Ετικέτες

Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2013

Μπασάρ Αλ ‘Ασαντ: Βίος και Πολιτεία.




02.09.13
Η φωτογραφία που κάνει το γύρο του διαδικτύου και δημοσιεύτηκε σήμερα στη Daily Mail είναι από το 2009 και απεικονίζει τον Κέρι και τη σύζυγό του σε ένα δείπνο γύρω από ένα στρογγυλό τραπέζι μαζί με τον Άσαντ και τη σύζυγό του. Η τοποθεσία φαίνεται ότι είναι το εστιατόριο Naranj της Δαμασκού, στην αριστερή πλευρά φαίνεται ένα σερβιτόρος που κρατάει έναν δίσκο με ποτά.
Ο Τζον Κέρι ήταν τότε ένας απλός γερουσιαστής από τη Μασαχουσέτη και επικεφαλής της αντιπροσωπείας των ΗΠΑ που πραγματοποιούσε επίσκεψη στη Συρία για να συζητήσουν ιδέες και σχέδια για την προώθηση της ειρήνης στην περιοχή.

O Μπασάρ Αλ Άσαντ ο Σύρος ηγέτης που φαίνεται πως χάλασε τα σχέδια των Αμερικάνων για την επικράτηση της Αραβικής Άνοιξης.

Ας δούμε όμως ποιος είναι :
Γεννήθηκε στις 11 Σεπτεμβρίου του 1965 στη Δαμασκό. Γιος της Ανισέχ και του Χαφέζ Αλ Άσαντ, ο Μπασάρ αλ Ασαντ, ήταν το τρίτο παιδί της οικογένειας Άσαντ και ο δεύτερος γιος μετά τον Μπασίλ Αλ Άσαντ, τον οποίο ο Χαφέζ προόριζε να τον διαδεχθεί στη θέση του Προέδρου της Συρίας.
Ο Μπασάρ αλ Ασαντ, ανήκει στην τοπική θρησκευτική ομάδα των Αλαουιτών μια αίρεση των Σιιτών μουσουλμάνων, που είναι εγκαταστημένοι κυρίως στη δυτική Συρία, στην ακτή της Μεσογείου και αποτελούν μόλις το 11% του πληθυσμού της χώρας (το 74% των Σύρων είναι Σουνίτες).

Σπούδασε στη Γαλλο-Αραβική σχολή του Αλ-Χουριγιάχ στη Δαμασκό. Το 1988 ξεκινά τις σπουδές του στη Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Δαμασκού, στο τμήμα Οφθαμολογίας. Ολοκλήρωσε το πρώτο έτος ειδικότητας στο Στρατιωτικό Νοσοκομείο Τισρίν στη Δαμασκό, ενώ το 1992 συνεχίζει για την ειδικότητα στο νοσοκομείο Western Eye στο Λονδίνο. Τον Ιανουάριο του 1994, όμως, αναγκάζεται να διακόψει τις σπουδές του και να επιστρέψει στη Δαμασκό, όταν ο αδελφός του Μπασίλ σκοτώνεται σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα, έξω από το αεροδρόμιο της Δαμασκού (21 Ιανουαρίου 1994).
Ο Μπασάρ θα εισέλθει τότε στη στρατιωτική ακαδημία του Χομς. Ο νεαρός Μπασάρ έλαβε εκεί τη στρατιωτική του εκπαίδευση και το 1999 έφθασε στο βαθμό του Συνταγματάρχη.
Ανάληψη της εξουσίας και η «Άνοιξη της Δαμασκού» (2000-2001)
Στις 10 Ιουνίου 2000, στη διάρκεια τηλεφωνικής επικοινωνίας με τον Πρόεδρο του Λιβάνου, Εμίλ Λαχούντ, ο Χαφέζ υπέστη καρδιακή προσβολή και πέθανε. Ο γιος του, Μπασάρ, τον διαδέχθηκε αμέσως στην προεδρία.
Πολλοί από τους παλιούς υπουργούς απολύθηκαν, χορηγήθηκε αμνηστία σε εκατοντάδες πολιτικούς κρατούμενους και η φυλακή Mazzeh έκλεισε.
Ταυτόχρονα άρχισε να αναπτύσσεται, με την ενίσχυση από τον ίδιο τον Άσαντ, η διαδικτυακή τεχνολογία. Πριν γίνει πρόεδρος, άλλωστε, ο ίδιος είχε διατελέσει πρόεδρος της Συριακής Εταιρείας Πληροφορικής, η οποία εισήγαγε το 2001 το Ίντερνετ στη χώρα.
Τα επόμενα χρόνια προσπάθησε να εισάγει και ιδιωτικά σχήματα στο κρατικό τραπεζικό σύστημα (Νόμος 28, Μάρτιος 2001), ίδρυσε το 2009 το χρηματιστήριο της Δαμασκού και βοήθησε στην ανάπτυξη της βιομηχανίας μειώνοντας τη φορολογία σε αυτές.
Στη περίοδο αυτή, που έγινε γνωστή ως «η Άνοιξη της Δαμασκού», έκαναν την εμφάνισή τους στη χώρα τα λεγόμενα muntadāt (σαλόνια), μικρές ομάδες ατόμων οι οποίες συζητούσαν γύρω από πολιτικά και κοινωνικά θέματα. Ανάμεσά στους συνομιλητές υπήρχαν αρκετοί διανοούμενοι αλλά και μέλη του κόμματος Μπάαθ αλλά και της αντιπολίτευσης.
Όμως, σύντομα η κυβέρνηση Άσαντ σταμάτησε τις προσπάθειές αυτές. Αρκετοί από τους απελευθερωμένους πολιτικούς κρατούμενους του 2000 συνελήφθησαν ξανά, όπως και αρκετά μέλη των muntadāt, κατηγορούμενοι για σχέσεις με την (Σουνίτικη) Μουσουλμανική Αδελφότητα.
Η κυβέρνηση απαγόρευσε επίσης την πρόσβαση σε συγκεκριμένες σελίδες του Διαδικτύου, με νόμο που ψηφίστηκε το 2007. Ανάμεσα στις σελίδες που απαγορεύτηκαν ήταν το Youtube, το Facebook, διάφορες αραβόφωνες ειδησεογραφικές ιστοσελίδες αλλά και η Αραβική Βικιπαίδεια, ενώ τα ίντερνετ καφέ υποχρεώνονταν πια να καταγράφουν τις συνομιλίες και τα σχόλια στα διάφορα chat forums.
Η κατάσταση επιδεινώθηκε μετά τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 και την έναρξη του «Πολέμου κατά της Τρομοκρατίας» από την πλευρά των ΗΠΑ και την εισβολή στο Ιράκ, με εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες να καταφθάνουν στη χώρα από τις εμπόλεμες περιοχές, την αύξηση της απειλής οργανώσεων όπως η Αλ Κάιντα διεθνώς και η εγχώρια πολιτική οργάνωση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας που είχαν ως στόχο την ανάδειξη ισλαμιστικών κρατών, αλλά και την ταυτόχρονη επιθετική πολιτική των ΗΠΑ κατά της Δαμασκού.
Στις 14 Φεβρουαρίου 2005 δολοφονήθηκε στην Βηρυτό ο Λιβανέζος πρωθυπουργός Ραφίκ Χαρίρι όταν η αυτοκινητοπομπή του ανατινάχτηκε απέναντι από το παραλιακό ξενοδοχείο Σαιν Τζωρτζ (Saint George Hotel) της λιβανικής πρωτεύουσας. Στις εκθέσεις που ακολούθησαν την δολοφονία γινόταν λόγος για πιθανή ανάμιξη των μυστικών υπηρεσιών της Συρίας στη δολοφονία του Λιβανέζου πρωθυπουργού.
Ο θάνατος του Χαρίρι είχε ως συνέπεια δραματικές πολιτικές αλλαγές στο Λίβανο, που οδήγησαν στη λεγόμενη «Επανάσταση των Κέδρων» (Cedar Revolution). Κύριος στόχος των Λιβανέζων διαδηλωτών ήταν η απόσυρση των 14.000 στρατιωτών και μυστικών πρακτόρων που διατηρούσε η Συρία στη χώρα και η διάλυση της κυβέρνησης του Ομάρ Καράμι, που ήταν φίλα προσκείμενη στη Συρία.
Μετά τις διαδηλώσεις, οι ξένες χώρες (και κυρίως η Γαλλία και οι ΗΠΑ) ζήτησαν από την Συρία τη συμμόρφωσή της με το ψήφισμα 1959 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ (Απρίλιος 2004), σύμφωνα με το οποίο η Συρία όφειλε να αποσύρει πλήρως τα στρατεύματά της από τον Λίβανο ενώ απαιτούσε και τον αφοπλισμό της Χεζμπολάχ.
Τελικά, τα συριακά στρατεύματα ξεκίνησαν να αποσύρονται από τον Λίβανο στις 9 με 10 Απριλίου 2005, τερματίζοντας μια παρουσία 29 χρόνων στη χώρα. Μέχρι τις 26 Απριλίου όλα τα Συριακά στρατεύματα είχαν αποσυρθεί από τη χώρα.
Τον Απρίλιο του 2008, ο Άσαντ δήλωσε πως είχαν συζητήσει με το Ισραήλ μια συνθήκη ειρήνης για ένα χρόνο, με μεσολαβητή την Τουρκία. Αυτό επιβεβαιώθηκε τον Μάιο του ίδιου έτους και από την πλευρά του Ισραήλ.
Το 2011 ο αραβικός κόσμος συγκλονίζεται από διαμαρτυρίες κατά των διάφορων «κοσμικών καθεστώτων», ένα φαινόμενο που έγινε γνωστό ως «Αραβική Άνοιξη».
Στη Συρία, οι πρώτες διαμαρτυρίες ξεκίνησαν τον Ιανουάριο και επηρεάστηκαν από άλλες παρόμοιες κινήσεις στην περιοχή. Οι διαδηλωτές ζητούσαν την αποκατάσταση των δικαιωμάτων των πολιτών, καθώς και να τεθεί ένα τέλος στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης που έχει τεθεί σε εφαρμογή από το 1963.
Στις 18 Μαΐου 2011, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα υπέγραψε μια εκτελεστική απόφαση με την οποία έθετε σε ισχύ κυρώσεις κατά του Μπασάρ αλ Άσαντ, σε μια προσπάθεια να πιέσει το καθεστώς του «…να τερματιστεί τη χρήση βίας εναντίον του λαού του και να αρχίσει την μετάβαση σε ένα δημοκρατικό σύστημα που προστατεύει τα δικαιώματα των Σύρων…» Οι κυρώσεις αφορούσαν στο πάγωμα των τυχόν περιουσιακών στοιχείων του Σύρου Προέδρου, είτε στις ίδιες τις Ηνωμένες Πολιτείες είτε εντός της δικαιοδοσίας των ΗΠΑ.
Την 23η Μαΐου του 2011, οι Υπουργοί Εξωτερικών της ΕΕ συμφώνησαν, σε συνεδρίαση στις Βρυξέλλες, να καταχωρήσουν τον Μπασάρ αλ Άσαντ και εννέα άλλους αξιωματούχους του σε λίστα απαγόρευσης επίσκεψης στην ΕΕ, καθώς και σε πάγωμα τυχόν περιουσιακών στοιχείων τους. Στις 24 Μαΐου 2011 κυρώσεις επέβαλε και ο Καναδάς.
Το Νοέμβριο, και ενώ οι κυβερνητικές δυνάμεις συνέχιζαν τη βίαιη καταστολή, ο Αραβικός Σύνδεσμος, αφού απέβαλε την Συρία από το μέλος του στις 16 του μήνα, έδωσε διορία στην κυβέρνηση της χώρας να αποδεχθεί αποστολή παρατηρητών για να μην βρεθεί αντιμέτωπη με οικονομικές κυρώσεις.
Την ίδια στιγμή ο ΟΗΕ διαπίστωνε σε έκθεσή του πως ο συριακός στρατός και οι δυνάμεις ασφαλείας έχουν διαπράξει εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας κατά τη συνεχιζόμενη καταστολή των αντικυβερνητικών διαδηλώσεων, για τα οποία πρέπει να διωχθεί η ηγεσία της χώρας. Με τους νεκρούς να έχουν ξεπεράσει τους 4.000, στις αρχές Δεκεμβρίου τα Ηνωμένα Έθνη ανακοίνωσαν πως η χώρα βρισκόταν πια σε κατάσταση εμφυλίου πολέμου.
Δήλωσε επίσης πως οι δυνάμεις ασφαλείας δεν του ανήκουν, ότι «η πλειοψηφία» των ανθρώπων που σκοτώθηκαν «ήταν υποστηρικτές του καθεστώτος και όχι το αντίθετο», πως οι κυρώσεις σε βάρος της χώρας του «δεν συνιστούν κάτι καινούριο» και αμφισβήτησε την εγκυρότητα των πηγών πληροφόρησης για το τι συμβαίνει στην Συρία την περίοδο των εξεγέρσεων. Δήλωσε επίσης πως δεν αισθάνεται καμία ενοχή για το τι συμβαίνει: «Εκανα ό,τι καλύτερο για την προστασία του λαού, οπότε δεν νιώθω ένοχος. Λυπάσαι για τις ζωές που χάθηκαν. Αλλά δεν νιώθεις ένοχος όταν δεν σκοτώνεις ανθρώπους».
Τον Μάρτιο του 2012, ο πρώην Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Κόφι Ανάν, λειτουργώντας ως απεσταλμένος του Οργανισμού και του Αραβικού Συνδέσμου, συναντήθηκε με τον Μπασάρ αλ Άσαντ στα πλαίσια ειρηνευτικής αποστολής στη Συρία.
Σε αυτά ο Σύρος πρόεδρος φερόταν να έχει πλήρη γνώση για τα γεγονότα που συνέβαιναν στη χώρα, μέσω προσωπικού δικτύου ενημέρωσης, παρακάμπτοντας τα επίσημα κανάλια, να ζητά συμβουλές για την αντιμετώπιση της κρίσης από το Ιράν, να ζητά να ληφθούν μέτρα για την καταστολή εξεγερμένων πόλεων ενώ ταυτόχρονα να μη πιστεύει καθόλου τις μεταρρυθμίσεις και τις ενέργειες εκδημοκρατισμού. Έδειχνε επίσης ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την επικοινωνιακή αντιμετώπιση της κατάστασης. Αντίθετα, τόσο αυτός όσο και η σύζυγός του φέρονταν να συνεχίζουν να ζουν με χλιδή και ανεμελιά.
Πηγή: Wikipedia

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου