H πρώτη τουρκική αεροπορική επιδρομή έλαβε χώρα αργά το βράδυ της
Πέμπτης και καταδεικνύει μια αλλαγή στην πολιτική της Τουρκίας κατά του
Ισλαμικού Κράτους.
Σύμφωνα με την Deutsche Welle ο λόγος πίσω από την αεροπορική επίθεση δεν είναι μόνο η επίθεση στο Suruc, αλλά και οι αυξανόμενες απειλές κατά μήκος των συνόρων της Τουρκίας και στο εσωτερικό της χώρας.
Μόλις λίγες ημέρες μετά την Suruc, τζιχαντιστές άνοιξαν πυρ κατά των τουρκικών δυνάμεων, η οποία οδήγησε στην στρατιωτική αντίδραση. Αυτό έρχεται επίσης σχεδόν ένα χρόνο μετά τις διαπραγματεύσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την αυξημένη διπλωματική αλληλογραφία των τελευταίων εβδομάδων σχετικά με τη συμβολή της Τουρκίας στην καταπολέμηση του ΙΚΙΛ.
Πιο κοντά στην Raqqa
Η ενίσχυση της συνεργασίας οδήγησε επίσης στο άνοιγμα της αεροπορικής βάσης του Ιντσιρλίκ, το οποίο είναι ένα τεράστιο πλεονέκτημα για τις συμμαχικές δυνάμεις. Μέχρι την προηγούμενη εβδομάδα, η βάση είχε χρησιμοποιηθεί για την υλικοτεχνική υποστήριξη και την συλλογή πληροφοριών. Τώρα, οι συμμαχικές δυνάμεις θα είναι σε θέση να ξεκινήσουν τις αποστολές βομβαρδισμών από το Ιντσιρλίκ.
Αυτό σημαίνει ότι τα συμμαχικά αεροσκάφη θα πρέπει να πετάξουν σε μικρότερες αποστάσεις για να χτυπήσουν τους στόχους. Θα είναι σε θέση να παραμείνουν στην περιοχή του στόχου τους για μεγαλύτερη ώρα. Ωστόσο, ακόμη και αν αυτό είναι ένα στρατιωτικό πλεονέκτημα για τις συμμαχικές δυνάμεις, θα κάνει επίσης την Τουρκία μεγαλύτερο στόχο στα μάτια των τζιχαντιστών.
Η επιθυμία των ΗΠΑ να χρησιμοποιούν την αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ χρονολογείται από τον καιρό που οι συμμαχικές δυνάμεις άρχισαν βομβαρδισμούς στόχων το περασμένο έτος. Ωστόσο, αυτό δεν υλοποιήθηκε πλήρως, καθώς ο Πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα απέτυχαν να συμφωνήσουν.
Ενώ προτεραιότητα του Ομπάμα ήταν να υποβαθμίσει και τελικά να καταστρέψει τους τζιχαντιστές, ο Ερντογάν πίστευε ότι αυτό δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί χωρίς την απομάκρυνση του προέδρου της Συρίας Μπασάρ αλ-Άσαντ, ο οποίος εδώ και δεκαετίες είναι γνωστό ότι κάλυπτε μαχητές του Κουρδικού PKK.
Από την άλλη πλευρά, όταν η επίθεση εναντίον των τζιχαντιστών άρχισε, η Τουρκία βρέθηκε αντιμέτωπη με μια κατάσταση ομηρίας. Σαράντα εννέα από τους πολίτες της χώρας – συμπεριλαμβανομένου και του γενικού προξένου – συνελήφθησαν στη Μοσούλη, τον Ιούνιο του 2014. Αυτό επιλύθηκε χωρίς θύματα, αλλά το κόστος ήταν υψηλό για την Τουρκία. Ακόμα κι αν είχε αντιληφθεί τη σοβαρότητα της απειλής, η τουρκική κυβέρνηση δεν έλαβε τα κατάλληλα μέτρα για την καταπολέμηση αυτής της τρομοκρατικής οργάνωσης. Οι λανθασμένες πολιτικές στον τομέα αυτό οδήγησαν όχι μόνο στην επίθεση στην Suruc, αλλά και σε νέες συγκρούσεις με το ΡΚΚ, κάτι που αποτελεί απειλή για την ειρήνη στο εσωτερικό της Τουρκίας.
koutipandoras.gr
Σύμφωνα με την Deutsche Welle ο λόγος πίσω από την αεροπορική επίθεση δεν είναι μόνο η επίθεση στο Suruc, αλλά και οι αυξανόμενες απειλές κατά μήκος των συνόρων της Τουρκίας και στο εσωτερικό της χώρας.
Μόλις λίγες ημέρες μετά την Suruc, τζιχαντιστές άνοιξαν πυρ κατά των τουρκικών δυνάμεων, η οποία οδήγησε στην στρατιωτική αντίδραση. Αυτό έρχεται επίσης σχεδόν ένα χρόνο μετά τις διαπραγματεύσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες και την αυξημένη διπλωματική αλληλογραφία των τελευταίων εβδομάδων σχετικά με τη συμβολή της Τουρκίας στην καταπολέμηση του ΙΚΙΛ.
Πιο κοντά στην Raqqa
Η ενίσχυση της συνεργασίας οδήγησε επίσης στο άνοιγμα της αεροπορικής βάσης του Ιντσιρλίκ, το οποίο είναι ένα τεράστιο πλεονέκτημα για τις συμμαχικές δυνάμεις. Μέχρι την προηγούμενη εβδομάδα, η βάση είχε χρησιμοποιηθεί για την υλικοτεχνική υποστήριξη και την συλλογή πληροφοριών. Τώρα, οι συμμαχικές δυνάμεις θα είναι σε θέση να ξεκινήσουν τις αποστολές βομβαρδισμών από το Ιντσιρλίκ.
Αυτό σημαίνει ότι τα συμμαχικά αεροσκάφη θα πρέπει να πετάξουν σε μικρότερες αποστάσεις για να χτυπήσουν τους στόχους. Θα είναι σε θέση να παραμείνουν στην περιοχή του στόχου τους για μεγαλύτερη ώρα. Ωστόσο, ακόμη και αν αυτό είναι ένα στρατιωτικό πλεονέκτημα για τις συμμαχικές δυνάμεις, θα κάνει επίσης την Τουρκία μεγαλύτερο στόχο στα μάτια των τζιχαντιστών.
Η επιθυμία των ΗΠΑ να χρησιμοποιούν την αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ χρονολογείται από τον καιρό που οι συμμαχικές δυνάμεις άρχισαν βομβαρδισμούς στόχων το περασμένο έτος. Ωστόσο, αυτό δεν υλοποιήθηκε πλήρως, καθώς ο Πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα απέτυχαν να συμφωνήσουν.
Ενώ προτεραιότητα του Ομπάμα ήταν να υποβαθμίσει και τελικά να καταστρέψει τους τζιχαντιστές, ο Ερντογάν πίστευε ότι αυτό δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί χωρίς την απομάκρυνση του προέδρου της Συρίας Μπασάρ αλ-Άσαντ, ο οποίος εδώ και δεκαετίες είναι γνωστό ότι κάλυπτε μαχητές του Κουρδικού PKK.
Από την άλλη πλευρά, όταν η επίθεση εναντίον των τζιχαντιστών άρχισε, η Τουρκία βρέθηκε αντιμέτωπη με μια κατάσταση ομηρίας. Σαράντα εννέα από τους πολίτες της χώρας – συμπεριλαμβανομένου και του γενικού προξένου – συνελήφθησαν στη Μοσούλη, τον Ιούνιο του 2014. Αυτό επιλύθηκε χωρίς θύματα, αλλά το κόστος ήταν υψηλό για την Τουρκία. Ακόμα κι αν είχε αντιληφθεί τη σοβαρότητα της απειλής, η τουρκική κυβέρνηση δεν έλαβε τα κατάλληλα μέτρα για την καταπολέμηση αυτής της τρομοκρατικής οργάνωσης. Οι λανθασμένες πολιτικές στον τομέα αυτό οδήγησαν όχι μόνο στην επίθεση στην Suruc, αλλά και σε νέες συγκρούσεις με το ΡΚΚ, κάτι που αποτελεί απειλή για την ειρήνη στο εσωτερικό της Τουρκίας.
koutipandoras.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου