Πλωτοί πυρηνικοί σταθμοί είναι η απάντηση των Ρωσικών ερευνών στην ολοένα αυξανόμενη ζήτηση για περισσότερη και φτηνότερη ηλεκτρική και θερμική ενέργεια.
Αυτό τονίστηκε στη Σύνοδο της Γενικής Διάσκεψης του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας (ΔΟΑΕ) που διεξήχθη στα μέσα Σεπτεμβρίου.
Ο κύριος στόχος της συνόδου, αφορούσε στη συγκεκριμενοποίηση των σχεδίων για την ανάπτυξη της πυρηνικής ενέργειας στον κόσμο. «Η Διάσκεψη συνέβαλλε στην προώθηση των σχεδίων που αφορούν στη χρήση νέων τεχνολογιών τόσο στον τομέα παραγωγής πυρηνικής ενέργειας, όσο και στην ασφάλεια των πυρηνικών εγκαταστάσεων», δήλωσε ο Βλαντίμιρ Βορονκόφ, μόνιμος αντιπρόσωπος της Ρωσίας στους διεθνείς οργανισμούς με έδρα την Βιέννη.

Η πρώτη περίοδος
Η ιδέα της χρήσης πυρηνικών σταθμών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σε υδάτινες πλατφόρμες, δεν είναι καινούρια. Άρχισε να συζητείται από την επιστημονική κοινότητα στα μέσα της δεκαετίας του 1950. Ήταν το 1962 όταν οι ΗΠΑ καθέλκυσαν το πρώτο πυρηνοκίνητο επιβατηγό-φορτηγό πλοίο, το «Σαβάνα», που σχεδιάστηκε στη βάση ειδικού προγράμματος του προέδρου Αϊζενχάουερ. Ωστόσο, όλες οι αμερικανικές, γερμανικές και ιαπωνικές πρωτοβουλίες αυτού του είδους πλωτών ηλεκτροπαραγωγικών σταθμών απέτυχαν ως αντιοικονομικές.
Πυρηνικός Στόλος
Αντίθετα, στη Σοβιετική Ένωση, κατάφεραν γρήγορα να βρουν και να πάρουν τη σωστή θέση στην παραγωγική διαδικασία τα κινούμενα με πυρηνική ενέργεια μη πολεμικά πλοία, τα οποία αποδείχθηκαν αρκετά κερδοφόρα projects. Επιπλέον, η πρακτική εφαρμογή της πυρηνικής ενέργειας στον εμπορικό στόλο, αποτέλεσε το ιδανικό πεδίο δοκιμών για την ανάπτυξη και την εφαρμογή της πυρηνικής τεχνολογίας σε υποβρύχια και πολεμικά πλοία επιφανείας.
Το πρώτο πυρηνικό παγοθραυστικό στον κόσμο, το παγοθραυστικό «Λένιν», ναυπηγήθηκε το 1957. Σε σύγκριση με τα συμβατικά πλοία, είχε να επιδείξει πολλά πλεονεκτήματα και το 1971 έγινε το πρώτο πλοίο επιφανείας στην ιστορία που κατάφερε να διασχίσει τον ωκεανό βορειότερα της Νέας Γης.
Η καινοτόμος πυρηνική τεχνολογία βρήκε πεδίο εφαρμογής στα πλοία που έχριζαν της μέγιστης αυτονομίας. Σε αυτά, δηλαδή, που έπλεαν την Αρκτική. Στα πολικά γεωγραφικά πλάτη φάνηκαν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της πυρηνοκίνησης, καθώς εφαρμόστηκε πρώτα στα ενεργοβόρα παγοθραυστικά, τα οποία λειτουργούν σχεδόν μόνιμα τις μηχανές τους στη μέγιστη ισχύ. Τα παγοθραυστικά, εργάζονται για μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς να πιάσουν λιμάνι και μια παράκαμψη για ανεφοδιασμό καυσίμων συνεπάγεται σημαντικές απώλειες σε χρόνο και πόρους. Το πρόβλημα έλυσε η πυρηνική ενέργεια.
Σήμερα, ο ρωσικός στόλος, με εννέα πυρηνικά παγοθραυστικά ενταγμένα στο δυναμικό του, είναι ο πιο ισχυρός στόλος παγοθραυστικών στον κόσμο. Τα πυρηνικά παγοθραυστικά, έχουν μετατρέψει τη Βόρεια Θαλάσσια Διαδρομή  (στο Βόρειο Αρκτικό Ωκεανό) σε μια καλά ανεπτυγμένη μεταφορική αρτηρία, εξασφαλίζοντας τη ναυσιπλοΐα σε όλη τη διάρκεια του χρόνου στη δυτική Αρκτική.
Ο στόλος των πυρηνικών παγοθραυστικών, είναι ένα μόνο δείγμα των δυνατοτήτων της ρωσικής πυρηνικής τεχνολογίας & ενεργητικής. Αν οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, σαν εναλλακτικός τρόπος για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, είναι σε επίπεδο βιομηχανίας ακόμα αναποτελεσματικός (σ.σ. ακριβή ενέργεια), η χρήση της πυρηνικής ενέργειας μπορεί να είναι η πιθανή λύση σε αυτό το πρόβλημα.
Φθηνή ενέργεια για ανάπτυξη
Μια από τις πιο πολλά υποσχόμενες επιλογές για φθηνή ενέργεια και επάρκεια ισχύος, είναι τα πλωτά εργοστάσια παραγωγής πυρηνικής ενέργειας, τα οποία η Ρωσία αποφάσισε να κατασκευάσει πρώτη απ’ όλες τις χώρες του πλανήτη. Η ιδέα αυτή, είχε συζητηθεί και σε άλλες χώρες, αλλά σύντομα εγκαταλείφθηκε, κυρίως λόγω της αντίθεσης των οικολογικών οργανώσεων.
Ο πρώτος πλωτός πυρηνικός σταθμός «Ακαντέμικ Λομονόσοφ», άρχισε να κατασκευάζεται το 2009 και αναμένεται να είναι πλήρως λειτουργικός ως το 2016.  Όπως δήλωσε για το project, ο επικεφαλής της Ρωσικής κρατικής εταιρίας πυρηνικής ενέργειας «Rosatom» Σεργκέι Κιριγένκο: «Υπάρχουν δυνητικοί πελάτες απ’ το εξωτερικό, απλά θέλουν να δουν πώς θα εξελιχθεί το πιλοτικό πρόγραμμα».
Πλωτό πυρηνικό εργοστάσιο 
Ο πλωτός πυρηνικός σταθμός, είναι μια μη αυτοκινούμενη τεράστια φορτηγίδα που θα μπορεί να ρυμουλκηθεί από και προς διάφορους προορισμούς και θα έχει δύο τροποποιημένους πυρηνικούς αντιδραστήρες. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή ηλεκτρικής και θερμικής ενέργειας καθώς και για την αφαλάτωση του θαλασσινού νερού. Το πλοίο θα βρίσκεται κοντά στην ακτή έτσι ώστε να μπορεί να συνδεθεί με τους πυλώνες της στεριάς και να μεταφέρει ηλεκτρισμό όπου θα είναι επιθυμητό.
Η διάρκεια της εκμετάλλευσης του σταθμού είναι τουλάχιστον 36 χρόνια: Τρεις κύκλοι των 12 ετών όπου στο τέλος καθενός ολόκληρος ο σταθμός θα μεταφέρεται μέσω θαλάσσης στο ναυπηγείο για επισκευές και συντήρηση. Ο συνολικός αριθμός των μελών του πληρώματος που θα εξυπηρετεί τον πλωτό σταθμό, είναι περίπου 140 άτομα.
Εκτιμάται ότι η κατασκευή και η λειτουργία ενός τέτοιου σταθμού, είναι πολύ πιο επικερδής από τους αντίστοιχους χερσαίους πυρηνικούς σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Αυτό εξασφαλίζει την υψηλή ζήτηση για το προϊόν.
Ασφάλεια
Ωστόσο, ο καθοριστικός παράγοντας για την επιτυχία της εκμετάλλευσης των πυρηνικών εγκαταστάσεων, είναι η ασφάλεια τους. Δεδομένου ότι το έργο βασίζεται στην τεράστια εμπειρία των Ρώσων από τη λειτουργία των παγοθραυστικών και των υποβρυχίων, ο βαθμός ασφαλείας του project θεωρείται πολύ υψηλός. Σύμφωνα με τους ειδικούς, οι εγκαταστάσεις αυτού του τύπου μέχρι σήμερα είναι οι πιο αξιόπιστες στον κόσμο.
Σε γενικές γραμμές, οι πλωτές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής θα μπορούσαν να αποτελέσουν ένα μοναδικό εθνικό σχέδιο. Σε περίπτωση επιτυχίας, η Ρωσία θα παραμείνει ο βασικός προμηθευτής ενέργειας στον κόσμο.