Την περασμένη εβδομάδα ολοκληρώθηκαν οι εορταστικές εκδηλώσεις για την 70η  επέτειο της απόβασης των Συμμάχων στη Νορμανδία (06.06.1944), που «άνοιξε το δεύτερο μέτωπο» -στη Δυτική Ευρώπη- κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα κατορθώματα των προγόνων μας, ήταν το κίνητρο για να συγκεντρωθούν στο ίδιο σημείο οι ηγέτες των ισχυρότερων κρατών του κόσμου, που το τελευταίο διάστημα έχουν «διασκορπιστεί» εξαιτίας της κρίσης στην Ουκρανία. Ποιά είναι, όμως, τα αποτελέσματα αυτής της συνάντησης στη Γαλλία, και πως θα αναπτυχθούν οι σχέσεις της Ρωσίας με τη Δύση;
Οι εορταστικές εκδηλώσεις στη Νορμανδία, για πρώτη φορά μετά την έναρξη της ουκρανικής κρίσης, έδωσαν μια ευκαιρία στους ηγέτες των κρατών της Ευρώπης και της Αμερικής για να συναντηθούν και να κάνουν διάλογο σχετικά με ένα από τα σημαντικότερα πολιτικά ζητήματα της σημερινής παγκόσμιας επικαιρότητας. Το «μεγάλο παιχνίδι» για την Ουκρανία συνεχίζεται, και σε πρακτικό επίπεδο στη Γαλλία στάθηκε δυνατό να τεθεί κάποια βάση για την επίλυση του προβλήματος με τη συνάντηση που είχε ο Βλαντίμιρ Πούτιν με το νεοεκλεγέντα πρόεδρο της Ουκρανίας, Πετρό Ποροσένκο. Εκεί, ακούστηκαν οι γνωστές δηλώσεις περί καλών προθέσεων για κατάπαυση του πυρός και για τη διευθέτηση της σύγκρουσης μέσω της διπλωματικής οδού. Ωστόσο, πίσω από όλα αυτά, υπάρχουν αρκετές λεπτομέρειες που χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής και ανάλυσης.
Οι στόχοι της Μόσχας και του Ποροσένκο
Οι προθέσεις για κατάπαυση του πυρός, βέβαια, δεν σημαίνουν ότι οι μάχες θα σταματήσουν από τη μια στιγμή στην άλλη, αλλά τουλάχιστον δόθηκε δημόσια υπόσχεση για διάλογο. Την ίδια στιγμή, οι δηλώσεις Ποροσένκο και Πούτιν, περί προσπάθειας για κατάπαυση του πυρός και εκτόνωσης της κρίσης, μεταφράζονται διαφορετικά για τον κάθε έναν από τους δύο ηγέτες. Για τον Ποροσένκο είναι σημαντικό να τερματιστεί το γρηγορότερο η σύγκρουση και να μπορέσει επιτέλους να ξεκινήσει η προσπάθεια που θα οδηγήσει τη χώρα σε έξοδο από τη βαθιά κρίση. Ο νέος ουκρανός πρόεδρος, θα πρέπει να ανταποκριθεί στις προσδοκίες του «Μαϊντάν», το οποίο του έδωσε προθεσμία μέχρι τον Σεπτέμβριο και να δείξει ότι, κάτω από τη δική του ηγεσία, η Ουκρανία θα βαδίσει στην ανάπτυξη. Αλλά, αυτό που συμβαίνει στα ανατολικά, μόνο επιδεινώνει την κατάσταση στην Ουκρανία και επηρεάζει αρνητικά τον νέο πρόεδρο. Εκτός αυτού, ο Ποροσένκο θα πρέπει, όχι μόνο να τερματίσει τη σύγκρουση το συντομότερο δυνατό, αλλά και να δικαιολογήσει τις ενέργειές του στα μάτια της κοινής γνώμης και απέναντι στους ξένους, καθώς και να διατηρήσει την ακεραιότητα της χώρας.
Για την Μόσχα, η σύγκρουση στα ανατολικά της Ουκρανίας, όπως είπε στην RBTH ο Πάβελ Βερχνιάτσκι, επικεφαλής του ουκρανικού Κέντρου επιχειρησιακής και στρατηγικής ανάλυσης, είναι ουσιαστικά μια συνέχεια της κριμαϊκής εκστρατείας,  χωρίς βέβαια την ανοικτή και εμφανή εμπλοκή των τακτικών ρωσικών Ενόπλων Δυνάμεων. Ο κύριος γεωπολιτικός στόχος της Ρωσίας είναι να σταματήσει την επέκταση του ΝΑΤΟ προς Ανατολάς, όπως επανειλημμένα έχει δηλώσει ο Πούτιν. Η απογοήτευση από τις ανεκπλήρωτες υποσχέσεις της δεκαετίας του 1990 για τη μη επέκταση του ΝΑΤΟ στα ανατολικά της Ευρώπης, έχει παραμείνει στη μνήμη της ρωσικής πολιτικής ελίτ μέχρι και σήμερα.
Αναφερόμενος επίσης, στην επερχόμενη Σύνδεση της Ουκρανίας με την ΕΕ, ο Πούτιν δήλωσε ότι η Ρωσία δεν θα εγκαταλείψει την ιδέα της λήψης αντιμέτρων, όπως, μεταξύ άλλων, η κατάργηση του προνομιακού, μηδενικού συντελεστή εισαγωγικών δασμών, που, όπως είπε, «για την Ουκρανία θα είναι μια σκληρή δοκιμασία». Ένα άλλο προστατευτικό μέτρο, μπορεί να είναι η τροποποίηση του καθεστώτος διαμονής των πολιτών της Ουκρανίας στη Ρωσία.
Το μέλλον των σχέσεων Ρωσίας - Δύσης
Όπως εξήγησε στην RBTH ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Στρατηγικών Αξιολογήσεων, Αλεξάντρ Κονοβάλοφ, ορισμένοι δυτικοευρωπαίοι ηγέτες, καθώς και σημαντικές ευρωπαϊκές εταιρείες προσπαθούν με όλες τους τις δυνάμεις να αντιταχθούν στην πίεση των ΗΠΑ και δεν θέλουν η ουκρανική κρίση να επηρεάσει τη συνήθη πορεία των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων. «Οι κυρώσεις κατά του «κύκλου του Πούτιν» δεν προκαλούν σημαντική οικονομική ζημία και είναι περισσότερο συμβολικές. Αποδεικνύουν την απροθυμία της Δύσης να επιφέρει καταστροφικά χτυπήματα στην ρωσική οικονομία. Η επίσκεψη του ρώσου προέδρου στη Νορμανδία απέδειξε ότι η Ευρώπη τείνει στην συνέχιση της ανάπτυξης των διμερών οικονομικών σχέσεων με τη Ρωσία. Η Γαλλία, δεν αρνήθηκε να μας προμηθεύσει τα πολεμικά πλοία κλάσης «Mistral», η Γερμανία δεν αρνείται το φυσικό μας αέριο και η ίδια η Ευρώπη, δεν είναι τόσο κατηγορηματική απέναντι στη Ρωσία, όσο είναι οι ΗΠΑ», είπε ο Κονοβάλοφ.
Ο ίδιος σημείωσε επίσης, ότι η Αμερική έχει τα δικά της συμφέροντα στο ευρωπαϊκό ζήτημα. Οι  ΗΠΑ, λόγω της απότομης αύξησης στην παραγωγή σχιστολιθικού φυσικού αερίου στο έδαφός τους, ήδη μπορούν να εξασφαλίσουν πλήρως τη δική τους κατανάλωση με αυτόν τον ενεργειακό πόρο. Και σε μακροπρόθεσμη προοπτική, προσπαθούν να επεκταθούν στην ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου. «Η επίσκεψη Πούτιν στη Γαλλία άλλαξε την τάση στις σχέσεις με τη Ρωσία, από έντονα συγκρουσιακή σε μια σχέση αντιπαράθεσης. Η Δύση είναι έτοιμη να συμμετάσχει σε διάλογο, αλλά μόνο αν είναι πεπεισμένη ότι δεν θα μπούμε στην ανατολική Ουκρανία και δεν θα δημιουργήσουμε μια νέα Κριμαία στην περιοχή. Σε αυτή την περίπτωση, έχουμε την ευκαιρία να ξεκινήσουμε μια διαδικασία διαλόγου. Οι σχέσεις πληγώθηκαν βαθιά, αλλά το τραύμα δεν είναι θανατηφόρο», συμπλήρωσε.
Τη μεγαλύτερη σε διάρκεια συνομιλία με τον Πούτιν στη Νορμανδία, είχε η Άνγκελα Μέρκελ. Η γερμανίδα καγκελάριος, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον, ενδιαφέρεται για την εγκαθίδρυση διαλόγου με τη Μόσχα. Διαφορετικά, οι κυρώσεις με τις οποίες χθες στις Βρυξέλλες απείλησαν τη Ρωσία οι ηγέτες της «G7», θα «χτυπήσουν» σκληρά τόσο την ΕΕ στο σύνολό της, όσο και τη Γερμανία ειδικότερα. Η συνάντηση μεταξύ των δύο ηγετών πραγματοποιήθηκε κεκλεισμένων των θυρών. Ο σύμβουλος του ρώσου προέδρου, Γιούρι Ουσακόφ, αυτόπτης μάρτυρας στις συνομιλίες, είπε ότι «η συζήτηση κύλισε κυρίως στη γραμμή της αναζήτησης λύσεων και συμβιβασμών και όχι με βάση τις διαφορές» για το θέμα της Ουκρανίας.
«Το πιο σημαντικό καθήκον της Ρωσίας κατά τη διάρκεια της επίσκεψης στη Γαλλία, ήταν να δείξει ότι η χώρα δεν βρίσκεται σε απομόνωση, ότι οι Δυτικοί ηγέτες συναντούνται με το ρώσο πρόεδρο. Ο κύριος σκοπός της επίσκεψης του Πούτιν ήταν ακριβώς αυτός. Αν κρίνουμε, λοιπόν, από τις συναντήσεις που έγιναν, ο στόχος επιτεύχθηκε», δήλωσε ο διευθυντής του Κέντρου πολιτικών ερευνών του Οικονομικού Πανεπιστημίου, Πάβελ Σαλίν.
Ο Κονοβάλοφ υπενθύμισε ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις στη Ρωσία και την Ευρώπη συνεργάζονται στενά. Έτσι, δεν περιμένουμε στο κοντινό μέλλον να φύγει η Μόσχα από την αγορά της ΕΕ και αντίστροφα. Όσον αφορά το θέμα: Κοινές θέσεις Ρωσίας και Δύσης για την Ουκρανία, δεν έχει έρθει ακόμα το πλήρωμα του χρόνου.
Η Ρωσία Τώρα