Της Νατάσας Μπαστέα Ηταν πάντα καλοντυμένος, σοβαρός αλλά και με χιούμορ, και ήταν γνωστός για την εξαντλητική επιβεβαίωση των πληροφοριών που είχε προτού τις δημοσιεύσει. Ισως γι' αυτό θεωρούνταν και ένας από τους πιο έγκυρους ξένους ανταποκριτές που πέρασαν από την Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες. Ο Μάριο Μοντιάνο πέθανε τη Δευτέρα σε ηλικία 86 ετών, έχοντας εργασθεί επί 38 χρόνια ως ανταποκριτής στη χώρα μας των «Τάιμς» του Λονδίνου και του περιοδικού «Εκόνομιστ», των δύο από τα πλέον έγκυρα έντυπα του κόσμου.
Ο
γεννημένος και μεγαλωμένος στη Θεσσαλονίκη Μάριο Μοντιάνο είδε τη σύγχρονη
ιστορία της Ελλάδας να ξεδιπλώνεται μπροστά στα μάτια του και την κατέγραψε με
μοναδικό τρόπο για δύο έντυπα που επηρέαζαν τη διεθνή κοινή γνώμη. «Ενα μεγάλο
κομμάτι της αντιπολίτευσης στη xούντα οργανωνόταν στο Λονδίνο», εξηγεί ο
Ευάγγελος Αντώναρος, πρώην κυβερνητικός εκπρόσωπος, πρόεδρος της Ενωσης
Ανταποκριτών Ξένου Τύπου από το 1993 έως το 2004 και φίλος του Μοντιάνο από τις
αρχές της δεκαετίας του '70. «Γι' αυτό και οι ανταποκρίσεις στα βρετανικά μέσα
έπαιζαν πολύ μεγάλο ρόλο στην αντιμετώπιση των στρατιωτικών από τη διεθνή
κοινότητα. Τα κομμάτια που έστελνε ο Μάριο με την περιγραφή των όσων συμβαίνουν
στην Ελλάδα αλλά και την ανάλυσή του αποκτούσαν ιδιαίτερη βαρύτητα Ο κόσμος
μάθαινε τι συμβαίνει στην Ελλάδα μέσα από αυτά. Ηταν μία από τις κορυφαίες φωνές
της ελεύθερης έκφρασης από την Ελλάδα για την Ελλάδα».
Ο Μάριο Μοντιάνο προερχόταν από δημοσιογραφική οικογένεια της εβραϊκής
κοινότητας της Θεσσαλονίκης. Ο πατέρας του Σαμ ήταν εκδότης της εφημερίδας «Le
progres» και μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο εργάστηκε ως ανταποκριτής του
πρακτορείου Ρόιτερς για την Ελλάδα και την Τουρκία. Δίπλα του ξεκίνησε τη
δημοσιογραφία ο Μάριο. «Ηταν πολύ καλός δημοσιογράφος, διπλοτσέκαρε πάντα τις
πληροφορίες του και στη διάρκεια της χούντας, παρά τις απειλές, δεν είχε
προσπαθήσει ποτέ να χαϊδέψει τους στρατιωτικούς», θυμάται ένας άλλος συνάδελφός
του, ο Τζον Ρήγος, επικεφαλής επί χρόνια του πρακτορείου UPI στην Ελλάδα και
πρώην πρόεδρος των Ανταποκριτών Ξένου Τύπου στη χώρα μας. «Κάθε βράδυ γύρω στις
8 η ώρα μάς καλούσε ο Παττακός σε ένα γραφείο που είχε στην οδό Ακαδημίας. Τον
ρωτούσαμε για τα θέματα της ημέρας, και κάποιες φορές απαντούσε με τρόπο που
μπορούσε να δημοσιευθεί, άλλες φορές θύμωνε και μας αγρίευε. Μας παρακολουθούσαν
τότε και τον Μάριο και εμένα πολύ φανερά, γι' αυτό και προσέχαμε ιδιαίτερα να
μην εκθέσουμε τις πηγές μας, μεταξύ των οποίων ήταν και στρατιωτικοί, οι οποίοι
όμως ήταν αντιχουντικοί. Φυσικά παρακολουθούσαν και τα τηλέφωνά μας».
Οι συνταγματάρχες δεν τόλμησαν ποτέ να τον αγγίξουν, παρότι άλλοι ξένοι
δημοσιογράφοι είχαν εκδιωχθεί. Το βάρος το έδινε πάντα στην εγκυρότητα. Ο
πολυβραβευμένος φωτορεπόρτερ Αριστοτέλης Σαρρηκώστας του πρακτορείου Ασοσιέιτεντ
Πρες τον γνώρισε το 1965. «Ηταν ένας τζέντλεμαν. Δημοσιογράφος με τα όλα του.
Δεν έστελνε είδηση αν δεν τη διασταύρωνε, διότι γνώριζε πόσα διακυβεύονται. Να
φανταστείτε, παρότι δουλεύαμε σε ανταγωνιστικά, υποτίθεται, πρακτορεία ειδήσεων,
μας έπαιρνε αρκετές φορές για να του επιβεβαιώσουμε ένα ρεπορτάζ ή το αντίθετο.
Δεν μπορούσες να μη γίνεις φίλος με έναν τόσο αξιοπρεπή άνθρωπο και
δημοσιογράφο».
Εχαιρε της εκτίμησης του πολιτικού κόσμου, και μάλιστα ανήκε στον κύκλο των
δημοσιογράφων τους οποίους εκτιμούσε ιδιαίτερα ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Οπως
θυμάται μάλιστα ο Ευάγγελος Αντώναρος, ο οποίος υπήρξε 30 χρόνια ανταποκριτής
της γερμανικής εφημερίδας «Βελτ», μιλώντας ο Καραμανλής με δημοσιογράφους, πριν
από τη συνάντησή του με τον τότε πρωθυπουργό της Τουρκίας Μπουλέντ Ετζεβίτ στο
Μοντρέ, αφού τους άκουσε είπε: «Και τώρα ας ακούσουμε τι έχει να μας πει ο κ.
Μοντιάνο».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου