Ετικέτες

Παρασκευή 27 Φεβρουαρίου 2015

Πύραυλοι κρουζ, βαλλιστικά βλήματα και UAV - τουρκικά θαυματουργά όπλα


Πύραυλοι κρουζ, βαλλιστικά βλήματα και UAV - τουρκικά θαυματουργά όπλα


H Tουρκία συνεχίζει να προωθεί το πρόγραμμα για τον εκσυγχρονισμό των ενόπλων δυνάμεών της. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου οι στρατιωτικοί της Τουρκίας επικεντρώθηκαν στη διατήρηση ενός μεγάλου στρατού, ικανού στην υπεράσπιση ενάντια μιας πιθανής εισβολής του Συμφώνου της Βαρσοβίας.

Αρχίζοντας λίγο μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, ο τουρκικός στρατιωτικός σχεδιασμός άρχισε να παίρνει τα πρώτα μέτρα για να παρατάξει έναν μικρότερο και περισσότερο επαγγελματικό στρατό. Το 1991, η αποκάλυψη για το προηγμένο πρόγραμμα πυρηνικών όπλων του Ιράκ ήταν μια στιγμή μεταμόρφωσης στον τουρκικό αμυντικό σχεδιασμό. Σε αυτές τις μεταρρυθμίσεις έχει συμπεριληφθεί η διαρκή δέσμευση για την ανάπτυξη και κατασκευή πυραύλων κρουζ (οριζόντιας πλεύσης) και πυραύλων βαλλιστικής τροχιάς.

Το πρόγραμμα πυραύλων κρουζ, ενώ είναι ακόμα στο νηπιακό στάδιο, προορίζεται να δώσει τη δυνατότητα να πληγούν με ακρίβεια μια ποικιλία στόχων στην τουρκική γειτονιά. Ο σκοπός του προγράμματος βαλλιστικών πυραύλων έχει ένα διαφορετικό πεδίο εφαρμογής, με απώτερο στόχο να δοθεί στις Tουρικές Ένοπλες Δυνάμεις (ΤΕΔ) μεγαλύτερη ευελιξία για επιθέσεις κατά στόχων επιφανείας.

Αυτά τα δύο προγράμματα εξελίσσονται παράλληλα με τις προσπάθειες της Τουρκίας στην ανάπτυξη μη επανδρωμένων εναέριων οχημάτων (UAV), για τα οποία η Άγκυρα πιστεύει ότι είναι ζωτικής σημασίας για την αποτελεσματικότερη καταπολέμηση του Κουρδικού Εργατικού Κόμματος (ΡΚΚ).

Η Άγκυρα παρέμεινε επίσης προσηλωμένη στην αγορά ενός συστήματος βαλλιστικής άμυνας. Η Τουρκία, παρά το γεγονός ότι έχει αγοράσει μικρής εμβέλειας πυραύλους επιφανείας-αέρος, δεν έχει επί του παρόντος κανένα σύστημα αντιμετώπισης βαλλιστικών πυραύλων ή πυραύλων κρουζ.

Όπως στην περιοχή συνεχίζεται να αυξάνεται το οπλοστάσιο αυτής της κατηγορίας, κυρίως με βάση τον πύραυλο Scud, η Τουρκία συνεχίζει να αναζητεί τρόπους για να υπερασπιστεί την επικράτειά της. Έτσι, η απόκτηση πυραυλικής άμυνας, σε συνδυασμό με την ικανότητα να πλήξει μακρινούς στόχους με ακρίβεια, παραμένουν να αποτελούν υψηλή προτεραιότητα για τις ΤΕΔ.

Ωστόσο, τα πυραυλικά προγράμμα της Τουρκίας εξακολουθούν να εξαρτώνται από την βοήθεια ξένων προμηθευτών και πρόσφατα επιδιώκονται να ολοκληρωθούν με τον βαθμό του επειγόντως από την τουρκική κυβέρνηση.

Παρ 'όλα αυτά, η Άγκυρα είναι πρόθυμη να επεκτείνει αυτό το χρονοδιάγραμμα, εάν είναι να επιτευχθεί ο στόχος της εγχώριας ανάπτυξης και παραγωγής των πυραύλων. Ως εκ τούτου, η Άγκυρα είναι πιθανό να συνεχίσει τις προσπάθειές της για την εξασφάλιση ευνοϊκών συμφωνιών μεταφοράς τεχνολογίας από ξένους προμηθευτές, σε αντάλλαγμα για συνεργασίες παραγωγής.

Αυτή η στάση υποδηλώνει ότι η Άγκυρα, ενώ έχει την πρόθεση της ενίσχυσης των δυνατοτήτων των ΤΕΔ, παραμένει προσηλωμένη στην υλοποίηση των μακροπρόθεσμων στόχων της για να γίνει στρατιωτικά πιο ανεξάρτητη. Έτσι, το πυραυλικό πρόγραμμα έχει δύο σκοπούς:

(1) να αυξήσει τις δυνατότητες της τουρκικής άμυνας, δίνοντας στις ΤΕΔ περισσότερες επιλογές για να πλήξει στόχους

(2) ενίσχυση του μεγάλου, αλλά σχετικά μη ανταγωνιστικού, αμυντικού τομέα της Τουρκίας.

Προς ένα νέο στρατιωτικό δόγμα - πύραυλοι κρουζ και UAV

Για ένα μεγάλο μέρος της ιστορίας της η Τουρκική Δημοκρατία ασχολείται με την καταπολέμηση των Κούρδων ανταρτών. Οι μάχες επιβραδύνονται κατά γενικό κανόνα τους χειμερινούς μήνες και αρχίζουν να εντείνοται και πάλι την άνοιξη και το καλοκαίρι. Ο τουρκικός στρατός έχει εντείνει τις προσπάθεις για να συνεχίσει τις δραστηριότητές του όλο τον χρόνο, σε όλες τις καιρικές συνθήκες, και κατά τη διάρκεια της νύχτας.

Για την αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων, οι ΤΕΔ έχουν επενδύσει για να κατοχυρωθούν στρατιωτικά συστήματα σχεδιασμένα για να αυξήσουν την ικανότητά της παρακολούθησης του PKK και να επιτεθούν κατά στόχων σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα.

Όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες επέκτειναν την παραγωγή τους και την εξάρτηση από μη επανδρωμένα αεροσκάφη, οι Τούρκοι στρατιωτικοί σχεδιαστές έχουν ακολουθήσει, και έχουν εντοπίσει τα UAV ως κρίσιμη συνιστώσα για τον αγώνα κατά του PKK.

Η Τουρκία άρχισε τις έρευνες UAV στις αρχές του 1990. Σε αυτές τις πρώιμες προσπάθειες περιλαμβάνονται εργασίες σχετικά με το σχεδιασμό του αεροσκάφους, συστήματα λογισμικού και επικοινωνιών, εργασίες σχετικά με το πώς ενσωματώνονται καλύτερα τα συστήματα επανδρωμένων αεροσκαφών σε αυτά των μη επανδρωμένων.

Η αρχική έρευνα και ο σχεδιασμό της Τουρκίας κορυφώθηκε στο διαγωνισμό του 2004 για την παραγωγή από ένα μέσου υψομέτρου μεγάλης αντοχής (MALE) UAV.

Οι ΤΕΔ όρισαν ότι το UAV πρέπει να είναι εφοδιασμένο με κάμερες ικανές για εποπτεία σε όλες τις καιρικές συνθήκες, καθώς και την ικανότητα να πετούν πάνω από 30.000 πόδια για τουλάχιστον 24 ώρες.

Η σύμβαση ανατέθηκε στην Turkish Aersospace Industries (TAI), η οποία έκτοτε ονόμασε αυτό το πρόγραμμα UAV Anka.

Αν και σε γενικές γραμμές οι Τούρκοι μηχανικοί έχουν κυκλοφορήσει λίγες πληροφορίες σχετικά με την ανάπτυξη του UAV, οι κατά καιρούς εκθέσεις γύρω από το πρόγραμμα δείχνουν ότι το Anka δεν έχει επιτύχει καλές επιδόσεις κατά τη διάρκεια των δοκιμών. Το αεροσκάφος φέρεται να συνετρίβη πολλαπλές φορές, γεγονός που υποδηλώνει ότι έχει προβλήματα σταθερότητας. Αποκορύφωμα αυτών των δυσλειτουργειών, οι πρόσφατες επίσημες αναφορές για την δεύτερη ολική απώλεια των συνολικά πέντε πρωτότυπων αεροσκαφών.

Παρ 'όλα αυτά, στις ΤΕΔ ισχυρίζονται ότι έχουν χρησιμοποιήσει το AΝΚΑ για έναν περιορισμένο αριθμό εξορμήσων στα νοτιοανατολικά της Τουρκία και στο Βόρειο Ιράκ.

Η TAI έχει ανακοινώσει σχέδια για την κατασκευή μιας ένοπλης παραλλαγής, πρόσφατα σημειώθηκε η πρώτη πτήση, και ελπίζει να εξάγει το Anka στο εγγύς μέλλον.

Η Τουρκία προσπάθησε επίσης να αγοράσει ένα αριθμό διαφορετικών UAV από ξένους προμηθευτές, από το Ισραήλ και τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η Τουρκία έχει εισάγει για πρώτη φορά το 1995 το Gnat της General Atomics. Το UAV σχεδιάστηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και χρησιμοποιείται από τις Ηνωμένες Πολιτείες για την επιτήρηση κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990, αλλά αυτό τo σύστημα πληροφοριών, παρακολούθησης και αναγνώρισης (ISR) αντικαταστάθηκε τελικά από το Predator. Η Τουρκία έχει εισάγει 22 Gnat και σήμερα εκτιμάται ότι είναι ακόμη σε χρήση ένας περιορισμένος αριθμός για τις αποστολές στα νοτιοανατολικά της επικράτειάς της.

Η Τουρκία αγόρασε επίσης τα ισραηλινής κατασκευής Aerostar, Heron και Searcher. Οι ΤΕΔ στηρίχθηκαν σχεδόν αποκλειστικά στo Heron για την παρακολούθηση των στόχων του ΡΚΚ στα νοτιοανατολικά της Τουρκίας και στα σύνορα με το Ιράκ, τη Συρία και το Ιράν.

Το Heron είναι ένα UAV κατηγορίας MALE ικανό να λειτουργεί σε υψόμετρο από 10.000 έως 30.000 πόδια έως 52 ώρες.

Η Άγκυρα ολοκλήρωσε την πρώτη συμφωνία για την προμήθεια αυτού του μη επανδρωμένου αεροσκάφους το 2005, αλλά η παράδοση καθυστέρησε μέχρι το 2010. Η καθυστέρηση στην παράδοση οφείλεται σύμφωνα με πληροφορίες σε προβλήματα ενσωμάτωσης τουρκικής κατασκευής εξαρτημάτων στην ισραηλινή άτρακτος. Ειδικότερα, ο πυργίσκος E/O της Aselsan που καλείται Aselfir 300T και ζυγίζει 93 κιλά, το οποίο είναι σημαντικά περισσότερο από τους 66-70 κιλών πυργίσκους της σειράς IAI MΟSP που χρησιμοποιούνται από τους Ισραηλινούς, ή τον αντίστοιχο 70 κιλών σύστημα AAS-52 που μεταφέρεται από το Predator.

Το προστιθέμενο βάρος περιορίζει σύμφωνα με πληροφορίες το ανώτατο όριο λειτουργίας και την διάρκεια παραμονής στον αέρα του Heron, ειδικότερα αρκετά κάτω από το όριο που τέθηκε στην αρχική τουρκική προσφορά. Η ισραηλινή κοινοπραξία προσπάθησε να αντισταθμίσει το προστιθέμενο βάρος αυξάνοντας την ισχύς του κινητήρα.

Για να βοηθήσει στην κάλυψη των άμεσων αναγκών των ΤΕΔ, η Τουρκία μισθώνει τρία Αerostar UAV το 2007. Τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη ήταν να παραδοθούν το 2008 και χρησιμοποιήθηκαν ως προσωρινή λύση μέχρι να παραδοθεί το Heron το 2010.

Το Ισραήλ έστειλε επίσης ομάδες τεχνικών στην την Τουρκία για να εκπαιδεύσει το προσωπικό στις ΤΕΔ, αλλά στάλθηκαν πίσω τον Ιούνιο του 2010, μετά το περιστατικό με το πλοίο Mavi Marmara.

Η Τουρκία έχει επίσης καταστήσει ως προτεραιότητα να αποκτήσει το σύστημα Predator από τις ΗΠΑ. Η Άγκυρα φέρεται να έχει ζητήσει τέσσερα General Atomics MQ-1 Predator και έξι MQ-9 Predator, ορισμένα με ένοπλη ικανότητα.

Αρχικά αναφέρθηκε ότι ο Αμερικανός Πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα υποστηρίζει την τουρκική αίτηση, αλλά στη συνέχεια Τούρκοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι είχαν αναφέρει ότι το Κογκρέσο στις ΗΠΑ είναι απίθανο να δώσει τη συγκατάθεσή του σε οποιαδήποτε συναλλαγή που περιλαμβάνει ένοπλα UAV, λόγω των ταραγμένων σχέσεων της Τουρκίας με το Ισραήλ.

Επιπλέον, η Τουρκία θα πρέπει επίσης να συμφωνήσει με τους πολλούς περιορισμούς στην πολύπλοκη εξαγωγική νομοθεσία των Ηνωμένων Πολιτειών. Υπάρχουν ενδείξεις ότι στις ΗΠΑ εργάζονται για τον εξορθολογισμό αυτών των νομοθετικών περιορισμών για μια νέα νομοθεσία που αποσκοπεί στην χαλάρωση των εξαγωγικών περιορισμών των άοπλων UAV.

Η Άγκυρα συνεχίζει να πιέζει τις ΗΠΑ να συμφωνήσουν στην πώληση της ένοπλης έκδοσης του Predator. Οι προσπάθειες της Τουρκίας, ωστόσο, είναι απίθανο να ευοδώσουν. Η Άγκυρα θα πρέπει συνεπώς να συνεχίσει να προσπαθεί να αναπτύξει εγχώρια την ένοπλη παραλλαγή του AΝΚΑ.

Παρ 'όλα αυτά, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν συμφωνήσει να παρέχουν στην Τουρκία τέσσερα άοπλα Predator. Τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη που σταθμεύουν στην αεροπορική βάση Ιντσιρλίκ λειτουργούν με προσωπικό των Αμερικανών. Τα UAV χρησιμοποιούνται για την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων του PKK και έχουν χρησιμοποιηθεί για να βοηθήσουν στον εντοπισμό στόχων για τις αεροπορικές επιδρομές.

Τα συστήματα αυτά παραμένουν υπό τον έλεγχο των Ηνωμένων Πολιτειών, παρόλο που έχουν αναπτυχθεί στην Τουρκία και χρησιμοποιούνται για στρατιωτικές αποστολές των Τούρκων.

Παράλληλα με τις προσπάθειες ανάπτυξης και απόκτησης UAV, η Τουρκία έχει επίσης επενδύσει σε ένα πρόγραμμα πυραύλων κρουζ.

Η Τουρκία αγόρασε τον πρώτο πύραυλο αυτής της κατηγορίας στις ΗΠΑ, το βλήμα κατά πλοίων Harpoon, το 1986. Ο πύραυλος έχει μια εμβέλεια μεγαλύτερη από 96 χιλιόμετρα και χρησιμοποιείται για παράκτια άμυνα εναντίον πλοίων επιφανείας. Οι ΤΕΔ έχουν επίσης αγοράσει 25 βλήματα κατά πλοίων MM-38 Exocet από τη Γαλλία το 2000. Ο πύραυλος έχει μια εμβέλεια από 40 χιλιόμετρα, και ο κινητήρας του φέρεται να έχει γίνει η βάση για τα εγχώρια τουρκικά προγράμματα στροβιλοκινητήρων.

Το ενδιαφέρον των Τούρκων στην προμήθεια πυραύλων από το εξωτερικό βρήκε εμπόδιο την διεθνή κατακραυγή στο θέμα των ανρθωπίνων δικαιωμάτων της Άγκυρας και οι απαιτήσεις για την μεταφοράς τεχνολογίας είχαν περιορισμένη ανταπόκριση. Έτσι, στα τέλη του 1990, η Τουρκία στράφηκε περισσότερο προς το Ισραήλ για πολλά περισσότερα προηγμένα στρατιωτικά συστήματα.

Το 1997 η τουρκική Roketsan και η ισραηλινή Rafael υπέγραψαν μια συμφωνία για την από κοινύ παραγωγή του πυραύλου κρουζ Popeye-II. Ο αερομεταφερόμενος πύραυλος έχει ένα εύρος 150 χιλιομέτρων. Ενώ λίγα είναι γνωστά για το πρόγραμμα παραγωγής, το 1998 η Τουρκία παρήγγειλε 46 AGM-142A/Popeye. Aυτά τα βλήματα με εμβέλεια 80 χιλιομέτρων παραδόθηκαν το 2002, και εξοπλίζουν τα αεροσκάφη F-4.

Οι ΤΕΔ αγόρασαν επίσης 108 ισραηλινά Harpy UAV το 1999. Το μη επανδρωμένο σύστημα είναι σχεδιασμένο για επίθεση για να καταστρέψει την αεράμυνα. Το σύστημα είναι προγραμματισμένο να περιφέρεται στον ουρανό αναζητώντας τις εκπομπές ραντάρ του εχθρού. Μόλις προσδιοριστεί ο στόχος, το Harpy εισέρχεται σε προφίλ επίθεσης και κάνει μια βουτιά προς το στόχο. Η κεφαλή του UAV έχει σχεδιαστεί για να εκραγεί σε απόσταση λίγων μέτρων πάνω από το στόχο για να μεγιστοποιηθεί η ακτίνα έκρηξης και εξασφαλιστεί η καταστροφή της κεραίας του ραντάρ.

Για να βοηθήσει στην κάλυψη των εγχώριων αναγκών και με στόχο να γίνει λιγότερο εξαρτημένη από ξένους προμηθευτές στρατιωτικού εξοπλισμού, η τουρκική κυβέρνηση έχει επενδύσει κεφάλαια στην έρευνα και την ανάπτυξη εγχώριων πυραύλων κρουζ.

Το ινστιτούτο έρευνας και ανάπτυξης TÜBİTAK έλαβε μια σύμβαση για την ανάπτυξη του πυραύλου κρουζ αρθρωτής αρχιτεκτονικής (Modular Stand Off Missile) SOM. Το πρόγραμμα ξεκίνησε το 2006 και η πρώτη δοκιμή πτήσης διεξήχθη πάνω από τη Μαύρη Θάλασσα το 2010. Ο πύραυλος εξαπολύθηκε από ένα F-4 το 2011 και φέρεται να έχει πετάξει 185 χιλιόμετρα μακριά προς τον προγραμματισμένο στόχο. Ο πύραυλος SOM τροφοδοτείται από τον γαλλικό στροβιλοκινητήρα Microturbo TR-40.

Το 2011 η Τουρκία έχει συνάψει μια σύμβαση για την Kale Aero για την τοπική παραγωγή του αντικαταστάτη του στροβιλοκινητήρα. Ο κινητήρας αναμένεται να συνδυάσει τα καλύτερα χαρακτηριστικά του TR-40 με συστήματα πιστεύεται ότι είναι παρόμοια με την σειρά Teledyne CAE J402 που εξοπλίζει τον Ηarpoon.

Η Τουρκία έχει υποδηλώσει ότι προτίθεται να επεκτείνει το εύρος του SOM μέχρι 1.500 χιλιόμετρα.

Πρόγραμμα βαλλιστικών πυραύλων - από μη κατευθυνόμες ρουκέτες σε πυραύλους πεδίου μάχης

Η Τουρκία έχει αναπτύξει πυραύλους και μη κατευθυνόμενους πυραύλους από το 1980.

Η Τουρκία έχει αναπτύξει για πρώτη φορά το T-107, ένα 107 χιλιοστών διαμετρήματος βλήμα για την υποστήριξη του πεζικού, και το T-122 Sakarya διαμετρήματος 122 χιλιοστών, που αναπτύχθηκε με τη συνδρομή της Γιουγκοσλαβίας στις αρχές της δεκαετίας του 1990.

Η Τουρκία, όπως και άλλες χώρες, έχει χρησιμοποιήσει την εμπειρία από τα προγράμμαμα μη κατεθυνόμενων πυραύλων για την ανάπτυξη βαλλιστικών πυραύλων. Η Άγκυρα προσπάθησε αρχικά ως εταίρος με τις Ηνωμένες Πολιτείες για μια συνεργασία στην ανάπτυξη ενός συστήματος ανάλογου του Tactical Missile System τουΑμερικανικού Στρατού, αλλά οι δύο πλευρές δεν μπορούσαν να καταλήξουν σε συμφωνία σχετικά με την μεταφορά τεχνολογίας.

Παρά τα προβλήματα αυτά, το 1996 η Τουρκία αγόρασε 72 συστοιχείες επιφανείας-επιφανείας MGM-140A ATACMS από την Lockheed Martin.

Το βλήμα αναπτύχθηκε για πρώτη φορά το 1982 και ήταν εκείνη τη στιγμή το μόνο πυραυλικό σύστημα επιφανείας-επιφανείας που χρησιμοποιήθηκε σε πολεμική αποστολή. Ο πύραυλος έχει εύρος 300 χιλιομέτρων και είναι εφοδιασμένος με GPS αδρανειακό σύστημα καθοδήγησης. Ο πύραυλος έχει σχεδιαστεί να στοχεύει και να καταστρέφει θέσεις επίγειας αεράμυνας και κέντρα διοίκησης και ελέγχου, αν και δεν υπάρχει μια ανοιχτή πηγή πληροφοριών για τη χρήση του από τις ΤΕΔ.

Η Άγκυρα, η οποία συνεχίζει να επιδιώκει μια πολιτική στρατιωτικών προμηθειών με βάση την μεταφορά τεχνολογίας και την από κοινού ανάπτυξη, επέλεξε να στραφεί στην Κίνα για την προμήθεια και τη συνεργασία στην ανάπτυξη των πυραύλων.

Η Τουρκία, με τη βοήθεια της μεταφοράς τεχνολογίας από τις κινεζικές εταιρείες, αναπτύσσει για πρώτη φορά το σύστημα πυροβολικού T-300 Kasirga με μια αυτονομία 100 χιλιομέτρων.

Οι δύο πλευρές, έχουν συνεργαστεί επίσης για την ανάπτυξη της σειράς βαλλιστικών πυραύλων μικρής εμβέλειας J της Roketsan. Ο J-600 T Yildirim βασίζεται στο μη κατευνόμενο πυραυλικό σύστημα WS-1 της Κίνας. Ο πύραυλος έχει αναφερθεί ότι έχει μια εμβέλεια 150 χιλιομέτρων και μια κεφαλή που ζυγίζει 480 κιλά.

Ο J-600 υποστηρίζεται από GPS αδρανειακό σύστημα καθοδήγησης και αναφέρεται με κυκλική πιθανότητα σφάλματος 75 μέτρων. Οι ΤΕΔ αναφέρεται ότι έχουν έξι πυροβολαρχίες σε λειτουργία, αν και δεν υπάρχουν πληροφορίες ανοικτών πηγών για πολεμική χρήση του συστήματος.

Το κινεζικό WS-1 έχει σχεδιαστεί για να επίθεση κατά στόχων μεγάλης κλίμακας επιφανείας, το οποίο υποδηλώνει ότι ο πύραυλος θα μπορούσε να είναι ένα αποτελεσματικό όπλο κατά τεθωρακισμένων σχηματισμών.

Το 2011 η τουρκική κυβέρνηση ανακοίνωσε τα σχέδιά της να αναπτύξει έναν βαλλιστικό πύραυλο βεληνεκούς 2.500 χιλιομέτρων. Λίγες πληροφορίες σχετικά με το πρόγραμμα έχουν κυκλοφορήσει, αν και η κυβέρνηση στην Άγκυρα θα ήθελε να χρησιμοποιήσει τον προτεινόμενο πύραυλο για εκτοξεύσεις δορυφόρων, καθώς και να συμβάλει στην ενίσχυση των τουρκικών αμυντικών ικανοτήτων.

Η TÜBİTAK-Sage έχει λάβει μια σύμβαση ανάπτυξης και έχει δηλώσει ότι προτίθεται να δοκιμάσει ένα πρωτότυπο μέσα στο επόμενο έτος. Ωστόσο, το σχέδιο ανάπτυξης φαίνεται να είναι υπερβολικά φιλόδοξο.

Η τουρκική κυβέρνηση δεν έχει δώσει πληροφορίες για την τελική πρόθεση του προγράμματος. Ενώ Τούρκοι αξιωματούχοι το αναφέρουν ως μια εγχώρια επιθυμία απόκτησης ανεξάρτητης ικανότητας για την εκτόξευση δορυφόρων, οι στρατιωτικές πτυχές του προγράμματος δεν έχουν κυκλοφορήσει.

Η κυβέρνηση στην Άγκυρα δήλωσε αόριστα ότι ο πύραυλος θα είναι για την ενίσχυση της τουρκικής αμυντικής ικανότητας, αλλά δεν έχει ορίσει περισσότερο το προτεινόμενο πυραυλικό πρόγραμμα.

Μεγάλου βεληνεκούς συστήματα αεράμυνας - αργή πρόοδος

Εκτός από τα επιθετικά πυραυλικά προγράμματα, οι TΕΔ ζήτησαν επίσης την προμήθεια πυραύλων άμυνας για να αντιμετωπιστεί το οπλοστάσιο της οικογένειας πυραύλων Scud στη Μέση Ανατολή.

Η Άγκυρα πλησίασε από το 1997 αρχικά το Ισραήλ για την πώληση του συστήματος αντιπυραυλικής άμυνας Arrow με το ραντάρ Green Pine. Ωστόσο, η προτεινόμενη συμφωνία βρήκε την αντίσταση των Ηνωμένων Πολιτειών, και μετά την τουρκική οικονομική κρίση του 2001 οι διαπραγματεύσεις σταμάτησαν.

Το 2009 η Τουρκία ανακοίνωσε ένα δεύτερο διαγωνισμό. Το 2013 ανακηρύχθηκε ως νικητής η κινεζική εταιρεία CPMIEC με μια παραλλαγή του HQ-9. Μετά από πιέσεις των ΗΠΑ περί ασυμβατότητας των κινεζικών συστημάτων με το ΝΑΤΟ, η Άγκυρα δεν έχει υπογράψει ακόμη ένα συμβαόλιαο για την αγορά των μεγάλου βεληνεκούς συστημάτων αεράμυνας στο πλαίσιο του προγράμματος T-LORAMIDS. Έτσι, η προσφορά συνεχίζει να σέρνεται και απουσιάζει μια ουσιαστική πρόοδος προς την κατεύθυνση της τελικής επιλογής.

Η Τουρκία λειτουργεί σήμερα το αμερικανικό αντιεροπορικό σύστημα Hawk και το βρετανικό Rapier. Από αυτά τα συστήματα, ενώ είναι πολύ ικανά στην αναχαίτιση των αεροσκαφών, απουσιάζει οποιαδήποτε δυνατότητα στην άμυνα κατά βαλλιστικών πυραύλων και πυραύλων κρουζ.

Η Τουρκία ανακοίνωσε επίσης ότι θα ενθαρρύνει τους τοπικούς παραγωγούς να αναπτύξουν ένα σύστημα πυραυλικής άμυνας. Αν και δεν έχει ανακοινωθεί επίσημα ένα χρονοδιάγραμμα ανάπτυξης, τον Ιούνιο του 2011 η Aselsan, η μεγαλύτερη εταιρεία άμυνας της Τουρκίας, έχει συνάψει μια σύμβαση για την ανάπτυξη όλων των ραντάρ, ελέγχου πυρός, συστήματα διοίκησης και ελέγχου, επικοινωνιών, για την πυραυλική άμυνα βραχέου και μέσου βεληνεκούς.

Συμπεράσματα

Η Τουρκία έχει κάνει μια σειρά από σημαντικά βήματα για την προμήθεια και την ανάπτυξη πυραύλων κρουζ, βαλλιστικών πυραύλων και UAV. Η Άγκυρα αποσκοπεί στην απόκτηση τεχνολογίας για να ικανοποιήσει τους στόχους της. Αυτοί είναι περισσότερη ευελιξία να στοχεύει και να κατασρέφει στόχους του PKK, και στην περίπτωση του προγράμματος βαλλιστικών πυραύλων, μια πλατφόρμα για μια ποικιλία αποστολών, από ένα εκκολαπτόμενο διαστημικό πρόγραμμα σε στοχευμένες επιθέσεις εναντίονμεγάλων στόχων επιφανείας.

Ωστόσο, εξακολουθεί να είναι ασαφές κατά πόσο η Τουρκία χρειάζεται ένα πρόγραμμα βαλλιστικών πυραύλων. Η Άγκυρα δεν έχει υποδηλώσει την τελική πρόθεση του προγράμματος. Έτσι, αν η Τουρκία συνεχίσει με την ανάπτυξη ενός τέτοιου πυραύλου, θα είναι πιθανώς μια πηγή ανησυχίας στη διεθνή κοινότητα. Ο εξοπλισμός των βαλλιστικών πυραύλων με συμβατικές κεφαλές δεν έχει παραγματικό στρατιωτικό νόημα, αυξάνοντας έτσι μια σειρά από ερωτήματα σχετικά με το πώς διατίθεται η Τουρκία να χρησιμοποιήσει το εύρος των βαλλιστικών πυραύλων.

Το πυραυλικό πρόγραμμα της Τουρκίας εξακολουθεί να εξαρτάται, σε πολύ μεγάλο βαθμό, από ξένη βοήθεια και την μεταφορά τεχνολογίας και τεχνογνωσίας. Η Άγκυρα ελπίζει ότι η επιμονή της για την ουσιαστική μεταφορά τεχνολογίας από τους ξένους προμηθευτές θα την βοηθήσει να κάνει το άλμα για την ανάπτυξη μιας εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας.

Η Τουρκία αποκτά την εμπειρία που απαιτείται για να κατασκευάσει του δικούς της πυραύλους, τους οποίους η Άγκυρα σκοπεύει να τους αναπτύξει σε λειτουργία με τις ΤΕΔ και να διευρύνει το μερίδιό της στην παγκόσμια αγορά όπλων.

Έτσι, το πρόγραμμα, αποσκοπεί μεν στην εμβάθυνση των τουρκικών δυνατοτήτων, αλλά στοχεύει κυρίως στην περαιτέρω ανάπτυξη της βιομηχανικής βάσης της Τουρκίας. Επιπλέον, τα συστήματα είναι σχεδιασμένα για να λειτουργούν στις πλατφόρμες του ΝΑΤΟ, το οποίο αποτελεί μια περαιτέρω ένδειξη ότι η Άγκυρα παραμένει προς το παρόν προσηλωμένη στο πλαίσιο ασφαλείας του ΝΑΤΟ. Ωστόσο, η Άγκυρα θα ήθελε επίσης να απεξαρτηθεί από ξένους προμηθευτές, έτσι ώστε να μπορεί να έχει μεγαλύτερη ευελιξία στην πολιτική της.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου