Ετικέτες

Σάββατο 13 Σεπτεμβρίου 2014

Πού είναι ο Χένρυ Φορντ

 

Henry and Clara Bryant Ford in 1946
Henry and Clara Bryant Ford in 1946

Γράφει ο Ευθύμης Φρεντζαλάς
Είναι τόσο βαθιά η οικονομική,  και όχι μόνο, κρίση που μαστίζει τις νεοφιλελεύθερες οικονομίες  που κάποιοι (όπως ο αμερικανός δημοσιογράφος MurrayDobbin) πιστεύουν ότι αυτές χρειάζονται  επειγόντως «βιομήχανους-μεσσίες»  σαν τον Χένρυ Φόρντ. Τι θα έκανε λοιπόν ο ίδιος ο Φόρντ αν ζούσε σήμερα; Δεν θα είχε αγοράσει κι αυτός καμία τράπεζα; Ας πούμε πως δεν είμαστε σίγουροι κι  ας υποθέσουμε ότι θα έκανε τα ίδια με αυτά που έκανε όταν ζούσε . Ο Φόρντ, λοιπόν,  έγινε σιγά-σιγά διάσημος όχι βέβαια για τα σφόδρα αντιδημοκρατικά πιστεύω του αλλά  για τα αυτοκίνητά του και τον πρωτότυπο τρόπο παραγωγής τους, πάνω από όλα, όμως,  γιατί έδινε, όχι από την αρχή βέβαια , μεγάλους μισθούς στους εργάτες του , πονηρά σκεπτόμενος ότι με τον τρόπο αυτό αργά ή γρήγορα θα τους έκανε και πελάτες του.  Και πράγματι, από κάποια στιγμή και μετά όποιος εργαζόμενός του ήθελε να αγοράσει αυτοκίνητο δεν το σκεφτόταν καθόλου. Αγόραζε Φόρντ. Είχε εδώ που τα λέμε και άλλη επιλογή; Όμως δεν γνωρίζουμε εάν επαρκούσαν οι υψηλοί μισθοί του Φορντ  για την αγορά των αυτοκινήτων αυτών. Όπως αναφέρει και ο Μπενζαμέν Κοριά στο βιβλίο του Ο Εργάτης και το Χρονόμετρο, στα τέλη της δεκαετίας του ’20 και μόνο στην Γαλλία υπήρχαν σαράντα περίπου εταιρίες  χορήγησης καταναλωτικών δανείων. Οι πιο σημαντικές από αυτές ήταν δημιουργήματα εταιριών αυτοκινήτων για την διευκόλυνση της αγοράς αμαξιών.


Τα πρώτα χρόνια, κανείς εργάτης δεν έμενε στου Φορντ περισσότερο από τρεις μήνες. Οι εργάτες πρέπει να παραιτούνταν εκτός των άλλων και από αηδία  για την παρακολούθησή τους στην οποία επιδίδονταν άνθρωποι- υπάλληλοι του Φορντ. Δεν τους παρακολουθούσαν μόνο μέσα στα εργοστάσια κατά τις ώρες εργασίας, αλλά κι εκτός εργοστασίου, γιατί ήθελε να ξέρει ο πουριτανός Φορντ και το ηθικό ποιόν του κάθε εργαζόμενου.  Έψαχνε για εργαζόμενους  «καθαρούς» σαν κι αυτόν. Για εργαζόμενους που δεν θα τον έκαναν ρεζίλι με τα καμώματά τους εκτός του χώρου εργασίας, παρά μόνο θα κατανάλωναν προϊόντα και θα καθόντουσαν φρόνιμα.  Οι άνθρωποί του, έτσι, συνέλεγαν πληροφορίες για το καθετί, μέχρι και για το πώς διηύθυνε κάθε εργάτης το σπιτικό  του, και ο «στοργικός πατέρας» Φόρντ τις αξιοποιούσε αναλόγως.  Αναγκάστηκε βέβαια να κόψει  κάποια στιγμή την κακιά και παράνομη αυτή συνήθεια της παρακολούθησης της ιδιωτικής ζωής, γιατί ενοχλούσε πολύ τους εργαζόμενους κι επειδή δεν συμβάδιζε με τα  μοντέρνα βιομηχανικά ήθη της εποχής εκείνης.
Μπορεί να του άρεσε να αποκαλεί τους εργαζόμενούς του συνεταίρους και τις επιχειρήσεις του «μία μεγάλη οικογένεια», αλλά αυτός μόνος του καθόριζε τους μισθούς και τους όρους εργασίας. Οι ανοργάνωτοι από φόβο εργαζόμενοί του  δεν συμμετείχαν καθόλου στην διοίκηση των επιχειρήσεών του. Έπαιρναν τους υψηλότερους μισθούς, τι άλλο ήθελαν; Όλα όσα χρειάζονταν δε για την δουλειά τους τα έφερνε αυτομάτως μπροστά τους ένα είδος αλυσίδας, οπότε δούλευε πολύ λιγότερο και το μυαλό τους. Αυτό πρέπει ν” άρεσε πολύ στον Φόρντ, γιατί έτσι μπορούσε να θεωρεί τον εαυτό του το μοναδικό «μυαλό» της επιχείρησης.
Η μαζική παραγωγή, βέβαια, την οποία πέτυχε ο Φόρντ, απαιτούσε και μαζική κατανάλωση. Το 1929 χρεοκόπησε ο άγριος καπιταλισμός και δεν είναι τυχαίο ότι επιβίωσαν μόνο τρεις αυτοκινητοβιομηχανίες. Η Ford, η Chrysler και η General Motors.  Αγγλικό γραμματόσημο με τον Χένρυ Φορντ
Αλλά ο Φορντ  έβλεπε μπροστά από την εποχή του. Γι’ αυτό δεν τα πήγαινε καθόλου καλά με τις τράπεζες και τους τραπεζίτες. Κατανοούσε την χρησιμότητά τους, αλλά τις φοβόταν. Από τότε οι τράπεζες προκαλούσαν οικονομικές κρίσεις για να πλουτίζουν και γι’ αυτό φοβόταν τη δύναμή τους. Έβλεπε πως σ” αυτές ανήκε το μέλλον, αλλά δεν το άξιζαν. Πίστευε πως το ρευστό-χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο δεν κάνει τίποτε άλλο από το να περιμένει την κατάλληλη ευκαιρία για να αιφνιδιάσει την παραγωγική βιομηχανία και να την συντρίψει. Αν ζούσε σήμερα, μπορεί και να ένιωθε δικαιωμένος.  Μόνο που κι ο ίδιος χρειάστηκε δανεικά δύο φορές. Χωρίς τα χρήματα αυτά μάλιστα, ούτε την εταιρία του θα είχε ιδρύσει, ούτε θα είχε αγοράσει όλες τις μετοχές της. Πρέπει να τον κυρίευε ο τρόμος, μην του έπαιρναν τις επιχειρήσεις του οι Εβραίοι τραπεζίτες. Αλλά δεν μπορούσε να ζητήσει και την παρέμβαση του κράτους. Γιατί ένιωθε κι αυτός, βέβαια, όπως όλοι οι επιχειρηματίες που σέβονται τους εαυτούς τους, «βαθύ μίσος» για το κράτος, το οποίο βέβαια δεν τον εμπόδισε να συνάψει εμπορικές συμφωνίες την περίοδο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου με την Αγγλία και την Γαλλία. Κι ενώ απεχθανόταν να παρεμβαίνει το κράτος στην οικονομία, ο ίδιος είχε πολιτικές φιλοδοξίες και μάλιστα ήθελε να θέσει και υποψηφιότητα για το αξίωμα του Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών (κατά την διάρκεια του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου και το 1923) κάτι που δεν έκανε τελικά.  Έβλεπε μπροστά από την εποχή του, όπως είπαμε… «Καλύτερα εγώ παρά κάποιος τραπεζίτης» πρέπει να σκεφτόταν.
Η μαζική παραγωγή, βέβαια, την οποία πέτυχε ο Φορντ, απαιτούσε και μαζική κατανάλωση. Το 1929 χρεοκόπησε ο άγριος καπιταλισμός και δεν είναι τυχαίο ότι επιβίωσαν μόνο τρεις αυτοκινητοβιομηχανίες. Η Ford, η Chrysler και η General Motors. Η ανακάλυψη της μαζικής παραγωγής προκάλεσε το κλείσιμο πολλών επιχειρήσεων που  δεν φρόντισαν εγκαίρως να εκσυγχρονιστούν κι έτσι δεν  άντεξαν τον άγριο ανταγωνισμό. Σαν από μηχανής θεοί εμφανίστηκαν τότε ο Κέυνς και ο Ρούσβελτ, για να αποκαταστήσουν όλες τις διαταραγμένες ισορροπίες. Το κευνσιανό κράτος θα αναλάμβανε την αύξηση της αγοραστικής δύναμης για την ενίσχυση της ζήτησης και  την ομαλή επέκταση της μαζικής παραγωγής. Ο Φορντ στο μεταξύ, που ευνοήθηκε όσο κανείς από την σωτήρια επέμβαση του κευνσιανού κράτους, και οι άλλες δύο αυτοκινητοβιομηχανίες που διασώθηκαν είχαν καταφέρει να συγκεντρώσουν το 80% της αγοράς αυτοκινήτου…
Αυτοί που αναζητούν σήμερα «κοινωνικούς μεσσίες» τύπου Φορντ το κάνουν επειδή τους φταίει ο νεοφιλελευθερισμός, μόνο επειδή  αποφάσισε να σκοτώσει την χήνα που γεννούσε ως τώρα τα  χρυσά αυγά. Μα και βέβαια ο Φορντ δεν μπορεί να συγκριθεί ούτε με τα goldenboys, ούτε με το παρασιτικό χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, αλλά ούτε και με πολλούς σύγχρονους βιομήχανους που τα κέρδη τους τα καταθέτουν σε τράπεζες ή τα ξοδεύουν οπουδήποτε αλλού εκτός από τις βιομηχανίες τους. Αλλά και ο Φορντ ένας οπαδός του ακραίου φιλελευθερισμού ήταν, ένας νεοφιλελεύθερος της εποχής του. Και, αλήθεια, αν οι σημερινοί βιομήχανοι έδιναν μισθούς ανάλογους με του Φορντ στους εργαζομένους τους  δεν θα είχε ξεσπάσει η κρίση ή θα είχε ξεπεραστεί, κι όλα τώρα θα ήταν ρόδινα όπως τότε, που οι εργαζόμενοι δεν σκέφτονταν γιατί δεν χρειαζόταν και είχαν μετατραπεί σε εξαρτήματα των μηχανών του Φορντ; Οι χαμηλοί μισθοί ευθύνονται για όλα τα σημερινά κακά; O ίδιος ο Φόρντ δεν έπαυσε όλο το  «πλεονάζον προσωπικό» του για να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση που έπληξε την Αμερική και τον ίδιο  μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο;
Οι κοινωνικοί νόμοι της Ευρώπης,  τέλος, του φαίνονταν αδιανόητοι, εντελώς ξένοι με την κοσμοθεωρία του. Αυτός προτιμούσε να ενισχύει οικονομικά την Κου Κλουξ Κλαν και να μην χάνει χρόνο από το να θαυμάζει τις επιχειρήσεις του, ασχολούμενος λόγου χάρη με κάποια επιστήμη ή με κάποια καλή τέχνη. Αλλά όλα αυτά δεν είναι «ψιλά γράμματα» μπροστά στους υψηλούς μισθούς που έδινε ο κ. Χένρυ στους εργαζομένους του; Μέχρι και αυτοκίνητο αγόραζαν αν το επιθυμούσαν… Ενώ τώρα;…
●Διάφοροι Συγγραφείς: Οι Βασιλείς του Πλούτου, Εκδοτικός Οίκος Βίβλος, 1953
●Μπενζαμέν Κοριά: Ο Εργάτης και το Χρονόμετρο, Εναλλακτικές Εκδόσεις, 1985
●Άρθρο του MurrayDobbin στο αμερικανικό ηλεκτρονικό περιοδικόCounterpunchμε τίτλο     WhereisHenryFordWhenYouNeedHim

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου