες, κατά τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις που έκανε στο Παγγαίο δύναμη δυο ταγμάτων και μιας πυροβολαρχίας υπό τον Αντισυνταγματάρχη της φρουράς Δράμας, Ηλία Μπεκιάρωφ. εκτελέσθηκαν άλλοι δυο κάτοικοι της Κορμίστας. Κατά τους επόμενους μήνες βρήκαν το θάνατο άλλοι τέσσερις κάτοικοι της Κορμίστας, που είχαν συμμετοχή στο “κίνημα της Δράμας”. Το 1944 οι Βούλγαροι έκαψαν την εκκλησία του χωριού και εκτέλεσαν ακόμη τρεις κατοίκους.
Μετά τον πόλεμο η Κορμίστα (όπως άλλωστε όλη η Ελλάδα) μπήκε στη δίνη του εμφυλίου με θύματα και από τις δυο πλευρές, ενώ μετά τη λήξη του εμφυλίου, λίγοι κάτοικοι του χωριού διέφυγαν στις Ανατολικές χώρες, απ’ όπου ελάχιστοι επέστρεψαν.
Η ιστορία υπαγορεύει ότι η παραχώρηση της περιοχής, δεν ήταν τίποτε άλλο από ένα “δώρο” του Xίτλερ στον Bούλγαρο τσάρο Bόρις, για τη βοήθεια που του είχε προσφέρει ο τελευταίος στην κατάληψη από τις στρατιές του Γ’ Pάιχ, της Eλλάδας και της Γιουγκοσλαβίας.
Το Ολοκαύτωμα του Κερασόβου και οι σφαγές στη “Σπηλιά”
Το Κεράσοβο Πωγωνίου είναι ένα μικρό χωριό στα βορειοδυτικά του Νομού Ιωαννίνων, σε απόσταση περίπου 55 χιλιομέτρων από τα Ιωάννινα και 20 χιλιομέτρων από την έδρα του νέου δήμου Πωγωνίου (Καλπάκι). Είναι χτισμένο αμφιθεατρικά, σε πανοραμική τοποθεσία, στις βορειοδυτικές πλαγιές της οροσειράς του Κασιδιάρη. Αυτή η καλά κρυμμένη και δυσπρόσιτη θέση, στην είσοδο της Λάκκας, σε συνδυασμό με τα νερά που αναβλύζουν, είναι τα δυο στοιχεία που κατηύθυναν πολλούς από τους προγόνους μας να ριζώσουν σε αυτόν τον τόπο.
Σύμφωνα με την έρευνα του WE, ο πόλεμος του 1940 και η γερμανική κατοχή έφεραν στο μικρό χωριό απίστευτες βαρβαρότητες. Ήδη από τις πρώτες ημέρες του ελληνοϊταλικού πολέμου, οι Ιταλοί θα προσπαθήσουν να εκμεταλλευτούν τη γεωγραφική του θέση. Ωστόσο, τα γρήγορα αντανακλαστικά του Ελληνικού Στρατού θα καταφέρουν να εκδιώξουν ένας μεγάλο μέρος των εχθρών, αφήνοντας όμως πίσω δεκάδες Κερασοβίτες θύματα.
Δυστυχώς, η αναπτέρωση του ηθικού των ντόπιων δεν κράτησε πολύ. Ο ερχομός των Γερμανών και η συνακόλουθη τριπλή φασιστική Κατοχή, βύθισαν το Κεράσοβο σε εκ νέου, δεινά. Το αποκορύφωμα του δράματος ή αλλιώς, το γνωστό "Ολοκαύτωμα του Κερασόβου", ήρθε ανήμερα τον Δεκαπενταύγουστο του 1944, όταν οι Ναζί έκαψαν σχεδόν ολοσχερώς το χωριό, προβαίνοντας σε εν ψυχρώ μαζικές εκτελέσεις δεκάδων Κερασοβιτών.
Πιο αναλυτικά, στις 13 Αυγούστου 1944, γερμανικές φάλαγγες εισέβαλαν στην περιοχή και όρισαν 48ωρη προθεσμία για να παραδοθούν οι δράστες των δολιοφθορών που είχαν πραγματοποιηθεί τους προηγούμενους μήνες στην ευρύτερη περιοχή. Διαφορετικά οι αιχμάλωτοι θα εκτελούνταν (σ.σ. Οι αντάρτες από το καλοκαίρι του 1943 διενεργούσαν δολιοφθορές και αιφνιδιαστικές επιθέσεις εναντίον εχθρικών στόχων).
Τα ξημερώματα του Δεκαπενταύγουστου του 1944, αδιαφορώντας για την ιερότητα της ημέρας, οι κατακτητές πήραν τελικά τους ομήρους, μεταξύ αυτών γυναίκες και μικρά παιδιά και τους οδήγησαν στη σπηλιά. Αφού έβαλαν φωτιά στη σπηλιά, εκτέλεσαν τους ομήρους. Επίσης έβαλαν φωτιά στα σπίτια, καταστρέφοντας έως και το τελευταίο “οχυρό” που είχε παραμείνει όρθιο.
Από τότε, στην κορυφή του λόφου και ακριβώς πάνω από την σπηλιά, οι Κερασοβίτες έστησαν έναν μεγάλο λευκό σταυρό, ως ελάχιστη έκφραση ευγνωμοσύνης και συνεχούς υπενθύμισης της θυσίας των συμπατριωτών τους.
Το μόνο σίγουρο που διαβάζουμε από μαρτυρίες της εποχής είναι ότι το Κεράσοβο, όπως και άλλα μαρτυρικά χωριά, αναγεννήθηκε από την τέφρα του τη δύσκολη περίοδο μετά την Κατοχή. Ωστόσο, οι πληγές του χαμού των συγχωριανών δεν έχουν καταφέρει να κλείσουν ακόμη και σήμερα, καθώς είναι πολλοί ακόμη εκείνοι που θυμούνται πως ξεγέλασαν το θάνατο, ίσως και την ίδια τους τη μοίρα, όταν βρέθηκαν σε απόσταση βολής από τα όπλα των Ναζί ή τις ξιφολόγχες τους.
Τρία χωριά, μία ιστορία, ένα κοινό τέλος
Στην άλλη άκρη, στο Κιλκίς, υπήρχε πάνδημο το αίτημα να αναγνωριστούν ως μαρτυρικά για το Ολοκαύτωμα από τους Γερμανούς στις 25 Οκτωβρίου 1941 τρία χωριά, το Κλειστό (Μουσγαλή), το Αμπελόφυτο (Μουρσαλή) και η Κυδωνιά (Κοτσαλάρ) που βρίσκονται στην ανατολική πλευρά της οροσειράς των Κρουσίων, μεταξύ των χωριών Ποντοκερασιάς και Ελληνικού. Η δικαίωση ήρθε 73 χρόνια μετά.
Σύμφωνα με ιστορικά κείμενα της εποχής, στις 6 Απριλίου 1941 τα γερμανικά στρατεύματα παραβίασαν τα εθνικά μας σύνορα από το χωριό Ακρίτα. Στα σύνορα του νομού Κιλκίς εντοπίζονται, σύμφωνα με μαρτυρίες και οι πρώτοι νεκροί. Οι κάτοικοι αντιδρούν άμεσα και οργανώνουν τον αγώνα τους ενάντια στον κατακτητή. Στα τέλη του Ιουλίου ιδρύεται η πρώτη ανταρτοομάδα στην ηπειρωτική Ελλάδα, με την κωδική ονομασία “Αθανάσιος Διάκος”.
Ο “Αθανάσιος Διάκος” δραστηριοποιείται κυρίως στον ορεινό όγκο των Κρουσσίων του νομού Κιλκίς. Τα τρία χωριά Αμπελόφυτο, Κυδωνιά και Κλειστό βρέθηκαν στο επίκεντρο των διεργασιών, συγκρότησης, δραστηριοποίησης και τροφοδοσίας των ανταρτών. Μεταξύ άλλων, στελέχη της ανταρτοομάδας ήταν και ο Βασίλης Πετρίδης, από το Κλειστό, που ορίστηκε στρατιωτικός υπεύθυνος, ο Παύλος Κοτσαλίδης, από την Κυδωνιά, πολιτικός υπεύθυνος και ο Μελίτης Αθανασιάδης, από το Κλειστό, υπεύθυνος εφοδιασμού (οι δύο πρώτοι θα καταλήξουν λίγο αργότερα, ανάμεσα στους 96 εκτελεσθέντες).
Η δράση του “Αθανασίου Διάκου” προκάλεσε τις πρώτες απώλειες στην Βερμάχτ - ανθρώπινες και υλικές -, ωστόσο απώλεσε και πολλούς από τους άνδρες του.
Ενδεικτικά αναφέρουμε:
* Στις 14 Σεπτεμβρίου 1941 ανατίναξε τη σιδηροδρομική γέφυρα Μουριών Κιλκίς, της γραμμής Θεσσαλονίκης – Αλεξανδρουπόλεως.
* Στις 22 Σεπτέμβρη στήνει ενέδρα στο 62ο χλμ του δρόμου Θεσσαλονίκης – Σερρών σε γερμανικό φορτηγό, σκοτώνει δύο Γερμανούς και τραυματίζει τους δυο Έλληνες συνοδούς τους.
Λίγο αργότερα, ο σταθμάρχης χωροφυλακής της περιοχής ενημερώνει τα γερμανικά φρουραρχεία στο Κιλκίς, Λαχανά και Θεσσαλονίκη, ότι σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες τα χωριά Αμπελόφυτο, Κυδωνιά και Κλειστό λειτουργούν σαν βάσεις των ανταρτών και οι κάτοικοι κατέχουν όπλα. Οι Γερμανοί κατακτητές αντιδρούν με πρωτοφανή βαρβαρότητα. Στόχος τους είναι να καταπνίξουν κάθε αντιστασιακή εκδήλωση δια πυρός και σιδήρου, να σκορπίσουν τον τρόμο και να μετατρέψουν τη βαρβαρότητα σε πολιτικό και στρατιωτικό επιχείρημα.