Οι αγιάτρευτες πληγές του
Με την εισβολή των Γερμανών στη Βαρσοβία - Η Γιανίνα Σούμνα ήταν 10 χρονών, όταν είδε τους Γερμανούς αξιωματικούς να μπαίνουν στην πόλη
Σαν σήμερα, ξεκίνησε ο Β΄ Παγκ. Πόλεμος με την εισβολή των Γερμανών στη Βαρσοβία. Οι μνήμες καταγράφονται σε φωτογραφίες που εκτίθενται στο Βερολίνο. Ο ιστορικός συνεχίζει να διερευνά τη σημασία της εξέγερσης του ΄44.Η Γιανίνα Σούμνα ήταν 10 χρονών, όταν είδε στους δρόμους της Βαρσοβίας Γερμανούς αξιωματικούς να μπαίνουν στην πόλη. Έμενε στον κέντρο. Μόλις λίγες μέρες πριν έκανε περίπατο με τους γονείς της στην ολοζώντανη πόλη. Εκείνη την Παρασκευή η Βέρμαχτ εισέβαλε στη Βαρσοβία. «Όταν ξέσπασε ο πόλεμος, ο πατέρας μου με τις πολωνικές δυνάμεις εγκατέλειψαν την πόλη και η μητέρα μου πήγε με μας σε φίλους στην επαρχία, όπου επισιτιστική κατάσταση ήταν καλύτερη» θυμάται σήμερα.
Μνήμες βιωμένης ιστορίας
Πέρασαν 5 χρόνια πριν επιστρέψει η Γιανίνα στην Βαρσοβία. Ήταν αγνώριστη. «Τα σπίτια ερείπια, ήταν φοβερό, όλα στάχτη». Ο εικόνες της καταστροφής έχουν μείνει ανεξίτηλες στη μνήμη της. «Βλέπω ακόμη και τώρα αυτό το βουνό από συντρίμμια», θυμάται.. Η Γιανίνα Σούμνα ταξίδεψε στο Βερολίνο για να διηγηθεί τα δεινά της Βαρσοβίας, τις πληγές της και αργότερα την ανοικοδόμησή της. Αφορμή η έκθεση με τον τίτλο «Αφήστε με να μιλήσω για τη Βαρσοβία μου», που διοργανώνει το Ίδρυμα «Μνήμη, Ευθύνη, Μέλλον» και ο σύλλογος «Φίλοι ηλικιωμένων ανθρώπων». Η έκθεση φιλοξενεί ιδιωτικές φωτογραφίες ανθρώπων που ήταν παιδιά όταν ξέσπασε ο πόλεμος, φωτογραφίες του τότε και του σήμερα.Στην Πολωνία ζουν 450.000 άνθρωποι που έζησαν τον πόλεμο και επιβίωσαν. Ο καθένας έχει να διηγηθεί και από μια πονεμένη ιστορία ζωής. Η ναζιστική τρομοκρατία έδρασε από την αρχή στη Βαρσοβία. Κάθε μέρα εκτελέσεις και εκτοπισμούς. Η πείνα θέριζε. Το 1940 οι κατακτητές «μάντρωσαν» του εβραίους της Βαρσοβίας σε γκέτο. Το 1/3 των πολωνών κατοίκων ήταν εβραϊκής καταγωγής, ήταν η μεγαλύτερη εβραϊκή κοινότητα της Ευρώπης. Όμως το γκέτο ήταν ενδιάμεσος σταθμός, οι περισσότερο εκτοπίστηκαν στον στρατόπεδο εξόντωσης στην Τρεμπλίνκα. Το 1943, πριν την διάλυση του γκέτο και τη μεταφορά στο στρατόπεδο, οι κρατούμενοι εξεγέρθηκαν και επί εβδομάδες αντιστάθηκαν στους ναζιστές. Το τέλος ήρθε με την ολοκληρωτική καταστροφή της συνοικίας.
Ισοπέδωση της Βαρσοβίας
Είχε έρθει η ώρα και στον υπόλοιπο πληθυσμό της Βαρσοβίας να προετοιμάζει μεγάλη εξέγερση εναντίον του κατακτητή. Το καλοκαίρι του 1944 σήμανε η ώρα με την είσοδο των Σοβιετικών στα ανατολικά της πόλης Οι πολωνοί αντικαθεστωτικοί είχαν προσχωρήσει στις τάξεις του Κόκκινου Στρατού ελπίζοντας ότι θα βοηθούσαν. Δεν συνέβη. Η εξέγερση κόστισε τη ζωή σε 200.000 ανθρώπους κυρίως αμάχων. Εκτυλίχθηκαν δραματικές σκηνές όταν η Βερμαχτ και τα SS ξεκίνησαν μαζικές εκτελέσεις στις πόλεις Βόλα και Οχότα για να εκφοβίσουν τον πληθυσμό «Οι Γερμανοί έγραφαν τότε στις εκθέσεις τους ότι δεν διέθεταν περισσότερο οπλισμό και πυρομαχικά για την εκτέλεση άλλων χιλιάδων και έστελναν τον κόσμο στα κελάρια για να τους σκοτώσουν με φωτιά και πυραύλους. « Ήταν πιο φτηνό» λέει ο ιστορικός Λούκας Μιχάλσκι από το Ινστιτούτο Εθνικής Μνήμης. Μετά από 63 μέρες έπεσε και η τελευταία σπίθα αντίστασης. Ό,τι ακολούθησε, δε έχει προηγούμενο. Οι Γερμανοί ισοπέδωσαν το κέντρο της Βαρσοβίας. Το βασιλικό ανάκτορο, η παλαιά πόλη και τα πιο σημαντικά οικοδομήματα τινάχθηκαν στον αέρα. Πριν την εξέγερση ζούσαν 700.000 χιλιάδες, μετά μόλις 900 βρέθηκαν να κρύβονται στα ερείπια.Ο δημόσιος διάλογος
Στην Πολωνία γυρίζεται αυτήν την εποχή φιλμ για την εξέγερση. Του χρόνου με την συμπλήρωση 70 χρόνων από την εξέγερση, θα βγει στις κινηματογραφικές αίθουσες με τον τίτλο ‘Η Πόλη του 1944». Πριν από το 1989 το κομμουνιστικό καθεστώς σιώπησε για τα γεγονότα και παρομοίασε του αντιστασιακούς με εχθρούς του σοβιετικού καθεστώτος. Μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού, κάθε πρώτη Αυγούστου, στις 5 το απόγευμα ακριβώς ηχούν οι σειρήνες και οι κάτοικοι κρατούν ενός λεπτού σιγής. Βέβαια ο δημόσιος διάλογος για τη σημασία της εξέγερσης εκείνο το καλοκαίρι του 1944 συνεχίζει να διαιρεί, όπως δείχνει το βιβλίο «Τρέλα ΄44», του συντηρητικού ιστορικού Πίοτρ Τσιχόβιτς.
Πηγή: DW
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου