Στις
22 Οκτωβρίου (Πέμπτη) γύρω στις 18:30 η 24χρονη Αλίκη Σ. είναι έτοιμη
να επιβιβαστεί στον σταθμό του ηλεκτρικού στον Περισσό. Ενώ μπαίνει μέσα
στο τρένο, ακούει φωνές τρία βαγόνια αριστερά της. Βγαίνει έξω να δει
τι συμβαίνει, πλησιάζει και βλέπει δύο τύπους κοστουμαρισμένους και
«σιδερωμένους» να προπηλακίζουν και να σπρώχνουν έναν μαύρο άνδρα ο
οποίος καταλήγει πάνω σ” ένα μηχάνημα με εισιτήρια. «Αντε γαμήσου ρε»,
«θα σε σπάσω στο ξύλο», «θα σε μάθω εγώ να συμπεριφέρεσαι, εδώ δεν
μπορείς να κάνεις ό,τι γουστάρεις, θα σου μάθω τρόπους», ήταν μερικές
από τις φράσεις που οι δύο τύποι επέλεξαν για να επικοινωνήσουν τη
φασιστοειδή συμπεριφορά τους.
Σύντομα, ο ένας από τους δυο θ” αντιληφθεί ότι στη χώρα των θαυμάτων η
Αλίκη είναι η πρωταγωνίστρια, καθώς η 24χρονη παρεμβαίνει ανάμεσά τους,
κολλώντας το πρόσωπό της στο πρόσωπο του ενός λέγοντας παράλληλα στον
μαύρο άνδρα να μη τους δίνει σημασία. «Μαζεύεις τον τσαμπουκά σου και μπαίνεις μέσα στο τρένο με τον φίλο σου»,
λέει η Αλίκη βλέποντας τους να κάνουν έκπληκτοι δυο βήματα πίσω και ν”
αρχίζουν όπως θέλει η παράδοση στο στρατόπεδο χρυσαυγιτών και λοιπών
φασιστών, κλαψουρίσματα.