Ετικέτες

Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2013

Μια Μεγάλη κυρία του θεάτρου


Εφυγε η Αντιγόνη Βαλάκου στα 83 της χρόνια
«Το θέατρο το λάτρεψα και το λατρεύω. Αισθάνομαι προνομιούχα γιατί από κοριτσάκι ασχολήθηκα μαζί του. Το θέατρο δεν απαλύνει μόνο το χρόνο, απαλύνει και τις δυσχέρειες στη ζωή. Είναι μεγάλο αποκούμπι να έχεις λαχτάρα κι αγάπη σε κάτι. Βέβαια το θέατρο δεν είναι κάτι, είναι πολύ. Σ’ απορροφά!».

undefinedΗ Αντιγόνη Βαλάκου, μία από τις σημαντικότερες πρωταγωνίστριες που έβγαλε η ελληνική σκηνή, ψυχή τε και σώματι, αφοσιωμένη με στρατιωτική πειθαρχία στη θεατρική τέχνη για 6 δεκαετίες, τη Δευτέρα το βράδυ άφησε στον «Ευαγγελισμό» την τελευταία της πνοή. Ευγενής, ευφυής, με μια αθόρυβη, εσωτερική δύναμη που έβγαινε στις ερμηνείες της, μαχητική πίσω από την εύθραυστη εικόνα της, συνήθιζε να λέει «μου αρέσει να παλεύω, να μάχομαι». Και το έκανε.
Παρέμεινε αγέραστη, μια γνήσια ενζενί -μολονότι απαιτητική με τους άλλους και σκληρή με τον εαυτό της- μέχρι το τέλος.
Ανήκει στους ηθοποιούς που δεν εγκατέλειψαν σχεδόν ποτέ τη σκηνή. Το 2011, 81 ετών, υποδύθηκε τη θρυλική Μαντάμ Φλο, υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του νεότατατου Γιώργου Καραμίχου. Δεν θεωρούσε ότι θα ήταν το κύκνειο άσμα της.
Το άστρο της έλαμψε πρώτη φορά το 1955 με το ρόλο της Οφηλίας, αλλά ενεγράφη στο συλλογικό ασυνείδητο ως Αννα Φρανκ το 1957, σκηνοθετημένη από τον Μουσούρη. Κι ενώ ξεκίνησε ως ερμηνεύτρια ρόλων νεαρών γυναικών και κοριτσιών, σύντομα έφτασε στα μεγέθη του τραγικού. Ενσάρκωσε την Αντιγόνη, την Κασσάνδρα, την Αγαύη, την Ιφιγένεια, τη Μήδεια.
Κορυφαία έχει καταγραφεί η ερμηνεία της ως Ηλέκτρας, σε σκηνοθεσία Σπύρου Ευαγγελάτου, στο Εθνικό Θέατρο (η παράσταση πήγε και στην Επίδαυρο), το 1972. «Είχε μια ιδιαίτερα ισχυρή προσωπικότητα αυτή η μικρή το δέμας γυναίκα. Είχε τεράστια εσωτερική δύναμη, φωνητική και ερμηνευτική. Ως άνθρωπος ήταν συναρπαστικός. Ευφυέστατη, με δηκτικό χιούμορ.
Πλάσμα προικισμένο», συνοψίζει ο Σπύρος Ευαγγελάτος, ένας από τους σκηνοθέτες της στο Εθνικό Θέατρο -εκτός από τον Αλέξη Μινωτή και τον Αλέξη Σολομό- με τον οποίο συνδέθηκε στενά.
Μία ακόμα ερμηνεία-ορόσημο, για την οποία συζητά η Αθήνα ακόμα και σήμερα, είναι αυτή της «Ρόουζ», του Μάρτιν Σέρμαν (σκην.: Κ. Δαμάτη), το 2000. Κονταροχτυπήθηκε, βγαίνοντας νικήτρια και με τις Ιουλιέτα, Στιούαρτ, Εντα Γκάμπλερ, Κυρά της Θάλασσας, Μπερνάντα Αλμπα και Γουίνι.
Γέννημα θρέμμα της Καβάλας (γεννήθηκε το 1930), έδειξε την ισχυρή της προσωπικότητα όταν, προτού καν τελειώσει το Γυμνάσιο -στις δύο τελευταίες τάξεις του-, επιβάλλει τη φοίτησή της και στο «Θεατρικό Σπουδαστήριο» του Ρώτα. Η πρώτη της θεατρική εμφάνιση πραγματοποιείται το 1946 με το «Νυφιάτικο τραγούδι» του Περγιάλη στο θίασο του Βεάκη. Αμέσως ξεχωρίζει και συνεργάζεται με το θίασο της Κατερίνας και των Μανωλίδου – Αρώνη – Χατζίσκου (ώς το 1952).
Τότε προσλαμβάνεται στο Εθνικό Θέατρο, όπου θα δοκιμαστεί σε ένα σύνθετο ρεπερτόριο, από Σέξπιρ μέχρι Ανούιγ και Σο. Πρώτος της μεγάλος ρόλος στην τραγωδία είναι η Ισμήνη δίπλα στη Συνοδινού ως Αντιγόνη (το 1956), στην παράσταση-μνημείο του Μινωτή. Το 1993 υποδύεται τη Μήδεια στην πρώτη Κρατική Σκηνή (σκην: Χαραλάμπους).
Το 2007 επιστρέφει ακόμα μία φορά στο Εθνικό για τη «Μάνα Κουράγιο» (σκην.: Κ.Τσιάνου).
Η Αντιγόνη Βαλάκου δεν έλαμψε μόνο στο θέατρο. Από το 1953 συνδυάζει τη σκηνή με το σινεμά. Πρωταγωνιστεί μεταγγίζοντας χωρίς τερτίπια τις τεχνικές της σκηνής στη μεγάλη οθόνη, μεταξύ άλλων στις ταινίες «Γκόλφω» του Ορέστη Λάσκου (1955) και «Χαμένα Ονειρα» του Αλέκου Σακελλάριου (1961).
Η κηδεία της θα γίνει σήμερα στις 3.30 στο Νεκροταφείο του Κόκκινου Μύλου στη Νέα Φιλαδέλφεια. Σας φοβίζει το πέρασμα στην άλλη όχθη, τη ρωτούσε ο Γ. Βιδάλης το 2005 (στην «Ε»). «Θα σας πω ειλικρινά: δεν ασχολούμαι με πράγματα που δεν ελέγχω. Είναι η αποδοχή του αγνώστου, το αποδέχομαι».
Αντιγόνη Βαλάκου

«Το θέατρο μ’ έκανε ευτυχισμένη»

«Προτιμούσα με τρεις κι εξήντα να παίξω την Ηλέκτρα»
Πρωταγωνιστώντας σε περισσότερες από 100 παραστάσεις (μεταξύ άλλων, συχνότατα και στο ΚΘΒΕ αλλά και στον θίασο που η ίδια, καταξιωμένη πρωταγωνίστρια ήδη από τα μέσα της δεκαετία του ’50, δημιούργησε), η Αντιγόνη Βαλάκου θα παραμείνει μια διαρκώς εξελισσόμενη, ανοικτή στο νέο, ηθοποιός. «Είχα και έχω πάντα λαχτάρα για τη γνώση.
Στη «Μάνα Κουράγιο» στο Εθνικό Θέατρο (2007)Στη «Μάνα Κουράγιο» στο Εθνικό Θέατρο (2007)Ποτέ δεν εφησύχασα», υποστήριζε. Λίγο να την ήξερες δεν θα σε εξέπλησσε το ότι εμπιστευόταν πολύ νεότερούς της να την καθοδηγήσουν σκηνικά – το 2011 συνεργάστηκε με τον Καραμίχο και το 2006 συνέπραξε με τον αγαπημένο μαθητή της Δημήτρη Λιγνάδη, για την παράσταση «Ερως θηλυκρατής».
«Μου δίδαξε πολλά. Αν συγκρατούσα όμως ένα, αυτό είναι η έννοια της αυτοθυσίας και της αυτοσαρκοφαγίας για να γίνει κανείς βαθύς ηθοποιός. Στη δουλειά τρωγόταν με τις σάρκες της. Δεν έχω δει άλλο άτομο να αυτοταλαιπωρείται τόσο πολύ για να αποδώσει το απόσταγμα ενός ρόλου», λέει ο Δ. Λιγνάδης, που μέχρι χθες θεωρούσε τη δασκάλα του αθάνατη.
Αλησμόνητη ως Γουίνι στις «Ευτυχισμένες μέρες» (2003)Αλησμόνητη ως Γουίνι στις «Ευτυχισμένες μέρες» (2003)Την Καβάλα, την εγκατέλειψε οικογενειακώς, 16 ετών, για την Αθήνα. «Αλλά τη νοσταλγώ πάντα. Ο,τι είναι δεμένο με τη νεότητά μας, με το ξεκίνημά μας στη ζωή, φυσικό είναι να μας συγκινεί», ανέφερε πρόσφατα.
Η μνήμη υπήρξε σημαντική στη ζωή της, αλλά ποτέ δεν της επέτρεψε να γίνει και καθηλωτική. «Ιδιαιτέρως σε πράγματα τραυματικά. Δεν θέλω να με προσδιορίζουν. Τα προσπερνάω γιατί πιστεύω ότι η ζωή είναι το τώρα. Οπως είναι το θέατρο το τώρα».
Συνεργάστηκε με κορυφαίους θεατράνθρωπους. «Είχα την τύχη να βγω στο θέατρο και να παίξω δίπλα στον Βεάκη. Τότε δεν πολυκαταλάβαινα, δεν μπορούσα να το εκτιμήσω, όχι ότι δεν σεβόμουνα, απεναντίας. Επειτα γνώρισα την Παξινού, τον Κωτσόπουλο, τον Κατράκη, τον Ροντήρη, τον Σολομό. Στο Εθνικό Θέατρο έκανα περίπου 40 έργα. Μου έδινε την ευκαιρία, όπως και το ΚΘΒΕ, να παίξω κλασικούς ρόλους, σπουδαίο ρεπερτόριο. Λίγες φορές έφευγα από τα κρατικά θέατρα για να κάνω κάτι ιδιαίτερο, όπως για παράδειγμα τότε που πήγα στον Μουσούρη να παίξω την Αννα Φρανκ. Μετά από τόσα χρόνια συνεργασίας με τα κρατικά θέατρα έμεινα φτωχή. Διότι οι μισθοί ήταν πολύ χαμηλοί. Δεν μπήκα όμως στον πειρασμό. Πάντα υπήρχαν προτάσεις οικονομικά συμφέρουσες. Αυτό δεν μ’ επηρέασε. Προτιμούσα με τρεις κι εξήντα να παίξω την Ηλέκτρα».
Ποιοι ρόλοι θεωρούσε ότι τη σημάδεψαν; «Η Ιουλιέτα, η Οφηλία, η Ηλέκτρα, η Μήδεια, η Αγία Ιωάννα, η Εντα Γκάμπλερ».
Κάνοντας απολογισμό των πεπραγμένων της στο θέατρο, κατέληγε σε ένα συμπέρασμα. Και το διατύπωνε με μια βεβαιότητα που μετάγγιζε στο συνομιλητή της: «Δεν ξέρω πόσα του έχω δώσει, αλλά ξέρω καλά τι μου έχει δώσει. Μ’ έκανε ευτυχισμένη. Μ’ έφερε σ’ επικοινωνία με τον κόσμο. Μ’ έκανε να γνωρίσω πράγματα. Πρώτα-πρώτα τον εαυτό μου. Με πλούτισε, απέκτησα γνώσεις, μου χάρισε μια αισθητική. Δεν ξέρω αν θα την είχα ως κυρία πηγαίνοντας σ’ ένα γραφείο… Με “τράνταξε” το θέατρο και με κρατάει σ’ αυτήν την κατάσταση. Δεν μ’ άφησε ποτέ να πλήξω. Δεν ένιωσα τι θα πει ανία».
Την απορρόφησε μάλιστα σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην αποκτήσει ούτε ένα χόμπι. Ποτέ! «Η ζωή μου είναι απλή. Να σηκωθώ, να κάνω τον καφέ μου, να χαζέψω, να πάω έναν περίπατο, ένα ταξίδι. Αγαπώ πολύ τη θάλασσα και φροντίζω να είμαι κοντά της, δίπλα της. Πηγαίνω σχεδόν ένα μήνα κάθε καλοκαίρι. Βλέπω καμιά έκθεση, διαβάζω κάτι που μ’ αρέσει. Λογοτεχνία, ποίηση κυρίως. Είναι απογειωτικές».
Ισμήνη, δίπλα στην Αντιγόνη - Αννα Συνοδινού (1956)Ισμήνη, δίπλα στην Αντιγόνη – Αννα Συνοδινού (1956)Οι περισσότεροι από όσους την έζησαν θα τη θυμούνται ως έναν άνθρωπο πολύ μοναχικό: «Δεν κατέληξα να είμαι μοναχικός άνθρωπος. Δεν ήμουν ποτέ κοινωνική. Μου άρεσε να είμαι μόνη από παιδί». Αναπολούσε τις εποχές που έπαιρνε μια ντομάτα, λίγο ψωμί και πήγαινε μόνη στον Προφήτη Ηλία στην Καβάλα. «Σκεφτόμουν, έβλεπα απέναντι τη θάλασσα, αναρωτιόμουν τι να είναι πέρα από ‘δω, πέρα από τον ορίζοντα. Είναι στη φύση μου να μπορώ μόνη μου, άλλοι άνθρωποι δεν μπορούν».
Παιδιά δεν απέκτησε. «Είναι κάτι που με πλήγωσε. Είχα διάφορα ατυχήματα, έχασα παιδιά». Τον έρωτα πάντως τον χάρηκε: «Αισθάνομαι πολύ καλά που ερωτεύθηκα, που μ’ ερωτεύθηκαν». Τον ένα και μοναδικό γάμο που έκανε τον θυμόταν πάντα με θετικά αισθήματα. «Ο γάμος μου ήταν ευτυχισμένος», υποστήριζε. «Χώρισα με τον άντρα μου, αλλά κρατήσαμε μια θαυμάσια σχέση».
Δήλωνε αλλεργική στη λέξη συντηρητικός: «Μακράν εμού! Πιστεύω στην πρόοδο. Τώρα αν έχει νόημα με τόσα που γίνονται σήμερα; Μπορεί να γίνονται, αλλά η πρόοδος δεν σταματάει. Κρατώντας βεβαίως και κάποιες αξίες από την παράδοση. Πιστεύω στον άνθρωπο».
Της ΙΩΑΝΝΑΣ ΚΛΕΦΤΟΓΙΑΝΝΗ enet.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου