Η Ελευθερία Γεροφωκά, μία 35χρονη ηθοποιός από τα Γιάννενα που
μετανάστευσε στη Σουηδία, λόγω…έρωτα. Ιδού πως διηγήθηκε στο Vice το
δικό της success storyπου θυμίζει ταινία:
«Γνώρισα τον σκηνοθέτη Νίκο Κολοβό στο Berlinale Talent Campus. Ήταν Έλληνας που είχε γεννηθεί και μεγαλώσει στη Σουηδία. Για δύο χρόνια είχαμε σχέση από απόσταση. Κάποια στιγμή έπρεπε να πάρουμε μια απόφαση. “Ή θα έρθω εγώ εκεί ή εσύ εδώ”, μου είπε. Η κρίση είχε ήδη ξεκινήσει στην Ελλάδα. Γίνονταν κάποιες δουλειές, όμως οι ηθοποιοί πληρώνονταν μαύρα. Έφυγα στις 14 Ιουνίου του 2010. Ήμουν 32 τότε. Πάντα στη ζωή μου έπαιρνα ρίσκα. Τίποτα δεν μου ήρθε εύκολο. Ήμουν παιδί από την επαρχία, Γιάννενα και Μακρύγιαλο Πιερίας και στην Αθήνα ήρθα για να αυτονομηθώ. Προέρχομαι από αγροτική οικογένεια, έχω μάθει να μη φοβάμαι και να δουλεύω σκληρά.
Τον πρώτο καιρό στη Σουηδία έστειλα πάρα πολλά βιογραφικά σε θέατρα, έκανα και κάποιες συναντήσεις με σκηνοθέτες και διευθυντές θεάτρων, αλλά δίχως αποτέλεσμα. Αυτό που άκουγα συνέχεια και ήταν αλήθεια, όπως και στην Αθήνα και παντού στον κόσμο, ήταν ότι υπάρχουν πάρα πολλοί ηθοποιοί.
Είχα αρχίσει να απογοητεύομαι. Κάποια στιγμή βλέπω στο internet μία από τις κρατικές σκηνές στα περίχωρα του Γκέτεμποργκ, πώς λέμε off Broadway, το Angered Teater. Ψάχνω και βρίσκω τα τηλέφωνα του διευθυντή. Στη Σουηδία είναι όλα ανοιχτά, μπορείς να βρεις το απευθείας το τηλέφωνο οποιουδήποτε. Τον πήρα και του εξήγησα πώς έχουν τα πράγματα. Ζήτησα ραντεβού.
Δέχτηκε. Στο ραντεβού του είπα ότι προκειμένου να μπω στο θέατρο θα έκανα οτιδήποτε. «Θέλετε να καθαρίσω το θέατρο, να το βάψω;», τον ρώτησα. «Είσαι σίγουρη;», μου είπε. Όντως έπειτα από λίγο καιρό με παίρνει τηλέφωνο και μου λέει ότι έχει ανοίξει μια θέση υπαλλήλου του θεάτρου μέσω του σουηδικού ΟΑΕΔ για πρακτική τριών μηνών. Έτσι ξεκίνησα. Έκανα το φροντιστήριο των παραστάσεων, αυτό που τακτοποιείς τα πράγματα στη σκηνή πριν από την παράσταση, έπλενα τα ρούχα των ηθοποιών, τα σιδέρωνα, καθάριζα τους χώρους, τις τουαλέτες, όλα. Δεν ήταν και πολύ ευχάριστο, αλλά τουλάχιστον ήμουν στο θέατρο που για μένα είναι η ζωή μου. Είναι ένας χώρος που έχει απόλυτη σχέση με το πώς είμαι σαν άνθρωπος, έχω ζυμωθεί σ’ αυτό.
Οι ηθοποιοί είναι από τη φύση τους ευγενικοί, οπότε έτσι ήταν και με μένα. Είχε πλάκα γιατί κάποιοι μου ζητούσαν συμβουλές στις πρόβες. «Μήπως να κάνω αυτό;». Φαινόταν πως υποδόρια στηνόταν κάτι άλλο. Για μένα δεν ήταν και πολύ αστείο βέβαια. Ήταν σαν να είσαι υπηρέτης και από πάνω να υπάρχει η αριστοκρατία. Μετά από κάθε πρεμιέρα συνήθιζε όλο το θέατρο να βγαίνει μαζί για φαγητό. Εγώ ποτέ δεν πήγαινα -αισθανόμουν άβολα. Έπαιρνα ένα συμβολικό ποσό και το θέατρο μου κάλυπτε τα έξοδα μετακίνησης με το τρόλεϊ. Το θέατρο είναι 25 λεπτά από το σπίτι μου που για τα δεδομένα της Αθήνας δεν είναι τίποτα, αλλά για το Γκέτεμποργκ είναι αρκετά μακριά.
Το πώς άλλαξαν τα πράγματα είχε να κάνει πολύ με το διευθυντή μου, που κι αυτός είχε έρθει στη Σουηδία τη δεκαετία του ’70 από τη Γερμανία. Κάποια στιγμή μου είπε «Θα σε κάνω βοηθό σκηνοθέτη». Εγώ δεν του έλεγα τίποτα, αλλά εκείνος με είχε προφανώς στο νου του. Ήμουν πολύ διακριτική στη δουλειά, μιλούσα όσο έπρεπε, όταν έπρεπε. Το ίδιο έχω παρατηρήσει γενικώς με τους μετανάστες στη Σουηδία, είναι πιο σεμνοί και μαζεμένοι από τους ντόπιους. Πράγματι έγινα βοηθός μιας πολύ καλής σκηνοθέτιδος, η οποία όμως χρειάστηκε να εγκαταλείψει στη μέση λόγω προβλημάτων στην εγκυμοσύνη της.
Ο αντικαταστάτης της επειδή ήρθε αργά δεν ενσωματώθηκε με αποτέλεσμα οι ηθοποιοί να ακουμπούν περισσότερο πάνω μου. Όταν έγινε η πρεμιέρα, ο διευθυντής αντιλήφθηκε ότι τα πράγματα είχαν κινηθεί από αλλού και με ρώτησε εάν ήθελα να συνεχίσουμε τη συνεργασία. Έπειτα από λίγο καιρό κι ένας άλλος σκηνοθέτης μου μίλησε για μια παράσταση που ετοίμαζε. Πέρασα από ακρόαση και κάπως έτσι τα πράγματα πήραν το δρόμο τους. Τώρα είμαι στο συγκεκριμένο θέατρο 2,5 χρόνια και έχω συμβόλαιο για άλλον έναν χρόνο. Παράλληλα κάνω και άλλες δουλειές.
Εμαθα τη γλώσσα μέσα από τα θεατρικά κείμενα, όσο εργαζόμουν ως υπάλληλος του θεάτρου. Είναι σημαντικο να μαθαίνεις τη γλώσσα όταν είσαι σε μια ξένη χώρα. Δεν σημαίνει ότι αφομoιώνεις την κουλτούρα απαραίτητα, αλλά είναι σημαντικό να μπορείς να επικοινωνείς. Οι Σουηδοί στην αρχή φαίνονται ψυχροί, αποστασιοποιημένοι, αλλά κατάλαβα ότι θέλουν χρόνο να σε εμπιστευθούν. Δεν εξωτερικεύονται εύκολα.
Προτιμώ να ορίζω εγώ τη μοίρα μου, να κινώ τα νήματα. Δεν κάθομαι να περιμένω ένα τηλεφώνημα. Δημιουργώ καταστάσεις που με τροφοδοτούν με ενέργεια. Δεν θα είχα πρόβλημα να κάνω το οτιδήποτε. Όσο σπούδαζα στην Αθήνα, για να συντηρηθώ δούλεψα σε τηλεοπτικές εκπομπές, σε περιοδικά, έκανα τον κλόουν, καθάριζα σπίτια, κράταγα γιαγιάδες. Είχα ψηθεί. Όχι ότι αυτό δεν έχει και μια φθορά. Αλλά θα το έκανα. Ξανά και ξανά».
«Γνώρισα τον σκηνοθέτη Νίκο Κολοβό στο Berlinale Talent Campus. Ήταν Έλληνας που είχε γεννηθεί και μεγαλώσει στη Σουηδία. Για δύο χρόνια είχαμε σχέση από απόσταση. Κάποια στιγμή έπρεπε να πάρουμε μια απόφαση. “Ή θα έρθω εγώ εκεί ή εσύ εδώ”, μου είπε. Η κρίση είχε ήδη ξεκινήσει στην Ελλάδα. Γίνονταν κάποιες δουλειές, όμως οι ηθοποιοί πληρώνονταν μαύρα. Έφυγα στις 14 Ιουνίου του 2010. Ήμουν 32 τότε. Πάντα στη ζωή μου έπαιρνα ρίσκα. Τίποτα δεν μου ήρθε εύκολο. Ήμουν παιδί από την επαρχία, Γιάννενα και Μακρύγιαλο Πιερίας και στην Αθήνα ήρθα για να αυτονομηθώ. Προέρχομαι από αγροτική οικογένεια, έχω μάθει να μη φοβάμαι και να δουλεύω σκληρά.
Τον πρώτο καιρό στη Σουηδία έστειλα πάρα πολλά βιογραφικά σε θέατρα, έκανα και κάποιες συναντήσεις με σκηνοθέτες και διευθυντές θεάτρων, αλλά δίχως αποτέλεσμα. Αυτό που άκουγα συνέχεια και ήταν αλήθεια, όπως και στην Αθήνα και παντού στον κόσμο, ήταν ότι υπάρχουν πάρα πολλοί ηθοποιοί.
Είχα αρχίσει να απογοητεύομαι. Κάποια στιγμή βλέπω στο internet μία από τις κρατικές σκηνές στα περίχωρα του Γκέτεμποργκ, πώς λέμε off Broadway, το Angered Teater. Ψάχνω και βρίσκω τα τηλέφωνα του διευθυντή. Στη Σουηδία είναι όλα ανοιχτά, μπορείς να βρεις το απευθείας το τηλέφωνο οποιουδήποτε. Τον πήρα και του εξήγησα πώς έχουν τα πράγματα. Ζήτησα ραντεβού.
Δέχτηκε. Στο ραντεβού του είπα ότι προκειμένου να μπω στο θέατρο θα έκανα οτιδήποτε. «Θέλετε να καθαρίσω το θέατρο, να το βάψω;», τον ρώτησα. «Είσαι σίγουρη;», μου είπε. Όντως έπειτα από λίγο καιρό με παίρνει τηλέφωνο και μου λέει ότι έχει ανοίξει μια θέση υπαλλήλου του θεάτρου μέσω του σουηδικού ΟΑΕΔ για πρακτική τριών μηνών. Έτσι ξεκίνησα. Έκανα το φροντιστήριο των παραστάσεων, αυτό που τακτοποιείς τα πράγματα στη σκηνή πριν από την παράσταση, έπλενα τα ρούχα των ηθοποιών, τα σιδέρωνα, καθάριζα τους χώρους, τις τουαλέτες, όλα. Δεν ήταν και πολύ ευχάριστο, αλλά τουλάχιστον ήμουν στο θέατρο που για μένα είναι η ζωή μου. Είναι ένας χώρος που έχει απόλυτη σχέση με το πώς είμαι σαν άνθρωπος, έχω ζυμωθεί σ’ αυτό.
Οι ηθοποιοί είναι από τη φύση τους ευγενικοί, οπότε έτσι ήταν και με μένα. Είχε πλάκα γιατί κάποιοι μου ζητούσαν συμβουλές στις πρόβες. «Μήπως να κάνω αυτό;». Φαινόταν πως υποδόρια στηνόταν κάτι άλλο. Για μένα δεν ήταν και πολύ αστείο βέβαια. Ήταν σαν να είσαι υπηρέτης και από πάνω να υπάρχει η αριστοκρατία. Μετά από κάθε πρεμιέρα συνήθιζε όλο το θέατρο να βγαίνει μαζί για φαγητό. Εγώ ποτέ δεν πήγαινα -αισθανόμουν άβολα. Έπαιρνα ένα συμβολικό ποσό και το θέατρο μου κάλυπτε τα έξοδα μετακίνησης με το τρόλεϊ. Το θέατρο είναι 25 λεπτά από το σπίτι μου που για τα δεδομένα της Αθήνας δεν είναι τίποτα, αλλά για το Γκέτεμποργκ είναι αρκετά μακριά.
Το πώς άλλαξαν τα πράγματα είχε να κάνει πολύ με το διευθυντή μου, που κι αυτός είχε έρθει στη Σουηδία τη δεκαετία του ’70 από τη Γερμανία. Κάποια στιγμή μου είπε «Θα σε κάνω βοηθό σκηνοθέτη». Εγώ δεν του έλεγα τίποτα, αλλά εκείνος με είχε προφανώς στο νου του. Ήμουν πολύ διακριτική στη δουλειά, μιλούσα όσο έπρεπε, όταν έπρεπε. Το ίδιο έχω παρατηρήσει γενικώς με τους μετανάστες στη Σουηδία, είναι πιο σεμνοί και μαζεμένοι από τους ντόπιους. Πράγματι έγινα βοηθός μιας πολύ καλής σκηνοθέτιδος, η οποία όμως χρειάστηκε να εγκαταλείψει στη μέση λόγω προβλημάτων στην εγκυμοσύνη της.
Ο αντικαταστάτης της επειδή ήρθε αργά δεν ενσωματώθηκε με αποτέλεσμα οι ηθοποιοί να ακουμπούν περισσότερο πάνω μου. Όταν έγινε η πρεμιέρα, ο διευθυντής αντιλήφθηκε ότι τα πράγματα είχαν κινηθεί από αλλού και με ρώτησε εάν ήθελα να συνεχίσουμε τη συνεργασία. Έπειτα από λίγο καιρό κι ένας άλλος σκηνοθέτης μου μίλησε για μια παράσταση που ετοίμαζε. Πέρασα από ακρόαση και κάπως έτσι τα πράγματα πήραν το δρόμο τους. Τώρα είμαι στο συγκεκριμένο θέατρο 2,5 χρόνια και έχω συμβόλαιο για άλλον έναν χρόνο. Παράλληλα κάνω και άλλες δουλειές.
Εμαθα τη γλώσσα μέσα από τα θεατρικά κείμενα, όσο εργαζόμουν ως υπάλληλος του θεάτρου. Είναι σημαντικο να μαθαίνεις τη γλώσσα όταν είσαι σε μια ξένη χώρα. Δεν σημαίνει ότι αφομoιώνεις την κουλτούρα απαραίτητα, αλλά είναι σημαντικό να μπορείς να επικοινωνείς. Οι Σουηδοί στην αρχή φαίνονται ψυχροί, αποστασιοποιημένοι, αλλά κατάλαβα ότι θέλουν χρόνο να σε εμπιστευθούν. Δεν εξωτερικεύονται εύκολα.
Προτιμώ να ορίζω εγώ τη μοίρα μου, να κινώ τα νήματα. Δεν κάθομαι να περιμένω ένα τηλεφώνημα. Δημιουργώ καταστάσεις που με τροφοδοτούν με ενέργεια. Δεν θα είχα πρόβλημα να κάνω το οτιδήποτε. Όσο σπούδαζα στην Αθήνα, για να συντηρηθώ δούλεψα σε τηλεοπτικές εκπομπές, σε περιοδικά, έκανα τον κλόουν, καθάριζα σπίτια, κράταγα γιαγιάδες. Είχα ψηθεί. Όχι ότι αυτό δεν έχει και μια φθορά. Αλλά θα το έκανα. Ξανά και ξανά».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου