Γεωργίου Δ. Παναγόπουλου, Επικ. Καθηγ. ΑΕΑ Βελλάς Ιωαννίνων
Εισήγηση παρουσίαση του βιβλίου: Γ. Καραμπελιάς, Η ανολοκλήρωτη επανάσταση του Ρήγα. Αθήνα 2011, Βιβλιοπωλείο Πρωτοπορία Πάτρα 25/11/2011
«Ο Ρήγας αποτελεί μια ανεπανάληπτη φυσιογνωμία στην ελληνική ιστορία, εξ’ αιτίας ακριβώς της εκπληκτικής συνθετικότητας και πολυμορφίας του: Συγγραφέας ρομαντικών διηγημάτων και στιχουργημάτων, έργων επιστημονικής εκλαΐκευσης και αρχαιογνωσίας, εκδότης καταπληκτικών χαρτών, χρησμολογικών βιβλίων και στρατιωτικής τακτικής, συγγραφέας επαναστατικού προγράμματος … ποιητής, λόγιος και λαϊκός, τραγουδιστής… προπαντός οργανωτής και αδάμαστος επαναστάτης μέχρι τέλους». Σε τούτη την πρόταση ο συγγραφέας του παρουσιαζόμενου σήμερα βιβλίου συμπυκνώνει τα χαρακτηριστικά μιας πολυσχιδούς προσωπικότητας του τουρκοκρατούμενου Ελληνισμού, που επέπρωτο να γίνει το τραγικό πρωτοσφάγιο της ελευθερίας του γένους και ο ηρωικός άγγελος-εξάγγελος του εθνεγερτικού αγώνα των Ελλήνων του 21, του Αντωνίου Κυριαζή, πασίγνωστου σε όλους ως Ρήγα Βελεστνλή.
Μία από τις αρετές του πονήματος Καραμπελιά – για να έλθουμε πάραυτα in medias res – είναι η ευκρίνεια και το απροκατάληπτο της ερευνητικής προσέγγισης των πηγών στο σύνολό τους, αλλά και η τόλμη – τόσο σπάνια στους κύκλους των παρ’ ημίν διανοουμένων της σήμερον – με την οποία ο συγγραφέας φωτίζει σκόπιμα παρασιωπημένες ή, έστω, υποτιμημένες πτυχές του φαινομένου Ρήγας, για να ξεσκεπάσει περισσότερο ή λιγότερο έκδηλες ιδεολογικοπολιτικές σκοπιμότητες που με συνέπεια υπηρετεί μία δεσπόζουσα συνιστώσα της σύγχρονης ιστοριογραφίας μας (προσφυώς αποκληθείσα «εθνομηδενιστική» ή «εθνοαποδομητική») εμμένοντας σε ένα ερήμην των πηγαίων τεκμηρίων φιλοτεχνημένο πορτραίτο του Βελεστινλή ως προπαγανδιστή μιας άσαρκης «Δημοκρατίας της αρετής» γαλλικής ακραιφνώς.
Έτσι το πόνημα Καραμπελιά αποδίδει, καθ’ όσον γνωρίζω, για πρώτη φορά στην σχετική βιβλιογραφία, την αρμόζουσα προσοχή στην απόκρυφη εκδοτική δραστηριότητα του Ρήγα, δηλ, στην έκδοση του 1790 των περίφημων χρησμών του Αγαθάγγελου, ενώ, αξιοποιώντας τα συμπεράσματα προγενέστερης έρευνας του Δ. Καραμπερόπουλου, συνθεωρεί το φιλελεύθερο-διαφωτιστικό πολιτικό στίγμα του Ρήγα με τον βυζαντινογενή οικουμενισμό του πανβαλακανικού απελευθερωτικού προτάγματός του στο πλαίσιο της ορθόδοξης παράδοσης του τόπου που τον γέννησε. Με τον τρόπο αυτό ο συγγραφέας είναι σε θέση να εξαγάγει νέα, εξάπαντος σφαιρικότερα συμπεράσματα για τον ιστορικοπολιτικό ρόλο του Ρήγα, του Έλληνα που par excellance «προσωποίησε τη σύνθεση και άρση της αντίθεσης ανάμεσα στα ρεύματα που διαπερνούν τον σύγχρονο Ελληνισμό: σκέψη και δράση, συναίσθημα και ορθός λόγος, Ανατολή και Δύση, αρχαιότητα και Βυζάντιο», Ορθοδοξία και Νεωτερικότητα.
Στη σύντομη αναφορά μου θα εστιάσω την προσοχή μου σε αυτήν ακριβώς τη πτυχή της δραστηριότητας του Ρήγα στην οποία: Την παράνομη ή, ορθότερα, απόκρυφη έκδοση των Χρησμών του Αγαθαγγέλου από τον Ρήγα, καθώς και το άρρηκτα συνδεόμενο με το γεγονός αυτό ερώτημα για τη σχέση του Ρήγα με την ορθόδοξη ρωμαίικη παράδοση.
Γνωρίζουμε λοιπόν με ασφάλεια, από το 1969 που δημοσίευσε τη σχετική μελέτη του ο Αλ. Πολίτης, ότι ο Ρήγας υπήρξε ο πρώτος που εξέδωσε, στο τυπογραφείο των Σιατιστέων αδελφών Μαρκίδων Πούλιου, τους περίφημους Χρησμούς του Αγαθαγγέλου, κατά την πρώτη περίοδο της διαμονής του στη Βιέννη το 1790. Περί τίνος ακριβώς πρόκειται; Ας δούμε τους Χρησμούς από πιο κοντά: Έχουμε να κάνουμε με το μάλλον δημοφιλέστερο χρησμολογικό/προφητολογικό κείμενο όχι μόνο της Τουρκοκρατίας, αλλά μάλλον ολόκληρης της νεώτερης Ιστορίας μας (ειρήσθω εν παρόδω ότι ο σύγχρονος Ιησουίτης ιστορικός Γκέρχαρτ Ποντσκάλσκυ μας διαβεβαιώνει ότι σε σχετικά πρόσφατη επίσκεψή του στον Άθω ένας Έλληνας αγιορείτης μοναχός τον διαβεβαίωσε ότι ο Αγαθάγγελος είναι το βιβλίο της ζωής του και ότι η ιεραποστολική τους δράση απέναντι στους επισκέπτες του αγιωνύμου Όρους αφορμάται από αυτό!). Οι Χρησμοί του Αγαθαγγέλου γράφτηκαν γύρω στο 1751 από τον Θεόκλητο Πολυειδή, υιό ενός πλούσιου εμπόρου από την Αδριανούπολη, που διέτρεξε επί μακρόν το ήμισυ σχεδόν της γηραιάς ηπείρου προς απόκτηση μόρφωσης και αναζήτηση υλικής και πολιτικής υποστήριξης προς το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Μάλιστα το 1743 θα ιδρύσει στη Λειψία την ορθόδοξη ελληνική κοινότητα, ενώ σημαντικές γνωριμίες θα κάνει και στο Βερολίνο αλλά και στη διάσημη γερμανική πανεπιστημιούπολη της Χάλλε, όπου θα μεσολαβήσει προκειμένου να μεταβεί ο καθηγητής Μπαουμγκάρτεν στην Αθωνιάδα Σχολή κατά την εποχή της εκεί σχολαρχίας του Ευγένιου Βούλγαρη (τη σχετική πληροφορία μας παρέχει ο Άλκης Αγγέλου). Αν επιμείναμε λίγο περισσότερο στα βιογραφικά του Πολυειδή, τούτο έγινε για να υπογραμμίσουμε ότι ο Αγαθάγγελος, τον οποίο εξέδωσε τύποις λίγες δεκαετίες μετά ο Ρήγας, δεν συνετάχθη από ένα τυχαίο γυρολόγο καλόγηρο βυθισμένο στην αμάθεια και τη δεισιδαιμονία. Στον αντίποδα του ρεαλιστή Ματθαίου Μητροπολίτη Μυρέων, ο οποίος έναν αιώνα νωρίτερα είχε βαθιά πεισθεί για την ανάγκη να στηριχθεί το γένος για τη λύτρωσή του στις δικές του αποκλειστικώς δυνάμεις, ο Πολυειδής καλλιεργεί την περιρρέουσα ατμόσφαιρα μιας εσχατολογικής επαγγελίας για την αναγέννηση του ελληνισμού, στην οποία πρωτεύοντα ρόλο θα παίξει η ρωσική Αρκούδα. Εκπονεί λοιπόν ένα κείμενο το οποίο και παρουσιάζει ως μετάφραση ενός έργου που υποτίθεται ότι συνέγραψε ιταλιστί στη Μεσσήνη της Σικελίας το 1279 ο ιερομόναχος Ιερώνυμος Αγαθάγγελος και εκδόθηκε στο Μιλάνο το 1555. Πρόκειται για μία όχι άγνωστη στους ασχολούμενους με την Γραμματολογία pia fraus, για μια «ευσεβή απάτη», στην οποία καταφεύγει ο Πολυειδής: Ενδιατρίβων στη Ρωσία σε ένα από τα ύστερα ταξίδια του βίου του, συντάσσει και κυκλοφορεί σε χειρόγραφα δώδεκα κεφάλαια χρησμών που περιστρέφονται γύρω από την απελευθέρωση των Ελλήνων και την αποκατάσταση της βυζαντινής αυτοκρατορίας χάρη στη σωτήρια επέμβαση του «ξανθού γένους» του Βορά. Η γλώσσα αποπνέει το ύφος των παλαιοδιαθηκικών προφητειών ενώ δε λείπει και η αντιπαπική πολεμική, η οποία την περίοδο αυτή θα γνωρίσει μεταξύ των ορθοδόξων λογίων ιδιαίτερη έξαρση συνεπεία και της λεγόμενης έριδας του Αναβαπτισμού.
Περίεργη, μα την αλήθεια, περίπτωση: Ο Ρήγας των λιπαρών σπουδών δίπλα σε ένα Καταρτζή, ο καθηγητής της αυθεντικής Ακαδημίας του Βουκουρεστίου (αν πιστεύουμε στον Ουρέκια και τον Δ. Βερνάρδο), ο ενήμερος των πιο πρόσφατων επιτευγμάτων των θετικών επιστημών, ο οπαδός της Γαλλικής Δημοκρατίας και υποστηρικτής του Βοναπάρτη, το γνησιότερο ίσως τέκνο της κουλτούρας που γέννησε ο αιώνας των Φώτων και της αμφισβήτησης των αυθεντιών, δημοσιεύει τους Χρησμούς του Αγαθαγγέλου, και μάλιστα, όπως με έμφαση σχολιάζει ο Καραμπελιάς, με μια προσθήκη σχετικά με το ρόλο της Ρωσίας που δεν υπάρχει σε καμμία άλλη έκδοση του Αγαθάγγελου. (Προφανώς η επίταση αυτή του φιλορωσικού χαρακτήρα του Αγαθάγγελου είναι τουλάχιστον έμμεσα και έργο του Ρήγα, αφού αν δεν εξήλθε άμεσα από τη γραφίδα του ως προσθήκη στο κείμενο του Πολυειδή, οπωσδήποτε δεν την απάλειψε, εάν υποθέσουμε ότι την συνάντησε στο χειρόγραφο που χρησιμοποίησε για την έκδοσή της Βιέννης).
Το γεγονός φυσικά περιήγαγε σε αμηχανία ουκ ολίγους «φωταδιστές» εκπροσώπους της νεώτερης σπουδής της Ιστορίας. Προκαλεί ιδιαίτερη θυμηδία η ανάγνωση των σελίδων του πονήματος Καραμπελιά, στις οποίες ο συγγραφέας, περιγράφει τη στάση των ερευνητών εκείνων για τους οποίους ένας Ρήγας εκδότης χρησμολογημάτων σίγουρα δεν είναι και η πλέον ευπρόσδεκτη πινελιά στον πίνακα του άπεφθου Διαφωτιστή που αρέσκονται να φιλοτεχνούν. Όμως πέραν της ευτραπελίας του πράγματος, η υπόθεση έχει – και πως θα μπορούσε άλλωστε να μην έχει – και τη θλιβερή πλευρά της: Πώς είναι δυνατόν ένας ερευνητής του κύρους του Π. Κιτρομηλίδη, για παράδειγμα, να γνωρίζει την έκδοση του Αγαθαγγέλου ως έργο του Ρήγα και να αναφέρεται σε αυτή, και εν τούτοις να τη διαγράφει αίφνης ή να την παρασιωπά σε μεταγενέστερα κείμενά του; Ο Καραμπελιάς μιλά εδώ για σκάνδαλο· και σίγουρα αυτός είναι ο επιεικέστερος όρος που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει κανείς εν προκειμένω. Εντούτοις, όταν με χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων το ΙΒΕ εκδίδει σε πέντε τόμους τα Άπαντα του Ρήγα αποσκορακίζοντας από αυτά κάθε μνεία περί Αγαθαγγέλου, τότε γιατί είδους Άπαντα μιλάμε; Ή μήπως βαλθήκαμε όλοι να δικαιώσουμε το σολωμικό: «όποια λέξη κι αν χρησιμοποιήσεις στην σημερινή Ελλάδα, είναι όλες φθαρμένες»;
Και τούτα λέγονται μολονότι η όχι μικρή πείρα μας από το χώρο των εν Ελλάδι πανεπιστημιακών θα έπρεπε να μας έχει εξοικειώσει με το εθνικό σπορ του Έλληνα διανοούμενου: τη θυσία της ερευνητικής εντιμότητας για χάρη της ιδεολογικής δραστικότητας του φαντασιοκοπήματος. (Να θυμίσουμε μόνο ότι ο αναχθείς από την κατεστημένη Δεξιά σε σύμβολο του «εθνικού» αντιστασιακού αγώνα Ναπολέων Ζέρβας δεν κάνει καμμία απολύτως αναφορά στην απελευθέρωση της Ελλάδος από τον αξονικό ζυγό στο πρώτο και άγνωστο σήμερα καταστατικό του ΕΔΕΣ· μόνον η εγκαθίδρυση σοσιαλιστικού καθεστώτος εν Ελλάδι ανεξαρτήτως της τελικής εκβάσεως του πολέμου(!) τον ενδιαφέρει. Μήπως όμως και οι κατ’ επάγγελμα Δημοκράτες και Αριστεροί της ντόπιας ιντελλιγκέντσιας δεν λαθροχειρούν για να διασώσουν τις φαντασιακές κατασκευές τους; Ποιος σήμερα τολμά να υπενθυμίσει τις μυστικές επαφές που ο εξόριστος την Γαλλία Νικόλαος Πλαστήρας είχε με αξιωματούχους των Ναζί προκειμένου να συνεπικουρούμενος από αυτούς να αναρριχηθεί στην εξουσία στη θέση του Μεταξά; Τα παραδείγματα πάμπολλα και βέβαια εδώ παρέλκει αυτονοήτως οποιαδήποτε αναφορά. Προέχει βέβαια είναι υπογραμμίσουμε αυτό που με πάθος τελικά βεβαιώνει από την έρευνά του ο Καραμπελιάς σε σχέση με τον «άλλο» Ρήγα: «Στην εποχή που θεωρεί σχετική την έννοια της ιστορική αλήθειας, μπορεί πλέον να σχετικοποιηθεί και η έννοια της ιστορικής πηγής… ενώ η επιστημονική δεοντολογία έχει αντικατασταθεί από την πιο χυδαία ιδεολογική χρήση και αποσιώπηση της ιστορίας!».
Ακριβώς σε αυτόν τον «άλλο Ρήγα» θα επιμείνουμε και εμείς στην σύντομη τούτη αναφορά μας προβαίνοντας σε ένα σύντομο σχολιασμό της σχέση του πρωτομάρτυρα της Ελληνικής ελευθερίας με την Ορθόδοξη εκκλησιαστική παράδοση.
Ήδη από δεκαετίες ιστορικοί μη εντασσόμενοι στο στρατόπεδο των αμφισβητούντων των εθνικό ιστοριογραφικό «μύθο» των Ζαμπέλιου/Παπαρρηγόπουλου, δηλ. συγγραφείς της «κατεστημένης» εθνικής ιστοριογραφίας, όπως ο πολύς Απ. Βακαλόπουλος, αποδέχονταν ως δεδομένη την εχθρότητα του Ρήγα προς την Ορθόδοξη Εκκλησία και εκλάμβαναν ως στοιχείο εκ των ων ουκ άνευ τον αντικληρικαλισμό του.
Τα πορίσματα όμως σχετικής μελέτης του ειδικού ερευνητή του Ρήγα Δ. Καραμπερόπουλου μας αναγκάζουν να αναθεωρήσουμε τουλάχιστον εν μέρει την ως άνω παραδεδομένη αντίληψη· μάλιστα μετά την αξιολόγηση των πορισμάτων του Καραμπερόπουλου, στην οποία προέβη ο Καραμπελιάς συνεγγράφοντας μαζί με την «βυζαντινή» παράμετρο και την ορθόδοξη παράδοση στον ορίζοντα σκέψης και δράσης του Βελεστινλή, υποχρεούμαστε πλέον να αντιμετωπίζουμε αν όχι απορριπτικά, όμως οπωσδήποτε με επιφυλακτικότητα τον Ρήγα των «Σχολών», των διαφόρων «σχολών », ανατρέχοντας πάντα στο Ρήγα των «πηγών».
Σε αυτήν την ad fontes επιστροφή θα θέλαμε να εντάξουμε και το ακόλουθο σχόλιο: Σταχυολογούμε από το έργο του ελάχιστα αποσπάσματα, που ήδη οι Καραμπελιάς και Καραμεπρόπουλος εντόπισαν ως πιστοποιούντα την ορθόδοξη ορίζουσα στο σύμπαν του Βελεστινλή:
Από το κατ’ εξοχήν έργο φωτισμού του δούλου γένους, το Φυσικής Απάνθισμα: διαβάζουμε: Περὶ Ηλίου: «πλὴν ἀπὸ αὐτὰ ὅλα δὲν ἡξεύρομεν τίτποτες διὰ ἀληθινόν, είς τον μέγαν Δημιουργὸν τὰ πάντα είναι εὔκολα, καὶ οἱ ἄνθρωποι δὲ ἁμρτάνουν αν ἐρευνοῦν τὸ ἀποτέλεσμα καὶ τὸν λόγον του, ὁ ὁποῖος εἶναι πολλὰ μακρυὰ ἀπὸ τὴν περιωρισμένην διάνοιάν τους» (σελ. 40). Στο απόσπασμα το πρόταγμα της εκκλησιαστικής πίστης στον Θεό Δημιουργό του κόσμου παρουσιάζεται αρμονικά συζευγμένο με την ανάγκη επιστημονικής έρευνας του επιστητού, η οποία, όταν δεν παραγνωρίζει τα όρια της ανθρώπινης διάνοιας, ουδόλως αντιβαίνει στο θείο θέλημα. Πρόκειται για μια ακραιφνώς εκκλησιαστική, πατερική αντίληψη, την οποία ο Ρήγας, όπως υποθέτω, αντλεί από το Vademecum της Πατερικής κοσμολογίας, την Εξαήμερο του Μ. Βασιλείου. Γράφει ο ουρανοφάντωρ επίσκοπος Καισαρείας: « Οὐ Οὐ γὰρ ἐλαττοῦται ἡ ἐπὶ τοῖς μεγίστοις ἔκπληξις , ἐπειδὰν ὁ τρόπος καθ’ ὃν γίνεταί τι τῶν παραδόξων ἐξευρεθῇ· εἰ δὲ μή, ἀλλὰ τό γε ἁπλοῦν τῆς πίστεως ἰσχυρότερον ἔστω τῶν λογικῶν ἀποδείξεων.». Επιστημονική έρευνα και μελέτη ναι· αλλά ο κόσμος και τα θαυμάσιά του παραπέμπουν σε κάτι ασύγκριτα μεγαλειωδέστερο από την πεπερασμένη ανθρώπινη διάνοια, και τούτο το θαύμα δεν επιτρέπεται ποτέ να εξαντικειμενικεύεται. Ο Ρήγας αντιγραφέας του Μ. Βασιλείου; Γιατί όχι; Σε κάθε περίπτωση, όμως, αντιγράφει μεταφέροντας στο δημώδες ιδίωμα δύο στίχους του Δαυίδ από το παλαιοδιαθηκικό Ψαλτήρι. Γράφει ο Θετταλός λόγιος: «Ὅθεν ἂς φωνάξουμε ὅλοι ὁμοῦ , Κύριε τὰ ἔργα σου εἶναι μεγάλα καὶ πολλὰ, πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησας καὶ ἐργα τῶν χειρῶν σου εἰσὶν οἱ οὐρανοὶ» (σελ. 107). Εδώ απαντούν συνδυασμένα στίχοι από τον 101ο Ψαλμό: «Ὡς ἐμεγαλύνθη τα ἔργα σου Κύριε, πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησας» και: «kat’ ¢rc¦j sÚ, kÚrie, t¾n gÁn ™qemel…wsaj, kaˆ œrga tîn ceirîn soÚ e„sin oƒ oÙrano…».
Ιδιαίτερη έκπληξη προκαλεί, εξάλλου, η κατηγορηματική απόφανση του Ρήγα ότι τα «φυσικά δίκαια» του ανθρώπου έχουν την πηγή τους στο Θεό: «θεόθεν εχαρίσθησαν στον άνθρωπο δια να ζήσει ησύχως επάνω εις την γην». Η αντίληψη αυτή ήκιστα συνάδει με τα διδάγματα των φυσιοκρατών· μάλιστα μοιάζει, για να θυμηθούμε τον Μαρσέλ Γκοσέ, να αντιστρατεύεται την κατ’ εξοχήν νεωτερική αρχή: το πρωταρχικό αξίωμα των Νεωτέρων ότι «στο δίκαιο κατ’ αρχήν υπάρχουν μόνο άτομα». Εάν θεωρούσε κανείς την πρόταση αυτή του Ρήγα απομονωμένα (μιλώντας βεβαίως καθ’ υπόθεσιν), δίχως γνώση τους υπογράφοντος, μάλλον θα την συσχέτιζε με συντηρητικούς διανοητές τύπου ντε Μαίστρ παρά με υπέρμαχους του φυσικού δικαίου, όπως οι Χόμπς, Λοκ, ή Ρουσώ. Στην πραγματικότητα ο Ρήγας δεν έχει καμμία σχέση με αντιδραστικούς διανοητές σαν τον Ντε Μαίστρ· δεν κάμπτεται όμως και από το βάρος μίας εκκλησιαστικο-πολιτικής παράδοσης που (όπως στη Δύση) προσέδωσε μεταφυσικό υπόβαθρο στην επίγεια εξουσία (στον πάπα αρχικώς, στον Βασιλέα έπειτα, και στην συλλογικότητα των ελευθέρων πολιτών εν τέλει). Το πρόβλημά του είναι η δουλεία του γένους του σε έναν άδικο αλλόφυλο επικυρίαρχο. Γι’ αυτό και στη σκέψη του η θεμελίωση του πολιτικού με όρους ελεύθερου αυτοκαθορισμού της κοινότητας των ατόμων δεν απαιτεί τη σχιζοειδή διάζευξη μιας θείω δικάιω καθεστηκυίας τάξης από το ανθρώπινο δίκαιο που είναι κυρίως απόρροια ενός εμμενούς πολιτικού ενεργήματος· η διαδικασία αυτοθέσμισης δεν προϋποθέτει άνευ ετέρου την κατηγορηματική αντιδιαστολή του ατομικού από την παράδοση και την συλλογικότητα σε μία μορφή που ήταν άγνωστη στη καθ’ ημάς Ανατολή. Και τούτο λέγεται παρά το αναμφισβήτητο γεγονός ότι ακόμα και σε συγγραφείς εμβληματικούς για την Νεωτερικότητα η ερμηνεία γένεσης του πολιτικού δεν είναι πλήρως χειραφετημένη από τη κοινή θρησκευτική μήτρα της δυτικής σκέψης. Του λόγου το αληθές πιστοποιεί η περίπτωση του Λοκ, στον οποίο η εξάρτηση των ατόμων από το Θεό Δημιουργό θεμελιώνει μια «απερίσταλτη ανεξαρτησία συνειδήσεων».
Τούτες οι σκέψεις έρχονται να επιβεβαιώσουν ένα από τα κεντρικά πορίσματα της έρευνας Καραμπελιά: Οι ιδέες του Ρήγα δεν γεννήθηκαν εν κενώ αέρος· η δράση του δεν διαμορφώθηκε σε συνθήκες θερμοκηπιακής μόνωσης: Ο Ρήγας είναι τέκνο του καιρού και του γεωγραφικού-πολιτισμικού χώρου στον οποίο γεννήθηκε και έδρασε· αλλά υπήρξε ταυτόχρονος ο ενσαρκωτής ενός πολυμερούς οράματος, στο οποίο τα πνευματικά και ιδεολογικά ρεύματα που διέτρεχαν το ρωμαίικο γένος, τόσο το υπόδουλο, όσο και το παροικιακό τμήμα του, βρίσκουν μία σπάνια, αν και όχι απαλλαγμένη αντιφάσεων, σύνθεση: Αρχαία Ελλάδα, Βυζάντιο, Δύση και Ορθόδοξη Ανατολή, αλλά προ πάντων «οικείαις ιδέαις».