Σχολια του Ρ. ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΓΙΟΧΑΝ ΓΚΟΥΣΤΑΒ ΝΤΡΟΫΖΕΝ
«Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ Μ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ»
ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 332, ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΓΑΖΑΣ ΨΕΜΜΑΤΑ ΣΑΜΑΡΕΙΤΩΝ ΚΑΙ ΙΟΥΔΑΊΑΩΝ
Σελ. 293
Κατά παραδόσεις ιουδαϊκές, μετά τήν άλωση της Γάζας ό Αλέξανδρος εκστρατεύει στις χώρες τών Ιουδαίων και τών Σαμαρειτών. Κοντά στά Ιεροσόλυμα, λέει, βγαίνουν νά τον προϋπαντήσουν ό αρχιερέας με τους άλλους του ιερατείου και πολύ λαό, γιορταστικά ντυμένοι όλοι, χαιρετίζοντας τον σάν τον προβλεπόμενο άπό τά ιερά τους βιβλία, πώς θα κατάλυση τήν περσικήν αρχή. Κι αυτός έδειξε, λένε, καλοσύνη σ’ όλους, τους άφησε τους νόμους τους, ατέλεια κάθ’ έβδομο χρόνο, κ’ έκανε στο ναό του Ίεχωβά, καταπώς τον ορμήνεψε ό αρχιερέας, πανηγυρική θυσία κι άλλα τέτοια.
530 Η Καθώς απόλυτα σωπαίνουν όλοι οι αξιόπιστοι συγγραφείς, δύσκολο είναι νά κατάληξη κανείς με βεβαιότητα γιά το πώς χειρίστηκε ό Αλέξανδρος τή Σαμάρεια και τήν Ιουδαία, γιατί τά ψέμματα των Σαμαρειτών και τών Ιουδαίων αλληλοαναιρούνται. Μπορεί κανείς έν προκειμένω νά δη τον Saint-Croix, Histoire d’Alexandre, 545 κ.έ., πού παραεμπιστεύεται όμως τον Εκαταίο τον αβδηρίτη, τον εφευρέτη τών
πολυθρύλητων «ανακτόρων του Όσύμανδυ» στή Θήβα της Αιγύπτου. Όσα γράφω στο κείμενο είν’ άπ’ του Ίώσηπου τήν Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, ΙΑ’ 317 κ.έ. Κατά τήν ταλμουδική παράδοση (Derenbourg, Essai sur l’histoire et la geographic de la Palestine, Paris, 1867, 71) , ό αρχιερέας είν’ ό Σιμεών ό δίκαιος, εγγονός του Ίαδδοΰ [Berve, άρ. 381], ένώ ή σαμαρείτικη παράδοση διηγιέται τά ίδια γιά το δικό της αρχιερέα Ίζκία (Έζεκία). Κατά τόν Ίώσηπο (ό.π. 306 κ.έ.), ό Σαναβαλλέτης [Berve, άρ. 695], Χουθαίος το γένος, εξ ων και οί Σαμαρείς εισιν, πάντρεψε τήν κόρη του με τόν αδερφό του Ίαδδοΰ, το Μανασσή, πού, διωγμένος γι’ αυτό το γάμο άπό τους Ιουδαίους, τόν πείθει νά χτίση ναό στο βουνό Γαριζείν (Γαριζίμ) και νά τόν κάνη αρχιερέα εκεί.
Ό Σαναβαλλέτης έπειτ’ άπ’ τή μάχη της Ίσσοΰ πήγε με τους Μακεδόνες και πέθανε πριν φτάση ό Αλέξανδρος στή Γάζα. Κατά τήν ταλμουδική παράδοση, οί Χουθαϊοι της Σαμάρειας γύρεψαν άπ’ τόν Αλέξανδρο νά τους άφήση νά χαλάσουν το ναό της Ιερουσαλήμ άλλα τότε βγήκαν οί Ιουδαίοι σ’ εκείνη κει τήν πομπή νά τόν προϋπαντήσουν και τους άφησε νά καταστρέψουν το ναό του Γαριζείν. Ή αλήθεια ωστόσο είναι, πώς ό ναός καταστράφηκε πολύ αργότερα, έπί Ιωάννη του
ύρκανού. Κατά τόν Εκαταίο (στον Ίώσηπο, κατ’ Άπίωνος, Β’4, 43), ό Αλέξανδρος παράδωσε στους Ιουδαίους τήν Σαμαρείτιν χώραν [] αφορολόγητον – κ ίσως μ’ αυτό νά έννοή μόνο τις τρεις τοπαρχίες πού αναφέρονται στο Α’ τών Μακκαβαίων, 11, 28 και 34. Άλλ’ άπ’ αυτό νά φτάση κανείς νά διόρθωση το απόσπασμα του Εκαταίου, όπως ό Graetz (Geschichte der Israeliten, 1876 , 224), παραείναι τολμηρό.
Είδαμε παραπάνω, στην ύ. 524, ότι κατά τόν Άρριανό, μετά τήν άλωση της Δαμάσκου άπ’ τόν Παρμενίωνα, σατράπης της Κοίλης Συρίας διωρίστηκε ό Μένων ο Κερδίμμα, αυτός πού παύτηκε υστέρα γιατί δέ φρόντισε ευσυνείδητα τόν επισιτισμό της στρατιάς πού πήγαινε άπ’ τήν Αίγυπτο στον Ευφράτη. (‘Αρριανός, Γ’ 6, 8. Γιά τή γραφή Άρίμμας βλ. παρακάτω.) Άφ’ ετέρου, ό Κούρτιος, IV, 5, 9, νομίζει πώς ό Παρμενίων, φεύγοντας άπ’ τή Δαμασκό γιά τήν Τύρο, παράδωσε τή στρατηγία της Συρίας στον Άνδρόμαχο λίγο παρακάτω (ό.π. 8, 9) γράφει πώς ό Αλέξανδρος, γυρνώντας άπ’ τήν Αίγυπτο, μαθαίνει πώς οί Σαμαρείτες σκότωσαν τόν Άνδρόμαχο κι όταν τους τιμώρησε, διορίζει διάδοχο του σκοτωμένου το Μένωνα (ό.π. 11). Δεν στέκουν τούτα όμως μπρος στο κύρος του ‘Αρριανού. Κατά τόν Εύσέβιο (Χρονικά, II, σ. 114, έκδ. Schone: το 1680 άπό Αβραάμ = 1°ζ χρόνος της ΙΙΙ ζ ολυμπιάδας = 337 π.Χ., και στον Ιερώνυμο το 1685 άπό Αβραάμ = 1°ζ της 112^ = 332 π.Χ.), ό Αλέξανδρος τήν Σαμάρειαν πόλιν ελών Μακεδόνας έν αύτη κατωκισεν και παρακάτω (σ. 118) λέγεται πώς αυτό έγινε όταν ό Περδίκκας ήταν επιμελητής της επικράτειας: Samaritanorum urbem a Perdica constructam (7), Petermann: incolis frequentatam (ή, κατά τόν Petermann: incolis frequentatam).
Με δυο λόγια, όλες οί πληροφορίες γιά τήν Ιερουσαλήμ και τή Σαμάρεια . είναι τόσο αντιφατικές που δε μπορεί κάνεις νά έλπίζη αντικειμενικό ξεκαθάρισμα τών πραγμάτων. [Κατά τόν Avi-Yonah {RE, Suppl. XIII, 349, Palaistina), το πέρασμά του Μεγαλέξαντρου άπ' τήν Ιερουσαλήμ, όπου τόσο επιμένουν οι εβραϊκές πηγές, δεν είν' άποκλειστέο. Έμμονος εβραϊσμός όμως κρατάει τον Ίώσηπο στα σχετικά του (δ.π. 329-39), όπως έπί παραδείγματι στ' ότι προσκύνησε δήθεν ό Αλέξανδρος τον αρχιερέα τους (!), και στον Παρμενίωνα μάλιστα, πού απόρησε βέβαια με τέτοιο φέρσιμο, απάντησε τάχα: ού τούτον [] προσεκύνησα, τον δε Θεόν ου τη άρχιερωσύνη ούτος τετίμηταν τούτον γαρ και κατά τους ύπνους φησιν είδον εν τω νυν σχήματι, της Μακεδονίας έν Δίω τυγχάνων, (!!) και προς έμαυτόν διασκεπτομένω μοι πώς αν κρατήσαιμι της Ασίας παρεκελεύετο μη μέλλειν, άλλα θαρρούντα διαβαίνειν (!!!)
Όπου ό φαρισαίος ιουδαίος εθνικιστής σερβίρει τον Αλέξανδρο Οχι μόνο γνώστη βαθύ της εβραϊκής θεολογίας του Σαββαώθ, παρά και πιστό του αυτόχρημα, κ’ εκείνον σαββαωθικώτατα επίσης σύμμαχο του για την… κατάκτηση της Ασίας, πράγματα δηλαδή εντελώς εξωφρενικά, όχι απλώς αναξιόπιστα εις άκρον. Ό Tscherikower, Hellenistic Civilisation and the Jews, Philadelphia, 1959, 45*, σημειώνει: Ή επίσκεψη του Αλέξανδρου στην Ιερουσαλήμ δέν είν’ ιστορικό περιστατικό, πού ξέχασαν τάχα ν’αναφέρουν οι έλληνες συγγραφείς και «τυχαία» σώθηκε μονάχ’ άπό τον Ίώσηπο, παρά επίτηδες σκαρωμένο παραμύθι, γιά νά έμφανίση τον Αλέξανδρο σ’ επαφή τάχα στενώτερη με τους ‘Εβραίους, και να μιλήση εγκωμιαστικά και γιά τις δυο πλευρές. Τέλος, και για τή γνησιότητα του σχετικού χωρίου του Ίώσηπου — κι άρα τήν άποδοχήν ή απόρριψη του περάσματος του Μεγαλέξαντρου άπ’ τήν Ιερουσαλήμ — μεγάλη έρις και βιβλιογραφία ανθεί, πού λεπτομερώς παραθέτει ό Seibert, 103-7.]