Ετικέτες

Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2014

Θεσσαλονίκη, 9 Μάη 1936:Πώς περιγράφει ο Τάσος Βουρνάς στην ιστορία του τα αιματηρά γεγονότα

 
 
 
 
 
 
 
Rate This

Ο Τάσος Βουρνάς στην Ιστορία του, «Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας, 1909- 1940», στις σελίδες 400- 402, γράφει:
«H κορωνίδα, όμως, των λαϊκών αγώνων είναι τα γεγονότα της 8- 9 Μάη του 1936 της Θεσσαλονίκης. Ο απεργιακός αγώνας στη μακεδονική πρωτεύουσα αρχίζει από τους καπνεργάτες. Μια διαδήλωσή τους τη χτύπησε άγρια η χωροφυλακή. Ως την άλλη μέρα η απεργία εξελίχτηκε σε πανεργατική και πανεπαγγελματική. Η Θεσσαλονίκη νεκρώθηκε. Μια καινούρια ογκώδης διαδήλωση χτυπιέται στο ψαχνό με θύματα 12 νεκρούς, 32 βαριά και 250 ελαφρά τραυματίες.


Η κηδεία των θυμάτων ήταν μια από τις μεγαλοπρεπέστερες εκδηλώσεις της λαϊκής δύναμης. Εκατόν πενήντα χιλιάδες πολίτες την παρακολούθησαν με ζωηρές εκδηλώσεις υπέρ της δημοκρατίας και εναντίον των φονέων. Ο στρατός, που στάλθηκε να διαλύσει τους πολίτες, προσχώρησε στη λαϊκή μάζα. Τα όπλα τους τα στόλισαν με λουλούδια οι διαδηλωτές και η Θεσσαλονίκη ουσιαστικά βρέθηκε στα χέρια του λαού.
Στις 13 του Μάη κηρύχτηκε πανελλήνια 24ωρη  απεργία αλληλεγγύης στα θύματα της Θεσσαλονίκης. Ο Μεταξάς θορυβήθηκε και έστειλε στη Θεσσαλονίκη στρατό από τη Λάρισα που επέβαλε στρατιωτικό νόμο.
Η ιλιγγιώδης κίνηση των μαζών στο πρώτο δεκαήμερο του Μάη 1936 έδειξε πόσο μεγάλη ήταν η δύναμή τους και πόσο εύκολα θα μορούσαν να φράξουν με τα στήθη τους το δρόμο προς το φασισμό στην Ελλάδα, αν δεν ελλόχευε στο πολιτικό προσκήνιο η διαρκής προδοσία σε βάρος τους από τον παλιό πολιτικό κόσμο της ολιγαρχίας. Ο Σοφούλης, αφού εξέθεσε την υπογραφή του στο σύμφωνο, πτοημένος μπροστά στη δύναμη των νέων δημοκρατικών δυνάμεων που φούντωναν από τα κάτω, δεν δίστασε να κάνει νέες παραχωρήσεις στον καισαρικό μηχανισμό του Μεταξά, όταν δεχόταν τον φασίστα Σκυλακάκη σαν υπουργό Εσωτερικών και την παράδοση των νομαρχιών στα χέρια των πιο ορκισμένων μπράβων του αντιβενιζελισμού.
Ο βρόχος σφιγγόταν μεθοδικά γύρω από το λαιμό της δημοκρατίας. Ο Σοφούλης,εγκαταλείποντας τους πραγματικούς συμμάχους του στον αγώνα για την κατοχύρωση της δημοκρατίας και την αποτροπή του φασισμού, τις μάζες δηλαδή του Παλλαϊκού Μετώπου, και παζαρεύοντας για άλλα κυβερνητικά σχήματα με τους Λαϊκούς του Θεοτόκη για «κυβέρνησιν ευρέος συνασπισμού» τον Ιούλιο του 1936,ενίσχυσε σε τελευταία ανάλυση το τροπάρι του Μεταξά «περί εκρυθμότητος της καταστάσεως» και του έστρωσε το δρόμο προς τη δικτατορία».

Ο γλυκόπικρος μήνας Μάιος- Από το μακελειό του 1936 στον «Επιτάφιο»…
Γράφει ο Δημήτρης Γκιώνης στην Ελευθεροτυπία:
«…Μια μεγάλη διαδήλωση εργατών -καπνεργατών κυρίως- στις 9 Μαΐου 1936 (πριν από 75 χρόνια), στη Θεσσαλονίκη, καταλήγει σε μακελειό όταν στρατός και χωροφυλακή ρίχνονται κατά των διαδηλωτών. Απολογισμός: 12 νεκροί, 280 τραυματίες. Τρεις μήνες αργότερα, θα επιβληθεί η δικτατορία του Μεταξά.
Η φωτογραφία μιας μάνας που θρηνεί γονατιστή μπροστά στον σκοτωμένο γιο της, δημοσιευμένη στον «Ριζοσπάστη» την επομένη του μακελειού, συγκίνησε τον τότε νεαρό ποιητή, Γιάννη Ρίτσο, που ήδη είχε κυκλοφορήσει δύο συλλογές («Τρακτέρ», 1934, «Πυραμίδες», 1935). Το ποίημα δημοσιεύεται αποσπασματικά στον «Ριζοσπάστη» και αμέσως μετά σε βιβλίο, από την ίδια εφημερίδα, και γίνεται ανάρπαστο.
Δεν πρόλαβε όμως να απλωθεί. Ηταν η μεταξική δικτατορία που, μαζί με άλλα «επιλήψιμα», το έριξε δημοσίως στην πυρά, στους Στύλους του Ολυμπίου Διός. Ποιητής και έργα δεν θα καλοπεράσουν και τα επόμενα χρόνια, που σημαδεύονται από εξορίες και απαγορεύσεις.
Ο Μίκης Θεοδωράκης, που είχε κάνει κι αυτός εξορία, βρισκόταν από το 1954 στο Παρίσι για περαιτέρω μουσικές σπουδές. Εκεί, ασχολούμενος με συμφωνικά έργα, λαβαίνει το 1956 τον «Επιτάφιο». Και κάποια στιγμή, δυο χρόνια αργότερα, αυθόρμητα, καθώς περίμενε στο αυτοκίνητο τη σύζυγό του Μυρτώ, που είχε πάει για κάποια ψώνια, άνοιξε το ποίημα, που κατά σύμπτωση είχε μαζί του: «Με έπιασε ξαφνικά μια βαθιά επιθυμία για μελοποίηση. Ούτε κι εγώ θυμάμαι πια πότε και πόσα έγραψα από τα είκοσι μέρη του ποιήματος. Ισως και τα είκοσι», γράφει στο βιβλίο του «Μελοποιημένη ποίηση» (εκδ. «ύψιλον»).
«Την άλλη μέρα τα καθαρόγραψα σε διαφανές χαρτί με σινική μελάνη προσπαθώντας να γεμίσω τέσσερις σελίδες. Χώρεσαν μόνο επτά τραγούδια. Το όγδοο, το “Είσουν καλός”, το συνέθεσα στην Αθήνα για να συμπληρωθούν δύο δίσκοι (extendet) τεσσάρων τραγουδιών».
Οι απαγορεύσεις
Ο «Επιτάφιος» κυκλοφόρησε σε τρεις φωνογραφικές εκδόσεις: η πρώτη με τη Νάνα Μούσχουρη και τον Μάνο Χατζιδάκι. Η δεύτερη με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, τον Μανώλη Χιώτη και τον Μίκη Θεοδωράκη. Η τρίτη με τη Μαίρη Λίντα, τον Χιώτη και τον συνθέτη. Οι δύο πρώτες τον Αύγουστο του 1960, η τρίτη το καλοκαίρι του 1963.
Ακολούθησαν συναυλίες στην Αθήνα και ανά την Ελλάδα που, μαζί με άλλα έργα του συνθέτη, το έκαναν δημοφιλές και αγαπητό, αφού άλλωστε συμπορευόταν με τα γεγονότα της θυελλώδους εκείνης δεκαετίας, συμπεριλαμβανομένων βέβαια των απαγορεύσεων και των επεισοδίων από παρακρατικούς.
Ο «Επιτάφιος», ως έργο δύο αριστερών δημιουργών, δεν άρεσε -όπως ήταν φυσικό- στους κρατούντες, δεν άρεσε όμως και στην επίσημη Αριστερά. «Ο Βασίλης Αρκαδινός», γράφει ο Μίκης Θεοδωράκης στην αυτοβιογραφία του «Οι δρόμοι του Αρχάγγελου», «κριτικός της “Αυγής”, θα χρεωθεί τον άχαρο ρόλο να χτυπήσει τον “Επιτάφιο” ή, μάλλον, τη χρησιμοποίηση “χασικλίδικων” μέσων όπως το μπουζούκι και η “σπηλαιώδης” φωνή του Μπιθικώτση… Ετσι του φάνηκε…». (Ανάλογα χτυπήματα δέχτηκε το 1962 «Το τραγούδι του νεκρού αδελφού», ενώ το μπουζούκι, ο Μπιθικώτσης και ο «αντεθνικώς δρων» συνθέτης ήταν οι λόγοι που το καλοκαίρι του 1964 ματαιώθηκε η πρώτη παρουσίαση του «Αξιον Εστί» στο Ηρώδειο, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών -με την Ενωση Κέντρου στην εξουσία και τον Θεοδωράκη βουλευτή της ΕΔΑ…).
Τα έργα ωστόσο -και ο δημιουργός τους- αγαπήθηκαν, επιβίωσαν, άνοιξαν δρόμους, με τις διώξεις και τις απαγορεύσεις ωστόσο να κρατούν ώς την πτώση της απριλιανής χούντας.
(Ελευθεροτυπία, Παρασκευή 29 Απριλίου 2011, Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΓΚΙΩΝΗ)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου