Το νυχτερινό χθεσινό ραντεβού με μια καλή φίλη δόθηκε μόνο και αυστηρά για ποτό, όχι για φαγητό, καθόσον όπως μου διευκρίνισε, ήταν  σε δίαιτα και δεν ήθελε να χαλάσει το πρόγραμμά της. Έτσι και εγώ περιμένοντας να ολοκληρώσει την καλλωπιστική της τελετουργία, βρήκα το χρόνο να φάω κάτι “στα γρήγορα”, από το κοντινό ταχυφαγείο γνωστής αλυσίδας.
Είχα χρόνια να επισκεφτώ ένα τέτοιο κατάστημα με τα έντονα χρώματα και τους δυνατούς ήχους. Πάντα αναρωτιόμουν γιατί σε ένα περιβάλλον που προσφέρει τροφή, θα πρέπει  οι άλλες αισθήσεις  εκτός της γεύσης, να βομβαρδίζονται, καταιγιστικά σχεδόν, με τόσο έντονες εντυπώσεις, σε σημείο μάλιστα να μπουκώνουν την αντιληπτική  ικανότητα του πελάτη, ώστε να μπλοκάρεται η κρίση του.
Η απάντηση βέβαια εμπεριέχεται στο ερώτημα. Προφανώς  υπάρχει ένας καλός λόγος, που σχεδόν πάντα είναι η αύξηση των πωλήσεων. Τα αποστειρωμένα και θορυβώδη αυτά μαγαζιά, χρειάζονται καταναλωτές με διασπασμένη προσοχή. Έντονα φώτα, δυνατή μουσική που παραπέμπει σε νυχτερινό club,  φωτογραφίες  με τα εδέσματα της φίρμας μπροστά στο ταμείο(που έλεγες ότι μάλλον τα έχουν περάσει με βερνίκι πριν τα φωτογραφίσουν) και μια τεράστια οθόνη τηλεόρασης, στην οποία φυσικά κανείς δε μπορούσε να παρακολουθήσει τίποτα, παρά υπήρχε μόνο για να …χαζεύεις.