Το 1954 ο 30χρονος λοχαγός του Μηχανικού Μπορίς Βασίλιεφ απολύθηκε από το στρατό για να γίνει συγγραφέας. Κουβαλούσε μαζί του τον πόλεμο, στον οποίο πήγε εθελοντής σε ηλικία 17 ετών, έναν βαρύ τραυματισμό, σπουδές στην ακαδημία τεθωρακισμένων, και ένα διάστημα όπου εργάστηκε ως δοκιμαστής αρμάτων. Οι σημαντικές εμπειρίες του θα τον βοηθούσαν στη λογοτεχνική καριέρα του, που ξεκίνησε με θεατρικό έργο «Αρματιστές».

Ωστόσο, δεν ήταν αυτό που είδε πρώτο το φως της δημοσιότητας.
Οι «Αρματιστές», μετονομάστηκαν σε «Αξιωματικοί», απαγορεύτηκαν μετά από δύο παραστάσεις, και δεν δημοσιεύτηκε ούτε ένα σχετικό άρθρο στο περιοδικό «Θέατρο». Οι επόμενες θεατρικές παραστάσεις του νεαρού δραματουργού ανέβαιναν μόνο στα θέατρα των στρατιωτικών μονάδων ανά τη χώρα, έγραφε σενάρια για ταινίες, οι οποίες τελικά δεν προκάλεσαν αίσθηση στον σοβιετικό κινηματογράφο, και εξοικονομούσε κάποια χρήματα, γράφοντας κείμενα για κινηματογραφικά ντοκιμαντέρ και αστεία για την ψυχαγωγική σειρά: «Το κλαμπ των εύθυμων και ευρηματικών».
Η πρώτη λογοτεχνική επιτυχία
Τα σενάρια που έγραψε ο Βασίλιεφ για τη σειρά, αποτέλεσαν το υλικό για το πρώτο του βιβλίο που κυκλοφόρησε το 1968.Το καλοκαίρι του 1969 δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Νεότητα» το διήγημά του «Τα ηλιοβασιλέματα εδώ είναι ήσυχα…», μια δυνατή ιστορία για την πολεμική περιπέτεια κάποιων κοριτσιών μιας αντιαεροπορικής μοίρας και του επιλοχία Φεντότ Βασκόφ, με γερμανούς δολιοφθορείς. Το ντεμπούτο του Βασίλιεφ αποδείχθηκε πολύ ηχηρό. Το διήγημα διαβάστηκε, συζητήθηκε και απέσπασε έξοχες κριτικές. Έγινε σαφές, ότι το στρατόπεδο της «πεζογραφίας των ανθυπολοχαγών» απέκτησε έναν νέο και εξαιρετικό εκπρόσωπο.  
Όπως ανέφερε ο διευθυντής του Κρατικού Μουσείου Λογοτεχνίας, καθηγητής του Ρωσικού Κρατικού Πανεπιστημίου Ανθρωπιστικών Επιστημών, Ντμίτρι Μπακ, «ο Βασίλιεφ ανήκε στη γενιά των συγγραφέων που επανεξέτασαν το ρόλο της πολεμικής πεζογραφίας στην εγχώρια λογοτεχνία και στη συνείδηση των ανθρώπων. Εκφραστές του ρεύματος αυτού, το οποίο ονομάστηκε “πεζογραφία των ανθυπολοχαγών”, ήταν επίσης οι Βασίλι Μπίκοφ, Γιούρι Μπόνταρεφ, Κονσταντίν Βορομπιόφ και ορισμένοι άλλοι συγγραφείς. Χάρις σε αυτούς, ο πόλεμος παρουσιάστηκε υπό ένα άλλο πρίσμα: Όχι μόνο σαν άθλος του σοβιετικού λαού, και όχι μόνο σαν γεγονός παγκόσμιας σημασίας και έκτασης. Στα έργα του, ο Μεγάλος Πατριωτικός πόλεμος παρουσιάστηκε από τη σκοπιά των ανθρώπων που βρέθηκαν μέσα στη δίνη των γεγονότων, στα χαρακώματα μαζί με τους στρατιώτες. Των ανθρώπων, οι οποίοι ανέλαβαν την ευθύνη για τις ζωές αυτών των στρατιωτών. Οι μάχες τοπικού χαρακτήρα στα έργα “των υπολοχαγών” αποκτούν παγκόσμια εμβέλεια, καθώς εξιστορούν για τις ανθρώπινες ζωές». 
Ταινία και θεατρικό έργο
Το διήγημα ύστερα από τρία χρόνια μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη από τον Στανισλάβ Ροστόβσκι, γνώρισε μεγάλη επιτυχία στο «Θέατρο Ταγκάνκα» της Μόσχας όπου το ανέβασε Γιούρι Λιουμπίμοφ, ενώ δημιουργήθηκε και όπερα βασισμένη σε αυτό. Το διήγημα και η ταινία θεωρούνται από τις βασικές δημιουργίες με θέμα τον πόλεμο. Το διήγημα γνώρισε τεράστια επιτυχία στην Κίνα, όπου το 2005 δημιουργήθηκε με τη συμμετοχή του συγγραφέα ένα σίριαλ με 16 συνέχειες, το οποίο παρακολούθησαν περισσότεροι από 400 εκατομμύρια τηλεθεατές.
Το βιβλίο αυτό όμως δεν ήταν και η μοναδική δραστηριότητα του Βασίλιεφ. Αυτός, έδειξε και το σκηνοθετικό του ταλέντο γράφοντας μαζί με τον Κιρίλ Ραπορότ το σενάριο της ταινίας «Αξιωματικοί» του Βλαντίμιρ Ρογκοβόι, μιας εποποιίας για την πολυετή υπηρεσία δυο διοικητών. Αργότερα, ο Βασίλιεφ θα αποδείξει ότι είναι ικανός να γράψει όχι μόνο για τον πόλεμο. Το 1973 θα βγει το μυθιστόρημά του «Μην πυροβολείτε τους λευκούς κύκνους» το οποίο αναφερόταν στους δασοφύλακες και τους λαθροθήρες. Μερικά χρόνια αργότερα, ο Ροντιόν Ναχαπέτοφ θα γυρίσει μια ταινία εμπνευσμένη από το βιβλίο αυτό.
Στα χρόνια της Περεστρόικα
Τη δεκαετία του ΄80 και συγκεκριμένα στα χρόνια της Περεστρόικα, ο Βασίλιεφ έγινε ένας από τους βασικούς ήρωες της «εποχής των περιοδικών ποικίλης ύλης», η κυκλοφορία των οποίων αυξήθηκε σε εκατομμύρια αντίτυπα. Το 1982 δημοσιεύτηκε το μυθιστόρημά του «Τι κάνετε γέροντες;», το οποίο εξιστορεί τα καθημερινά προβλήματα και τις έννοιες δυο ηλικιωμένων ξεχασμένων από το Θεό και τους ανθρώπους, που στη συνέχεια έγινε και ταινία σε σκηνοθεσία του Ιωσήφ Χέιφετς, αποτελώντας σημείο αναφοράς στον κινηματογράφο εκείνης της περιόδου. Ενώ το 1984 κυκλοφόρησε το διήγημα «Αύριο ήταν πόλεμος», το οποίο παρουσιάστηκε επανειλημμένα σε θεατρικές και τηλεοπτικές διασκευές.
Το 1993, αμέσως μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα των κομμουνιστών και τη διάλυση της Βουλής από τον πρόεδρο Γιέλτσιν, ο Βασίλιεφ συνέταξε τη διάσημη επιστολή «Επιστολή 42», στην οποία, μαζί με τον Δανιήλ Γκράνιν, τον Μπουλάτ Οκουτζάβα και άλλους διακεκριμένους συγγραφείς, κάλεσε τον Γιέλτσιν να απαγορεύσει κάθε είδος κομμουνιστικής και εθνικιστικής ιδεολογίας και προπαγάνδας.
Ιστορικά έργα
Η επιστολή αυτή τον έφερε στο αντίθετο στρατόπεδο από πολλούς συγγραφείς της γενιάς του, και ειδικότερα από τον Γιούρι Μπόνταρεφ, ο οποίος είχε αντίθετες απόψεις.
Συμμετέχοντας άφοβα στα ιστορικά γεγονότα της σύγχρονη Ρωσίας, ο Βασίλιεφ εργάστηκε παράλληλα και με το ιστορικό υλικό. Το 1996 εκδίδει τη σειρά «Μυθιστορήματα της Αρχαίας Ρωσίας» η οποία ξεκίνησε με τον «Προφήτη Ολέγκ» και ολοκληρώθηκε με τον «Βλαδίμηρο Μονομάχο» που κυκλοφόρησε το 2010. Παράλληλα, το ίδιο διάστημα εργάστηκε και για τη σειρά «Ιστορία του γένους των Ολέξιν».
Αναφερόμενος στον Μπορίς Βασίλιεφ, ο Βασίλι Μπακ επεσήμανε ότι «έγραψε για εκείνους που δεν γύρισαν από τον πόλεμο, ψάχνοντας παράλληλα με τους σύγχρονούς του την εποχή του Χρουσιόφ, τις απαντήσεις για το τι συνέβη στη χώρα την περίοδο 1941-1945, και με ποιό τρόπο πρέπει να καταγραφεί στην ιστορία ο μεγάλος αυτός πόλεμος».