Ετικέτες

Τετάρτη 6 Ιουνίου 2012

Το Mακεδονικό ζήτημα… μια φαρσοκωμωδία σε πολλές πράξεις

Το Mακεδονικό ζήτημα… μια φαρσοκωμωδία σε πολλές πράξεις

Αναρτήθηκε από τον/την olympiada στο Ιουνίου 6, 2012
Γράφει ο Γεράσιμος Γ. Γερολυμάτος
(ΑΠΕΛΛΗΣ)
Το ανυπόστατο για την Ελλάδα Μακεδονικό «ζήτημα», διανύει για περισσότερες από δύο δεκαετίες την ανιστόρητη, και εν πολλοίς κωμικοτραγική του διαδρομή. Κύριο θέμα της φαρσοκωμωδίας, είναι η αξίωση των Σλάβων Σκοπιανών, να τους αναγνωριστεί το όνομα της Μακεδονίας, ως επίσημο εθνικό όνομα του δικού τους κρατιδίου. Παράλληλα, η «αναγνώριση» αυτή, απαιτούν να περιλαμβάνει και τον όρο «Μακεδονική», προκειμένου να ονομαστεί η σλαβογενής γλώσσα και η «εθνικότητα» της πανσπερμίας των κατοίκων της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας.
Αν δεν επρόκειτο για μια ιστορική φαρσοκωμωδία σε πολλές πράξεις, τότε σίγουρα έχουμε να κάνουμε με μια ανεπίτρεπτη ελληνική ολιγωρία και διπλωματική ανεπάρκεια. Το γεγονός, ότι εδώ και τόσες δεκαετίες συρόμαστε, σε έναν άνευ αντικειμένου για εμάς διάλογο με το γειτονικό κρατίδιο, αποτελεί πράγματι μια ελληνική παραδοξότητα. Τι συζητούμε, λοιπόν, με τα Σκόπια τόσα χρόνια, αφού τα πράγματα είναι ξεκάθαρα; Ούτε εμείς, πρόκειται ποτέ να δεχθούμε, και δικαίως, να συμμετέχουμε σε μια πλαστογράφηση της ιστορίας, πόσο μάλλον όταν αυτή αφορά τη δική μας ιστορία, ούτε πάλι οι Σκοπιανοί, από ό,τι φαίνεται, κάνουν πίσω στις ανιστόρητες διεκδικήσεις τους. Ποιος είναι ο λόγος, λοιπόν, αυτών των «συνομιλιών»;

Κατά πάσα πιθανότητα, σε ό,τι αφορά τη δική μας πλευρά, η συμμετοχή μας σε μια ανούσια, εθνικά ζημιογόνο και ιστορικά αλλοπρόσαλλη «διαπραγμάτευση», υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, δείχνει πως έχουμε επιλέξει τον ρόλο του καλού παιδιού και της προς τα έξω καλής μαρτυρίας. Μη τυχόν και κάποιοι μας κατηγορήσουν για έλλειψη διαλλακτικότητας και καλής γειτονίας! Στην πραγματικότητα, όμως, φαίνεται, πως συρόμαστε σε αυτή τη «διαπραγμάτευση» μεταξύ κωφών, από λόγους και αιτίες, που εκπορεύονται από κέντρα υψηλότερης πολιτικής και γεωπολιτικής βούλησης, και που ασκούν, όπως φαίνεται, πίεση εκ των άνω. Στο τέλος, βέβαια, κάθε πράξης, υπό τη διεύθυνση του σκηνοθέτη Μάθιου Νίμιτς, συμφωνούμε ομόθυμα, ότι διαφωνούμε.

Με απλά λόγια, το κράτος των Σκοπίων βασίζεται σε ξένες πλάτες, προκειμένου να επιτύχει τις ανιστόρητες και αλυτρωτικές του επιδιώξεις. Κυρίως, δε, για να αναγκάσει την Ελλάδα να συρθεί σε ένα ατέρμονο διπλωματικό πόκερ, όπου έχει την ελπίδα, ότι στο τέλος κάτι θα καταφέρει να αποσπάσει, αν και τα χαρτιά που κρατάει, είναι ολότελα σημαδεμένα και η παρτίδα θα έπρεπε να έχει λήξει προ πολλού. Τα Σκόπια δεν θα έκαναν ποτέ κάτι τέτοιο από μόνα τους, παρόλη τη μωροφιλοδοξία τους και τις μικρομέγαλες ενοράσεις τους, αν δεν είχαν ισχυρούς προστάτες, που υποθάλπουν τις αξιώσεις τους. Πριν λίγες εβδομάδες μόλις, ο Τούρκος Πρωθυπουργός Ερντογκάν έστειλε αδελφικά μηνύματα υποστήριξης προς τον λαό της «Μακεδονίας», ενώ οι Τούρκοι αξιωματούχοι δε χάνουν ευκαιρία να διατρανώνουν την φιλία τους προς ένα κράτος-σύμμαχο, που για δικούς του λόγους, επιδιώκει να ζημιώσει τα ελληνικά συμφέροντα. Είναι έπειτα η γερμανική και η αμερικανική πλευρά, που έχουν τα δικά τους σχέδια για την περιοχή. Από την άλλη, η ΕΕ συχνά εκφέρει ένα λόγο θολό, καθώς άπαντες υποδύονται μεν τους «αντικειμενικούς» κριτές στην εξελισσόμενη αυτή διαμάχη-παρωδία, αλλά πετάνε που και που και κανένα «Μακεδονία», αναφερόμενοι στα Σκόπια.

Όλα αυτά, φυσικά, αποτελούν το ένα μέρος. Το δεύτερο και πιο σημαντικό, αφορά αποκλειστικά εμάς τους ίδιους και την εξωτερική μας πολιτική, από την εποχή που δημιουργήθηκε το ζήτημα μετά από τον Β’ ΠΠ, από την εποχή του Τίτο, μέχρι και την αναζωπύρωση και την ωρίμανση του, που ήταν συνέπεια της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας και της ανακήρυξης των Σκοπίων ως ανεξάρτητου κράτους. Το μέρος του προβλήματος, που τα Σκόπια μετέθεσαν στην Ελλάδα μέσω των απαιτήσεων τους, δεν αντιμετωπίσθηκε από την ελληνική πλευρά με τον ορθό τρόπο, όπου ορθό εδώ, σημαίνει απλά το εθνικό συμφέρον, και δεν έπρεπε εξαρχής να γίνει αποδεκτό, ως βάση συζήτησης, επί ανύπαρκτου για εμάς θέματος. Αντίθετα, όμως, η Ελλάδα σύρθηκε σε ένα μάταιο και πολύχρονο κύκλο διαπραγματεύσεων, όπου στην ουσία συζητώντας με τον αντίπαλο του αναγνωρίζει εμμέσως πως έχει δικαιώματα. Έτσι, καθήμενη στο ίδιο τραπέζι των συζητήσεων με τον πλαστογράφο, του δίνει νομιμοποιημένη διεκδικητική υπόσταση. Η μεθόδευση λειτουργεί εναντίον της ιστορικής αλήθειας, τη στιγμή που ο απατεώνας έχει αποθρασυνθεί και έχει ήδη αρχίσει να φτιάχνει φαραωνικού μεγέθους αγάλματα για τους όψιμους «προγόνους» του, παραβιάζοντας και αυτούς ακόμη τους όρους της διαπραγμάτευσης!

Όσο πιο παράλογα και άδεια περιεχομένου είναι τα πλαστά ιδεολογήματα, τόσο πιο μεγάλα αγάλματα στήνουν και τόσο μεγαλύτερες φανφάρες διοργανώνουν, στην προσπάθεια να γίνουν πιστευτά. Είναι μεγάλο πράγμα η ένοχη συνείδηση. Δεν αφήνει περιθώρια να κρυφτεί κάποιος, παρά μόνο πίσω από τα τεράστια προσχήματα των εγκλημάτων του. Δείτε, για παράδειγμα, πως γιορτάζουν οι Τούρκοι την επέτειο της Άλωσης και πως οι Σκοπιανοί  στήνουν αγάλματα ύψους 10 και πλέον μέτρων! Η κλοπή βοά! Ο ίδιος ο κλέπτης διατυμπανίζει, σαν άδειος ντενεκές, τα κατορθώματα του και το γεγονός πως είναι κλέπτης.

Ο χρόνος λειτουργεί αναμφίβολα υπέρ της αλήθειας, και δή της ιστορικής αλήθειας. Αν οι πολιτικοί μας, όλων των μέχρι τώρα κυβερνήσεων, έχουν αναγκαστεί υπό την πίεση των ξένων παραγόντων, να συμμετέχουν σε αυτή την επικίνδυνη φαρσοκωμωδία, τότε δεν είναι άξιο απορίας το ότι έχουν υιοθετήσει μια στρατηγική «ανάλωσης» του χρόνου, αναμένοντας προφανώς πως στο τέλος, θα δωθεί μια λύση του τύπου «ο από μηχανής θεός». Αυτό, αν και παθητικής φύσεως, είναι το μόνο καλό σενάριο. Διότι, το κακό σενάριο θα είναι, η περίπτωση, που όλα αυτά έχουν συμφωνηθεί και απλά αναμένονται οι κατάλληλες περιστάσεις για να μας αναγγελθεί. Ίσως, να πρέπει να θυμηθούμε και τα σιβυλλικά λόγια της τ. Προέδρου της Βουλής Ψαρούδα-Μπενάκη, επί τη ορκωμοσία του Προέδρου της Δημοκρατίας Κ. Παπούλια το 2005: «Τα εθνικά σύνορα και ένα μέρος της εθνικής κυριαρχίας θα περιοριστούν χάριν της ειρήνης και της ευημερίας και της ασφάλειας στην διευρυμένη Ευρώπη…».

Δεν είναι δυνατόν, φυσικά, εμείς οι απλοί άνθρωποι, να γνωρίζουμε το σύνολο των πληροφοριών και των παρασκηνιακών επαφών. Αγνοούμε πολλά. Μόνο από τις συντελούμενες κινήσεις και από κάποια στοιχεία, μπορούμε συμπερασματικά, να βγάζουμε κάποιο νόημα για όσα συμβαίνουν και μας αφορούν. Είναι όμως γεγονός, πως η εξωτερική μας πολιτική στο συγκεκριμένο ζήτημα, αν δεν είναι ύποπτη, υπήρξε γενικά πάντως υποτονική και ευήκοος στις απαιτήσεις των ξένων κύκλων, που έχουν «υιοθετήσει» το συγκεκριμένο κρατίδιο. Και αυτό, παρόλο που οι δύο από τους κυριότερους εκπροσώπους των δύο μεγάλων πολιτικών παρατάξεων, της δεξιάς και της σοσιαλδημοκρατίας, ο Κ. Καραμανλής ο νεώτερος, με το «όχι» στη σύνοδο του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι και ο Ανδρέας Παπανδρέου με το έτσι και αλλιώς αποτυχημένο εμπάργκο, προσπάθησαν να αντιτάξουν μια δυναμική αντίσταση. Για τους Οικολόγους και την ελληνική αριστερά, δυστυχώς, με τη διεθνιστική οπτική, το ζήτημα είναι μάλλον λυμένο, προς την κατεύθυνση που θα επιθυμούσαν τα Σκόπια. Ωστόσο, σύσσωμος σχεδόν ο πολιτικός κόσμος, μοιάζει να έχει αποστασιοποιηθεί από την θέληση να αντιδράσει δυνατά και ουσιαστικά για την απεμπλοκή από το πρόβλημα.

Τα πράγματα είναι περισσότερο απλά από όσο δείχνουν. Όλα εξαρτώνται από εμάς και τη δική μας στάση, καθώς είμαστε το μοναδικό κλειδί για τη λύση του ζητήματος. Δίχως την αναγνώριση από εμάς, τους νόμιμα, ηθικά και εθνικά κληρονόμους της αρχαίας μακεδονικής κληρονομιάς, οι Σκοπιανοί και όσοι τους υποστηρίζουν, είναι ιστορικά και ηθικά έωλοι. Μόνο η δική μας αναγνώριση θα τους πρόσφερε την νομιμοποίηση που έχουν ανάγκη, και αυτό το γνωρίζουν πολύ καλά και για αυτό επιμένουν για τις διαπραγματεύσεις. Ειδάλλως, ματαιοπονούν. Όσοι και αν τους αναγνωρίσουν ως «Μακεδονία», θα είναι πάντοτε τα νόθα της ιστορίας. Σημασία έχει, να μην τους αναγνωρίσουμε εμείς! Δεν έχουμε, λοιπόν, παρά να τους εκθέσουμε στα μάτια όλου του κόσμου, προβάλλοντας μόνο την ιστορική αλήθεια. Διότι, αυτό το είδος του αγώνα, απαιτεί μόνο τα όπλα του ελληνικού πολιτισμού και τίποτα άλλο. Όμως, αυτός ο αγώνας, όπως και κάθε αγώνας απαιτεί κατά αρχήν την θέληση. Εμείς, θέλουμε; Και δεν εννοώ τον λαό, που έχει αποδείξει πως θέλει, με τη συμμετοχή του στα μεγάλα συλλαλητήρια.

Πριν από ένα περίπου χρόνο, 300 και πλέον επιφανείς και διαπρεπείς ιστορικοί, αρχαιολόγοι, καθηγητές κλασικών σπουδών και άλλοι, από τα μεγαλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου, υπόγραψαν υπόμνημα προς τον αμερικανό Πρόεδρο Ομπάμα, σχετικά με την ελληνικότητα της Μακεδονίας και την επιχειρούμενη ιστορική παραχάραξη που επιχειρούν τα Σκόπια. Είναι απορίας άξιο, αν δεν πρόκειται περί σκόπιμης αδράνειας, το γεγονός, ότι η ελληνική πλευρά δεν αξιοποίησε αυτή την προσφορά μαρτυρίας, που άξιζε μεγαλύτερης διεθνούς προβολής. Καταθέτω, λοιπόν, μια πρόταση. Τόσους και τόσους χαραμοφάηδες έχουμε ταϊσει κατά καιρούς, τι θα μας κόστιζε να προσκαλέσουμε για μια εβδομάδα, όλους αυτούς τους επιστήμονες σε ένα παγκόσμιο συνέδριο στην Πέλλα, να συζητήσουν για την ταυτότητα της Μακεδονίας;

Να καλούσαμε επίσημα, μέσω του ΟΗΕ και τους Σκοπιανούς, να έρθουν στο συνέδριο μαζί με τους 2-3 πληρωμένους «ιστορικούς» τους, να εξηγήσουν, πως από τους Αρχέλαους, τους Φίλιππους και τους Αλέξανδρους, κατέληξαν μέχρι τους Μπόρισλαβ, τους Μπόικο και τους Ντράγκαν! Να πουν, πως ονομάζεται ο Ίππος στα «μακεδονικά» και πως ονομάζεται ο «Φίλος των Ίππων», που στα ελληνικά λέγεται Φίλιππος. Να τους δώσουν να διαβάσουν τα αρχαία «μακεδονικά» γράμματα πάνω στις βάσεις των ανδριάντων και στα επιγράμματα, για να δούμε τι θα καταλάβουν! Να δείξουν την αρχαία και τη μεσαιωνική γραμματεία τους (αν έχουν), που θα αποδεικνύει τους ισχυρισμούς τους. Να γελάσει λίγο και η κοινή γνώμη, βρε αδελφέ!!

Η πολιτική, ακόμη και η εξωτερική, θέλει και λίγο χιούμορ. Με τρόπο που να σχίζει, χωρίς να ματώνει. Με το βαμβάκι! Αλλά, πως θα γίνει αυτό, όταν οι Έλληνες πολιτικοί, κάθε άλλο παρά για το χιούμορ τους διακρίνονται, να μην πω και για το απολίτιστο του δημόσιου βίου τους; Πολιτικοί, που υπολόγιζαν στην ιστορική λήθη του λαού, ως του μόνου μέσου για την επίλυση του ζητήματος. Όπως είχε πει κάποτε, ο τ. πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης: «Μετά από 10 χρόνια, ποιος θα θυμάται την Μακεδονία;». Μέγα λάθος και τεράστια αμετροέπεια! Είκοσι χρόνια μετά, ο ίδιος έχει πάει από τότε στο σπίτι του, ενώ ο λαός, όχι μόνο ακόμη θυμάται, αλλά και παρακολουθεί με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τις όποιες εξελίξεις…
 (peritexnisologos.blogspot.com, για όποιον φίλο ή φίλη επιθυμεί να επισκεφθεί το ιστολόγιο μου)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου