Στρατηγικά λάθη
Η Ιωνική Επανάσταση (499-494 π.Χ.) παρά την άποψη του Ηροδότου ότι ήταν τυχαία και εξελίχθηκε χωρίς σχέδιο, εκδηλώθηκε πρόωρα σε μια χρονική συγκυρία κατά την οποία δεν είχαν συνεκτιμηθεί ορθώς όλοι οι παράμετροι και οι δυσκολίες. Χωρίς ικανή και ενιαία ηγεσία, υποτιμώντας την περσική στρατιωτική ισχύ και εσωτερικά διασπασμένοι, οι Ίωνες της Μικράς Ασίας οδηγήθηκαν σε μια εξέγερση η οποία γρήγορα κατέληξε σε αδιέξοδο.
Ο γεωγράφος και ιστορικός Εκαταίος ο Μιλήσιος προσπάθησε να τους συμβουλέψει προτείνοντας έγκαιρα τη ναυπήγηση ισχυρού στόλου, διαβλέποντας ότι η τελική σύγκρουση –από την οποία θα κρινόταν και η τύχη της Μιλήτου, του σημαντικότερου κέντρου της επανάστασης– θα πραγματοποιείτο στη θάλασσα. Πράγματι η τελευταία πράξη του δράματος της Ιωνικής Επανάστασης εκτυλίχθηκε στη νήσο Λάδη την άνοιξη του 494 π.Χ.
Σύντομο ιστορικό πλαίσιο
Μπροστά στην πόλη των Μιλησίων, βρίσκεται η μικρή νήσος Λάδη. Εκεί αποφασίσθηκε από τους εξεγερμένους Ίωνες να δοθεί η ναυμαχία, η οποία θα έκρινε την έκβαση του πολέμου και την ανεξαρτησία της Μιλήτου. Οι Ίωνες πληροφορήθηκαν ότι οι Πέρσες προέλαυναν με όλες τους τις δυνάμεις (πεζικό και ναυτικό) κατά της πόλης. Παρ’ όλα αυτά δεν θέλησαν να συγκεντρώσουν ισχυρές πεζικές δυνάμεις, γιατί πίστευαν ότι η προστασία που παρείχαν τα τείχη της πόλης –τα οποία άλλωστε τα υπεράσπιζαν οι ίδιοι οι Μιλήσιοι– ήταν αρκετή. Έτσι επικέντρωσαν την προσοχή τους στη συγκρότηση πολυάριθμου στόλου, όπου πράγματι μετά τις εκκλήσεις, η συμμετοχή ήταν μεγάλη. Ένας σημαντικός αριθμός (για τα δεδομένα της εποχής) από 353 πλοία συγκεντρώθηκαν από διάφορα μέρη της Ιωνίας, γεγονός που έκανε τους Πέρσες να προβληματισθούν και να καταστρώσουν σχέδιο διάσπασης της συνοχής των αντιπάλων τους πριν συγκρουσθούν μαζί τους.
Οι Πέρσες συγκέντρωσαν τους τυράννους των Iωνικών πόλων που στερήθηκαν την εξουσία εξαιτίας των δράσεων του Αρισταγόρα του Μιλήσιου. Οι έκπτωτοι ηγεμόνες μετά το ξέσπασμα της επανάστασης και την επιβολή δημοκρατικών πολιτευμάτων κατέφυγαν στους Μήδους και στη συνέχεια αφού εξασφάλισαν τη διαβεβαίωσή τους ότι θα τους επιστραφεί η εξουσία (τυραννίδα), εξεστράτευσαν ως σύμμαχοι εναντίον της Μιλήτου. Σε αυτούς λοιπόν τους τυράννους ο Πέρσης βασιλιάς απευθύνθηκε διατάσσοντάς τους να φροντίσουν ο καθένας ξεχωριστά να προβεί σε διασπαστικές ενέργειες.
Τελικός σκοπός ήταν να πεισθούν οι πολίτες να αποσχισθούν από τους υπολοίπους συμμάχους, πράττοντας έτσι «για το καλό του Bασιλέως». Τόνισε δε, ότι με την αποστασία δεν θα πάθει κανείς τίποτα, δεν θα χάσει την περιουσία του, ενώ σε αντίθετη περίπτωση θα εξανδραποδισθούν, θα γίνουν τα παιδιά τους ευνούχοι, οι παρθένες θα ξεσπιτωθούν και θα μεταφερθούν στη Βακτρία και ότι την Μίλητο θα την παραδώσει σε άλλους. Έτσι, οι τύραννοι των Ιώνων έστειλαν παντού τους δικούς τους κατά τη νύκτα για να αναγγείλουν αυτές τις ειδήσεις [1].
Σε αυτό το σημείο εύκολα μπορεί κανείς να καταλάβει ότι δεν ήταν καθόλου δύσκολο οι πρώην τύραννοι να έχουν επαφές με τους «δικούς» τους, οι οποίοι συναναστρέφοντο ελεύθερα με τους υπολοίπους Ίωνες, αφήνοντας με αυτόν τον τρόπο να καλλιεργείται ανενόχλητα ένα δίκτυο
εσωτερικής υπονόμευσης και κατασκοπείας.
«Ποιος… ηγέτης»;
Αρχικώς οι Ίωνες δεν έδωσαν ιδιαίτερη σημασία στις υποσχέσεις ή στις απειλές των Περσών. Όμως μέσα στο ελληνικό στρατόπεδο τα πράγματα δεν ήταν εύκολα. Όλοι ήθελαν να αναλάβουν την αρχηγία του στόλου για να κινούνται αυτοβούλως. Οι μέρες περνούσαν χωρίς αποτέλεσμα ώσπου εμφανίστηκε μια ικανότατη ηγετική μορφή, ο Διονύσιος ο Φωκαεύς, ο οποίος ανέλαβε να οργανώσει το ετερόκλητο στράτευμα που είχε συγκροτηθεί για να υπερασπιστεί τη Μίλητο.
Στην αρχή όλοι τον αποδέχθηκαν. Όμως στην πραγματικότητα ο Διονύσιος κατέβαλε σημαντικές προσπάθειες να πείσει το ανεκπαίδευτο και εν πολλοίς απείθαρχο στράτευμα ότι ήταν ανάγκη να εκπαιδευθεί, να ιεραρχηθεί και να εκτελεί τις διαταγές που προέρχονταν από τον έναν κοινό αρχηγό των επαναστατικών δυνάμεων.
Ο Διονύσιος εργάσθηκε με ιδιαίτερο ζήλο προσπαθώντας να μετατρέψει ένα πλήθος άπειρων ανδρών σε ικανή μάχιμη δύναμη. Η προσπάθειά του προσέκρουσε σε ισχυρά εμπόδια ενώ τα κίνητρά του δεν τα εκτίμησαν ή τουλάχιστον δεν ήταν έτοιμοι να τα εκτιμήσουν οι προερχόμενοι από διαφορετικές περιοχές Ίωνες. Ο αποφασισμένος στρατηγός έθεσε γρήγορα σε εφαρμογή το πρόγραμμά του. Κάθε μέρα οδηγούσε στο ανοικτό πέλαγος, τα πλοία των Ιώνων τα πληρώματα των οποίων εκπαιδεύονταν πολύ σκληρά. Οι οπλίτες ασκούνταν σε συχνά γυμνάσια και τα πληρώματα σε ναυτικές τακτικές, μαθαίνοντας να εφαρμόζουν «διέκπλους». Ασκήσεις επίπονες, οι οποίες φάνταζαν ως βασανιστήρια σε ανθρώπους που δεν ήταν συνηθισμένοι σε ταλαιπωρίες. Επί επτά ημέρες όλοι υπάκουαν στις διαταγές του Διονύσιου, αλλά την όγδοη κάποιοι παρέσυραν τους άλλους σε ανατρεπτικές ενέργειες. Έτσι, αναρωτήθηκαν μεταξύ τους, για ποιο λόγο να υπακούουν όλοι στον Διονύσιο, ο οποίος έδωσε μόνο 3 πλοία, τονίζοντας ότι βασανίζει σε ταλαιπωρίες όλους, λόγω των οποίων αρκετοί έπεσαν άρρωστοι και άλλοι είναι έτοιμοι να πάθουν το ίδιο.
«Τίνα δαιμόνων παραβάντες τάδε αναπίμπλαμεν; Οίτινες παραφρονήσαντες και εκπλώσαντες εκ του νόου ανδρί Φωκαιεϊ αλαζόνι, παρεχομένω νέας τρειςεπιτρέψαντες ημέας αυτούς έχομεν· ο δε παραλαβών ημέας λυμαίνεται λύμησι ανηκέστοισι, και δη πολλοί μεν ημέων ες νούσους πεπτώκασι, πολλοί δε επίδοξοι τωυτό πείσεσθαι· προς τε τούτων των κακών ημίν γε κρέσσον και ότι ων άλλο παθείν εστι, και την μέλλουσαν δουληίην υπομείναι ήτις έσται, μάλλον η τη παρεούση συνέχεσθαι. Φέρετε, του λοιπού μη πειθώμεθα αυτού» [2].
[Εναντίον τίνος θεού αμαρτήσαμε και υποφέρουμε αυτές τις κακουχίες; Διότι εμείς τρελαθήκαμε και βγήκαμε από τα λογικά μας, ώστε καθόμαστε και υπακούμε σε έναν αλαζόνα Φωκαέα, ο οποίος μόνο τρία πλοία έδωσε. Αυτός αφού έλαβε τόση εξουσία απέναντί μας, μας βασανίζει όλους μας με ανυπόφορες ταλαιπωρίες, πολλοί μάλιστα από μας έπεσαν άρρωστοι, πολλοί δε είναι έτοιμοι να πάθουν το ίδιο.
Μπροστά σε αυτά τα δεινά, προτιμότερο είναι να πάθουμε κάθε άλλο, να υποφέρουμε ακόμη και την μέλλουσα δουλεία, οποιαδήποτε κι αν είναι, παρά να υποφέρουμε από την παρούσα.
Ελάτε κι από δω και στο εξής να μην τον υπακούμε].
Η ψυχολογία του στόλου εδοκιμάζετο από την τρομερή κούραση και εκλονίζετο από ένα καταιγισμό πολλαπλών και αντιθετικών σκέψεων. Για παράδειγμα:
α) Πώς θα νικήσουν τον εχθρό;
β) Πώς θα αντιμετωπίσουν το γεγονός, ότι πολλοί είναι ήδη άρρωστοι από τις ταλαιπωρίες των γυμνασίων και ακολουθούν και άλλοι;
γ) Σε περίπτωση που χάσουν, θα δοκιμάσουν χειρότερα βασανιστήρια από τους Πέρσες;
δ) Αν λιποτακτήσουν και συνταχθούν με το μέρος των Περσών, μήπως σώσουν τις ζωές τους, τη γη τους και τελικώς η κατάσταση δεν θα είναι και τόσο άσχημη;
ε) Ποιος είναι αυτός (Διονύσιος) που θα αποφασίσει για το μέλλον των πόλεών τους και το δικό τους και γιατί θα πρέπει να τον εμπιστευθούν και να τον υπακούσουν; κ.ο.κ.
Όλα τα παραπάνω επέφεραν σοβαρές επιπτώσεις στη συνοχή του στρατεύματος και αύξησαν τις πιθανότητες να διαλυθεί. Όταν δε –επισημαίνουμε– αυτά συμβαίνουν λίγο πριν την κρίσιμη ναυμαχία, τότε με μαθηματική ακρίβεια το αποτέλεσμα είναι αναμενόμενο.
Εδώ θα πρέπει να διασαφηνίσουμε ότι δεν γίνεται σε καμμία περίπτωση έμμεσος παραλληλισμός με το σύγχρονο φαινόμενο «στρες» μάχης ή το επιχειρησιακό «στρες». Οι πρώτες σύγχρονες αναφορές σε ψυχολογικές καταρρεύσεις στρατιωτών παρουσιάσθηκαν στους Ναπολεόντειους Πολέμους. Αργότερα και κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου για πρώτη φορά χρησιμοποιήθηκε πυροβολικό με μεγάλη ακτίνα δράσεως, ισχυρά εκρηκτικά βλήματα, εφαρμόστηκαν επιχειρήσεις χημικού πολέμου κ.λπ.
Όλες οι αντιμαχόμενες δυνάμεις εμφάνισαν μαζικές απώλειες, οι οποίες ήταν αποτελέσματα του «στρες μάχης», το οποίο, κατά τα επίσημα στοιχεία, ανήλθε στο 20% της συνολικής δυνάμεώς τους. Και αν κάνουμε λόγο για τις περιπτώσεις, που παρουσιάστηκαν -ανάλογα με την μάχη- τότε έχουμε ένα ποσοστό της τάξης του 35% καταρρεύσεως της παρατακτής δυνάμεως. Αυτές οι αντιδράσεις ονομάστηκαν «shell shock», και έλαβαν διαστάσεις επιδημίας, καθώς οι μαχητές εμφάνιζαν προσωρινή κώφωση, τύφλωση, αμνησία, παράλυση, κ.ά.
Όμως ο αριθμός των απωλειών από «στρες μάχης» έλαβε τριπλή διάσταση, αφού από ιατρικό μετατράπηκε σε ζωτικό στρατιωτικό πρόβλημα, το οποίο απειλούσε τις δυνατότητες των στρατών να διεξαγάγουν επιχειρήσεις, και από στρατιωτικό σε κοινωνικό, όταν εκατοντάδες μαχητές, που επέστρεψαν στις πατρίδες τους, έμειναν στο κοινωνικό περιθώριο, αφού έπασχαν από βαριά ψυχοσωματικά συμπτώματα και αναγκάστηκαν να νοσηλευθούν για πολλά χρόνια σε ειδικά άσυλα για βετεράνους.
Τέτοια φαινόμενα δεν παρουσιάσθηκαν στην αρχαία Ελλάδα και όπου υπάρχουν αναφορές για κόπωση ή ψυχολογική φθορά, εννοούνται καταστάσεις ενός στρατεύματος που είχε υποστεί απώλειες, ή είχε διαλυθεί. Επίσης στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται περιπτώσεις λιποταξίας (προκειμένου κάποιος να υπηρετήσει σε έναν άλλο στρατό/στόλο με καλύτερες συνθήκες ή να «πουλήσει» πληροφορίες), περιπτώσεις συγχύσεως και εσφαλμένου ΑΝΣΚ, κούραση και εγκατάλειψη δυνάμεων (με αποτέλεσμα την παράδοση ή την ηρωική πτώση στο πεδίο της μάχης). Όπως αναφέρει ο Κ. Παπαδημητρίου (πλωτάρχης (ΥΙ) Π.Ν.): «Περιγραφές ψυχικής κατάρρευσης μαχητών υπό την πίεση της μάχης σπανίζουν στα αρχαία και στα μεσαιωνικά κείμενα καθώς την θεωρούσαν ένδειξη δειλίας» [3].
Η ναυμαχία
Οι αντιμέτωποι στόλοι
Ήταν φυσικό μετά από τις αντιρρήσεις και το σκεπτικισμό που εκδηλώθηκε για την ορθότητα η μη των επιλογών της ηγεσίας του Διονυσίου, να επικρατήσει αταξία στην πλευρά των Ελλήνων. Την ημέρα της σύγκρουσης οι Ίωνες είχαν ήδη παραταχθεί σε μια απλή γραμμή μετώπου, όταν οι Φοίνικες έπλευσαν εναντίον τους. Κατά τη συμπλοκή εκδηλώθηκε το πρώτο ρήγμα όταν τα 49 από τα 60 πλοία των Σαμίων, που είχαν παραταχθεί για τη ναυμαχία, απεχώρησαν και κατέφυγαν στη Σάμο, σύμφωνα με τη συμφωνία που είχαν κάνει με τον Αιάκη [4] (αδελφό του τυράννου Πολυκράτους της Σάμου που είχε καταφύγει στην αυλή του Δαρείου, κερδίζοντας την εύνοιά του και γενόμενος τύραννος αυτός στη θέση του αδελφού του), που προέτρεπε τους Σαμίους να εγκαταλείψουν τη συμμαχία των Ιώνων, ενώ τα υπόλοιπα 11 παρέμειναν και ναυμάχησαν μέχρι τελευταίας πτώσεως. Όταν οι Λέσβιοι είδαν ότι οι Σάμιοι υποχωρούσαν, έπραξαν και αυτοί το ίδιο, παρασύροντας στην ενέργειά τους και άλλους. Οι μόνοι, τελικώς, που έμειναν και έδειξαν ανδρεία ήταν οι Χίοι. Με 100 πλοία και με πληρώματα εκλεκτούς πολίτες, παρέμειναν με ελάχιστους συμμάχους και ναυμάχησαν.
Κυρίευσαν μεν πολλά εχθρικά, πλοία ενώ είχαν σοβαρές απώλειες. Το αποτέλεσμα όπως εξελίχθηκαν τα γεγονότα με τις πολλαπλές αποστασίες ήταν αναμενόμενο. Οι Ίωνες δεν έχασαν μόνο τη ναυμαχία, αλλά ακόμη και τα νησιά που πίστευαν ότι θα απελευθερώνοντο από τον περσικό ζυγό, υπέστησαν τραγικότερη μοίρα…
Στρατηγικές επισημάνσεις
Ο σκοπός της μελέτης αυτής, σε αυτό το ξεχωριστό πλαίσιο που ονομάζεται «στρατηγικές επισημάνσεις», δεν γίνεται για να επικρίνει αυστηρώς τους ναυμαχήσαντες στη Λάδη, αλλά να δείξει ότι όλα αυτά, που εμείς σήμερα μπορούμε να επισημάνουμε ως «λάθη», τα εντόπισαν και τα μελέτησαν αργότερα και οι ίδιοι με ιδιαίτερο ζήλο και σοβαρότητα έτσι, ώστε να τυποποιήσουν και να θεσμοθετήσουν τις διαδικασίες για τη διεξαγωγή ναυτικών επιχειρήσεων.
Για το λόγο αυτό επιβάλλεται να δίδεται σπουδαιότητα όχι μόνο στις νικηφόρες ναυμαχίες, αλλά και σε εκείνες που, από διάφορους παράγοντες, σημαντικούς ή όχι, κατέληξαν σε ήττα.
Γιατί αυτές οι ναυμαχίες, οι απωλεσθείσες, αποτελούσαν πάντα έναν οδηγό, ένα καλό σχολείο για τη μετέπειτα εξέλιξη του Πολεμικού Ναυτικού των αρχαίων Ελλήνων.
Έτσι λοιπόν, από τις έως τώρα πληροφορίες, που έχουμε για τη ναυμαχία της Λάδης, μπορούμε να επισημάνουμε και να μελετήσουμε τα κάτωθι:
α) Έλλειψη πειθαρχίας και υπακοής σε έναν κοινό αρχηγό. (Ενότητα Διοικήσεως)
Ακόμη κι αν βρέθηκε τελικώς ο αρχηγός, αυτό δεν τελεσφόρησε, γιατί αφ’ ενός συνέβη την τελευταία στιγμή χωρίς να έχει ολοκληρωθεί η βασική εκπαίδευση και αφ’ ετέρου δεν είχε εμπεδωθεί πνεύμα συνείδησης πλήρους υπακοής στον αρχηγό. Συνεπώς ήταν εύκολη η αλλαγή των αποφάσεων εν όψει των απαιτητικών πολεμικών γυμνασίων και η επιρροή από τους «εκτός» του στρατοπέδου.
β) Έκθεση γυμνασίων του Ελληνικού Στόλου απέναντι στον Περσικό.
Ο Διονύσιος εκτέλεσε ναυτικά γυμνάσια επί επτά συνεχείς ημέρες, με τέτοιο τρόπο παραγνωρίζοντας ότι οι κινήσεις ήταν ορατές από τον εχθρό. Έτσι το περσικό επιτελείο μπορούσε να παρακολουθεί και να γνωρίζει κατά πόσον ο εχθρός:
- είναι αξιόμαχος
- είναι αξιόπλοος
- κινείται βάσει στρατηγικού σχεδίου ή όχι.
Με αυτά τα δεδομένα, η θέση, η σύνθεση και το σχέδιο δράσεως των Ελλήνων ήταν ορατά και διαθέσιμα στον εχθρό.
γ) Έλλειψη εχθρογνωσίας.
Αντιθέτως με τους Πέρσες, δεν φαίνεται να υπάρχει αναφορά για ενέργειες του ιωνικού στρατοπέδου, όσο αφορά σε κάποιο υποτυπώδες σύστημα παροχής πληροφοριών ώστε να προσδιοριστεί:
α. ΠΩΣ ο εχθρός μπορεί να χρησιμοποιήσει τις δυνάμεις του για ναεπηρεάσει την αποστολή των Ιώνων.
β. ΠΟΙΟΣ είναι ο πιθανός Αντικειμενικός Σκοπός του εχθρού που απορρέει λογικά από τους ανωτέρω τρόπους ενεργείας του.
Δίχως οι Ίωνες να γνωρίζουν τη γενική κατάσταση του εχθρού, τον ΑΝΣΚ, σε ποια σημεία υπερτερεί/υστερεί ο περσικός στόλος, αποκλείουν περαιτέρω μελέτη για Εχθρικές Δυνατότητες [5] και την αντιμετώπισή τους. Η εχθρογνωσία απετέλεσε αργότερα σημαντικό κεφάλαιο μελέτης για τους αρχαίους Έλληνες:
«Χαβρίας έλεγε κάλλιστα στρατηγείν τους μάλιστα γιγνώσκοντας τα των πολεμίων»[6]
[Ο Χαβρίας έλεγε ότι πολύ καλά στρατηγούν όσοι γνωρίζουν προπάντων την κατάσταση των εχθρών].
δ) Αδιαφορία στην ασκούμενη κατασκοπεία.
Ο στρατηγός οφείλει να δίδει προσοχή στην ασκούμενη κατασκοπεία, να παίρνει τα κατάλληλα μέτρα προς αποφυγήν της, αλλά και να την αντιμετωπίζει.
Τίποτε όμως από τα παραπάνω δεν συνέβη κατά την προκειμένη περίπτωση, αφού υπήρχαν επαφές με πρώην στρατηγούς, τυράννους και διαφόρους «καλοθελητές». Ήταν φυσικό να ασκηθεί κατασκοπεία, να διαρρεύσουν πληροφορίες και να δημιουργηθούν ρήξεις στα στρατόπεδα.
Συνεπώς, τα στοιχεία (β) και (δ) λειτούργησαν για τους Πέρσες ως πηγή πληροφοριών για τον προσδιορισμό των Εχθρικών Δυνατοτήτων που, όπως τελικά απεδείχθη, μελέτησαν οι Πέρσες άνετα και γρήγορα.
ε) Έλλειψη συγκεκριμένου και μελετημένου σχεδίου τακτικής για την αντιμετώπιση του εχθρού.
Σε ένα μελετημένο σχέδιο δεν περιλαμβάνεται μόνο ο αρχικός σχηματισμός του στόλου. Αντιθέτως μέσα σε αυτό υπάρχουν και πολλά άλλα στοιχεία, όπως οι προβλεπόμενες παραλλαγές του σχηματισμού, ιδιαιτέρως σε περίπτωση απωλείας μέρους του στόλου (από καταστροφές ή λιποταξίες) ή ακόμη και του αρχηγού του στόλου. Η πρώτη φάση, αλλά και η βάση ενός σχεδίου, ή μιας επιχειρησιακής σχεδιάσεως είναι η Εκτίμηση Καταστάσεως, η οποία περιλαμβάνει την κατανόηση του προβλήματος και την εξέταση όλων των μεθόδων για την επίλυσή του (τρόποι ενεργείας). Εφ’ όσον απουσίαζε η μελέτη της πρώτης φάσεως/ βάσεως, της Εκτιμήσεως Καταστάσεως, λογικό είναι να μη πέρασαν στις επόμενες φάσεις που ακολουθούν και ολοκληρώνουν μια επιχειρησιακή σχεδίαση, όπως για παράδειγμα η Ανάπτυξη Σχεδίου κ.ο.κ.
στ) Αντιμετώπιση του εχθρού με λίγες δυνάμεις σε έναν ευρύ χώρο.
Τα περσικά πλοία εκινούντο ανέτως στην ευρύτητα του κόλπου της Μιλήτου και επεκράτησαν πολύ εύκολα έναντι των λίγων πλοίων του ελληνικού στόλου που είχαν απομείνει. Αυτό ήταν μια απόδειξη ελλείψεως μελέτης της περιοχής επιχειρήσεων και επιλογή της βέλτιστης εκ των Ημετέρων Δυνατών Ενεργειών. Δεν γνώριζαν βέβαια ότι κατά τη διάρκεια της μάχης θα εγκατέλειπαν τη θέση τους οι περισσότεροι και θα παρέμεναν ελάχιστοι. Εάν όμως υπήρχε έλεγχος κάθε εναλλακτικής λύσης, κατά πόσο, για παράδειγμα, η επιλεγείσα ιδέα ενεργείας μπορούσε να επιλύσει το πρόβλημα (κατάλληλη), αν ήταν πραγματοποιήσιμη (κατορθωτή) και ποιες επιπτώσεις είχε (παραδεκτή), ενδεχομένως να επέλεγαν κάποιο άλλο μέρος για να ναυμαχήσουν. Ο έλεγχος εναλλακτικής λύσης, μεταξύ άλλων, απετέλεσε μεταγενέστερα ένα σημαντικό παράγοντα μελέτης μιας ναυμαχίας, από στρατηγούς που διέπρεψαν σε θέματα τακτικής και Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως: «Ου στρατηγικόν το ουκ ώμην» [7].
[δεν είναι καλή στρατηγική το να λες «δεν το φανταζόμουν»].
Αργότερα, με το παράδειγμα της ναυμαχίας της Σαλαμίνος, η εκμετάλλευση του στενού θαλασσίου χώρου καθιερώθηκε ως ο πλέον βασικός παράγοντας τακτικής για τον στόλο, που υστερούσε σε αριθμό πλοίων από τον εχθρό.
Πηγή:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου