Ετικέτες

Σάββατο 11 Ιουλίου 2015

Κοιτώντας το δάσος: Η αρχή του τέλους της γερμανικής ηγεμονίας και η δυναμική επάνοδος των ΗΠΑ στα ευρωπαϊκά πράγματα.



imagesτου Αλέξανδρου Δρίβα, Υποψηφίου Διδάκτορα Διεθνών Σχέσεων.
Η εποχή που ξεκίνησε μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, παρουσιάζει πολλές ανισότητες, ανισορροπίες αλλά και αντιφάσεις. Πέραν αυτών που ποσοτικοποιούνται, υπάρχουν και κάποιες αντιστρόφως ανάλογες τάσεις, οι οποίες αγγίζουν την ποιοτική σφαίρα. Μολονότι η πληροφόρηση είναι –με όρους αγοράς- «ανταγωνιστική», παρόλα αυτά, δε συνεισφέρει στην ορθή διανομή του αντίστοιχα ορθού μηνύματος. Όπως η γνώση δεν υποσχέθηκε ποτέ ευτυχία, έτσι και η ενημέρωση δεν μπορεί να υποσχεθεί ορθά εξαγόμενα και συμπεράσματα για τη μελέτη του σύγχρονου και πολύπλοκου κόσμου. Τα όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα, στην Ευρώπη και στον κόσμο, δεν μπορούν να απομονωθούν σε κάποιο «εργαστήριο» και να μελετηθούν αν δεν χρησιμοποιηθούν συνδυαστικοί συλλογισμοί. Αυτή άλλωστε είναι και η δυσκολία της μελέτης των Διεθνών Σχέσεων. Ποιό είναι το μέλλον της Ευρώπης και ποιός ο μελλοντικός ρόλος των ΗΠΑ σε αυτήν;
Η ιστορική αμέλεια των ΗΠΑ και ο επαναπροσδιορισμός της πολιτικής τους για την Ευρώπη.
            Οι ΗΠΑ, ακολούθησαν τα χνάρια μεγάλων στοχαστών και δρώντων του 20ου αιώνα, προκειμένου να αναλάβουν τα ηνία της παγκόσμιας ηγεμονίας, μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Μακίντερ, Κίναν και Μάχαν ήταν κάποιοι από τους στοχαστές που έθεσαν τις γεωπολιτικές βάσεις της αμερικανικής κυριαρχίας. Οι ΗΠΑ, είναι αδύνατο να πάψουν να σκέφτονται και να δρουν γεωπολιτικά.

Η Ε.Ε, (τότε ΕΟΚ) που οι όψιμοι «Ευρωπαϊστές» των ημερών μας ξεχνούν, δημιουργήθηκε εν πολλοίς με την υλική στήριξη του Σχεδίου Μάρσαλ και βέβαια, από την ίδια την αμερικανική πολιτική βούληση που επιχειρούσε να ανασυγκροτήσει γεωπολιτικά τον δυτικό χώρο για να επιτύχει τη σοβιετική ανάσχεση. Το τέλος του διπολισμού μετά το 1991, βρήκε τα κράτη να προσπαθούν να επαναπροσδιορίσουν τις πολιτικές τους, σε έναν κόσμο που η ισχύς έπαυσε να παρουσιάζει κατανομή σε δύο μπλοκς. Ο ψυχροπολεμικός κόσμος, ήταν ιδιαίτερα απλός. Δύο πόλοι και ένας παράγοντας που καθόριζε την ισορροπία αυτών των πόλων, η πυρηνική αποτροπή.
Πριν την σταδιακή οικοδόμηση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, που δεν ήταν τίποτε άλλο από τη δυτική θωράκιση (σε οικονομικό, πολιτικό, ιδεολογικό και γεωπολιτικό επίπεδο) έναντι της ΕΣΣΔ, η Ιστορία, απέδειξε πάλι ακολουθεί μυστήριες οδούς ροής. Η μεγάλη ωφελημένη της αμερικανικής βοήθειας, ταυτιζόταν με τη χώρα που δύο φορές μέσα σε λιγότερο από μισό αιώνα, διεξήγαγε επιθετικούς, ενδοευρωπαϊκούς (για τους «ευρώφιλους») πολέμους. Η πολιτική, σπάνια ακολουθεί τον ηθικό κώδικα και επομένως τη συγχώρεση. Οι ΗΠΑ, ήξεραν οτι με τη μισή Γερμανία να βρίσκεται υπό τον έλεγχο της ΕΣΣΔ, χρειαζόταν η Δυτική Γερμανία να γίνει το δυτικό αντιπαράδειγμα και βέβαια, η ατμομηχανή της δυτικής προόδου στην Ευρώπη. Οι ΗΠΑ και οι άλλοι σύμμαχοι (πολλοί από αυτούς κατεστραμμένοι λίγα χρόνια πριν από τη Γερμανία) διέγραψαν χρέη και μέρη αποζημιώσεων από τη Γερμανία, προκειμένου απερίσπαστο (το δυτικό της τμήμα) να προχωρήσει στο λεγόμενο «γερμανικό θαύμα του Κόνραντ Αντενάουερ». Πράγματι, η αμερικανική πολιτική δικαιώθηκε από τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου, που έφερε τον κατακερματισμό της ΕΣΣΔ.
Ο αμερικανικός υπολογισμός όμως, έμεινε ανολοκλήρωτος λόγω του εύλογου –σε έναν βαθμό- εφησυχασμού που έφερε η απότομη είσοδος στον κόσμο της ειρήνης. Το 1993, στη Συνθήκη του Μάαστριχτ, η Γερμανία για πρώτη φορά, προσπαθεί να κεφαλαιοποιήσει τον ψυχροπολεμικό της ρόλο. Στο άρθρο του, «Επιστροφή στο Μέλλον», ο Τζ.Τζ. Μερσχάϊμερ, λίγο καιρό μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, τολμά να ισχυριστεί κάτι ακατανόητο για εκείνη την εποχή, που στη Δύση, ήταν η εποχή της ευφορίας.Η Ευρώπη, σύμφωνα με τον Μερσχάϊμερ, θα επέστρεφε στους ανταγωνισμους ισχύος που οδήγησαν στον Ά Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι ΗΠΑ, προχώρησαν στο λάθος που σήμερα με την ίδια τους την πολιτική, ουσιαστικά παραδέχονται, για τέσσερις λόγους: Ο πρώτος λόγος, αφορούσε τα μετακομμουνιστικά καθεστώτα και την κοινωνικοποίησή τους στον δυτικό κόσμο μέσα από την Ε.Ε. Η Ε.Ε, θα ήταν το μέσο με το οποίο κράτη που βρίσκονταν στην πάλαι ποτέ σοβιετική σφαίρα επιρροής, το αν η Γερμανία θα ήταν η χώρα που θα οδηγούσε το άρμα, δεν ήταν στρατηγική προτεραιότητα για τις ΗΠΑ. Ο δεύτερος λόγος, ήταν γιατί οι ΗΠΑ, πίστευαν πως η Ε.Ε, θα παρέμενε μια Κοινότητα που θα βασίζεται κυρίως στο εμπορικό δίκαιο και στη διεκδίκηση ήπιων μορφών ισχύος. Η νατοϊκή κάλυψη, καθησύχαζε ακόμη περισσότερο τις ΗΠΑ. Ο τρίτος λόγος οφείλεται στο γεγονός πως οι ΗΠΑ, γνώριζαν πως η Ε.Ε, δε νιώθει απειλή από τις ίδιες και όποιος και αν διεκδικούσε μια περιφερειακή ηγεμονία, δε θα στρεφόταν εναντίον τους σε κανένα επίπεδο. Τέλος, όπως ο Έντουαρντ Λούτβακ έχει παραδεχτεί, οι ΗΠΑ εκείνη την εποχή, είχαν πρόβλημα να αναγνωρίσουν τους εχθρούς και τους συμμάχους τους. Ακολουθώντας το δόγμα «ό,τι πληρώνεται, δεν επιτίθεται», οι ΗΠΑ αγνόησαν βασικά μαθήματα Ιστορίας, τουλάχιστον, Ευρωπαϊκής Ιστορίας.
Η επάνοδος της Γερμανίας.
Προς εξήγηση των παραπάνω αλλά και των ακόλουθων, δεν υπάρχει και ούτε επιχειρείται να υπάρξει «ηθικός στιγματισμός». Η Γερμανία άλλωστε, όπως προείπαμε, αποτελεί ευρωπαϊκό πρόβλημα και τα προβλήματα, έχουν λύσεις.
Από την όγδοη δεκαετία του 19ου αιώνα, η Γερμανία, δεν έχει πάψει να απασχολεί την ευρωπαϊκή πολιτική, σε όλα τα επίπεδα, σε βαθμό που δεν θα είναι καθόλου συναισθηματικό ή υπερβολικό, να χαρακτηρίσουμε το Βερολίνο ως ευρωπαϊκό πρόβλημα. Προκαλώντας έναν Παγκόσμιο Πόλεμο (Α’) που συνεχίστηκε με τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Γερμανία δεν κατόρθωσε ποτέ ως κοινωνία και ως πολιτεία να ξεπεράσει το εφηβικό σύμπλεγμα της επίτευξης των «πρωτείων» σε απόλυτο και ολοκληρωτικό βαθμό. Η σημερινή Γερμανία, επιδιώκει ό,τι και στις αρχές των δύο Παγκόσμιων Πολέμων, με άλλα μέσα. Η Γερμανία, επιδιώκει την ατέρμονο οικονομική της ανάπτυξη, επιθυμώντας να μειώσει (και σε μερικές περιπτώσεις να εξαφανίσει) τα συγκριτικά πλεονεκτήματα των χωρών στις οποίες επικυριαρχεί μέσα από την Ε.Ε ενώ παράλληλα, με την αρωγή της Ευρωζώνης, να ελέγξει μεγάλο μέρος του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Στο Καταστατικό της ΕΚΤ, θα δει κάποιος πως ένας από τους στόχους της, είναι ο έλεγχος του πληθωρισμού, μια έννοια φετίχ για τη γερμανική οικονομική πολιτική.
Η αντιμετώπιση της Ελλάδας και του δημοσιονομικού της προβλήματος μέσα από την Ε.Ε, από πλευράς της Γερμανίας, κατέδειξε με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο πως οι μισές αρχές της Ε.Ε όπως αυτές αναγράφονται στο Κοινοτικό Δίκαιο, δεν έχουν πραγματική βάση. Η αποκάλυψη των μέσων και των στόχων της γερμανικής πολιτικής ενώπιον όλων των άλλων ευρωπαϊκών εθνών – κρατών και των λαών τους. Η γερμανική ηγεσία, προσπάθησε να στραγγαλίσει οικονομικά μια χώρα της οποίας οι εγγενείς παθογένειες, γίναν άλλοθι για να της επιβληθεί μια σκληρή, παραδειγματική και προτεσταντικού τύπου, τιμωρία. Η γερμανική κυβέρνηση, με το επικάλυμμα του «φεντεραλισμού» και την κατ’ όνομα δημοκρατικότητα της Ε.Ε, προσπάθησε με αυτόν τον οικονομικό στραγγαλισμό, να ρίξει μια κυβέρνηση άλλου ευρωπαϊκού έθνους-κράτους, που ανήκει στην Ε.Ε. Η αρχή της αλληλεγγύης και της καλής κοινοτικής πίστης, με γερμανική εφαρμογή. Πληθώρα δημοσιευμάτων γερμανικών εφημερίδων, που στάζουν χολή για την Ελλάδα από το 2009, αποδεικνύουν με τον πιο πειστικό τρόπο οτι η Γερμανία, είναι για άλλη μια φορά η ακατάλληλη δύναμη, την πιο ακατάλληλη χρονική στιγμή για να αναλάβει την ευθύνη μιας περιφερειακής ηγεμονίας. Η erga omnes et omnia κατηγορία και καταδίκη από την πλευρά της Γερμανίας και μεγάλου μέρους του γερμανικού λαού (σύμφωνα με γερμανικές μετρήσεις, στο ερώτημα «αν θα δίνατε μια δεύτερη ευκαιρία στην κυβέρνηση Τσίπρα» το 91% των Γερμανών πολιτών, απάντησε αρνητικά) εναντίον της Ελλάδας, φέρνει στο νου ένα πολύ βαθύ και σημαντικό ερώτημα. Αν η ίδια η γερμανική πολιτεία και η γερμανική κοινωνία, κατάφεραν από κοινού (καθώς κράτος και πολίτης στη Γερμανία είναι έννοιες στενά δεμένες) να ξεπεράσουν τις ενοχές τους. Επιπρόσθετα, αν όλη αυτή η οργανωτικότητα και η πειθαρχία, κατάφεραν να εντάξουν την ευρύτερη ανρθωποκεντρική αντίληψη για τα όσα διαδραματίζονται στην τύποις, Ε.Ε.
Η πρόωρη αποτυχία του γερμανικού σχεδίου.
Όπως προαναφέρθηκε, το κείμενο δεν έχει επ’ ουδενί στόχο να καταδικάσει αλλά να αναδείξει πτυχές του διαχρονικού γερμανικού προβλήματος και να εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους η γερμανική υπερεπέκταση και η δύστροπη διαχείριση της ισχύος της, την έφεραν προ τετελεσμένων γεγονότων.
Η Γερμανίδα Καγκελάριος, τρεις μήνες περίπου πριν, αποκάλυψε (αν εννοούσε όσα έλεγε δημόσια) το μεγάλο γερμανικό πρόβλημα στη χάραξη στρατηγικής και στην εν γένει έλλειψη στρατηγικής κουλτούρας. Η Κυρία Μέρκελ, όταν ρωτήθηκε για την Ουκρανία και τα ζητήματα που απο αυτήν απορρέουν και το αν θα χρειαστεί μια κάποιου τύπου παρέμβαση, απάντησε «Η εμπειρία του Ψυχρού Πολέμου, μας έδειξε οτι περιμέναμε περίπου μισό αιώνα και τελικά δικαιωθήκαμε. Η υπομονή, είναι αυτή που κέρδισε». Είναι εξαιρετικά ανησυχητικό όταν η ηγέτιδα της ισχυρότερης χώρας της Ευρώπης, ξεδιπλώνει ένα τέτοιο σκεπτικό. Με άλλα λόγια, στη δήλωση της Γερμανίδας Καγκελαρίου, η έλλειψη πλάνου, χρησιμοποιεί το προκάλυμμα της επίκλησης ενός Πολέμου, που πρώτον, δεν αναλήφθηκε – «πληρώθηκε» από την ίδια και δεύτερον, δεν έχει κάποια άμεση σχέση ο τύπος του ψυχροπολεμικού κόσμου με τον σημερινό. Η Ουκρανία, το συνεχώς εξελισσόμενο πρόβλημα της δραστηριότητας του Ισλαμικού Κράτους εντός χωρών που ανήκουν στην Ε.Ε, η άνοδος ακραίων ευρωσκεπτικιστικών κομμάτων στην πλειονότητα των ευρωπαϊκών χωρών, η αδράνεια σε ζητήματα μεταναστευτικής πολιτικής ενώ ο εφιάλτης της Συρίας συνεχίζεται, η προβληματική Ευρωζώνη και η επιδείνωση του ευρωπαϊκού βιοτικού επιπέδου, αποδεικνύουν οτι η γερμανική ηγεμονία έχει ήδη αποτύχει οικτρά στο να διαχειριστεί αποφασιστικά προβλήματα της Ε.Ε αλλά και της γειτονιάς της.
Σε λίγους μήνες, η Γερμανία θα κληθεί να αντιμετωπίσει τις ισπανικές εκλογές. Μέσα στο ερχόμενο έτος, πιθανό είναι να αντιμετωπίσει και το θέμα της Βρετανικής εξόδου από την Ε.Ε. Η γερμανική αδράνεια και ταυτόχρονα η άρνηση του Βερολίνου να «πληρώσει» για να λύσει προβλήματα, αποδεικνύει οτι η γερμανική ηγεμονική αντίληψη περί ιδανικού ηγεμόνος, είναι η άντληση ισχύος που αντί να παρέχει συλλογικά αγαθά, προσπαθεί να λειτουργήσει κατασταλτικά, χρησιμοποιώντας μάλιστα επικίνδυνα μέσα για να διατηρήσει αυτό το αποτυχημένο μοντέλο διοίκησης ενός οργανισμού, της Ε.Ε (π.χ προσπάθεια για να ανατρέψει την ελληνική κυβέρνηση ή την υποστήριξη ναζιστικών κινημάτων στην Ουκρανία).
Οι ΗΠΑ και η εκ των πραγμάτων επάνοδός τους στην Ευρώπη.
Έπειτα από τις αποτυχημένες παρεμβάσεις ανά τον κόσμο, οι ΗΠΑ, έχουν αποφασίσει να ακολουθήσουν μια «Βυζαντινού τύπου» εξωτερική πολιτική. Ο στόχος των ΗΠΑ, αποτελεί αναμφίβολα η ενίσχυση της παρουσίας τους στην Ανατολική Ασία που ως περιφέρεια είναι πιθανότερο να αναδείξει την επόμενη αναθεωρητική δύναμη του υφιστάμενου διεθνούς status quo, την Κίνα. Αυτό που δεν επιχειρήθηκε να γίνει σαφές, είναι πως η μετατόπιση του κέντρου βάρους γεωπολιτικής ισχύος προς την Ανατολική Ασία, προϋποθέτει όπως και στον Ψυχρό Πόλεμο, τη συνεργασία της Ευρώπης, της σημερινής Ε.Ε.
Είναι πλέον ξεκάθαρο για τις ΗΠΑ πως η Γερμανία είχε τελικά τη δική της ατζέντα και πως οι υπολογισμοί των Αμερικανών αποδείχθηκαν λανθασμένοι, για τους λόγους που παραθέσαμε παραπάνω. Η Γερμανία, μέχρι και πριν την ουκρανική κρίση, φιλοδοξούσε να εμβαθύνει τις γερμανο-ρωσικές σχέσεις αλλά και τις σινο-γερμανικές. Η Καγκελάριος Μέρκελ, το 2012, είχε δηλώσει σε συνέντευξή της στην ελληνική τηλεόραση πως «Πρέπει να γίνουμε πιο ανταγωνιστικοί στην Ε.Ε, αν θέλουμε να ανταγωνιστούμε νέες δυνάμεις όπως είναι το Μεξικό». Με άλλα λόγια, χαμηλό κόστος εργασίας, που σημαίνει υποκατάσταση των εισαγωγών και πτώση της ζήτησης και τόνωση των εξαγωγών, των γερμανικών εξαγωγών. Η Γερμανία, είχε θέσει έναν οικονομικά κοντόφθαλμο στόχο. Η σταδιακή κινεζική αλλαγή αναφορικά με την οικονομία (νομή του πλούτου προς την εσωτερική κατανάλωση και ο περιορισμός των υπέρογκων κινεζικών εξαγωγών) οδήγησε τη Γερμανία στο να αποφασίσει να στρέψει τις εξαγωγές της προς την αναδυόμενη κινεζική αστική τάξη. Με τη χρήση ξένων άμεσων επενδύσεων που θα μπορούσαν να γίνουν εντός Ε.Ε, σε χώρες όπως η Ελλάδα που έχουν έντονα δημοσιονομικά προβλήματα και με την πτώση των μισθών, η Γερμανία θα μπορούσε να καλύπτει την ενεργειακή της ασφάλεια από τη Ρωσία, να παράγει εντός της Ε.Ε και τελικά να εξάγει σε αγορές της Ασίας. Η ολοκλήρωση ενός τέτοιου σχεδίου, βγάζει εκτός οικονομικού κάδρου τις ΗΠΑ.
Ενώ η Ε.Ε, αντιμετωπίζει όλα αυτά τα προβλήματα που αναφέρθηκαν παραπάνω, μεταξύ Ε.Ε και ΗΠΑ, διεξάγονται διαπραγματεύσεις για τη δημιουργία μιας εμπορικής συμφωνίας μεταξύ ΗΠΑ και Ε.Ε. Πρόκειται για τη λεγόμενη Διατλαντική Συνεργασία Εμπορίου και Επενδύσεων (TTIP Transatlantic Trade & Investments Partnership). Οι ΗΠΑ, επιθυμούν μια πιο επεκτατική δημοσιονομική πολιτική από πλευράς Γερμανίας και ΕΚΤ στην Ε.Ε. Η διαφορά φιλοσοφίας πάνω στην επίλυση των οικονομικών κρίσεων μεταξύ ΗΠΑ και Γερμανίας, είναι τεράστια. Ο γνωστός νομπελίστας οικονομολόγος, Πωλ Κρούγκμαν, τον οποίο ο Κύριος Σόϊμπλε χαρακτήρισε πρόσφατα «αρθρογράφο», ίσως έχει απεικονίσει πιο εύστοχα από τον οποιονδήποτε την αμερικανική φιλοσοφία διαχείρισης οικονομικών κρίσεων : «Αν είστε σε ύφεση, φτιάξτε δρόμους, και ας μη χρειάζονται». Οι αμερικανικές εμπειρίες, στηριγμένες στο New Deal που ακολούθησε τη λαίλαπα του 1929 και του πακέτου Μάρσαλ, είναι αντίθετες με το σύνδρομο του πληθωρισμού, το οποίο βαραίνει τη γερμανική πολιτική. Η Ουάσινγκτον, έχει και εκείνη τα δικά της οικονομικά προβλήματα. Μεγάλο ποσοστό των αμερικανικών νοικοκυριών, κινδυνεύει να μείνει χωρίς στέγη, λόγω του προ 2008, τεράστιου ιδιωτικού δανεισμού. Το χρέος των ΗΠΑ, ανάγεται σε 15 –περίπου- τρις δολάρια.
Όπως ο Κέϋνς απέδειξε, τα ελλείμματα και τα πλεονάσματα, μετατρέονται σε παίγνια μηδενικού αθροίσματος μεταξύ των χωρών και η κατάληξή τους, είναι ο πόλεμος. Προς το συμφέρον των ΗΠΑ, είναι χώρες σαν τη Γερμανία (και την Κίνα) να δαπανήσουν περισσότερο χρήμα από αυτό που αποταμιεύουν. Διαγραφές, απομειώσεις και αναδιαρθρώσεις χρεών αρκετών χωρών της Ευρωζώνης (μεταξύ αυτών η Ελλάδα) θα αναγκάσουν κατ’ ουσίαν τη Γερμανία να προβεί σε δημοσιονομική επέκταση μιας και είναι η ισχυρότερη οικονομία της Ε.Ε. Η δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού ΔΝΤ, θα απεγκλώβιζε τις ΗΠΑ (και άλλες αναδυόμενες οικονομίες) από τη συμμετοχή στον δανεισμό χωρών της Ε.Ε. Η προσπάθεια για αναθέρμανση της παραγωγικότητας των ΗΠΑ και η ανάγκη να αποκτήσουν έναν εμπορικό εταίρο προκειμένου να αντιμετωπίσει σε οικονομικό επίπεδο τις ασιατικές προκλήσεις, καθιστούν την επάνοδο των ΗΠΑ στα ευρωπαϊκά πράγματα, αναγκαία. Μια πιθανή επεκτατική δημοσιονομική πολιτική από πλευράς της Ε.Ε σε συνδυασμό με το αβέβαιο και προβληματικό μέλλον της κινεζικής οικονομίας, θα ματαιώσει σε έναν βαθμό τις εξαγωγικές επιδιώξεις της Γερμανίας και θα αναγκάσει το Βερολίνο να κοιτάξει πιο σοβαρά την Διατλαντική Συνεργασία Εμπορίου και Επενδύσεων της οποίας οι διαπραγματευτικές διαδικασίες, έχουν προσωρινά παγώσει.
Οι ΗΠΑ στη Μεσόγειο και ο Lord Ismay.
Η Ε.Ε, σε περίπτωση που ακολουθήσει τη νέα γερμανική πολιτική εμβάθυνσης, δημιουργεί προβλήματα στις ΗΠΑ που θεωρούν τη Μεσόγειο ως προγεφύρωμα για οποιαδήποτε δραστηριότητα στις περιοχές της Μέσης Ανατολής, της Ευρασίας και τελικά, της Ανατολικής Ασίας. Οι γεωπολιτικές και γεωοικονομικές προτεραιότητες των ΗΠΑ, σε συνδυασμό με την προέλαση του Ισλαμικού Κράτους και τη γενική αστάθεια στη Βόρεια Αφρική και στη Μέση Ανατολή, καθιστά κράτη όπως είναι η Ισπανία, η Γαλλία, η Ιταλία και η Ελλάδα, απαραίτητους συμμάχους. Η περίπτωση της Βρετανίας και το κατά πόσον θα απομακρυνθεί περισσότερο από την Ε.Ε, αποτελεί έναν ξεχωριστό παράγοντα για τα όσα πρόκειται να γίνουν στο απώτερο μέλλον. Τα προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει η γερμανική Ευρώπη, θα ενταθούν σε περίπτωση που η Βρετανία και -πιθανόν μια πιο δυναμική έναντι των γερμανικών επιδιώξεων , Γαλλία- και έτσι, είναι πιθανόν να δικαιωθεί η φράση του Lord Ismay, που αφορούσε τη δημιουργία του ΝΑΤΟ στα μισά του περασμένου αιώνα: «Το ΝΑΤΟ, φιλοδοξεί να κρατήσει τις ΗΠΑ εντός πραγμάτων, τη Ρωσία εκτός πραγμάτων και τη Γερμανία χαμηλά».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου