Σπύρος Μαρκέτος*
Το κείμενο είναι ο πρόλογος που έγραψε ο Σπύρος Μαρκέτος για την ελληνική έκδοση της βιβλίου του Γάλλου θεωρητικού Ανρί Λεφέβρ «Ο Χίτλερ στην Εξουσία – Διδάγματα από τα πέντε χρόνια φασισμού στη Γερμανία», το οποίο κυκλοφόρησε την άνοιξη του 2014 από τις εκδόσεις Αφήγηση σε μετάφραση του Φοίβου Μαριά.
Ο μικρός τόμος που κρατάτε στα χέρια σας αναλύει την κατάσταση στη Γερμανία όταν ο ναζισμός έχει πλέον εδραιωθεί, αλλά δεν έχει ακόμη εξαπολύσει τον πόλεμο για την κατάκτηση της Ευρώπης. Αποτελεί πολύτιμο τεκμήριο για την εποχή, όπως άλλωστε και το αντίστοιχο έργο του γνωστού Γάλλου ιστορικού, συγκαιρινού του, του τότε τροτσκιστή Ντανιέλ Γκερέν, Η φαιά πανούκλα, που μεταφράστηκε νωρίτερα στη γλώσσα μας και δίδαξε πολλά στην αριστερά, ιδίως στους αναρχικούς, ήδη από τη δεκαετία του 1970.(1)
Είναι πολλαπλά χρήσιμος για εμάς σήμερα, που συνεχίζουμε τον αγώνα έχοντας πετύχει την πρώτη σημαντική μας νίκη σε βάρος των ελλήνων ναζί, καθώς δείχνει με οξυδέρκεια τις μεθόδους που οι γερμανοί ομόλογοί τους χρησιμοποίησαν για να πάρουν την εξουσία, την ωμότητα των συντηρητικών συμμάχων τους και τα λάθη της αριστεράς που τούς επέτρεψαν να το κάνουν, καθώς και τις βασικές πλευρές του χιτλερικού καθεστώτος. Ο Λεφέβρ δεν γράφει εδώ με την αποστασιοποίηση του θεωρητικού, αλλά με την αγωνία του δημοκράτη που βλέπει να εκτυλίσσονται στη χώρα του διαδικασίες ανάλογες με κείνες που έφεραν τον Χίτλερ στην εξουσία, και προσπαθεί να τις σταματήσει.
Το βιβλίο αυτό αξίζει να διαβαστεί συμπληρωματικά με το κλασικό συνθετικό έργο για τον φασισμό που διαθέτουμε στα ελληνικά, του Πάξτον, καθώς και τη μελέτη του Κόλιν Σπαρκς για τις στρατηγικές που χρησιμοποίησε με επιτυχία το αντιφασιστικό κίνημα.(2) Αν κάποιες από τις απόψεις του μάς φαίνονται γνωστές, αυτό συμβαίνει όχι επειδή ήταν τρέχουσες κι εκείνη την εποχή, στην πραγματικότητα δεν ήταν διόλου δημοφιλείς εκτός της αριστεράς, αλλά επειδή ο πόλεμος και το Ολοκαύτωμα δικαίωσαν τραγικά την κριτική στον ναζισμό που προπολεμικά διατύπωνε σχεδόν μόνη η ριζοσπαστική αριστερά. Τέτοιες απόψεις δεν ακούγονταν ευρύτερα ώσπου να ξεκινήσει τον πόλεμο ο Χίτλερ, κι ελάχιστα συζητούνταν στον συντηρητικό και το φιλελεύθερο χώρο. Η ιστορική γνώση που συσσωρεύτηκε έκτοτε μάς επιτρέπει να μιλήσουμε με μεγαλύτερη ασφάλεια και ακρίβεια για πολλά από τα ζητήματα που θίγει ο Λεφέβρ, αλλά οι εκτιμήσεις του γενικά δεν διαψεύστηκαν, ενώ τα σημεία στα οποία εστίασε την προσοχή του αποδείχτηκαν, όπως εύκολα διαπιστώνουμε εκ των υστέρων, καίριας σημασίας.
Προτού εξετάσει συνοπτικά τι έκαναν οι Ναζί στα πρώτα πέντε χρόνια του καθεστώτος τους, ο Λεφέβρ παρουσιάζει τον τρόπο με τον οποίο κέρδισαν την εξουσία. Ιδιαίτερη έμφαση δίνει στη σχέση μεταξύ Χίτλερ και τραπεζικού κεφαλαίου, ενώ ως κοινωνικό στίγμα της ναζιστικής κυβέρνησης ορίζει την ένωση των διάφορων μερίδων του γερμανικού κεφαλαίου γύρω από τη μεγαλοαστική τάξη (γαιοκτήμονες, μεγαλοβιομήχανοι, τραπεζίτες), η οποία μπόρεσε επίσης να συσπειρώσει, μέσω του Χίτλερ, μεσοαστούς και μικροαστούς. Συνοψίζει με κλασική λιτότητα τα βασικά του χαρακτηριστικά:
«Ο χιτλερισμός δεν έχει τόσο συγκεκριμένη βάση. Εντούτοις δεν πρόκειται για μια στιγμιαία αντίδραση. Αντιπροσωπεύει ένα νέο «σύστημα», δηλαδή μια προσπάθεια του μεγάλου χρηματιστικού κεφαλαίου να επιβιώσει μέσα στη γενική κρίση του καπιταλισμού και να προσαρμόσει την οικονομία και το κράτος στις ανάγκες του. Προσπαθεί να διασωθεί χρησιμοποιώντας εναλλάξ τη βία και το πολιτικό ψέμα σε πρωτόγνωρη μέχρι στιγμής κλίμακα»
Το μεγάλο κεφάλαιο άνοιξε στον Χίτλερ τις θύρες του κράτους, το οποίο τότε όπως και τώρα ελεγχόταν από τους καπιταλιστές σε βαθμό πολύ μεγαλύτερο απ’ όσο ήθελαν να παραδεχτούν οι θεωρίες που ήταν της μόδας στη μεταρρυθμιστική αριστερά τις δεκαετίες της οικονομικής άνθησης. Εύστοχα τονίζει ο συγγραφέας ότι οι Ναζί πήραν την κυβέρνηση με νόμιμες διαδικασίες, φροντίζοντας να μη συσπειρώσουν εναντίον τους την αριστερά, την οποία φυσικά εξαρχής σκόπευαν να τσακίσουν, και βοηθήθηκαν εδώ από τη γραμμή που κυριαρχούσε μεταξύ των σοσιαλδημοκρατών, τη γνωστή μας ‘θα τούς ταράξουμε στη νομιμότητα’. Επίσης αναδεικνύει τη συναίνεση που εξασφάλισε ο ναζισμός, αφενός μέσω της επιδέξιας χειραγώγησης και αφετέρου χάρη στην απροθυμία των σοσιαλδημοκρατών να αναλογιστούν το πού οδηγούσε η λογική του.
Στη ρίζα των αλλεπάλληλων λαθών της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας ο Λεφέβρ διακρίνει την αντίληψή της για τον εξελικτικό σοσιαλισμό, η οποία περίμενε να έρθει ο σοσιαλισμός ‘σαν ώριμο φρούτο’ –ακριβώς αυτή την έκφραση χρησιμοποιεί! Έτσι το κόμμα του Έμπερτ και του Νόσκε κατέστρεψε την ιστορική ευκαιρία που πρόσφερε η κατάρρευση του γερμανικού καπιταλισμού το 1918, και αντί να επιβάλει ουσιαστικές αλλαγές, οι οποίες ξεθεμελιώνοντας την αστική εξουσία θ’ άνοιγαν το δρόμο για τη μετάβαση σε μια σοσιαλιστική κοινωνία, που ήταν εφικτή, τον παλινόρθωσε. Οι συνθήκες δεν ήταν ώριμες, σύμφωνα με τους ηγέτες των σοσιαλδημοκρατών, αλλά βεβαίως οι συνθήκες ποτέ δεν είναι ώριμες για κείνους που δεν θέλουν ανατροπή. Αναλώθηκαν λοιπόν σε συνταγματικές μεταρρυθμίσεις και θεσμικές βελτιώσεις που αποδείχτηκαν εντελώς βραχύβιες, ενώ η υποταγή τους στον εθνικισμό ανέκοψε την επαναστατική δυναμική και τελικά άνοιξε το δρόμο στον Χίτλερ. Φυσικά οι καπιταλιστές και οι Ναζί κατέστρεψαν έπειτα, μόλις έπαψαν να τούς έχουν ανάγκη, και τους σοσιαλδημοκράτες μαζί με τους κομμουνιστές και όλο το εργατικό κίνημα.
Αυτές οι λεπτομέρειες συνήθως παραβλέπονται στις κοινότοπες εκθέσεις ιδεών περί Βαϊμάρης που διαβάζουμε συχνά. Η συστημική Αριστερά επαναλαμβάνει τα ίδια λάθη, υπονομεύοντας αντί να ενισχύει τα μαζικά κινήματα και αφήνοντας στο απυρόβλητο την κυριαρχία των τραπεζιτών, τη σκλαβιά του χρέους και τη δικτατορία του ευρώ. Έτσι δεν δίνει ούτε προοπτική ούτε ελπίδα, αποξενώνει τα λαϊκά στρώματα που ζητούν καθαρές απαντήσεις, και ανοίγει το δρόμο στην ακροδεξιά απόκριση στην κρίση, τελικά στον φασισμό. Η σύγχυσή της σ’ αυτά τα κεντρικής σημασίας προβλήματα –ευρώ, χρέος, τράπεζες- βοηθά ν’ αναδυθεί, όπως συνέβη πρόσφατα στη Βουλγαρία, ένας αντίπαλος λόγος που διαμορφώνει ένα φασιστικού τύπου κίνημα θυμάτων της κρίσης ενάντια στη δήθεν ‘ευρωπαϊστική’, στην πραγματικότητα υποτελή στο χρηματιστικό κεφάλαιο, κυβερνητική αριστερά.(3) Στην Ελλάδα μόνον έτσι θα μπορούσαν να διευρυνθούν τα όρια της λεγόμενης ‘δεξαμενής του φασισμού’, δηλαδή περίπου ως το ένα πέμπτο του πολιτικού σώματος, το οποίο έχει ενστερνιστεί τα ρατσιστικά και νεοφιλελεύθερα ιδεολογήματα που αναπαράγονται διαρκώς από το κράτος και τα μέσα ενημέρωσης, αλλά δεν συμμετέχει στη φασιστική κινητοποίηση.
Ένας πιο άμεσος κίνδυνος είναι ότι ήδη προετοιμάζουν τη φασιστική λύση ισχυρά κομμάτια του πλέγματος εξουσίας, μεγαλοαστοί που ξέρουν ότι τώρα πια τα παίζουν όλα για όλα και δεν ηρεμούν από τις επιδείξεις μετριοπάθειας της κυβερνητικής Αριστεράς γιατί χρέη και σκάνδαλα τούς κάνουν ευάλωτους σε κάθε αλλαγή. Ξέρουν ότι αν τυχόν χάσουν τον έλεγχο της πολιτικής εξουσίας χάνουν και τις πηγές του πλουτισμού τους, ή και θα βρεθούν στη φυλακή. Στηρίζουν λοιπόν ολοένα πιο ριψοκίνδυνες αυταρχικές λύσεις, κι ετοιμάζονται να βάλουν στην κυβέρνηση ελαφρά μακιγιαρισμένη την παρέα του Κασιδιάρη, τα εγκλήματα της οποίας συγκαλύπτουν συστηματικά και μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Και όλα αυτά συμβαίνουν με την επίνευση των θεσμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που έχουν σήμερα τον καθοδηγητικό κι εποπτικό ρόλο που έπαιζαν οι ΗΠΑ στη διάρκεια της χουντικής επταετίας. Δεν χρειάζεται σχόλια η πιο δυσοίωνη ίσως παράγραφος του Λεφέβρ, (4) που θα μπορούσε να είχε γραφεί και σήμερα:
«Οι επιδοτήσεις προς τις τράπεζες, οι οποίες είχαν στον έλεγχό τους αναρίθμητες βιομηχανίες, δεν κατέληγαν στην κυριαρχία του κράτους επί του χρηματιστικού κεφαλαίου και στο σοσιαλισμό, αλλά στον έλεγχο του αστικού κράτους εκ μέρους του χρηματιστικού κεφαλαίου, στον έλεγχο του προϋπολογισμού του, της οικονομικής επιρροής του. Μια τέτοια κατάσταση δεν μπορούσε να διαρκέσει. Είτε το κράτος θα μετασχηματιζόταν και θα περνούσε στον έλεγχο του λαού, στην υπηρεσία των πραγματικών συμφερόντων του έθνους σε μια πραγματική δημοκρατία, είτε θα περνούσε στον έλεγχο του χρηματιστικού κεφαλαίου και των ηγετών του. Αυτό και συνέβη.»
Στις σημερινές συνθήκες οι λαοί έχουν να διαλέξουν ανάμεσα στον καπιταλισμό και τη δημοκρατία, και η κρίση απέδειξε ότι το πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι φτιαγμένο για να στηρίζει τον πρώτο, όχι τη δεύτερη. Εθελοτυφλώντας μπροστά σ’ αυτή την απλή αλήθεια, η συστημική αριστερά υποτιμά τον αυταρχικό κατήφορο στον οποίο κατρακυλάμε, και που στον πάτο του έχει την ανατροπή ή τον φασισμό. Στον σκληρό αγώνα που έχουμε μπροστά μας όμως είναι απαραίτητο να βλέπουμε καθαρά τι συμβαίνει, και να το εξηγούμε με απλό και καθαρό λόγο στον κόσμο που μόνον αυτός, με την κινητοποίησή του, μπορεί να σταματήσει την πτώση.
Πρόγραμμα των καπιταλιστών είναι η επαναφορά μας σε συνθήκες δουλοπαροικίας ή και δουλείας, αυτό ακριβώς οργανώνουν η κυβέρνηση και η Τρόικα μέσω της λεγόμενης δομικής προσαρμογής (από τη δική μας σκοπιά, της απαλλοτριωτικής συσσώρευσης). Χωρίς ρήξη με τον καπιταλισμό δεν πρόκειται να πάρουμε πίσω όσα μάς έκλεψαν ή έστω να ξαναφτιάξουμε θέσεις εργασίας, ούτε καν ν’ αποκαταστήσουμε τη νομική ισότητα που τυπικά απολαμβάναμε προηγουμένως, (5) και όσο δεν τα συνειδητοποιούν όλα αυτά οι εργαζόμενοι μένουν ανυπεράσπιστοι στις επιθέσεις του εχθρού. Η σύγχυση στο στρατόπεδό μας είναι ένα από τα πιο επικίνδυνα όπλα του, κι εκείνοι που την αναπαράγουν μέσα στην αριστερά έχουν ιστορικές ευθύνες. Μακάρι να προσέξουν εγκαίρως κάτι που μάς λέει καθαρά ο Λεφέβρ:
Η νίκη του φασισμού δεν ήταν αναπόφευκτη στη Γερμανία. Η σύγχυση του γερμανικού λαού την κατέστησε εφικτή: η σύγχυση των μεσαίων τάξεων που στερούνταν τους πολιτικούς και πνευματικούς εκφραστές των πραγματικών συμφερόντων τους, η σύγχυση της εργατικής τάξης που είχε αποδυναμωθεί από τις διασπάσεις, η σύγχυση των αγροτών που ήταν απογοητευμένοι από την αγροτική πολιτική των δημοκρατικών κυβερνήσεων.
Το βιβλιαράκι που κρατάτε στα χέρια σας βοηθά να διαλυθεί αυτή ακριβώς η σύγχυση. Αξίζει να διαβαστεί προσεκτικά.
———————————–
1. Ο Γκερέν, επιφανής ιστορικός της Γαλλικής Επανάστασης, πριν από τον πόλεμο ήταν τροτσκιστής, αλλά αργότερα προσχώρησε στην αναρχία. Προειδοποίησε το γαλλικό κοινό για τη δυναμική του ναζισμού μετά από ένα μεγάλο ταξίδι του στη χιτλερική Γερμανία. H μαρτυρία του (Daniel Guerin, La peste brune, Les amis de Spartacus, Παρίσι, 1996 [1932/1933], και στα ελληνικά, Η φαιά πανούκλα, μετάφραση Μπάμπης Λυκούδης, Κείμενα, Αθήνα 1971), λιγότερο αναλυτική και περισσότερο περιγραφική από το έργο του Λεφέβρ, είναι επίσης ένα από τα κλασικά τεκμήρια για τη ναζιστική εξουσία, άμεσα γραμμένη τις παραμονές της ανόδου του Χίτλερ και τις πρώτες εβδομάδες μετά την επιβολή της δικτατορίας του, και αξίζει και αυτή να διαβαστεί.
2. Αυτά τα δυο βατά και καλογραμμένα βιβλία αποτελούν την καλύτερη εισαγωγή στα ζητήματα του φασισμού και του αντιφασισμού: Η ανατομία του φασισμού, του Ρόμπερτ Πάξτον (μετάφραση Κατερίνα Χαλμούκου, Κέδρος, Αθήνα 2007 [2004]), και το Ποτέ ξανά! του Κόλιν Σπαρκς (Colin Sparks, Ποτέ ξανά. Πώς και γιατί να σταματήσουμε το φασισμό, Κίνηση Απελάστε τον Ρατσισμό, χωρίς όνομα μεταφραστή, Αθήνα 2012 [1980]). Βασικό επίσης είναι το Arno J. Mayer,Dynamics of Counterrevolution in Europe, 1870-1956. An Analytic Framework, Harper and Row, Νέα Υόρκη, Evanston, Λονδίνο 1971.
3. Βλ. Mariya Ivancheva, «A people divided: violent conflict emerging in Bulgaria», LeftEast, 7 Νοέμβρη 2013, στοhttp://www.criticatac.ro/lefteast/a-people-divided-violent-conflict-emerging-in-bulgaria/ . Χαρακτηριστικά αυτόν το λόγο αναπτύσσει σήμερα στην Ελλάδα η εφημερίδα Το Παρόν.
4. Για τις σχέσεις μεταξύ Ναζί και μεγάλου κεφαλαίου βλ. πλέον Adam Tooze, The Wages of Destruction. The Making and Breaking of the Nazi Economy, Penguin, Χάρμοντζουερθ 2008. Πιο περιγραφικά στα James Ε. Pool ΙΙΙ, Hitler and his Secret Partners. Contributions, Loot and Rewards, 1933-1945, Simon & Schuster, Νέα Υόρκη 1978· James Ε. Pool ΙΙΙ, Suzanne Pool, Who Financed Hitler. The Secret Funding of Hitler’s Rise to Power 1919-1933, Macdonald and Jane’s, Λονδίνο 1978. Η κλασική μαρξιστική ανάλυση στο David Abraham, The Collapse of the Weimar Republic: Political Economy and Crisis, Holmes & Meier, Νέα Υόρκη 2 1986. Πρωτοπόρος κι εδώ ο Γκερέν, με το Daniel Guérin, Fascisme et grand capital. Italie-Allemagne, Éditions de la révolution prolétarienne, Παρίσι 1936.
5. Η επίσημη αναγνώριση προνομίων στις ‘συστημικά σημαντικές’ τράπεζες και ασφαλιστικές εταιρείες, η οποία μας επαναφέρει στον νομικό πολιτισμό που κυριαρχούσε ως τη Γαλλική Επανάσταση, είναι ήδη πραγματικότητα στο πλαίσιο του σημερινού συστήματος: βλ. DavidMalone, “The Twilight of Justice”, δημοσιευμένο στον ιστότοποGolem XIV, στις 26 Μαρτίου 2013 [στα ελληνικά, στην ιστοσελίδα της Λέσχης Ανυπότακτης Θεωρίας –www.ilesxi.wordpress.com- με τίτλο «Το Λυκόφως της Δικαιοσύνης»]. Όσον αφορά την επαναφορά της δουλείας στον σύγχρονο καπιταλισμό, τα προανακρούσματα της οποίας βλέπουμε ήδη στη μεταχείριση των μεταναστών και των προσφύγων, βλ. “Τhe End of Work or the Renaissance of Slavery? Α Critique of Rifkin and Negri”, στο George Caffentzis, In Letters of Blood and Fire. Work, Machines, and the Crisis of Capitalism, PM Press, Common Notions, Autonomedia, Ώκλαντ Καλιφόρνιας, Νέα Υόρκη 2013, σ. 66-81 [στα ελληνικά, στην ιστοσελίδαwww.rebelnet.gr με τίτλος «Το τέλος της εργασίας ή η αναγέννηση της σκλαβιάς»]
Η σελίδα των εκδόσεων Αφήγηση στο facebook:https://www.facebook.com/afhghsh
* Ο Σπύρος Μαρκέτος διδάσκει ιστορία στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ
Πηγή:αριστερό blog
_________________________________________________
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου