Ετικέτες

Παρασκευή 6 Απριλίου 2012

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΛΑΜΠΡΑΚΗΣ(ΓΕΝΝΗΣΗ 03/04/1912)

Τετάρτη, 4 Απριλίου 2012

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΛΑΜΠΡΑΚΗΣ(ΓΕΝΝΗΣΗ 03/04/1912)

ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΛΑΜΠΡΑΚΗΣ(ΓΕΝΝΗΣΗ 03/04/1912)
Γιατρός, αθλητής, πολιτικός, μα πάνω απ' όλα αγωνιστής της Δημοκρατίας και της Ειρήνης. Γεννήθηκε στην Κερασίτσα Αρκαδίας(03/04/1912). Ήταν το 14ο παιδί από τα 18 που απέκτησαν οι γονείς του. Μετά το τέλος των εγκύκλιων σπουδών του μετέβη στην Αθήνα και εισήλθε στην Ιατρική. Από τα εφηβικά του χρόνια ασχολήθηκε με τον αθλητισμό και αναδείχθηκε 10 φορές βαλκανιονίκης στο άλμα εις μήκος. Επί 23 χρόνια(1936-59) κατείχε το πανελλήνιο ρεκόρ του αγωνίσματος(7,37 m). Έλαβε ενεργό μέρος στην Εθνική Αντίσταση, την περίοδο της γερμανικής Κατοχής. Ίδρυσε(1943) την «Ένωση των Ελλήνων Αθλητών» και διοργάνωσε αγώνες, από τα έσοδα των οποίων τροφοδοτούσε τα λαϊκά συσσίτια. Μετά την Απελευθέρωση(1944) ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Ιατρική και αναγορεύθηκε(1950) υφηγητής στην έδρα της Μαιευτικής και Γυναικολογίας. Απέκτησε 2 γιούς τον Θοδωρή και τον Γρηγόρη. Στις εκλογές «της βίας και της νοθείας»(29/10/1961), πολιτεύθηκε με το ΠΑΜΕ(Πανδημοκρατικό Αγροτικό Μέτωπο Ελλάδος), συνασπισμό αριστερών δυνάμεων με επικεφαλής την ΕΔΑ και εξελέγη βουλευτής Πειραιά. Δραστηριοποιήθηκε(1961) στο ειρηνιστικό κίνημα και με δική του πρωτοβουλία ιδρύθηκε η «Ελληνική Επιτροπή για τη Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη» (ΕΕΔΥΕ). Η οργάνωση αυτή διοργάνωσε(21/04/1963) Πορεία Ειρήνης από τον Μαραθώνα στην Αθήνα. Η αστυνομία την απαγόρευσε και συνέλαβε πολλούς από τους διαδηλωτές, μεταξύ τους και ο Μίκης Θεοδωράκης. Ο Λαμπράκης προστατευόμενος από τη βουλευτική του ασυλία, πραγματοποίησε μόνος την πορεία, κρατώντας ένα μικρό πανό με το σύμβολο της ειρήνης. Αμέσως μετά συνελήφθη. Αμέσως μετά μετέβη στο Λονδίνο για να συμπαρασταθεί στους Έλληνες, Κύπριους και Άγγλους διαδηλωτές που ζητούσαν την απελευθέρωση πολιτικών κρατουμένων στην Ελλάδα-ανάμεσά τους ήταν και ο μετέπειτα βουλευτής του ΚΚΕ Αμπατιέλος σε εκδήλωση που είχε οργανώσει η Βρετανίδα σύζυγός του Μπέτυ Μπάρτλετ Αμπατιέλου.  Ο Γρηγόρης Λαμπράκης παρέστη(22/05/1963) και μίλησε στην Θεσσαλονίκη, σε συγκέντρωση για την ειρήνη και τον πυρηνικό αφοπλισμό. Μετά το τέλος της εκδήλωσης δέχθηκε δολοφονική επίθεση σε κεντρικό δρόμο της πόλης από τρίκυκλο, στο οποίο επέβαιναν οι ακροδεξιοί Σπύρος Γκοτζαμάνης και Εμμανουήλ Εμμανουηλίδης. Τραυματίστηκε σοβαρά και πέθανε(27/05/1963), σε ηλικία 51 ετών. Η ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ Το βράδυ της 22ας Μαΐου 1963 ο Λαμπράκης μίλησε σε εκδήλωση που διοργάνωσε στη Θεσσαλονίκη η «Επιτροπή για τη Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη». Πριν ακόμα ξεκινήσει, πλήθος παρακρατικών και αστυνομικών με πολιτικά είχαν καταλάβει τα γειτονικά πεζοδρόμια, κραυγάζοντας συνθήματα και προπηλακίζοντας όσους προσέρχονταν στην αίθουσα για να πάρουν μέρος σε αυτή. Άλλοι αστυνομικοί, ένστολοι, δεν λάμβαναν κανένα μέτρο για την απώθηση των παρακρατικών, παρά τις διαμαρτυρίες των οργανωτών και του Λαμπράκη, ενός μέλους δηλ. του ελληνικού κοινοβουλίου. Ένας παρακρατικός κατόρθωσε να χτυπήσει το Λαμπράκη στο κεφάλι με ρόπαλο κατά την είσοδό του στην αίθουσα της εκδήλωσης, τραυματίζοντάς τον ελαφρά. Σοβαρά τραυματίστηκε από τους ανεξέλεγκτους διαδηλωτές ο έτερος παρών αριστερός βουλευτής, Γιώργος Τσαρουχάς. Με την ολοκλήρωση της εκδήλωσης, ο Λαμπράκης εγκατέλειψε την αίθουσα με πρόθεση να κατευθυνθεί σε κοντινό ξενοδοχείο. Τον ακολούθησαν μόνο 2 σύντροφοί του, καθώς η αστυνομία απέκλεισε το κοινό της εκδήλωσης στο εσωτερικό της αίθουσας, απαγορεύοντας προσωρινά την έξοδο. Ακριβώς εκείνη τη στιγμή, στη διασταύρωση των οδών Ερμού και Ελ. Βενιζέλου και παρά το ότι η αστυνομία είχε αποκλείσει όλους τους δρόμους, ένα τρίκυκλο εμφανίστηκε από το πουθενά, πλησίασε το Λαμπράκη με ιλιγγιώδη ταχύτητα και τον έριξε στο έδαφος. Κανείς αστυνομικός δεν κινήθηκε για να εμποδίσει το τρίκυκλο πριν, να συλλάβει τον οδηγό του μετά, ή ακόμα και να βοηθήσει τον αιμόφυρτο Λαμπράκη. Όπως αποδείχτηκε, το θύμα είχε δεχτεί ισχυρό χτύπημα στο κεφάλι από μεταλλικό αντικείμενο. Το πιθανότερο είναι ότι οι δράστες της επίθεσης θα είχαν διαφύγει ανενόχλητοι, αν ένας παριστάμενος Θεσσαλονικιός, ο Μανόλης Χατζηαποστόλου(με το παρατσούκλι «Τίγρης») δεν είχε πηδήσει αστραπιαία στην καρότσα του τρίκυκλου. Για ένα περίπου km το τρίκυκλο έτρεχε στους δρόμους της Θεσσαλονίκης χωρίς κανένα αστυνομικό ή άλλο όχημα να το καταδιώκει. Ο Χατζηαποστόλου εξουδετέρωσε μετά από σκληρή πάλη το μοναδικό επιβάτη της καρότσας, Μανόλη Εμμανουηλίδη(αυτός που κατάφερε το θανατηφόρο χτύπημα στο Λαμπράκη) και υποχρέωσε τον οδηγό Σπύρο Γκοτζαμάνη να σταματήσει. Ακολούθησε νέα πάλη ανάμεσα στον Χατζηαποστόλου και τον Γκοτζαμάνη, έως ότου εμφανίστηκε ένας απλός τροχονόμος, ο οποίος μη γνωρίζοντας όσα είχαν προηγηθεί, συνέλαβε τον Γκοτζαμάνη κατόπιν υποδείξεων των περαστικών. Ο Λαμπράκης μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ σε κωματώδη κατάσταση από την οποία δεν εξήλθε ποτέ. Πέθανε 4 μέρες αργότερα. Ο θάνατός του προκάλεσε αγανάκτηση στην κοινή γνώμη, οξύτατη πολιτική κρίση και διεθνή κατακραυγή, για τις αυταρχικές πρακτικές της κυβέρνησης Καραμανλή και των Σωμάτων Ασφαλείας, που αποδείχθηκε ότι όχι μόνο ανέχονταν και εξέτρεφαν τον ανεξέλεγκτο παρακρατικό μηχανισμό. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης και ο κεντρώος και αριστερός Τύπος να κάνουν λόγο από την 1η στιγμή για οργανωμένο σχέδιο δολοφονίας. Η επίσημη αστυνομική εκδοχή, ήταν ότι επρόκειτο για τροχαίο ατύχημα και αυτήν υιοθέτησε αρχικά και η κυβέρνηση. Την επομένη ένα 500.000 άνθρωποι συγκεντρώθηκαν στο Α' Νεκροταφείο για το «Ύστατο Χαίρε», φωνάζοντας συνθήματα κατά της δολοφονίας.. Η συγκέντρωση μετατράπηκε σε διαδήλωση καταδίκης της δεξιάς κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Καραμανλή και του Παλατιού. Φυσικοί αυτουργοί της δολοφονίας Λαμπράκη ήταν ο Σπύρος Γκοτζαμάνης και ο Εμμανουήλ Εμμανουηλίδης, αλλά η δικαστική έρευνα που διεξήγαγαν ο εισαγγελέας Παύλος Δελαπόρτας και ο νεαρός ανακριτής Χρήστος Σαρτζετάκης έφεραν στο φως σχέσεις των αρχών με ένα ακροδεξιό παρακράτος. Αργότερα ο Παπαντωνίου αντικαταστάθηκε από τον εισαγγελέα Στυλιανό Μπούτη. Ο Σαρτζετάκης απήγγειλε κατηγορίες και εναντίον ανώτατων αξιωματικών της Χωροφυλακής. Αν και η ηγεσία της Xωροφυλακής Θεσσαλονίκης έκανε κάθε δυνατή προσπάθεια για να αποκρύψει κρίσιμα στοιχεία και να εκφοβίσει τους μάρτυρες, η ανακριτική ομάδα(παρά τις παρεμβάσεις και πιέσεις από τον τότε εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και μετέπειτα(1967) πρωθυπουργό της χούντας Κωνσταντίνο Κόλλια) στοιχειοθέτησε ότι επρόκειτο για προμελετημένο έγκλημα και αποκάλυψε τους ηθικούς αυτουργούς του. Οι φυσικοί αυτουργοί καταδικάσθηκαν(Δεκέμβριος 1966) σε πολυετή φυλάκιση και απελευθερώθηκαν στην δικτατορία. Τους Γκοτζαμάνη και Εμμανουηλίδη ακολούθησαν τρανταχτά ονόματα της πανίσχυρης χωροφυλακής Θεσσαλονίκης(π.χ. Κωνσταντίνος Μήτσου, επιθεωρητής Β Ελλάδος, Ευθύμιος Καμουτσής, διευθυντής αστυνομίας, Κωνσταντίνος Δόλκας κ.ά. οι οποίοι παραπέμφθηκαν για παράβαση καθήκοντος). Στους ηθικούς αυτουργούς συμπεριλαμβανόταν ο πρόεδρος της παρακρατικής οργάνωσης στην οποία ανήκε ο Γκοτζαμάνης, Ξενοφών Γιοσμάς(λόγω της δράσης του στην κατοχή, είχε καταδικαστεί ως δοσίλογος και, για αυτό, αποκαλείται κοροϊδευτικά «Φον Γιοσμάς») και ο υπομοίραρχος Εμμανουήλ Καπελώνης, διοικητής του Α τμήματος Τούμπας. Στο απυρόβλητο έμεινε ο υπομοίραρχος της Ασφάλειας Δημήτριος Κατσούλης, του τμήματος «Δίωξης Κομμουνιστών» ο οποίος την ημέρα του εγκλήματος (σύμφωνα με μαρτυρία του Εμμανουηλίδη κ.ά.) είχε μιλήσει σε συγκέντρωση παρακρατικών στο 5ο Αστυνομικό Τμήμα Θεσσαλονίκης, δίνοντας οδηγίες για την «αντισυγκέντρωση» και τονίζοντας ότι «απόψε στόχος μας είναι ο Λαμπράκης». Τελικά, για τον φόνο καταδικάστηκαν οι Γκοτζαμάνης και Εμμανουηλίδης, ενώ ο Γιοσμάς καταδικάστηκε μόνο για διατάραξη της κοινής ειρήνης. Σημαντικό ρόλο στις αποκαλύψεις έπαιξε και η μαχητική έρευνα και αρθρογραφία 3 δημοσιογράφων: Γιώργος Ρωμαίος του Βήματος(μετέπειτα υπουργός του ΠΑΣΟΚ), Γιάννης Βούλτεψης της Αυγής και Γιώργος Μπέρτσος(τότε μεγάλη σε κυκλοφορία Ελευθερία των Αθηνών). Η δολοφονία Λαμπράκη επιτάχυνε τις πολιτικές εξελίξεις. Η κατακραυγή για τη δολοφονία και τις αποκαλύψεις για την άμεση εμπλοκή της αστυνομίας, ήταν τόσο μεγάλη που οδήγησε σε παραίτηση της κυβέρνησης Καραμανλή σε λιγότερο από 3 βδομάδες από το έγκλημα(11/06/1963). Σχηματίστηκε νέα κυβέρνηση της ΕΡΕ υπό τον Παναγιώτη Πιπινέλη, μετέπειτα υπουργό εξωτερικών της χούντας. Ο ανακριτής Χρήστος Σαρτζετάκης σε συμφωνία με τον εισαγγελέα Δελαπόρτα διέταξε(Σεπτέμβριος) την προφυλάκιση των ανώτατων αξιωματικών της χωροφυλακής, διαλύοντας κάθε αμφιβολία στην κοινή γνώμη για την εμπλοκή κράτους και παρακρατικών στη δολοφονία. Διεξήχθησαν εθνικές εκλογές τις οποίες κέρδισε η Ένωση Κέντρου(Νοέμβριος). Την ίδια χρονιά ιδρύθηκε η «Νεολαία Λαμπράκη», της οποίας πρώτος πρόεδρος εκλέχτηκε ο Μίκης Θεοδωράκης. Αναζωογόνησε τον Ανένδοτο Αγώνα του Γεωργίου Παπανδρέου και έπαιξε τον πιο σημαντικό ίσως ρόλο στην πτώση της κυβέρνησης Καραμανλή. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, αφού διερωτήθηκε «Ποιος κυβερνάει αυτό τον τόπο;»(ρητορικό ερώτημα) εγκατέλειψε την πρωθυπουργία και την πολιτική(Ιούνιος 1963) και αποσύρθηκε στο Παρίσι. Χιλιάδες νέοι ίδρυσαν τον πολιτικό οργανισμό «Δημοκρατική Νεολαία Λαμπράκη», που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο προοδευτικό κίνημα της δεκαετίας του '60. 1ος γραμματέας της οργάνωσης ανέλαβε ο Μίκης Θεοδωράκης. Η ζωή και ο θάνατος του Γρηγόρη Λαμπράκη ενέπνευσε τον συγγραφέα Βασίλη Βασιλικό στο περίφημο πολιτικό του μυθιστόρημα με τον τίτλο «Ζ»(Εκδόσεις Λιβάνη). Μεταφέρεται με μεγάλη επιτυχία στη μεγάλη οθόνη από τον σκηνοθέτη Κώστα Γαβρά(1969). Ο Γρηγόρης Λαμπράκης παραμένει και σήμερα ένα σύμβολο της Δημοκρατίας και του αγωνιζόμενου ανθρώπου κατά της πολιτικής καταπίεσης. Η δίκη των φυσικών και ηθικών αυτουργών έγινε σε πολύ διαφορετικό πολιτικό κλίμα(1966). Η κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου είχε ανατραπεί(Ιουλιανά) και η πλειοψηφία της Βουλής (ΕΡΕ και βουλευτές της Ένωσης Κέντρου που την είχαν εγκαταλείψει) στήριζε κυβέρνηση υπό το Στέφανο Στεφανόπουλο. Παρά την εισαγγελική πρόταση(εισαγγελέας έδρας ο Παύλος Δελαπόρτας), οι ένορκοι έκριναν ομόφωνα αθώους τους περισσότερους σημαντικούς κατηγορούμενους, βρίσκοντας ένοχους μόνο τους 2 φυσικούς αυτουργούς και τον Φον Γιοσμά. Στην αγόρευσή του ο εισαγγελέας είχε ζητήσει την ενοχή των ανώτατων αξιωματικών, λέγοντας: «Σήμερα, εδώ, ένα σύμφυρμα κλεφτών, βιαστών, δοσίλογων και κάθε είδους κακοποιών, εμφανίζεται -προς εθνοκαπηλεία και ανομολόγητους ιδιοτελείς σκοπούς- ως προστάτης κοινωνικών καθεστώτων, ως φύλακας ιερών και οσίων και ως Κέρβερος του νόμου και της τάξης. Τι άλλο έπρεπε να περιμένει κανείς απ’ αυτό πλην του ότι θα εξελισσόταν σε κακοήθη νεοπλασία της κοινωνίας;» Οι συνήγοροι πολιτικής αγωγής εκτοπίστηκαν μετά το πραξικόπημα(1967) στα Γιούρα και ο ανακριτής Σαρτζετάκης συνελήφθη και φυλακίστηκε για μήνες. Όμως η αυτοθυσία του(1985) ανταμείφθηκε και εκλέχτηκε Πρόεδρος της Δημοκρατίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου