Ετικέτες

Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2013

ΒΑΣΙΛΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ (15/12/1967)

Σήμερα συμπληρώνονται σαράντα πέντε χρόνια από το πραξικόπημα, ή αντιπραξικόπημα, όπως θέλετε πέστε το, του τότε βασιλιά Κωνσταντίνου, κατά της Απριλιανής Δικτατορίας. Δέκα μήνες , μετά την εγκαθίδρυσή της, υποτίθεται, ότι τον έπιασε “βασιλικός” πόνος για τα βάσανα και την κατάντια του λαού “Του”!
Ενός λαού που τον κληρονόμησε από τον πατέρα του, τον παππού του και τον προπάππο του – σόι πάει το βασίλειο – λες και ήταν ιδιόκτητο κοπάδι προβάτων που πάει από παππού σʼ εγγονό.
Τώρα θυμήθηκε ότι “το εθνικόν συμφέρον απαιτεί την εκ μέρους μου εκδήλωσιν πρωτοβουλίας δια να αποτρέψω τας καταστρεπτικάς συνεπείας εκ της παρατάσεως της παρούσης ανωμάλου καταστάσεως…”.

Αυτά λέει, μεταξύ άλλων, την ημέρα εκείνη στο διάγγελμά του προς τον ελληνικό λαό, για να δικαιολογήσει την ενέργεια του. Η υποκρισία και η διαστρέβλωση των γεγονότων από μέρους του δεν έχουν όρια. Επικαλείται τώρα το “εθνικόν συμφέρον”, που το πρωί όμως της 21ης Απριλίου το είχε ξεχάσει. Την ανατροπή της συνταγματικής τάξης και την κατάλυση της δημοκρατίας την ονομάζει “ανώμαλο κατάσταση”, που δεν μπορεί να συνεχιστεί. Τον επί θύραις εμφύλιο πόλεμο, με το μισό ελληνικό στράτευμα εναντίον του άλλου μισού, όπως θα δείτε παρακάτω, το ονομάζει “εκδήλωση πρωτοβουλίας”. Άλλα λόγια νʼ αγαπιόμαστε!
Είχε όμως ξεχάσει ότι πριν δέκα μήνες είχε υπογράψει το διάταγμα αναστολής των βασικών περί ελευθερίας άρθρων του συντάγματος, είχε ορκίσει την χούντα, είχε νομιμοποιήσει και αποδεχθεί απόλυτα το καθεστώς. Είχε ξεχάσει ότι δύο με τρία χρόνια νωρίτερα, το 1964- 65 σε ηλικία μόλις είκοσι τριών ετών, είχε αποπέμψει τον νόμιμα εκλεγμένο, με το 54% του λαού, πρωθυπουργό, τον είχε καθυβρίσει σκαιότατα, είχε αποκαλέσει τους μισούς και πλέον Έλληνες “μιάσματα και συνοδοιπόρους”, είχε αποδιοργανώσει το κράτος και την κυβέρνηση, είχε διορίσει τους κηπουρούς του, ως πρωθυπουργούς, είχε υποθάλψει τις αποστασίες και είχε στρώσει το χαλί για μια δικτατορία των “δικών του” στρατηγών, που τους πρόλαβαν οι συνταγματάρχες. Όλα αυτά είναι λίγο ή πολύ γνωστά.
Το δικό του όμως πραξικόπημα, της μιας ημέρας, είναι στους περισσότερους άγνωστο. Δυστυχώς οι πληροφορίες για την 13η Δεκεμβρίου είναι φτωχές.
Οι μόνοι που έχουν μιλήσει για τα γεγονότα εκείνης της ημέρας είναι ο ίδιος, κάποιοι αυλικοί και αυλοκόλακες και μερικοί τότε στρατιωτικοί, συνεργοί του στο εγχείρημα.
Για να θυμηθούν οι παλιότεροι και να μάθουν οι νεώτεροι, θα προσπαθήσω να ανασυντάξω το χρονικό, για να καταλήξω σε ένα προσωπικό συμπέρασμα, που θα απασχολήσει τον ιστορικό του μέλλοντος.
Το μεσημέρι 13ης Δεκεμβρίου 1967, ο Ραδιοφωνικός Σταθμός των Αθηνών μεταδίδει την είδηση ότι εκδηλώθηκε ανταρσία “κατά της εθνικής κυβερνήσεως”, με επικεφαλής τον βασιλιά και το ίδιο βράδυ ο ελληνικός λαός πληροφορείται ότι το βασιλικό κίνημα κατέρρευσε και “ο βασιλεύς ετράπη εις φυγήν από χωρίου εις χωρίον…..”
Το πρωί της ίδιας ημέρας, απογειώνονται από το αεροδρόμιο Τατοΐου, δυο αεροπλάνα. Στο πρώτο επιβαίνει ο Κωνσταντίνος και η οικογένεια του, οι αυλικοί σφουγκοκωλάριοι και ο πρωθυπουργός της χούντας Κων. Κόλλιας. Στο δεύτερο βρίσκονται ο Γεώργιος Αντωνάκος, αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Αεροπορίας. Προορισμός του πρώτου αεροσκάφους ήταν η Καβάλα και του δεύτερου η Λάρισα, απʼ όπου, ο Αντωνάκος, ως αρχηγός της πολεμικής αεροπορίας, θα συντόνιζε τις επιχειρήσεις της εναντίον της κυβέρνησης. Πράγματι αυτός ο… δημοκράτης αρχηγός, μόλις προσγειώθηκε στην Λάρισα έδωσε εντολή σε όλες τις αεροπορικές μονάδες να είναι σε επιφυλακή, για να αντικρούσουν δια της βίας κάθε προσπάθεια της χούντας να καταλάβει τα αεροδρόμια. Στέλνει σήματα σε όλους τους υφισταμένους του, με το ακόλουθο περιεχόμενο:
“Πιστοί στον όρκο μας, υποστηρίζουμε τον βασιλέα στην προσπάθεια του να απαλλάξει τη χώρα από το καθεστώς των συνταγματαρχών και να επαναφέρει τη δημοκρατία….” και προειδοποιεί, με άλλο σήμα, τον αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Στρατού, στρατηγό Οδυσσέα Αγγελή ότι επειδή
“ασκείται πίεσις εκ μέρους σας” – προς τον Διοικητή του αεροδρομίου Τανάγρας – “ότι εάν δεν παραδοθεί το αεροδρόμιον θα το ισοπεδώσετε, σας πληροφορώ ότι ο Διοικητής έχει λάβει σαφή εντολή νʼ αμυνθή μέχρις εσχάτων και ότι ολόκληρος η Πολεμική Αεροπορία, πιστή εις τον Βασιλέα, θα του συμπαρασταθή με όλην την δύναμιν των πυρών της. Η άσκοπος θυσία αίματος θα είναι τεράστια καθώς και η δική σας προσωπική ευθύνη απροσμέτρητος….”.
Η ευθύνη του Αγγελή “απροσμέτρητος”, του Αντωνάκου όμως ανύπαρκτη. Ένας Αντωνάκος ανεύθυνος, τσιράκι, ενός ανεύθυνου βασιλιά.
Παίρνει τα μηνύματα του αρχηγού του και ο διοικητής του αεροδρομίου του Αράξου, Βαγιακάκος και απειλεί και αυτός το Πεντάγωνο, να μην τολμήσει κατάληψη της μονάδας του, γιατί έχει στην διάθεσή του πάνω από 4.500 άνδρες, 30 αντιαεροπορικά πυροβόλα, καθώς επίσης “20 ετοιμοπόλεμα πολεμικά αεροσκάφη τα οποία θα χρησιμοποιηθούν σε περίπτωση κατάληψης από Μονάδες του Στρατού Ξηράς”….
Την ίδια στιγμή, ο στρατηγός Κων. Κόλλιας, Διοικητής του Αʼ Σώματος Στρατού της Λάρισας, έκοψε τις επικοινωνίες με την πρωτεύουσα και την Βόρεια Ελλάδα, ναρκοθέτησε τον δρόμο προς το αεροδρόμιο της Λάρισας και ειδοποίησε τον επικεφαλής αξιωματικό των Λ.Ο.Κ. που κατευθυνόταν προς την πόλη, να μην προχωρήσουν, γιατί “θα σας χτυπήσουμε”.
Βλέπετε, στις δυνάμεις καταδρομών της χούντας, που θα επιχειρούσε την κατάληψη του αεροδρομίου, δεν υπηρετούσε το δικό του παιδί, αλλά το δικό μου και το δικό σας. Και για το χατίρι του Κωνσταντίνου έπρεπε ο Πηνειός να ξεχειλίσει από το αίμα των Ελλήνων στρατιωτών, που δεν ήσαν σε θέση να επιλέξουν. Στρατοδικείο και εκτέλεση ή κομματιασμένοι από τις νάρκες του κ. Κόλλια. Για τον Κόλλια όμως, προείχε το συμφέρον του ανεύθυνου, ανεγκέφαλου βασιλιά και όχι η ζωή των παιδιών, οι γονείς των οποίων από το υστέρημά τους, τον σπούδασαν δωρεάν και τον τάιζαν τόσα χρόνια.
Μου θυμίζει, ο ανιστόρητος στρατηγός, το ασυγχώρητο έγκλημα του Μιαούλη, που τον Αύγουστο του 1831, για να εκδικηθεί τον Καποδίστρια, πήγε στον Πόρο και έκαψε τον στόλο, υπακούοντας στις προσταγές του Μαυροκορδάτου και του Κουντουριώτη.
Τούτος εδώ ο Κόλλιας, για να μην δυσαρεστήσει τον βασιλιά “του”, ήταν έτοιμος να αιματοκυλήσει την Ελλάδα.
Και βέβαια ο Κωνσταντίνος την ίδια μέρα έφυγε για την Ρώμη και από εκεί στο Λονδίνο, όπου περνούσε ζωή χαρισάμενη, για πέντε- έξι χρόνια ακόμη, ξεκοκκαλίζοντας την… βασιλική χορηγία, ενώ δεν βασίλευε και δεν είχε καμιά πλέον σχέση με την χώρα, χάρις σε μερικούς – μερικούς σαν τον Κόλλια, τον Αντωνάκο και τους ομοίους τους.
Στόχος των βασιλικών πραξικοπηματιών ήταν να καταληφθεί η Θεσσαλονίκη, ώστε να υποχρεωθεί σε παραίτηση η χούντα, γιατί οι πληροφορίες που είχαν ήταν ότι όλες οι στρατιωτικές μονάδες της βόρειας Ελλάδας ήσαν με το μέρος τους. Στην συνωμοσία αυτή πρωταγωνιστικό ρόλο, εκτός από τους παραπάνω αναφερθέντες αξιωματικούς, είχαν και αρκετοί άλλοι, όπως ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού, ναύαρχος Ιπ. Δέδες, ο αρχηγός του Γ΄ Σώματος, στρατηγός Γ. Περίδης, οι ταξίαρχοι Α. Έρσελμαν και Ο. Βιδάλης και πληθώρα κατωτέρων άλλων αξιωματικών.
Την Τετάρτη το μεσημέρι 13 Δεκεμβρίου, από την στιγμή που έφθασε στην Καβάλα ο Κωνσταντίνος, προσπάθησε να συντονίσει όλες τις επιθετικές ενέργειες, σε συνεργασία με τους Κόλλια, Περίδη, Αντωνάκο και Δέδε, ώστε να καταληφθεί το αργότερο ως το βράδυ η Θεσσαλονίκη. Για τον σκοπό αυτό, οι παραπάνω αρχηγοί της Αεροπορίας και του Ναυτικού, διέταξαν να κινηθούν όλα τα αεροπλάνα και τα πολεμικά σκάφη προς την βόρειο Ελλάδα. Παράλληλα, με εντολές Περίδη, Βιδάλη, Έρσελμαν, διατάχθηκαν τα μηχανοκίνητα τμήματα του πεζικού και τα τεθωρακισμένα, της ίδιας περιοχής, να σπεύσουν προς την Θεσσαλονίκη. Εκείνη την εποχή, όλες οι αξιόμαχες μονάδες του στρατού βρίσκονταν στην μεθόριο με την Τουρκία, γιατί είχαν σημειωθεί αιματηρά επεισόδια στην Κύπρο και η κατάσταση μεταξύ των δύο χωρών ήταν τεταμένη. Για όλους όμως αυτούς τους φιλοβασιλικούς υποστηρικτές του θρόνου, προτεραιότητα είχε τώρα όχι η υπεράσπιση της πατρίδας, αλλά τα συμφέροντα της δυναστείας του κ. Γκλύκσμπουργκ!
Τα σύνορα έμειναν αφύλακτα, για να προστατεύσουν ένα συνένοχο και συνυπεύθυνο μιας αντισυνταγματικής εκτροπής και μιας χούντας ηγεμόνα, την οποία ήθελε τώρα να πολεμήσει, γιατί υποπτευόταν ότι ροκάνιζε τα προνόμια του και την επιρροή του στον στρατό, χωρίς τον οποίο ήταν απλώς ένας τίτλος χωρίς νόημα.
Δυστυχώς όμως γιʼ αυτόν το σχέδιο δεν πέτυχε. Την σούπα του την χάλασαν, την χειμωνιάτικη εκείνη μέρα, δυο απλοί ταγματάρχες των τεθωρακισμένων. Είναι αυτοί που συνέλαβαν τον Στρατηγό Περίδη, τον ταξίαρχο Βιδάλη, τον ταξίαρχο Έρσελμαν και μερικούς υφισταμένους τους, κατώτερους αξιωματικούς, έτοιμους για εμφύλιο. Και ευτυχώς για όλους εμάς και τα στρατευμένα τότε παιδιά μας. Το βασιλικό αεροσκάφος, με τον εικοσιεπτάχρονο “Μεγαλειότατο”, την νύχτα της 14ης Δεκεμβρίου 1967, ώρα τρεις τα ξημερώματα, απογειώνεται από την Καβάλα για την Ρώμη. Και μετά για το Λονδίνο, όπου πέρασε και περνάει αυτός καλά και εμείς ακόμη χειρότερα. Οι βασιλικοί παρακεντέδες, περιδεείς, με την ουρά στα σκέλη, κατέθεσαν τα όπλα, δήλωσαν την νομιμοφροσύνη τους στην “εθνικήν κυβέρνησιν” και παραδόθηκαν στους συνταγματάρχες.
Και όμως, αυτοί οι τρομεροί “Ηρακλείς του Στέμματος”, ήσαν τα ίδια πρόσωπα, που λίγες ώρες πριν δήλωναν κομπάζοντας ότι δεν πρόκειται να υποχωρήσουν και να προδώσουν τον όρκο που είχαν δώσει στον βασιλιά.
Ένας απ΄ αυτούς, ήταν και ο στρατηγός Απ. Ζαλαχώρης, διοικητής της 99ης Μεραρχίας Διδυμοτείχου, που ενώ είχε ταχθεί εκεί “να φυλάει Θερμοπύλες” διέταξε τις μονάδες του να εγκαταλείψουν τα σύνορα και να κατέβουν στην Θεσσαλονίκη, για να υποστηρίξουν τον πραξικοπηματία βασιλιά.
Και όταν εκείνος το ʽσκασε για την Ρώμη, ο γενναίος στρατηγός, πέρασε τον Έβρο και παραδόθηκε στους Τούρκους…!
Το ίδιο πρωινό, 13 Δεκεμβρίου, μόλις ο Κωνσταντίνος απογειώθηκε από το Τατόι , ο στρατηγός Ι. Μανέττας, τότε Γενικός Επιθεωρητής Στρατού, εφοδιασμένος με διάταγμα του βασιλιά, που τον διόριζε Αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Στρατού, πήγε στο Πεντάγωνο και ζήτησε από τον Αγγελή να του παραδώσει το Επιτελείο. Και φυσικά ο Αγγελής τον συνέλαβε και τον φυλάκισε. Την ίδια τύχη είχε και ο αρχηγός του Ναυτικού Δέδες. Τούτος παρίστανε τον χαζό. Ενώ όλο το πρωινό έδινε εντολές να σπεύσει ο στόλος στην Θεσσαλονίκη, το απόγευμα πήγε στο Επιτελείο να ενημερωθεί. Και αντί για την ενημέρωση βρέθηκε στην φυλακή.
Αυτοί ήταν οι γενναίοι… αντιχουντικοί… αντιστασιακοί αξιωματικοί, που είχαν ταυτίσει την πατρίδα με τον βασιλιά. Ο βασιλιάς ήταν η πατρίδα και πατρίδα ο βασιλιάς. Πολλά μας είπαν για την δράση τους και τον… βασιλικό τους όρκο, στις 13 Δεκεμβρίου.
Μόνο που δεν μας είπανε, ούτε αυτοί, ούτε οι προπαγανδιστές τους εξωνημένοι γραφιάδες του Κωνσταντίνου και των ίδιων, πού ήσαν όλοι τους την 1η Απριλίου. Πού είχαν την αεροπορία τους, το ναυτικό τους, τα πυροβόλα τους. Την πρώτη ημέρα της εκτροπής, με τέτοια δύναμη πυρός που είχαν στην διάθεσή τους οι ίδιοι και ο φίλος τους βασιλιάς, καμιά χούντα, καμιά δικτατορία, δεν μπορούσε να επικρατήσει, να παγιωθεί. Πώς δεν θυμήθηκαν την “δημοκρατία”! την πρώτη ημέρα του πραξικοπήματος και την θυμήθηκαν δέκα μήνες αργότερα, όταν πια ήταν αργά και ο λαός είχε υποφέρει τόσα δεινά;
Η απάντηση είναι ότι και την ήθελαν και την αποδέχθηκαν την δικτατορία των συνταγματαρχών, γιατί την ήθελε και την αποδέχθηκε ο Κωνσταντίνος.
Είπαμε, πατρίδα τους ήτανε ο βασιλιάς. Ο αμερόληπτος ιστορικός του μέλλοντος έχει να μας πει πολλά.
Ο Κωνσταντίνος δεν είχε κανένα πρόβλημα με την 1η Απριλίου. Άρχισε να αισθάνεται άσχημα και να ανησυχεί, όταν διαπίστωσε ότι οι Απριλιανοί υπόσκαπταν το θεμέλιο πάνω στο οποίο είχε στηθεί, πάππου, προς πάππο, ο θρόνος του. Είναι πια ιστορικό δεδομένο ότι η βασιλεία στην Ελλάδα, από την εποχή ακόμα του Όθωνα, στηρίχτηκε αποκλειστικά στον στρατό. Μήπως δεν ήταν ο Παύλος που είχε πει στους αξιωματικούς ότι “μου ανήκετε και σας ανήκω” και είχε αφήσει στον γιο ιερή παρακαταθήκη: “τον στρατό και τα μάτια σου”; Δεν ήταν ο παππούς του, ο Κωνσταντίνος, που δημιούργησε τον διχασμό, στηριζόμενος στον στρατό;
Ας μην κοροϊδευόμαστε. Στην Ελλάδα για ολόκληρα 135 χρόνια, από το 1832 μέχρι το 1967, στην πραγματικότητα δεν υπήρχε συνταγματική δημοκρατία. Την χώρα κυβερνούσε ο εκάστοτε βασιλιάς, σαν απόλυτος μονάρχης. Η Δημοκρατία ήταν ένας απλός τύπος. Η θέληση του βασιλιά νόμος. Πολίτες και πολιτικοί, υπήκοοί του, ραγιάδες τους, πληβείοι. Ο Κολοκοτρώνης καταδικάστηκε σε θάνατο, γιατί το ήθελε ο Όθωνας. Ο Κων. Καραμανλής υποχρεώθηκε νʼ αυτοεξοριστεί στο Παρίσι, γιατί διαφώνησε, όχι για κάτι το σοβαρό, αλλά για ασήμαντες επιλογές του Παλατιού. Στον Γεώργιο Παπανδρέου, με πρωτοφανή δημοκρατική νομιμοποίηση, δεν επετράπη, όντας πρωθυπουργός, να αναλάβει το υπουργείο Εθνικής Άμυνας και τελικά τον υποχρέωσε ο Κωνσταντίνος… μας, να παραιτηθεί. Διέλυσε το κόμμα του, διόρισε πρωθυπουργούς και υπουργούς τους λακέδες του, κατέλυσε και αυτή την χωρίς αξία, τυπική συνταγματική τάξη. Να σου την βράσω τέτοια δημοκρατία!
Και τον Δεκέμβριο ολοφύρεται ο… κύριος για την κατάλυση του Συντάγματος και απειλεί με εμφύλιο.
Όταν όμως οι συνταγματάρχες θέλησαν να εξασφαλίσουν την εξουσία τους, τοποθετώντας δικούς τους ανθρώπους στις ένοπλες δυνάμεις, περιορίζοντας, κατά τι, τα προνόμια του βασιλιά, τότε θυμήθηκε ο Κωνσταντίνος την ….δημοκρατία. Γιατί “δημοκρατία” ήταν γι΄ αυτόν ο πολύς Αρναούτης, οι βασιλικοί αρχηγοί των Επιτελείων, οι παρακεντέδες του Βασιλικού Οίκου.
Από όλους αυτούς του δικούς του εγκάθετους αξιωματικούς αντλούσε ο νεαρός βασιλιάς την ισχύ του. Όχι από τον λαό, που τον περιφρονούσε.
Το είχε αποδείξει άλλωστε, όπως είπα , το 1964- 65 με τα “ Ιουλιανά” και τις αποστασίες.
Κινδύνευε λοιπόν ο θρόνος και όχι η… χάρτινη δημοκρατία της Ελλάδας.
Ο βασιλιάς που είχε τον πρώτο, ύψιστο και αναντίρρητο λόγο, στα των ενόπλων δυνάμεων, από την εποχή του παππού του, δεν μπορούσε να δεχτεί καμιά μα καμιά ανάμειξη της χούντας στο… ορκισμένο, προσωπικό του…βασίλειο. Στον στρατό. Στο προσωποπαγές στήριγμά του. Διαφορετικά κλονίζονταν τα θεμέλια της Δυναστείας.
Αν ήθελε λοιπόν να ρίξει την χούντα, θα μπορούσε να το κάνει τον Απρίλιο.
Να παραιτηθεί, να αντιδράσει και γιατί όχι να πάει φυλακή και εξορία στα ξερονήσια, όπως εκατοντάδες άλλοι πολίτες. Αλλά δεν το ʽκανε, παρά φωτογραφιζότανε δίπλα στους πραξικοπηματίες.
Φοβότανε, λέει, την αιματοχυσία. Αλλά δεν την φοβότανε τον Δεκέμβριο.
Δεν το ʽκανε όμως ούτε και τον Σεπτέμβριο, που πήγε στον Καναδά και στην Αμερική, να συμμετάσχει και να παρακολουθήσει τους ιστιοπλοϊκούς αγώνες του Κυπέλλου Αμερικής – όλα τα έξοδα πληρωμένα και τα σκυλιά δεμένα-, οπότε θα μπορούσε να καταγγείλει το καθεστώς, να αρνηθεί να επιστρέψει στην Ελλάδα και να δημιουργήσει πολιτειακό ζήτημα, αφυπνίζοντας την διεθνή κοινή γνώμη. Αλλά είπαμε. Όποιος έχει το βάζο με το μέλι το γλείφει.
Τελικά, όποια και αν είναι η στάση, που τηρεί κάποιος απέναντι στην δικτατορία της 21ης Απριλίου, οφείλει να ομολογήσει ότι πρόσφερε μια σημαντική υπηρεσία στον τόπο. Έδωσε την ευκαιρία και την αφορμή ν΄ απαλλαγεί η χώρα από το μίασμα μιας ξενόφερτης βασιλείας, που ταλάνισε τον ελληνικό λαό 135 χρόνια, απομύζησε ότι, υγιές υπήρχε σ΄ αυτό τον τόπο, τον οδήγησε σε ανείπωτες καταστροφές και εμφύλιους πολέμους.
Τον απάλλαξε από την βδέλλα που του ροφούσε το αίμα , για εκατόν πενήντα περίπου χρόνια και τον κατάντησε “παλιοψάθα των εθνών”, κατά τον Μακρυγιάννη.
Προσωπικά θεωρώ ότι σημασιολογικά η 13 Δεκεμβρίου 1967 μπορεί να ταυτιστεί με την 25η Μαρτίου 1821. Είναι δυο σημαδιακές μέρες για το έθνος μας. Στην δεύτερη περίπτωση αποτινάξαμε το ζυγό τεσσάρων αιώνων σκλαβιάς. Στην πρώτη απελευθερωθήκαμε από τις ξενόφερτες αντιλαϊκές δυνάμεις κατοχής, τους ξένους ηγεμόνες , που μας επέβαλαν τα ξένα συμφέροντα.
Ο αξιόπιστος ιστορικός του μέλλοντος, νομίζω, ότι θα επικυρώσει αυτή την άποψή μου.
Αυτή είναι η αλήθεια και όχι τα φιλοβασιλικά φληναφλήματα των λακέδων της μοναρχίας του Κωνσταντίνου. Κάποτε σ΄ αυτό τον τόπο, πρέπει να πούμε τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη. Και όποιος δεν τολμάει, δεν είναι, όπως γράφει ο Σενέκας, γιατί τα πράγματα είναι δύσκολα, αλλά είναι δύσκολα επειδή δεν τολμάει.
* Ο Θ.Δ. Παναγόπουλος είναι τ. δικαστή
Εκτύπωσε τοΕκτύπωση | Αποστολή με emailE-mail | Προσθήκη στ’ ΑγαπημέναΠροσθήκη στ’ Αγαπημένα
Share on facebook Share on twitter Share on email Share on print More Sharing Services 0
Στατιστικά Άρθρου
Αρθογράφος:
Πατρίς
Ημερομηνία δημοσίευσης:
13/12/2012

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου