Εκδηλώσεις για τα Σεπτεμβριανά / Ο Γενικός Πρόξενος των ΗΠΑ στην Κωνσταντινούπολη, Σκότ Κίλνερ: «Η ιστορία δεν αρχίζει το 1453»
Άλλη μια επέτειος, η 58η, των Σεπτεμβριανών (6/7.9.1955) πέρασε και, όπως γράφει στη στήλη του στην ‘Ταράφ’ (9/9) ο Τανέρ Ακτσάμ, «τα μάτια μου ματαίως αναζήτησαν είδηση για τα Σεπτεμβριανά. Εννοώ ότι πουθενά δεν είδα μια οποιαδήποτε ανακοίνωση σχετικά με αυτή τη μαύρη σελίδα της ιστορίας μας ούτε –πρωτίστως– από την κυβέρνηση, τον Νομάρχη και τον Δήμαρχο της Πόλης, ούτε από τα πολιτικά κόμματα ούτε από τις μαζικές οργανώσεις. Στον κατάλογό μου συμπεριλαμβάνεται και το κουρδικό BDP που διακηρύσσει ότι αγωνίζεται για την ειρήνη». Ο Ακτσάμ προβαίνει σε έναν απολογισμό:
«4.214 σπίτια, 1.004 καταστήματα, 73 εκκλησίες, 1 συναγωγή, δύο μοναστήρια, 26 μειονοτικά σχολεία… συνολικά πραγματοποιήθηκαν επιθέσεις σε 5.317 κτήρια. Από τις επιχειρήσεις που καταστράφηκαν, το 59% ανήκε σε έλληνες, 17% σε αρμένιους, 12% σε εβραίους και 10% σε μουσουλμάνους. Έχασαν τη ζωή τους 11 άνθρωποι, οι τραυματισμένοι ήταν μεταξύ 300-600 και περί τις 200 οι γυναίκες που βιάστηκαν (…) Από τους έλληνες της Πόλης που ήταν περίπου 80.000 χιλιάδες το 1955, έχουν δεν έχουν απομείνει σήμερα 2.000. Και, όχι μόνο οι έλληνες, την Πόλη την εγκατέλειψαν και οι αρμένιοι» και σχολιάζει :
«(…) Σιωπά ολόκληρο το κράτος, όλα τα πολιτικά κόμματα. Ούτε μια συγνώμη, ούτε η έκφραση μιας λύπης, τίποτα μα τίποτα. (…) η Τουρκία με τη στάση της στα Σεπτεμβριανά δίνει και ένα μήνυμα σχετικά με τα προβλήματα της ευρύτερης περιοχής. Να μην το ξεχνάμε: η στάση που τηρείτε στα θέματα του παρελθόντος σας είναι ο καθρέφτης του μέλλοντός σας.
»Δεκάδες απαντήσεις θα μπορούσαν να δοθούν στην ερώτηση, γιατί είναι ανάγκη να αντιμετωπίσει κάποιος την ιστορία του. Μια από αυτές είναι: ‘για να εμποδιστεί η επανάληψή της’. Αν ένα άτομο ή ένας θεσμός που έχει αδικοπραγήσει, δεν αποδέχεται το αδίκημα και δεν ζητάει συγνώμη, υπάρχει εν δυνάμει ο κίνδυνος επανάληψης του αδικήματος. Ο κανόνας είναι απλός: Αυτός που το αρνείται, μπορεί να το ξανακάνει! (…)».
Ο Ακτσάμ εννοεί βεβαίως την επίσημη συγνώμη/έκφραση λύπης, διότι, για να είμαστε δίκαιοι, πολλές εφημερίδες και τηλεοράσεις μνημόνευσαν τα Γεγονότα (όπως λένε τα Σεπτεμβριανά οι έλληνες της Πόλης). Ο Ριντβάν Ακάρ, διευθυντής ειδήσεων σήμερα του CNN Türk έκανε μια ειδική εκπομπή στο κανάλι [ο Ακάρ είναι συγγραφέας, μεταξύ άλλων, του βιβλίου «Οι τελευταίοι εξόριστοι της Κωνσταντινούπολης» (Εκδόσεις Τσουκάτου, 2004) και άρθρου στον συλλογικό τόμο «Σεπτεμβριανά» της Καθημερινής (2010)].
Επίσης, ο δημοσιογράφος και εκδότης της ομογενειακής «Απογευματινής», Μιχάλης Βασιλειάδης, φιλοξενήθηκε σε εκπομπές μνήμης στους τηλεοπτικούς σταθμούς TGRT, Bugün και Art1 και συμμετείχε ως ομιλητής σε δύο ανοιχτές συγκεντρώσεις το Σάββατο 7/9: η μία στην Πλατεία Γαλατάσαραϊ στο Πέρα, οργανωμένη από την Δημοκρατική Λαϊκή Συνέλευση (Halkın Demokratik Kongresi, οργάνωση του κουρδικού BDP) και, η άλλη, στην Πλατεία Ορτάντζα των Ταταούλων (Kurtuluş). Αυτή η δεύτερη, που οργανώθηκε από την Επιτροπή Κατοίκων Ταταούλων (το φόρουμ της Πλατείας Ορτάντζα που δημιουργήθηκε μετά το Γκεζί) ξεκίνησε ως πορεία, περίπου 200 ατόμων, στην κεντρική λεωφόρο της περιοχής, με πολύ κόσμο να χειροκροτεί από τα μπαλκόνια, για να καταλήξει στην Ορτάντζα, όπου μίλησε ο Μ. Βασιλειάδης και προβλήθηκε το ντοκιμαντέρ για τα Σεπτεμβριανά του άρτι απολυμένου από την ‘Μιλιέτ’ δημοσιογράφου Τζαν Ντουντάρ. Μια τρίτη εκδήλωση πραγματοποιήθηκε στην ασιατική ακτή, στη Χαλκηδόνα (Kadıköy) από το Φόρουμ της Πλατείας Τζαφέραγα με έκθεση φωτογραφίας από το πογκρόμ και ομιλίες.
Και στις τρεις εκδηλώσεις υπήρχαν πλακάτ και αφίσες που έγραφαν «Δεν ξεχνούμε τα Σεπτεμβριανά», «Δεν θα αφήσουμε να ξεχαστούν τα Σεπτεμβριανά», «Ρωμιοί-Αρμένιοι-Εβραίοι-Τούρκοι, μαζί». Εκτός από τον Μιχάλη Βασιλειάδη στις δύο πρώτες εκδηλώσεις συμμετείχαν τρεις Έλληνες παρεπιδημούντες κανένας, όμως, Έλληνας της Πόλης.
Θα μπορούσε, επίσης, να προσθέσει κανείς ότι, μια και οι δύο από τις εκδηλώσεις οργανώθηκαν από φόρουμ του Γκεζί, τα Σεπτεμβριανά και οι Έλληνες της Πόλης σε αυτή την επέτειο, πήραν το μερίδιο τους από τις σχετικές κινητοποιήσεις.
Για το Γκεζί, αλλά και για πολλά άλλα, μίλησε προχθές στην ‘Χουριέτ’ ο Γενικός Πρόξενος των ΗΠΑ στην Κωνσταντινούπολη Scott Kilner, ο οποίος αποχωρεί από το πόστο αλλά και συνταξιοδοτείται. Όπως γράφει η δημοσιογράφος Τζανσού Τσαμλίμπελ, στην οποία έδωσε τη συνέντευξη, «ίσως με την άνεση που του δίνει η επικείμενη συνταξιοδότησή του, έδωσε απαντήσεις πολύ πιο γενναίες απ’ ό,τι περίμενα».
Ο τίτλος της συνέντευξης είναι «Πήγα στο Γκεζί, ήταν καλών διαθέσεων». Ο Κίλνερ, που είχε πρωτοέρθει στην Πόλη, ως νεαρός διπλωμάτης, το 1982 και ξανά μετά το 2010 ως Γενικός Πρόξενος, λέει:
«(…) Ήξερα ότι η Τουρκία είχε αλλάξει από το 1982. Όταν ήρθα το 2010 το ΑΚΡ ήταν στην εξουσία δέκα χρόνια. Υπήρχε μια σταθερή διακυβέρνηση και μια κυβέρνηση που είχε καταφέρει να εφαρμόσει μια επιτυχημένη μακροοικονομική διαχείριση. Η ιδιωτική πρωτοβουλία ανθούσε και οι μη κυβερνητικές οργανώσεις είχαν πολλαπλασιαστεί. Σκέφτηκα, ‘αυτή η χώρα φαίνεται πως τελικά πράγματι αλλάζει’, αλλά, μετά από λίγο καιρό άρχισα να βλέπω τα προβλήματα: την αύξηση του αριθμού των φυλακισμένων δημοσιογράφων και την αύξηση της αυτο-λογοκρισίας, τα μεγάλα έργα που ξεκινούσαν χωρίς την ενημέρωση και τη συναίνεση των πολιτών, τα ερωτηματικά σχετικά με τις μεγάλες ανακρίσεις και τις μεγάλες δίκες… όλα αυτά ήταν πράγματα δύσκολο να κατανοηθούν. Στο πλαίσιο αυτό είδα και το Γκεζί: αυξάνει τα τελευταία χρόνια ο αριθμός των τούρκων που φρονούν ότι η φωνή τους δεν ακούγεται». Και τι σκέφτεται, τώρα που αποχωρεί, για το μέλλον της Τουρκίας;
«Ποια θα είναι η κληρονομιά που θα αφήσει το, υπό την ηγεσία του Πρωθυπουργού Ερντογάν και του Προέδρου Γκιούλ, ΑΚΡ; Θα αφήσουν μια κληρονομιά στην οποία θα έχει υλοποιηθεί στην Τουρκία ο φιλελευθερισμός, θα έχουν καλυφθεί πλήρως τα ατομικά δημοκρατικά δικαιώματα και τα δικαιώματα των μειονοτήτων, μια Τουρκία πραγματικά πλουραλιστική; Ή μια Τουρκία όπου στο τιμόνι θα βρίσκεται μια νέα κοινωνική τάξη και μια νέα πολιτική ομάδα, αλλά στην πραγματικότητα θα συνεχίζεται πάνω-κάτω το ίδιο παιχνίδι, μια κληρονομιά, δηλαδή, που θα μοιάζει πολύ με το παλιό σύστημα; Το ερώτημα αυτό δεν έχει ακόμη την απάντησή του. Πριν από μερικά χρόνια ήμουν πιο αισιόδοξος απ’ ό,τι είμαι τώρα».
Για το Γκεζί ο Κίλνερ λέει: «είναι λάθος να διαβάζει κάποιος τις διαμαρτυρίες του Γκεζί ως απόπειρα πραξικοπήματος (…) το ξέρω αυτό, γιατί ήμουν εκεί λίγες ώρες πριν επέμβει η αστυνομία».
Στην μακριά συνέντευξη, ο Κίλνερ λέει επίσης, ότι «το έργο που παίζεται στη Συρία το είχαμε δει στο Αφγανιστάν τη δεκαετία του 80», ότι «η Αλ Κάϊντα και οι θυγατρικές της είναι ένα πραγματικό πρόβλημα στη Συρία και χρησιμοποιούν την Τουρκία για τις εισόδους-εξόδους τους από εκεί», ότι «η παρουσίαση [από τον Ερντογάν] μιας προ πενταετίας συζήτησης της Λίβνι και του Μπερνάρ Ανρί Λεβί ως ‘απόδειξης ότι το Ισραήλ είναι πίσω από το πραξικόπημα στην Αίγυπτο’, δεν έχει καμιά σοβαρότητα». Μεταξύ άλλων, επισημαίνει ότι «(…) ένα άλλο ζήτημα σε σχέση με την Ισταμπούλ είναι η παραμελημένη βυζαντινή της κληρονομιά που δικαιούται μεγαλύτερο σεβασμό. Δεν έχει σχέση αυτό με τη θρησκεία, ο λόγος είναι περί πολιτιστικής κληρονομιάς. Είναι τόσα τα θαμμένα βυζαντινά ερείπια, γίνονται όμως εργασίες ανοικοδόμησης με μια σχεδόν συνειδητή άρνηση της αρχαιολογικής εμπειρίας. Δείτε αυτά που έχουν γίνει στο Ζεϊρεκχανέ (Μονή Παντοκράτορος) και στην Κιουτσούκ Αγιασόφια (Ναός Σέργιου και Βάκχου). Με όλο το μπετόν που έχει πέσει σε αυτά, έχουν μετατραπεί σε Ντίσνεϊλαντ. Η ιστορία δεν άρχισε το 1453. Από τη στιγμή που θα γίνει αποδεκτό αυτό, η Ισταμπούλ θα μετατραπεί σε μια πολύ πιο πλούσια πόλη. Φυσικά, θα ξανάρθω. Ελπίζω να βρω μια πόλη που θα έχει πλήρως σεβαστεί το παρελθόν της».Ανιχνεύσεις,blog
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου