Αναρτήθηκε από τον/την olympiada στο Απριλίου 18, 2012
(Αφιερωμένο σε κάτι νευρωτικά ανθρωπάκια, που για ενα κομμάτι ψωμί αναπαράγουν την ναζιστική προπαγάνδα τύπου “ποιός Κουκίδης”; “Ο Ισοκράτης ήταν στοχαστής όπως ο ΓΑΠ”, “ήρωας είναι ο Τζον Γουέιν”)
Γράφει ο Δημήτρης Νατσιός
Δάσκαλος, Κιλκίς
Δάσκαλος, Κιλκίς
«του αντρειωμένου ο θάνατος θάνατος δεν λογιέται»
20 Απριλίου του 1941: Οι μετέπειτα κατοχικός «πρωθυπουργός» στρατηγός Τσολάκογλου, παρά την ρητή διαταγή του Παπάγου, για αγώνα μέχρι εσχάτων, παραδίδει τα όπλα τα ιερά στους Γερμανούς, αμαυρώνοντας έτσι την δόξα του ’40. «Η πατρίς αναμένει όπως άπαντες οι Έλληνες αξιωματικοί από του ανωτάτου μέχρι του τελευταίου βαθμοφόρου εκτελέσωσι μέχρι τέλους το καθήκον τους», έγραψει το τηλεγράφημα του Παπάγου, στο οποίο ο δοσίλογος στρατηγός αρνήθηκε να υπακούσει. Η ανάρμοστη, για Έλληνα αξιωματικό, απόφαση της συνθηκόλογησης, προκάλεσε απογοήτευση στους νικητές της Πίνδου. Η απογοήτευση αυτή αντικατοπρίζεται στις επτά αυτοκτονίες πατριωτών που αρνήθηκαν να συμβιβαστούν με την ιδέα της σκλαβιάς. Τα ονόματα άγνωστα, καταχωνιασμένα στο «χρονοντούλαπο της ιστορίας», τέτοιες πράξεις ενοχλούν, κλονίζουν τον εφησυχασμός μας ο πατριωτισμός, η αγάπη για την πατρίδα, «το υπέρ πατρίδος τελευτά», δεν έχουν θέση στην Ελλάδα του Μνημονίου και της υποτέλειας.
9 Απριλίου 1941: Ο διοικητής της ταξιαρχίας του Έβρου, έφεδρος υποστράτηγος Ιωαν. Ζήσης, αναγκάσθηκε, υπό το βάρος της συντριπτικής υπεροχής των Γερμανών, να υποχωρήσει και να περάσει στην Τουρκία. Παρά την σχετική συμφωνία για τον μη αφοπλισμό του στρατού, οι Τούρκοι, ως συνήθως, την αθετούν και ζητούν την παράδοση των όπλων. Ο γενναίος και ευαίσθητος στρατηγός, φέροντας βαρέως την ατίμωση, που υπέστησαν αφοπλιζόμενες οι μονάδες του, λίγες ώρες αργότερα, τραβώντας το πιστόλι του, που δεν παρέδωσε, αυτοκτονεί, προκαλώντας συγκίνηση στους Έλληνες και κατάπληξη,
στους ασυνήθιστους σε τέτοιους ηρωισμούς, Τούρκους. (Οι οποίοι, ειρήσθω εν παρόδω, σαν τις ύαινες που οσμίζονται το πτώμα, κήρυξαν τον πόλεμο στους Γερμανούς, την ημέρα που αυτοί παραδίδονταν, άνευ όρων, στους Συμμάχους).
στους ασυνήθιστους σε τέτοιους ηρωισμούς, Τούρκους. (Οι οποίοι, ειρήσθω εν παρόδω, σαν τις ύαινες που οσμίζονται το πτώμα, κήρυξαν τον πόλεμο στους Γερμανούς, την ημέρα που αυτοί παραδίδονταν, άνευ όρων, στους Συμμάχους).
18 Απριλίου 1941: Ο πρωθυπουργός Αλ.Κορυζής, συντετριμμένος από την δυσμενή εξέλιξη του πολέμου και την επικείμενη είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα, αυτοκτονεί, αρνούμενος την μετάβαση στο Κάιρο. Οι τελευταίες του λέξεις στο υπουργικό συμβούλιο και ενώ ο βασιλίας Γεώργιος του μετέφερε τις επικρίσεις των Άγγλων στον πρωθυπουργό ήταν: «Μεγαλειότατε, όλος μου ο βίος είναι μία σειρά πράξεων τιμίων. Υπήρξα τίμιος, τίμιος είμαι και θα αποθάνω τίμιος άνθρωπος». Ας συγκρίνουμε την τιμιότητα και το ήθος αυτού του πολιτικού, με τις φαιδρές παρουσίες κάποιων τωρινών πολιτικών που «η Ελλάς ατυχήσασα ψωμίζει».
22 Απριλίου 1941: ο ταγματάρχης Κων.Βερσής, διοικητής της 8ης Μοίρας Πυροβολικού, της 8ης Μειραρχίας πεζικού, αυτοκτονεί, όταν αναγκάζεται να παραδώσει τα τιμημένα όπλα. Ο διοικητής της Μεραρχίας στρατηγός Κατσιμήτρος στο βιβλίο του «η Ήπειρος προμαχούσα», γράφει: «Μετά την παράδοσιν των πυροβόλων, συντετριμμένος ψυχικώς και με κατασπαραγμένη την ευγενικήν καρδίαν του, συνεκέντρωσε τους άνδρας του και ωμίλησεν εις αυτούς λίαν συγκεκινημένος, παρηγοριών οιονεί αυτούς δια τον αποχωρισμόν των από τα πυροβόλα των, τα οποία τοσάκις κατακεραύνωσαν τον αντίπαλον. Εν τέλει δεν μετ’ αυτών έψαλλον τον Εθνικόν Ύμνον, μεθ’ ο ούτος απομακρυνθείς ολίγον και εξαγαγών το περίστροφον του εβλήθη εις την κεφαλήν και έπεσεν». Τελευταία του φράση «Ζήτω η αιωνία Ελλάς» και έπεσεν…
2 Μαΐου 1941: Η Πηνελόπη Δέλτα, κόρη του εθνικού ευεργέτη Εμμ. Μπενάκη, ακούγοντας στο ραδιόφωνο της, ότι «η πρωτεύουσα περιέρχεται εις χείρας των κατακτητών», παίρνει δηλητήριο και αυτοκτονεί. Η γυναίκα που ανέθρεψε και γαλούχησε γενεές Ελλήνων με τα άφθαστα παιδικά λογοτεχνήματά της («Τα μυστικά του βάλτου», «Για την Πατρίδα»), κηδεύεται την επόμενη μέρα από τον φίλο της, ηρωικό Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χρύσανθο. Στην ταφόπετρα της χαράχτηκε, σύμφωνα με την τελευταία επιθυμία της, μόνον μια λέξη: Σιωπή. Σιωπή, λοιπόν, «Για την Πατρίδα» που εισέρχεται στην Μεγάλη Εβδομάδα της.
Λοχαγός Ευαγγ. Νομικός, από τις Κυκλάδες, αυτοκτόνησε στο Ριζό της Μακεδονίας, για να αποφύγει την αιχμαλωσία από τους Γερμανούς.
Εφ. Ανθυπολαχαγός Νικόλας Πάππης, από την Χίο, αυτοκτονεί έξω από το νοσοκομείο των Καμμένων Βούρλων, όταν είδε τους Γερμανούς να πλησιάζουν.
(Για τους δύο ήρωες δεν βρήκα περισσότερες πληροφορίες. Μνημονεύονται μόνον στο βιβλίο του δημοσιογράφου Τ.Κοντογιαννίδη «Ήρωες και Προδότες στην κατοχική Ελλάδα» εκ. Πελασγός, Αθήνα 1998, σελ 13)
Άφησα επίτηδες τελευταίο τον Κ.Κουκκίδη. κανείς δεν ξέρει που γεννήθηκε. Ήταν απλώς ένα προσφυγόπουλο, παιδί Ποντίων που μετά την μικρασιατική καταστροφή του ’22, ζήτησαν καταφύγιο στα προγονικά χώματα. Ίσως να γεννήθηκε εδώ, ίσως και στην «πέραν του Αιγαίου Ελλάδα». Ποιος είναι; Είναι ο φρουρός της γαλανόλευκης στον Ιερό Βράχο της Ακροπόλεως, που αυτοκτόνησε πέφτοντας στο κενό, όταν οι Γερμανοί, ταπεινώνοντας το εθνικό μας σύμβολο, ανήρτησαν την σβάστικα. Και όμως το γεγονός αυτό, παρά τις σχετικές μαρτυρίες, αμφισβητείται. Ο Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος, στην σελίδα 376 των Απομνημονευμάτων του σημειώνει: «ο έλλην φρουρός της ελληνικής σημαίας της Ακρόπολεως μη θελήσας να παραστεί μάρτυς του θλιβερού θεάματος της αναρτήσεως της εχθρικής σημαίας, ώρμησεν εκ της Ακροπόλεως ως και εκρημνίσθη φονευθείς. Εκάθησα εις το γραφείον μου περίλυτος μέχρι θανάτου και δακρύων». Η εφημερίδα DAILY MAIL, Λονδίνο 9-5-1941, έγραψε: «…Ο Κ.Κουκκίδης, Έλληνας στρατιώτης, φύλαγε την γαλανόλευκη ελληνική σημαία στην Ακρόπολη στην Αθήνα, όταν μία ομάδα ενόπλων Ναζί, τον πλησίασε. Κρατούσαν την σβάστικα στα χέρια τους. Κατέβασε την σημαία, του είπαν και ανέβασε την δική μας. Ο Κώστας δεν ήξερε την γλώσσα τους, μα κατάλαβε. Έσφιξε τα δόντια του, έλυσε το σχοινί και άρχισε να την καταβάζει. Αμίλητος… Ύστερα κοντοστάθηκε για μια στιγμή, κάρφωσε τα μάτια του στον επικεφαλής Γερμανό και απότομά μ’ ένα σάλτο βρέθηκε επάνω στον διπλανό βράχο, τυλίχτηκε με την σημαία και ρίχτηκε από τις ύψους 200 ποδών επάλξεις». (Το γεγονός διασώζει και ο Ν.Χάμμοντ στο βιβλίο του» με τους αντάρτες 1942-44», εκδ.Ευρωεκδοτική, σελ.12). Τώρα γιατί αμφισβητείται; Προφανώς γιατί ο Κουκκίδης δεν ήταν μέλος κάποιας οργάνωσης ή παράταξης, που μονοπώλησε αργότερα τον αντιστασιακό αγώνα.
Αν ήταν αριστερός οι μποές πλατείες και λεωφόροι των ελληνικών πόλεων θα έφεραν το όνομα του…
Εδώ τελειώνει το μνημόσυνο των επτά ηρώων. Μπορεί να είναι ξεχασμένοι, αλλά όπως έλεγε και ο Ακαδημαϊκός Σπ.Μελάς:… οι σύγχρονοι μπορεί να ξεχνούν, μα οι μεγάλες ψυχές ποτέ δεν χάνονται. Τις παίρνει στα φτερά της η Δόξα».
Απριλίου 18, 2012 στις 2:43 μμ
Αγαπητέ δάσκαλε
Είναι ακριβώς έτσι όπως τα γράφετε και συμφωνώ απόλυτα. Σχεδόν…
Όντως ο Τσολάκογλου συνθηκολόγησε ενώπιον του εχθρού, παρά τη διαταγή του βασιλιά και του αρχιστράτηγου για συνέχιση του αγώνα μέχρι την αποχώρηση των Βρετανών από την Ελλάδα. Όμως πιστεύω ότι ο Τσολάκογλου δεν καταδικάστηκε αμετάκλητα στην εθνική συνείδηση ειδικά για τη συνθηκολόγηση με τους Γερμανούς, αλλά επειδή, όσο για το σχηματισμό της κατοχικής κυβέρνησης. Για εθνική αναξιότητα καταδικάστηκε.
Αν και εγώ είμαι της άποψης ότι ο αγώνας θα έπρεπε να συνεχιστεί μέχρις εσχάτων, τα πράγματα δεν είναι πάντα έτσι. Πριν τον Τσολάκογλου είχε συνθηκολογήσει το Τμήμα Στρατιάς Ανατολικής Μακεδονίας (ΤΣΑΜ – αντιστράτηγος Μπακόπουλος), με άδεια όμως του αρχιστράτηγου, επειδή τα Γερμανικά στρατεύματα αφού συνέτριψαν τις Γιουγκοσλαβικές δυνάμεις στη κοιλάδα του Στρούμνιτσα, κινήθηκαν δια της κοιλάδας του Αξιού προς Θεσσαλονίκη, παρακάμπτοντας την οχυρωμένη τοποθεσία Μπέλες – Νέστος.
Κάτι ανάλογο συνέβη και με τις Ελληνικές Στρατιές (Τμήματα Στρατιάς Ηπείρου και Δυτικής Μακεδονίας) του Αλβανικού Θεάτρου επιχειρήσεων:
Στις 12 Απριλίου του 1941 που άρχισε η σύμπτυξη των δυνάμεων από την Αλβανία (περιοχή Πόγραδετς το ακραίο ΒΑνατολικό), οι Γερμανοί είχαν διασπάσει την άμυνα του Ελληνοβρετανικού Συγκροτήματος “W” στη στενωπό του Κλειδίου (ΝΑ Φλώρινας) και προήλαυναν προς Αμύνταιο.
Στις 13/14 Απριλίου οι Γερμανοί εκβιάζουν τη διάβαση της Κλεισούρας Καστοριάς και κατέρχονται στο Άργος Ορεστικό.
Στις 14 Απριλίου η 9η γερμανική Τεθωρακισμένη Μεραρχία κατέλαβε την Κοζάνη, ενώ οι Ελληνικές δυνάμεις βρίσκονται ακόμη στη περιοχή της Κορυτσάς.
Στις 15 Απριλίου δίνεται η μάχη εκ συναντήσεως παρά το Άργος Ορεστικό, μεταξύ της «Σωματοφυλακής SS Αδόλφος Χίτλερ» (ισοδύναμη Μ/Κ Μεραρχίας) και της Ελληνικής ΧΙΙΙ Μεραρχίας που σπεύδει από τη Κορυτσά για να κρατήσει ανοικτό το δρόμο προς Γρεβενά. Οι Γερμανοί όμως υπερέχουν παντού και στο τέλος της ημέρας είναι οι κύριοι του πεδίου της μάχης και η σύμπτυξη του Τμήματος Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας (ΤΣΔΜ – Τσολάκογλου) προς Γρεβενά, απαγορεύεται. Το ΤΣΔΜ εξαναγκάζεται να στραφεί προς Μέτσοβο μέσω των ορεινών οδεύσεων της Πίνδου, με ότι αυτό συνεπάγεται.
Στις 19 Απριλίου η «Σωματοφυλακής SS Αδόλφος Χίτλερ» προελαύνει από Καλαμπάκα προς Μέτσοβο, στο οποίο έχουν σπεύσει 5 τάγματα της ΧΙ Μεραρχίας (Θεσσαλονίκης) που βρίσκεται ακόμη εντός της Αλβανίας. Στη πραγματικότητα η δύναμη των 5 ταγμάτων ανέρχεται σε ένα, αφού η διαρροή (λιποταξία – του φευγάτου η μάνα κλπ) των ανδρών είναι συνεχής.
Η διαρροή είναι κυρίαρχη σε όλες τις Μεραρχίες, ειδικότερα του Β΄ΣΣ και κυρίως όμως αυτές που έχουν επιστρατευθεί από περιοχές που έχουν ήδη καταληφθεί. Όταν δίνεται η διαταγή σύμπτυξης, η V Μεραρχία (Κρήτης) σχεδόν διαλύεται και οι στρατιώτες εγκαταλείπουν ομαδικά τις θέσεις τους επί της Τρεμπεσίνας μεταδίδοντας παντού το πανικό (ο πανικός είναι η πανούκλα μιας ένοπλης δύναμης). Μένουν οι αξιωματικοί (μόνιμοι και έφεδροι) που αναλαμβάνουν το χειρισμό των ομαδικών όπλων. Τα 5ο και 19ο Συντάγματα που κράτησαν το περιλάλητο 731, δεν διαρρέουν, αλλά οι άνδρες τους αρνούνται να ταχθούν μπροστά. Παρ’ όλους τους τυφεκισμούς, τίποτε δεν σταματά τα τμήματα των φυγάδων.
Οι Σωματάρχες της άλλοτε περήφανης Στρατιάς της Ηπείρου, μάταια παρακαλούν το κέντρο να δώσει πολιτική λύση στο πρόβλημα. Κρούουν το κώδωνα, ότι ο στρατός μπορεί να μεταφερθεί αιχμάλωτος στην Ιταλία. Η σκέψη αυτή παραλύει κάθε απόπειρα για συγκράτηση των φυγάδων. Η κόλαση της αιχμαλωσίας στην Μ. Ασία, είναι πρόσφατη.
Εγώ πιστεύω αγαπητέ δάσκαλε ότι ο Κορυζής του οποίου δεν αμφισβητώ την εντιμότητα, δεν άντεξε στη πίεση. Σαν πρωθυπουργός έπρεπε να δώσει λύση στο δράμα που παιζόταν στην Ήπειρο και την Αλβανία, αλλά τα χέρια του ήταν δεμένα από την ύπαρξη των Βρετανικών στρατευμάτων, τα οποία ως ολιγάριθμα τίποτε το ουσιαστικό δεν προσέφεραν στην Ελληνική άμυνα, ενώ αντιθέτως καθυστερούσαν τη μεταφορά σημαντικού αριθμού Ιταλικών στρατευμάτων στη βόρειο Αφρική και έδιναν το χρόνο που χρειαζόταν στη Βρετανική αυτοκρατορία.
Την πράξη του Τσολάκογλου και μιλώ για αυτή της συνθηκολόγησης (αποκλειστικά και μόνο), θα πρέπει κάποιος να τη δει κάτω από το φως της όλης στρατηγικής και τακτικής κατάστασης που επικρατούσε.
Σας προτείνω να μελετήσετε το τόμο της ΔΙΣ/ΓΕΣ «Το τέλος μιας εποποιίας» και ίσως εκεί διαφωτιστείτε περισσότερο. Σίγουρα όμως δεν θα λύσετε όλες τις απορίες σας και δεν είμαι σίγουρος αν θα καταδικάσετε το Τσολάκογλου, ή θα τον δείτε σαν το μοιραίο πρόσωπο μιας τραγωδίας. Άλλωστε πολλοί σοβαρότεροι από μένα στρατιωτικοί, έχουν αντιμετωπίσει με επιείκεια την υπογραφή του πρώτου πρωτοκόλλου συνθηκολόγησης.
Σχετικά με τις πράξεις ηρωισμού που αναφέρατε, συμφωνώ απόλυτα, αλλά αν διαβάσετε το βιβλίο που σας πρότεινα, θα δείτε άφθονες παρόμοιες. Όπως θα δείτε και άλλες επονείδιστες, όπως η αυτές της φυγής, ή της άρνησης εκτέλεσης διαταγών.
27 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1941, Η ΘΥΣΙΑ ΤΟΥ ΗΡΩΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΟΥΚΙΔΗ ΠΟΥ ΟΙ ΝΑΖΙ ΤΟΥ ΜΝΗΜΟΝΙΟΥ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΑΝ ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΠΑΡΞΗ ΤΟΥ.
Αναρτήθηκε από τον/την olympiada στο Απριλίου 27, 2012
Όταν μπήκαν οι Γερμανοί στην Αθήνα, 27
Απριλίου 1941, η πρώτη τους δουλειά ήταν να στείλουν ένα
απόσπασμα υπό τον λοχαγό Γιάκομπι και τον
υπολοχαγό Έλσνιτς για να κατεβάσει τη Γαλανόλευκη από τον Ιερό Βράχο
της Ακρόπολης και να υψώσει τη σβάστικα.
Απριλίου 1941, η πρώτη τους δουλειά ήταν να στείλουν ένα
απόσπασμα υπό τον λοχαγό Γιάκομπι και τον
υπολοχαγό Έλσνιτς για να κατεβάσει τη Γαλανόλευκη από τον Ιερό Βράχο
της Ακρόπολης και να υψώσει τη σβάστικα.
Δεξιά ο Παρθενώνας, αριστερά οι Καρυάτιδες.
Από την ελιά τής Αθηνάς οι Γερμανοί αντικρίζουν στο ακραίο σημείο τού
βράχου τής Ακρόπολης πού δεσπόζει τής πόλης, την γαλανόλευκη σημαία
πού θ’ αντικατασταθεί από τον αγκυλωτό σταυρό.
Από την ελιά τής Αθηνάς οι Γερμανοί αντικρίζουν στο ακραίο σημείο τού
βράχου τής Ακρόπολης πού δεσπόζει τής πόλης, την γαλανόλευκη σημαία
πού θ’ αντικατασταθεί από τον αγκυλωτό σταυρό.
Η εθνική Σημαία με το μεγάλο σταυρό στην μέση
λάμπει και τα χρώματά της τονίζουν και τονίζονται από τον Παρθενώνα
λάμπει και τα χρώματά της τονίζουν και τονίζονται από τον Παρθενώνα
που στέκει αγέρωχος και όμορφος όπως πάντα.
Εκεί στην θέση Καλλιθέα, στο ανατολικό σημείο
του Ιερού Βράχου ο επικεφαλής του αποσπάσματος ζήτησε από τον εύζωνο
που φρουρούσε τη σημαία μας να την κατεβάσει και να την παραδώσει.
του Ιερού Βράχου ο επικεφαλής του αποσπάσματος ζήτησε από τον εύζωνο
που φρουρούσε τη σημαία μας να την κατεβάσει και να την παραδώσει.
Ο απλός αυτός φαντάρος, όταν στις 8:45 το πρωί
έφθασαν μπροστά του οι κατακτητές της χώρας μας
και με το δάκτυλο στην σκανδάλη των πολυβόλων
τους, τον διέταξαν να κατεβάσει το Εθνικό μας
σύμβολο, δεν έδειξε κανένα συναίσθημα. Δεν πρόδωσε την τρικυμία της
ψυχής του. Ψυχρός, άτεγκτος και αποφασισμένος.. απλά αρνήθηκε! Οι ώρες
της περισυλλογής, που μόνος του είχε περάσει δίπλα στην σημαία, τον
είχαν οδηγήσει στη μεγάλη απόφαση.
“ΟΧΙ”!
Αυτό μονάχα πρόφερε και τίποτε άλλο. Μια απλή
λέξη, με πόση όμως τεράστια σημασία και αξία. Η Ελληνική μεγαλοσύνη σε
όλη την απλή μεγαλοπρέπειά της κλεισμένη μέσα σε δύο συλλαβές! Ξέρουν
απ’ αυτά οι Έλληνες..
έφθασαν μπροστά του οι κατακτητές της χώρας μας
και με το δάκτυλο στην σκανδάλη των πολυβόλων
τους, τον διέταξαν να κατεβάσει το Εθνικό μας
σύμβολο, δεν έδειξε κανένα συναίσθημα. Δεν πρόδωσε την τρικυμία της
ψυχής του. Ψυχρός, άτεγκτος και αποφασισμένος.. απλά αρνήθηκε! Οι ώρες
της περισυλλογής, που μόνος του είχε περάσει δίπλα στην σημαία, τον
είχαν οδηγήσει στη μεγάλη απόφαση.
“ΟΧΙ”!
Αυτό μονάχα πρόφερε και τίποτε άλλο. Μια απλή
λέξη, με πόση όμως τεράστια σημασία και αξία. Η Ελληνική μεγαλοσύνη σε
όλη την απλή μεγαλοπρέπειά της κλεισμένη μέσα σε δύο συλλαβές! Ξέρουν
απ’ αυτά οι Έλληνες..
Ο λοχαγός Γιάκομπι διέταξε έναν Γερμανό
στρατιώτη να το πράξει. Ο στρατιώτης την κατέβασε κι αφού με τη
βοήθεια ενός συναδέλφου του την δίπλωσε πολύ προσεκτικά, την παρέδωσε
στα χέρια του Έλληνα φρουρού. Ο εύζωνας κοίταξε για λίγα δευτερόλεπτα
με κατεβασμένο κεφάλι το διπλωμένο γαλανόλευκο πανί πάνω στα χέρια
του. Κι ύστερα τυλίχτηκε με τη σημαία, έτρεξε ως την άκρη του Ιερού
Βράχου και μπρος στα μάτια των
εμβρόντητων Γερμανών ρίχτηκε μ’ ένα σάλτο στον
γκρεμό, βάφοντας το εθνικό μας σύμβολο με το
τίμιο αίμα του.
στρατιώτη να το πράξει. Ο στρατιώτης την κατέβασε κι αφού με τη
βοήθεια ενός συναδέλφου του την δίπλωσε πολύ προσεκτικά, την παρέδωσε
στα χέρια του Έλληνα φρουρού. Ο εύζωνας κοίταξε για λίγα δευτερόλεπτα
με κατεβασμένο κεφάλι το διπλωμένο γαλανόλευκο πανί πάνω στα χέρια
του. Κι ύστερα τυλίχτηκε με τη σημαία, έτρεξε ως την άκρη του Ιερού
Βράχου και μπρος στα μάτια των
εμβρόντητων Γερμανών ρίχτηκε μ’ ένα σάλτο στον
γκρεμό, βάφοντας το εθνικό μας σύμβολο με το
τίμιο αίμα του.
Οι Γερμανοί σκύβουν πάνω από το κενό: 60 μέτρα
πιο κάτω, κείτεται ο Εύζωνας, νεκρός πάνω στον βράχο, σκεπασμένος με
το σάβανο πού διάλεξε.
πιο κάτω, κείτεται ο Εύζωνας, νεκρός πάνω στον βράχο, σκεπασμένος με
το σάβανο πού διάλεξε.
Οι δύο Γερμανοί αξιωματικοί, πού είναι επί
κεφαλής των εμπροσθοφυλακών, ο αρχηγός ιππικού Γιάκομπι και ο λοχαγός
Έλσνιτς τής 6ης ορεινής μεραρχίας, χρησιμοποιούν
τον ραδιοφωνικό σταθμό Αθηνών για να στείλουν
μήνυμα στον Χίτλερ:
κεφαλής των εμπροσθοφυλακών, ο αρχηγός ιππικού Γιάκομπι και ο λοχαγός
Έλσνιτς τής 6ης ορεινής μεραρχίας, χρησιμοποιούν
τον ραδιοφωνικό σταθμό Αθηνών για να στείλουν
μήνυμα στον Χίτλερ:
«Μάϊν Φύρερ, στις 27 Απριλίου, στις 8 και 10,
εισήλθαμε εις τας Αθήνας, επί κεφαλής των πρώτων γερμανικών τμημάτων
στρατού, και στις 8 και 45, υψώσαμε την σημαία τού Ράϊχ πάνω στην
Ακρόπολη και στο Δημαρχείο. Χάϊλ, μάϊν Φύρερ».
εισήλθαμε εις τας Αθήνας, επί κεφαλής των πρώτων γερμανικών τμημάτων
στρατού, και στις 8 και 45, υψώσαμε την σημαία τού Ράϊχ πάνω στην
Ακρόπολη και στο Δημαρχείο. Χάϊλ, μάϊν Φύρερ».
Η γερμανική στρατιωτική διοίκηση Αθηνών
υποχρέωσε την προδοτική κυβέρνηση Τσολάκογλου να δημοσιεύσει στον Τύπο
ανακοίνωση, σύμφωνα με την οποία ο φρουρός της σημαίας μας, υπέστη
έμφραγμα από την συγκίνηση όταν του ζητήθηκε να την παραδώσει. Όμως οι
στρατιώτες κι οι επικεφαλής του γερμανικού αποσπάσματος είχαν
συγκλονιστεί
απ’ αυτό που είδαν και δεν κράτησαν το στόμα
τους κλειστό. Στις 9 Ιουνίου η είδηση δημοσιεύθηκε στην DAILY MAIL με
τίτλο: “A Greek carries his flag to the death” (Ένας Έλληνας φέρει την
σημαία του έως τον θάνατο).
υποχρέωσε την προδοτική κυβέρνηση Τσολάκογλου να δημοσιεύσει στον Τύπο
ανακοίνωση, σύμφωνα με την οποία ο φρουρός της σημαίας μας, υπέστη
έμφραγμα από την συγκίνηση όταν του ζητήθηκε να την παραδώσει. Όμως οι
στρατιώτες κι οι επικεφαλής του γερμανικού αποσπάσματος είχαν
συγκλονιστεί
απ’ αυτό που είδαν και δεν κράτησαν το στόμα
τους κλειστό. Στις 9 Ιουνίου η είδηση δημοσιεύθηκε στην DAILY MAIL με
τίτλο: “A Greek carries his flag to the death” (Ένας Έλληνας φέρει την
σημαία του έως τον θάνατο).
Η θυσία του Έλληνα στρατιώτη έγινε αιτία να εκδοθεί
διαταγή από τον Γερμανό φρούραρχο να υψώνεται
και η ελληνική σημαία δίπλα στη γερμανική.
Μέχρι πριν από λίγα χρόνια, εκεί στα
Αναφιώτικα κάτω από τον Ιερό Βράχο, ζούσαν ακόμα αυτόπτες μάρτυρες,
που είδαν το παλικάρι να γκρεμοτσακίζεται μπροστά στα μάτια τους
τυλιγμένο με την Γαλανόλευκη. Και κάθε χρόνο, στο μνημόσυνό του στις
27 Απριλίου, άφηναν τα δάκρυά τους να κυλήσουν στη μνήμη του. Ουδείς
ενδιαφέρθηκε ποτέ να καταγράψει την μαρτυρία τους.
διαταγή από τον Γερμανό φρούραρχο να υψώνεται
και η ελληνική σημαία δίπλα στη γερμανική.
Μέχρι πριν από λίγα χρόνια, εκεί στα
Αναφιώτικα κάτω από τον Ιερό Βράχο, ζούσαν ακόμα αυτόπτες μάρτυρες,
που είδαν το παλικάρι να γκρεμοτσακίζεται μπροστά στα μάτια τους
τυλιγμένο με την Γαλανόλευκη. Και κάθε χρόνο, στο μνημόσυνό του στις
27 Απριλίου, άφηναν τα δάκρυά τους να κυλήσουν στη μνήμη του. Ουδείς
ενδιαφέρθηκε ποτέ να καταγράψει την μαρτυρία τους.
Κωνσταντίνος Κουκίδης
είναι τ’ όνομα του ευζώνου.
Κωνσταντίνος Κουκίδης είναι τ’ όνομα αυτού του
ΕΛΛΗΝΑ και στολή του η Σημαία μας.
είναι τ’ όνομα του ευζώνου.
Κωνσταντίνος Κουκίδης είναι τ’ όνομα αυτού του
ΕΛΛΗΝΑ και στολή του η Σημαία μας.
Μας τον έχουν κρύψει, μας τον έχουν κλέψει.
Κλείστε κι αυτόν τον εθνομάρτυρα στην ψυχή σας κοντά στους άλλους.
Απαιτείστε να γραφτεί τ’ όνομά του στα σχολικά βιβλία της Ιστορίας.
Ψιθυρίστε το, έστω και βουβά, μέσα σας,
κάθε φορά που αντικρίζετε τη σημαία μας.
Πείτε στα παιδιά σας ότι αυτή η σημαία, έχει βυζάξει
ποταμούς ελληνικού αίματος, για να μπορεί
αγέρωχη να κυματίζει την τιμή και την αξιοπρέπειά μας.
Κλείστε κι αυτόν τον εθνομάρτυρα στην ψυχή σας κοντά στους άλλους.
Απαιτείστε να γραφτεί τ’ όνομά του στα σχολικά βιβλία της Ιστορίας.
Ψιθυρίστε το, έστω και βουβά, μέσα σας,
κάθε φορά που αντικρίζετε τη σημαία μας.
Πείτε στα παιδιά σας ότι αυτή η σημαία, έχει βυζάξει
ποταμούς ελληνικού αίματος, για να μπορεί
αγέρωχη να κυματίζει την τιμή και την αξιοπρέπειά μας.
Το αφιερώνουμε στους Ευρωπαίους.
Και κάτι άλλο:
Το να προσπαθεί κάποιος να εξαλείψει μιαν Ιδέα
είναι σαν να προσπαθεί να… συνθλίψει τον αέρα με μια
μυγοσκοτώστρα…
Και κάτι άλλο:
Το να προσπαθεί κάποιος να εξαλείψει μιαν Ιδέα
είναι σαν να προσπαθεί να… συνθλίψει τον αέρα με μια
μυγοσκοτώστρα…
Κι ΕΜΕΙΣ οι ΕΛΛΗΝΕΣ είμαστε… πλήρεις ΙΔΕΩΝ…
Ειδικά σήμερα, που οι σύγχρονοι εφιάλτες προσπάθησαν ακόμα και να αμφισβητήσουν την θυσία του, όπως οι ναζί πρόγονοι τους, για να στερήσουν από τον αμυνόμενο Έλληνα την ιστορική του ευθύνη. Για να τον κάνουν άβουλο αμνό, πειθήνιο όργανο.
Όλα άλλωστε έχουν τον σκοπό τους και η λήθη είναι το μεγαλύτερο όπλο των εξουσιαστών.
Πολύτιμες πληροφορίες έχει το
Κάποια άλλα στοιχεία που φαίνεται να συνηγορούν υπέρ τού ανωτέρω ηρωικού γεγονότος και των οποίων γίνεται επίκληση, είναι τα εξής:
1. Η δήλωση τού επί κεφαλής τής Διευθύνσεως Ιστορίας Στρατού (Δ.Ι.Σ.), ότι πράγματι εκ των ιστορικών αρχείων, εμφαίνεται ότι «ο φρουρός στρατιώτης τής σημαίας ηυτοκτόνησεν περιβληθείς ταύτην».
1. Η δήλωση τού επί κεφαλής τής Διευθύνσεως Ιστορίας Στρατού (Δ.Ι.Σ.), ότι πράγματι εκ των ιστορικών αρχείων, εμφαίνεται ότι «ο φρουρός στρατιώτης τής σημαίας ηυτοκτόνησεν περιβληθείς ταύτην».
2. Ο τότε Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος, στα απομνημονεύματά του, αναφέρει ότι: «Ο Έλλην φρουρός τής Ελληνικής σημαίας επί τής Ακροπόλεως, μή θελήσας νά παραστή μάρτυς τού θλιβερού θεάματος τής αναρτήσεως τής εχθρικής σημαίας, ώρμησεν εκ τής Ακροπόλεως κρημνισθείς καί εφονεύθη. Εκάθησα στό γραφείον μου περίλυπος μέχρι θανάτου καί δακρύων…».
3. Η εφημερίδα Daily Mail δημοσίευσε στις 9 Ιουνίου 1941, σε δημοσίευμα με τίτλο «A Greek carries his flag to the death» (Ένας Έλληνας φέρει την σημαία του έως τον θάνατο) γράφει: «Ο Κώστας Κουκίδης, Έλληνας στρατιώτης ο οποίος φρουρούσε το εθνικό σύμβολο των Ελλήνων πάνω στην Ακρόπολη, τυλιγμένος με την Γαλανόλευκη, εφόρμησε στο κενό και αυτοκτόνησε (27/4/1941)».
4. Ο Νίκολας Χάμοντ (Nicolas Hammond), καθηγητής τού Πανεπιστημίου τού Κέμπριτζ, αξιωματικός Ειδικών Επιχειρήσεων Καΐρου στην Ελλάδα κατά την Κατοχή, γράφει: «Την 27ην Απριλίου 1941, λίγο προτού χαράξει, όλα ήσαν κλειστά. Τότε έμαθα ότι οι Γερμανοί διέταξαν τον φρουρό τής Ακροπόλεως να κατεβάσει το ελληνικό σύμβολο. Πράγματι, εκείνος την υπέστειλε. Τυλίχθηκε με αυτήν και αυτοκτόνησε, πέφτοντας από τον βράχο…».
5. Μια αναφορά του λογοτέχνη Μενέλαου Λουντέμη στο διήγημά του «Τα άλογα του Κουπύλ», που γράφτηκε τον Οκτώβριο του 1944: «…την κατέβασε, τυλίχθηκε μέσα κι έπεσε χωρίς ηρωισμούς απ’ το βράχο».
6. Το Λεύκωμα «Έπεσαν για τη ζωή», του ΚΚΕ: «Τη στιγμή που άλλοι έδιναν γη και ύδωρ στους χιτλερικούς, ο Έλληνας στρατιώτης, πιστός στα πατριωτικά ιδανικά, προτίμησε να αυτοκτονήσει τυλιγμένος με τη γαλανόλευκη, πέφτοντας από τον ιερό βράχο της Ακρόπολης, παρά ν’ ανεβάσει στον ιστό τη σβάστικα».
7. Σύμφωνα με την ιστορική έρευνα τού αντιστασιακού ερευνητή Κώστα Γ. Κωστοπούλου: «Ο Ήρωας Στρατιώτης, χτυπώντας πάνω στα βράχια, στην διαδρομή τής πτώσεώς του στον γκρεμό από τον βράχο τής Ακροπόλεως, όταν τελικά κατατρακυλώντας, έπεσε στην οδό Θρασύλλου στήν Πλάκα, είχε πολτοποιηθεί και η στολή του ήταν καταξεσκισμένη. Όταν τον περιμάζεψαν δύο-τρεις κάτοικοι τής Πλάκας, δεν βρήκαν τίποτε επάνω του εκτός από ένα τσαλακωμένο ταχυδρομικό δελτάριο στο οποίο έγραφε πολύ κακογραμμένα το όνομα τού παραλήπτη: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΟΥΚΙΔΗΣ. Αυτά τα στοιχεία είχαν καταθέσει δύο γέροντες (επιζώντες ακόμη) σχετικά με το ανωτέρω περιστατικό».
8. Μια προσωπική έρευνα του αντιστασιακού Χαράλαμπου Ρούπα, η οποία δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Το Βήμα της Αιγιαλείας» (12 Μαΐου 2006):
«Εγώ και οι φίλοι μου, περίεργοι και αργόσχολοι συνταξιούχοι, αρχίσαμε νά ψάχνουμε στήν Πλάκα μέσα στα παραδοσιακά ταβερνάκια και καφενεία, μήπως βρούμε κάποιο γεροντάκι που να μάς έλεγε κάτι το σχετικό. Όλοι γνώριζαν το περιστατικό, αλλά μάς έλεγαν, «άκουσα… μού είπαν…», δηλαδή αυτά πού γνωρίζαμε κι εμείς. Τελικά, ψάχνοντας καί κάνοντας με υπομονή την έρευνά μας, βρήκαμε μία γριούλα που μάς είπε: «Πηγαίνετε κάτω στού Μακρυγιάννη (μάς είπε περίπου την διεύθυνση), κι εκεί ζει ένας πρώην τσαγκάρης. Αυτός είναι ο γιος τού παγοπώλη ο οποίος μέ τό καροτσάκι του πήρε τον νεκρό στρατιώτη, και τον επήγε στο Α’ Νεκροταφείο καί τόν έθαψε».
Τελικά, συναντήσαμε τον γερο-τσαγκάρη. Δυσκολευθήκαμε όμως να τού δώσουμε να καταλάβει το τι θέλαμε να μας πει, διότι ούτε άκουγε, κι ούτε έβλεπε καλά. Στο τέλος, συγκινημένος, μάς είπε: «Εκείνη την ημέρα είχαμε κλεισθεί στα σπίτια μας, όπως κι όλη η Αθήνα. Εγώ τότε ήμουν 16 χρονών. Ακούσαμε στον δρόμο μία γριά που στρίγκλιζε. Πεταχθήκαμε τότε στον δρόμο δύο-τρεις, για να δούμε το τι συμβαίνει, και τότε είδαμε το τραγικό αυτό θέαμα: Ένα χιλιοστραπατσαρισμένο πτώμα ντυμένο στο χακί και μία σημαία γύρω του ματωμένη. Χαρτιά, πορτοφόλι κλπ. δεν βρέθηκαν επάνω του, εκτός από ένα δελτάριο που έγραφε το όνομά του. Τό δελτάριο το κράτησε ένας φίλος τού πατέρα μου. Επειδή ο πατέρας μου κι εγώ μοιράζαμε κολώνες πάγου στα σπίτια, είχαμε ένα καρότσι. Το έβαλαν το παλληκάρι μέσα μαζί με την σημαία, το σκέπασαν με μία κουβέρτα και το πήγαν μαζί με τον φίλο του στο Α΄ Νεκροταφείου και το έθαψαν.
Εκεί βρήκαν έναν παπά και του είπαν τι είχε συμβεί. Αυτός τούς πήγε σε έναν ανοικτό τάφο, τύλιξαν το παλληκάρι με ό,τι είχε μείνει από την σημαία, είπε και δύο-τρία λόγια ο παπάς και το παράχωσαν. Εκείνο όμως που πρέπει να σας τονίσω, αυτό το τραγικό περιστατικό από στόμα σέ στόμα το είχε μάθει όλη η Αθήνα. Ο πατέρας μου φοβήθηκε και δεν με πήρε μαζί του. Εάν πήγαινα κι εγώ, τότε θα σας υπέδειχνα που ακριβώς είναι παραχωμένο το παλληκάρι. Τον πατέρα μου, τον έχασα τον Ιανουάριο τού 1942 στην μεγάλη πείνα.»».
«Εγώ και οι φίλοι μου, περίεργοι και αργόσχολοι συνταξιούχοι, αρχίσαμε νά ψάχνουμε στήν Πλάκα μέσα στα παραδοσιακά ταβερνάκια και καφενεία, μήπως βρούμε κάποιο γεροντάκι που να μάς έλεγε κάτι το σχετικό. Όλοι γνώριζαν το περιστατικό, αλλά μάς έλεγαν, «άκουσα… μού είπαν…», δηλαδή αυτά πού γνωρίζαμε κι εμείς. Τελικά, ψάχνοντας καί κάνοντας με υπομονή την έρευνά μας, βρήκαμε μία γριούλα που μάς είπε: «Πηγαίνετε κάτω στού Μακρυγιάννη (μάς είπε περίπου την διεύθυνση), κι εκεί ζει ένας πρώην τσαγκάρης. Αυτός είναι ο γιος τού παγοπώλη ο οποίος μέ τό καροτσάκι του πήρε τον νεκρό στρατιώτη, και τον επήγε στο Α’ Νεκροταφείο καί τόν έθαψε».
Τελικά, συναντήσαμε τον γερο-τσαγκάρη. Δυσκολευθήκαμε όμως να τού δώσουμε να καταλάβει το τι θέλαμε να μας πει, διότι ούτε άκουγε, κι ούτε έβλεπε καλά. Στο τέλος, συγκινημένος, μάς είπε: «Εκείνη την ημέρα είχαμε κλεισθεί στα σπίτια μας, όπως κι όλη η Αθήνα. Εγώ τότε ήμουν 16 χρονών. Ακούσαμε στον δρόμο μία γριά που στρίγκλιζε. Πεταχθήκαμε τότε στον δρόμο δύο-τρεις, για να δούμε το τι συμβαίνει, και τότε είδαμε το τραγικό αυτό θέαμα: Ένα χιλιοστραπατσαρισμένο πτώμα ντυμένο στο χακί και μία σημαία γύρω του ματωμένη. Χαρτιά, πορτοφόλι κλπ. δεν βρέθηκαν επάνω του, εκτός από ένα δελτάριο που έγραφε το όνομά του. Τό δελτάριο το κράτησε ένας φίλος τού πατέρα μου. Επειδή ο πατέρας μου κι εγώ μοιράζαμε κολώνες πάγου στα σπίτια, είχαμε ένα καρότσι. Το έβαλαν το παλληκάρι μέσα μαζί με την σημαία, το σκέπασαν με μία κουβέρτα και το πήγαν μαζί με τον φίλο του στο Α΄ Νεκροταφείου και το έθαψαν.
Εκεί βρήκαν έναν παπά και του είπαν τι είχε συμβεί. Αυτός τούς πήγε σε έναν ανοικτό τάφο, τύλιξαν το παλληκάρι με ό,τι είχε μείνει από την σημαία, είπε και δύο-τρία λόγια ο παπάς και το παράχωσαν. Εκείνο όμως που πρέπει να σας τονίσω, αυτό το τραγικό περιστατικό από στόμα σέ στόμα το είχε μάθει όλη η Αθήνα. Ο πατέρας μου φοβήθηκε και δεν με πήρε μαζί του. Εάν πήγαινα κι εγώ, τότε θα σας υπέδειχνα που ακριβώς είναι παραχωμένο το παλληκάρι. Τον πατέρα μου, τον έχασα τον Ιανουάριο τού 1942 στην μεγάλη πείνα.»».
9. Από το βιβλίο «Μυστική Ακρόπολη» του Ιωάννη Γιαννόπουλου, παρατίθενται δύο ακόμα μαρτυρίες.
Ο Κυριάκος Γιαννακόπουλος, παιδί ακόμη, πουλούσε τσιγάρα στην Πλάκα, γεννημένος πριν ένδεκα χρόνια στο Θησείο. Έτυχε την στιγμή της θυσίας να στρέψει το βλέμμα του προς την Ακρόπολη: «Την ώρα ακριβώς που έπεφτε το παιδί με την σημαία τυλιγμένο και κτυπούσε στους βράχους. Έκανα να τρέξω προς τα εκεί και δεν μπορούσα. Ναι προσπάθησα, να πάω και εγώ εκεί… Το παιδί… τρέξανε, χάλασε ο κόσμος, έγινε σεισμός εκείνη την ώρα που είδαν το παιδί, όλος ο κόσμος αναστατώθηκε. Πού να πάω εγώ παιδάκι τότε, να χωθώ, εκεί μέσα στην στοά της Ακροπόλεως, να μαζέψω… να προσφέρω τι; Απλώς πήρα τα πράγματά μου και έφυγα. Σκοτώθηκε εκείνη την ώρα. Κτύπησε στους βράχους και εκτινάχθηκε. Το θυμάμαι, το βλέπω σαν να το βλέπω τώρα. Αυτό το πράγμα δεν πρόκειται να φύγει ποτέ από τα μάτια μου, μόνο όταν πεθάνω!».
Ο Στάθης Αρβανίτης, μικρό παιδί κι αυτός, θυμάται: «Ήμουνα τότε επτά χρονών. Μέναμε ακριβώς κάτω απ’ την Ακρόπολη. Εκείνη την ημέρα στις 27 Απριλίου -μια ημέρα ηλιόλουστη με καθαρότατο ουρανό- ο πατέρας μου είχε απαγορέψει και στον αδελφό μου και στην μητέρα μου να βγούνε απ’ το σπίτι. Εγώ ήμουνα στην ταράτσα και έπαιζα με το αυτοκινητάκι μου. Ξαφνικά βλέπω ένα σώμα, μάλλον πρέπει να ‘τανε τσολιάς, να πέφτει από την Ακρόπολη και να χτυπιέται στους βράχους. Κατέβηκα κάτω και το ανέφερα στον πατέρα μου, ο οποίος μέσα στην σύγχυση την στιγμή που έμπαιναν οι Γερμανοί, κάπως δεν με πίστεψε. Μετά 15 ημέρες έρχεται και μου λέει: «Μικρέ είχες δίκιο. Το είπε το BBC.»».
Ο Κυριάκος Γιαννακόπουλος, παιδί ακόμη, πουλούσε τσιγάρα στην Πλάκα, γεννημένος πριν ένδεκα χρόνια στο Θησείο. Έτυχε την στιγμή της θυσίας να στρέψει το βλέμμα του προς την Ακρόπολη: «Την ώρα ακριβώς που έπεφτε το παιδί με την σημαία τυλιγμένο και κτυπούσε στους βράχους. Έκανα να τρέξω προς τα εκεί και δεν μπορούσα. Ναι προσπάθησα, να πάω και εγώ εκεί… Το παιδί… τρέξανε, χάλασε ο κόσμος, έγινε σεισμός εκείνη την ώρα που είδαν το παιδί, όλος ο κόσμος αναστατώθηκε. Πού να πάω εγώ παιδάκι τότε, να χωθώ, εκεί μέσα στην στοά της Ακροπόλεως, να μαζέψω… να προσφέρω τι; Απλώς πήρα τα πράγματά μου και έφυγα. Σκοτώθηκε εκείνη την ώρα. Κτύπησε στους βράχους και εκτινάχθηκε. Το θυμάμαι, το βλέπω σαν να το βλέπω τώρα. Αυτό το πράγμα δεν πρόκειται να φύγει ποτέ από τα μάτια μου, μόνο όταν πεθάνω!».
Ο Στάθης Αρβανίτης, μικρό παιδί κι αυτός, θυμάται: «Ήμουνα τότε επτά χρονών. Μέναμε ακριβώς κάτω απ’ την Ακρόπολη. Εκείνη την ημέρα στις 27 Απριλίου -μια ημέρα ηλιόλουστη με καθαρότατο ουρανό- ο πατέρας μου είχε απαγορέψει και στον αδελφό μου και στην μητέρα μου να βγούνε απ’ το σπίτι. Εγώ ήμουνα στην ταράτσα και έπαιζα με το αυτοκινητάκι μου. Ξαφνικά βλέπω ένα σώμα, μάλλον πρέπει να ‘τανε τσολιάς, να πέφτει από την Ακρόπολη και να χτυπιέται στους βράχους. Κατέβηκα κάτω και το ανέφερα στον πατέρα μου, ο οποίος μέσα στην σύγχυση την στιγμή που έμπαιναν οι Γερμανοί, κάπως δεν με πίστεψε. Μετά 15 ημέρες έρχεται και μου λέει: «Μικρέ είχες δίκιο. Το είπε το BBC.»».
Μετά ήλθαν οι νεογενίτσαροι για να μας πείσουν ότι ο Κωνσταντίνος Κουκίδης “δεν υπήρξε”. Οι κεμαλοναζί των συνωστισμών, της παράδοσης Εθνικής κυριαρχίας.
Ίσως να έχουν δίκιο. Δεν “Υπήρξε”. Υπάρχει μέσα σε κάθε ελεύθερο μυαλό, σε κάθε Έλληνα που γνωρίζει ότι δεν έχει δικαίωμα γονιδιακής εκμετάλλευσης της καταγωγής του, παρά μόνο χρέος.
Ένα κολοσσιαίο χρέος που πρέπει να το φέρουμε εις πέρας επάξια. Το να γεννιέσαι Έλληνας, είναι υποχρέωση. Αλίμονο σε αυτούς που βαυκαλίζονται για την καταγωγή τους χωρίς να γνωρίζουν το χρέος τους. Τον ρόλο τους στην Γη.
Το έθεσε άλλωστε άψογα η Λιάνα Κανέλλη πριν λίγες ημέρες:
“Έχουν το θράσος να μιλούν στην Ελλάδα για το μαχαίρι στο κόκκαλο. Ότι θα βάλουν λέει το μαχαίρι στο κόκκαλο. Που; Στην πατρίδα που υμνεί τα Ιερά Οστά των Ελλήνων που έπεσαν για την Ελευθερία! Τέτοια Ύβρις…”
και συμπληρώνει: “Η Ελλάδα όμως είναι η μόνη χώρα που έκανε το κύριο όνομα “Εφιάλτης”, ουσιαστικό. Για να γράφεται με μικρό “ε” και όχι κεφαλαίο, εξασφαλίζοντας του την απαξίωση μέσα στους αιώνες”.
Ενάντια στην Λήθη
…καὶ γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς.
Η εφημερίδα από το http://fotios.org/files/koukidis.gif
Αρματιστής είπε