Ο πατέρας Ιωάννης, σερβικής καταγωγής, βρέθηκε στη Μονή Χιλανδαρίου μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ευγενικός, καλοσυνάτος, πράος, γεννήθηκε στο Βελιγράδι και έζησε για πολλά χρόνια στην Αγγλία πριν αφιερωθεί στον Θεό
Οι μοναχοί του Αγίου Ορους θυμούνται την αυταπάρνηση του πατέρα Ιωάννη Χιλανδαρινού στη μεγάλη φωτιά του 2004. Τότε ο υπερήλικας μοναχός ρίχτηκε στη μάχη της κατάσβεσης και διέσωσε πολλές και πολύτιμες εικόνες
«Αναχώρησε» από το Αγιον Ορος ο μακροβιότερος ασκητής της αθωνικής πολιτείας. Σε ηλικία 106 χρόνων έφυγε από τη ζωή ο μοναχός-θρύλος του Αγίου Ορους, ο π. Ιωάννης Χιλανδαρινός. Σερβικής καταγωγής και μόνιμος κάτοικος Αγγλίας για χρόνια, βρέθηκε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (ούτε κι ο ίδιος θυμόταν πότε ακριβώς) στη Μονή Χιλανδαρίου, την οποία δεν εγκατέλειψε ποτέ. Ευγενικός, καλοσυνάτος, πράος, μια ήρεμη δύναμη, άφησε άφωνους τους μοναχούς, όταν στα 103 του χρόνια αγόρασε laptop (!) για να αποθηκεύει τα ποιήματα που έγραφε.
Τον περισσότερο χρόνο της ημέρας τον αφιέρωνε στην προσευχή, πάντα όμως έβρισκε ώρα για να την περάσει στον κήπο της Μονής Χιλανδαρίου, την ευθύνη του οποίου είχε. Του άρεσε ιδιαίτερα να φορά τσουβάλια στα πόδια και να πέφτει στα γόνατα να φροντίζει τα λαχανικά, με υπομονή και αγάπη... είναι κι αυτά «δημιουργήματα του Θεού», όπως έλεγε.
Ο π. Ιωάννης Χιλανδαρινός -Βίτο Ράντογιτς το βαφτιστικό του όνομα- γεννήθηκε το 1906, σε ένα προάστιο του Βελιγραδίου, το Ούμτσαρι, του Δήμου Γκρόκα, δίπλα στις όχθες του ποταμού Ράλια. Μετά το σχολείο, άνοιξε ένα κατάστημα και ασχολήθηκε με το εμπόριο. Θυμόταν ιστορίες πικρές από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ιστορίες με πείνα, πόνο, θάνατο, μέρες και νύχτες που περνούσε μαζί με άλλα αγόρια μέσα σε εκκλησίες για να μην τον βρουν οι Γερμανοί.
Φρόντιζε με επιμέλεια τον κήπο της Μονής φορώντας στα πόδια του τσουβάλια
Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος τον βρίσκει μακριά από την πατρίδα, «εξόριστο» σε Ιταλία, Γερμανία και τελικά στην Αγγλία, όπου παντρεύτηκε, σύντομα όμως έχασε τη σύζυγό του και από τότε αφιερώθηκε στον Θεό. Ενα ταξίδι στο Αγιον Ορος τού έδειξε τον τόπο όπου ρίζωσε και δεν έφυγε ποτέ. Δεν επισκέφτηκε τη Σερβία, ούτε καν για να δει αγαπημένα πρόσωπα, συγγενείς και φίλους. «Δεν είναι αυτό που ήξερα, δεν θα μου θυμίσει τα παιδικά μου χρόνια, ο θρήνος θα είναι μεγάλος. Θέλω να έχω ωραίες αναμνήσεις από την πατρίδα», έλεγε.
Η μονή Χιλανδαρίου, την οποία δεν εγκατέλειψε ποτέ ο π. Ιωάννης
Στο σερβικό μοναστήρι, το Χιλανδάρι, όλοι τον ήξεραν, και οι Σέρβοι επισκέπτες ήθελαν να τον συναντήσουν και να φωτογραφηθούν μαζί του. Η ιστορία του συγκινούσε χρόνια τώρα, ενώ τελευταία έλεγε και ξανάλεγε πως περίμενε τον Θεό να τον πάρει κοντά του. Διαισθανόταν τον θάνατό του, είναι μάλιστα χαρακτηριστικό πως όταν ένας νεαρός τού είπε το 2005 πως θα προσεύχεται να ζήσει 100 χρόνια, ο γέροντας του απάντησε: «Δεν το θέλετε στ' αλήθεια, αδελφέ μου, έχω ήδη 99 χρόνια στις πλάτες μου».
Κοιμήθηκε ήσυχα, όπως έζησε όλη του τη ζωή, το βράδυ της περασμένης Κυριακής και δεν ξύπνησε ξανά.
Τα έργα του
Αγόρασε laptop σε ηλικία 103 ετώνΟ π. Ιωάννης Χιλανδαρινός έγραψε πολλά βιβλία -όλα εκδόθηκαν μόνο στα σερβικά- και το 2009 σε ηλικία 103 χρόνων άφησε στην άκρη την παλιά του γραφομηχανή, αγόρασε φορητό ηλεκτρονικό υπολογιστή και έγραφε πλέον εκεί, για να μπορεί, όπως έλεγε, να αποθηκεύει τα πονήματά του. Ηταν δεινός χρήστης του υπολογιστή και γενικά ασχολούνταν πολύ με την τεχνολογία.
Από τα έργα του ξεχώρισε η τετράτομη συλλογή ποιημάτων του, με τον γενικό τίτλο «Αλλοδαποί». Ο πρώτος τόμος έχει τον χαρακτήρα μυθιστορηματικής αφήγησης, ο δεύτερος περιέχει σύντομες αναφορές σε ιστορίες από την πατρίδα του. Ο τρίτος τόμος είναι βιωματικός και αναφέρεται στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και στη μετανάστευση στην Αγγλία, μαζί με ύμνους προς τον Θεό, ενώ ο τέταρτος -εκδόθηκε το 2006- αναφέρεται στη διάλυση της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Οσο για το βιβλίο του «Στίχοι Χιλανδαρίου» (2002), είναι αφιερωμένο στις πιο όμορφες και συγκινητικές στιγμές που πέρασε στο μοναστήρι. Οι υπόλοιποι μοναχοί θυμούνται την αυταπάρνηση που έδειξε στη μεγάλη φωτιά του 2004, που έκανε στάχτη τμήμα της μονής. Τις πρώτες πρωινές ώρες της 4ης Μαρτίου οι φλόγες έζωσαν το μοναστήρι και κατέστρεψαν το μισό συγκρότημα. Ο π. Ιωάννης ρίχτηκε στη μάχη της κατάσβεσης και διέσωσε μεγάλο αριθμό από πολύτιμες εικόνες που φυλάσσονταν κοντά στο κελί του.
ΜΑΡΙΑ ΡΙΤΖΑΛΕΟΥ