Υπόθεση Μαξ Μέρτεν 5-6…και Κων. Καραμανλής…
Υπόθεση Μαξ Μέρτεν (5)
Κι ενώ φαινόταν ότι το κεφάλαιο Μέρτεν είχε κλείσει οριστικά, μόλις μπαίνει το φθινόπωρο του 1960 ο γερμανός εγκληματίας βάζει μπρος την εκδίκησή του, παραχωρώντας συνέντευξη στην εφημερίδα τού Αμβούργου Hamburger Echo (Ηχώ του Αμβούργου). Η συνέντευξη δημοσιεύεται σε δυο συνέχειες (17 και 19 Σεπτεμβρίου) και συγκλονίζει την ελληνική πολιτική σκηνή, χωρίς να αφήνει αμέτοχα τα μέσα ενημέρωσης πολλών άλλων χωρών, μη εξαιρουμένων των ΗΠΑ.
Σ’ αυτή την συνέντευξη, ούτε λίγο ούτε πολύ, ο Μέρτεν κατονομάζει ευθέως ως συνεργάτες των γερμανικών κατοχικών δυνάμεων στην Ελλάδα τον Τάκο Μακρή, τον Γεώργιο Θεμελή αλλά και τον ίδιο τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Για την σύζυγο του Μακρή, Δοξούλα Λεοντίδου, αναφέρει ότι επί κατοχής εργαζόταν στην γερμανική διοίκηση Θεσσαλονίκης ως γραμματέας. Ένα από τα καινούργια δεδομένα που προκύπτουν από την εν λόγω συνέντευξη είναι το ότι η Δοξούλα Μακρή είναι ανηψιά τού Καραμανλή.
Der Spiegel, Νο 40, 28/09/1960 |
Ο Μέρτεν έκανε λόγο για πολλές φωτογραφίες που αποδείκνυαν την γνωριμία του με τον Καραμανλή και τον Μακρή (η γνωριμία του με την Δοξούλα δεν αμφισβητείται αφού ήταν γραμματέας του). Οι φωτογραφίες περιέχονταν σε ένα λεύκωμα που, όπως είπε, του είχε χαρίσει η Δοξούλα. Για μία απ’ αυτές τις φωτογραφίες, η οποία δείχνει τους τέσσερίς τους μπροστά σε μια Λάντσια, κάνει λόγο και ένα από τα αποχαρακτηρισμένα έγγραφα της CIA(*), με την παρατήρηση όμως ότι ο Μέρτεν δεν θέλησε να την δείξει (προφανώς, την φύλαγε για αργότερα). Σημειωτέον ότι η Δοξούλα δεν αρνήθηκε ποτέ ότι είχε χαρίσει ένα λεύκωμα με φωτογραφίες στον Μέρτεν, χωρίς όμως να επιβεβαιώσει ότι σε κάποιες απ’ αυτές εικονιζόταν και ο Καραμανλής μαζί με τους Μακρή και Μέρτεν.
Πικάντικη λεπτομέρεια. Εκείνη την εποχή, ο Μποστ κυκλοφόρησε ένα άλμπουμ με σκίτσα του, στο οποίο έδωσε τον τίτλο «Το λέφκομά μου». Για εξώφυλλο διάλεξε την φωτογραφία μιας Λάντσια, παρκαρισμένης έξω από το εστιατόριο «Costi» στην οδό Κοραή, με την λεζάντα «Λάντσια μετά Κoστί». Το «λέφκομα» κυκλοφόρησε κανονικά, γιατί τα σαΐνια τής επιτροπής λογοκρισίας δεν κατάλαβαν τον πεντακάθαρο υπαινιγμό.
Σε άλλο έγγραφο της CIA, με ημερομηνία 5 Οκτωβρίου 1960, αναφέρεται ότι ο Spiegel είχε από το 1958 στα συρτάρια του τα στοιχεία που ανέφερε ο Μέρτεν αλλά οι εκδότες, σε συνεννόηση με την γερμανική κυβέρνηση, αποφάσισαν να μη δημοσιεύσουν τίποτε ώστε να αποφευχθεί οποιαδήποτε πιθανή ζημιά στην υπόθεση. Όταν, όμως, η Ηχώ τού Αμβούργου έβγαλε το θέμα, ο Spiegel αποφάσισε να ακολουθήσει.
Στην Ελλάδα ξεσπάει σάλος. Η πρώτη αντίδραση της κυβέρνησης ήταν να μιλήσει για εκβιασμό αλλά αυτό δημιούργησε ακόμη μεγαλύτερη αναταραχή: τί έχει στα χέρια του ο Μέρτεν και εκβιάζει ολόκληρη κυβέρνηση; Κι ενώ ο Παπανδρέου εξαπολύει μύδρους από τα έδρανα της αντιπολίτευσης, το υπουργείο εξωτερικών κάνει έντονο διάβημα διαμαρτυρίας στην Βόννη, υποχρεώνοντας την δυτικογερμανική κυβέρνηση να εκφράσει την λύπη της για τα δημοσιεύματα. Ο έλληνας πρέσβυς Θωμάς Υψηλάντης βγάζει ανακοίνωση στην οποία χαρακτηρίζει τα δημοσιεύματα ως «τερατουργήματα, τα οποία εάν δεν εξυπηρετούν συγκεκριμένον δόλιον σκοπόν, αποτελούν αποκυήματα νοσηρού εγκεφάλου». Στην ίδια ανακοίνωση, ο Υψηλάντης παραθέτει τέσσερα στοιχεία, τα οποία (κατά την γνώμη του) αποδεικνύουν «το μέγεθος του ψεύδους των πληροφοριών αυτών»:
– 1) Ο έλλην πρωθυπουργός, αντιθέτως προς τους ισχυρισμούς των ανωτέρω εντύπων, καθ’ όλον το διάστημα της κατοχής ουδέποτε ευρέθη εις Θεσσαλονίκην.
– 2) Τον υπουργόν των εσωτερικών κ. Μακρήν, τον οποίον εμφανίζουν ως συναντώμενον μετά του κ. πρωθυπουργού κατά την διάρκειαν της κατοχής, εγνώρισεν ούτος το 1956, ήτοι 11 έτη μετά την λήξιν του πολέμου.
– 3) Ουδεμίαν, ουδέ απωτάτην συγγένειαν έχει με την εμφανιζομένην υπό των ανωτέρω εντύπων ως ανεψιάν του σύζυγον του κ. Μακρή, την οποίαν διά πρώτην φοράν συνήντησε όταν εγνώρισε τον σύζυγόν της.
– 4) Ο υπουργός των εσωτερικών κ. Μακρής, όστις εμφανίζεται εν έτει 1942-1943 ως μνηστήρ της νυν συζύγου του, αγούσης τότε το 17ον έτος της ηλικίας της ούτε μνηστήρ αυτής ήτο ούτε εγνώριζεν ταύτην κατά την εποχήν εκείνην, συζευχθείς αυτήν το 1949.
Δοξούλα Λεοντίδου-Μακρή |
Σίγουρα, λοιπόν, η γνωριμία των δυο ανδρών όχι μόνο έγινε πολύ πριν το 1956 αλλά πρέπει να ήταν και μακροχρόνια, ώστε να μπορέσει ο Καραμανλής να εκτιμήσει τόσο πολύ τον Μακρή. Και πού μπορεί να είχαν γνωριστεί και να έκαναν παρέα, εφ’ όσον ο Μακρής διέμενε μόνιμα στην Θεσσαλονίκη από τότε που πήρε το πτυχίο του;
Επίσης, με δεδομένο ότι ο Μακρής επί κατοχής συμμετείχε σε δίκες των γερμανικών στρατοδικείων ως συνήγορος υπεράσπισης των ελλήνων κατηγορουμένων (το πώς πληρωνόταν δεν είναι της παρούσης αλλά κι αυτό θέλει συζήτηση), είναι σίγουρο ότι ο νεαρός δικηγόρος μπαινόβγαινε συχνά-πυκνά στο γερμανικό διοικητήριο, όπου βρίσκονταν και ο Μέρτεν και η Δοξούλα. Συνεπώς, είναι μάλλον απίθανο να μην επρόσεξε την όμορφη γραμματέα τού αρχιναζί. Το ότι παντρεύτηκαν το 1949 δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην ότι δεν είχαν γνωριστεί 6-7 χρόνια νωρίτερα.
Ας σημειώσουμε και μια μικρή λεπτομέρεια, η οποία μπορεί να είναι και σύμπτωση. Είναι γνωστές οι άριστες σχέσεις που είχε ο Καραμανλής με τον υπερσυντηρητικών πολιτικών πεποιθήσεων αυστριακό πρώην Γ.Γ. του ΝΑΤΟ (1971-1986) και πρόεδρο της Αυστρίας (1986-1992) Κουρτ Βαλντχάιμ. Κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Βαλντχάιμ υπηρέτησε στην Βέρμαχτ και το 1942 μετατέθηκε στην Θεσσαλονίκη υπό τον Μέρτεν, ως αξιωματικός-σύνδεσμος για την Ε’ ομάδα στρατιών. Το Διεθνές Ιουδαϊκό Συνέδριο τον θεωρεί εγκληματία πολέμου. Το αν και κατά πόσον ο Βαλντχάιμ γνωρίστηκε τότε στην Θεσσαλονίκη με τον Μακρή ή τον Καραμανλή μάλλον δεν θα το μάθουμε ποτέ.
Όσο για τον από πλευράς Μέρτεν χαρακτηρισμό τής Δοξούλας ως «ανεψιάς» του Καραμανλή, είναι γνωστές πλείστες όσες περιπτώσεις νεαρών κοριτσιών που εκείνα τα χρόνια αποκαλούσαν «θείους» μεγαλύτερους σε ηλικία άνδρες για διάφορους λόγους. Ενδεχομένως, ο Μέρτεν είχε ακούσει την γραμματέα του να αποκαλεί τον Καραμανλή «θείο» και το πήρε τοις μετρητοίς.
Κυβέρνηση Θεμ. Σοφούλη (καθιστός, μέσον), με τον Κων. Καραμανλή (ο πιο ψηλός) ως υπουργό μεταφορών (1948) |
(*) Αν προσπαθήσετε να ελέγξετε την πηγή ακολουθώντας τον διασύνδεσμο, μπορεί να βρεθείτε ενώπιον ενός κενού εγγράφου. Μη ξεχνάτε, όμως, ότι μιλάμε για CIA! Επιλέξτε όλο το έγγραφο με Ctrl+A, αντιγράψτε το σε ένα κενό φύλλο κειμενογράφου και… voilà!
(**) Σημειωτέον ότι 45 μέρες νωρίτερα, στις 4 Ιανουαρίου 1956, ο Καραμανλής είχε ιδρύσει την ΕΡΕ και είναι λογικό να ήθελε να προωθήσει στο δικό του κόμμα στελέχη δικής του επιλογής και απολύτου εμπιστοσύνης.
Υπόθεση Μαξ Μέρτεν (6)
Επειδή στην πολιτική κανείς δεν ξέρει τι του ξημερώνει, πρέπει να
κρατάει και μια πισινή. Γι’ αυτό και η αντιπολίτευση δεν πήρε
κατηγορηματική θέση σχετικά με την ουσία των κατηγοριών που εξαπέλυσε ο
Μέρτεν και περιορίστηκε να καλέσει την κυβέρνηση να αποδείξει την
αθωότητα των τριών μελών της, τα οποία είχε βάλει στο στόχαστρο ο ναζί
εγκληματίας. Είναι χαρακτηριστική η τοποθέτηση του Σοφοκλή Βενιζέλου:
«Επί της ουσίας τής υποθέσεως, ουδέν σχόλιον. Όμως, οι ενδιαφερόμενοι οφείλουν εντός της ημέρας να προσφύγουν εις την δικαιοσύνην διά να προστατεύσουν την τιμήν τού αξιώματος το οποίον φέρουν και να περιφρουρήσουν το κύρος τής Ελλάδος εις το εξωτερικόν.»
Στο ίδιο μήκος κύματος ήσαν και οι τοποθετήσεις των Ηλία Τσιριμώκου,
Κομνηνού Πυρομάγλου και Ηλία Μπρεδήμα. Οι δυο τελευταίοι κατέθεσαν και
σχετικές ερωτήσεις στην βουλή. Στην απάντησή του, ο Μακρής δηλώνει ότι
προκαλεί«βδελυγμίαν η εξυφανθείσα εγκληματική συκοφαντία» και ότι θα προσφύγει στην ελληνική δικαιοσύνη.
Η τελευταία δήλωση του Μακρή προκαλεί έντονες αντιδράσεις. Είναι σαφές ότι η προσφυγή στην ελληνική δικαιοσύνη δεν συνιστά παρά πυροτέχνημα, εφ’ όσον ο Μέρτεν δεν θα παρουσιαζόταν ποτέ στο δικαστήριο. Έτσι, σύσσωμοι η αντιπολίτευση και ο φιλικός της τύπος καλούν τους Καραμανλή και Μακρή να προσφύγουν και στην γερμανική δικαιοσύνη. Κι εκεί, πάνω στον γενικό χαμό, ηΗχώ τού Αμβούργουξαναχτυπάει με νεώτερο δημοσίευμά της, επιβεβαιώνοντας τα ήδη δημοσιευθέντα και προσθέτοντας νέες λεπτομέρειες:
«Ο συνταγματάρχης Θεμελής, επί παραδείγματι, ησχολείτο με το όχι αξιοζήλευτον έργον τής συγκεντρώσεως των ομήρων, οι οποίοι ώφειλον να εγγυηθούν με την ζωήν των την ασφάλειαν των επικινδύνων μεταφορών…» (σ.σ.: Για να αποθαρρύνουν τους αντάρτες από χτυπήματα κατά των εφοδιοπομπών τους, οι γερμανοί έβαζαν βαγόνια ή καμιόνια με ομήρους ανάμεσα σ’ εκείνα με τα εφόδια).
Ο Θεμελής αντέδρασε ακριβώς όπως ο Μακρής: μίλησε για «βδελυρά συκοφαντικά βέλη» και δήλωσε ότι θα υποβάλει μήνυση στα ελληνικά δικαστήρια. Το Κόμμα των Φιλελευθέρων, η Δημοκρατική Ένωσις και η ΕΔΑ επιμένουν ότι οι προσφυγές θα έχουν νόημα μόνον εάν υποβληθούν και στην γερμανική δικαιοσύνη. Αντίθετος στάθηκε μόνον ο Γεώργιος Παπανδρέου, σύμφωνα με τον οποίο τα ελληνικά δικαστήρια αρκούσαν. Ο Καραμανλής παρέμεινε απαθής επί αρκετές ημέρες, ώσπου στις 8 Οκτωβρίου έλυσε την σιωπή του:
«Η πολιτική ζωή μας εγνώρισεν πολλάς αθλιότητας κατά το παρελθόν. Δεν γνωρίζω όμως καμμίαν περίπτωσιν δυναμένην να συγκριθή εις αθλιότητα με την παρούσαν. Είμαι βέβαιος ότι πολύ συντόμως θα εντρεπόμεθα, διότι αι χυδαίαι συκοφαντίαι ενός αλλοεθνούς εγκληματίου εγένοντο, έστω και προσκαίρως, επίκεντρον της δημοσίας ζωής μας. (…) Η κυβέρνησις ενημέρωσεν ευθύς εξ αρχής την κοινήν γνώμην επί της αθλίας αυτής υποθέσεως. Και διά της προσφυγής των θιγομένων ενώπιον της ελληνικής δικαιοσύνης και της ψηφίσεως ειδικού νόμου επιτρέποντος εις τον εν λόγω εγκληματίαν πολέμου να προσέλθη εις την Ελλάδα και να επιβεβαιώση τας κακοηθείας του, εδημιούργησεν όλας τας προϋποθέσεις διά την πλήρη διαφώτισιν της κοινής γνώμης. (…) Η κυβέρνησις θεωρεί εν πάση περιπτώσει απαράδεκτον ένας εγκληματίας πολέμου, συνεπικουρούμενος από τους μηχανορράφους και το κουτσομπολιό των Αθηνών, να δημιουργή πράγματα εις την χώραν. Το όλον ζήτημα και η γαλήνη τού τόπου αυτού θα κριθούν από την ελληνικήν δικαιοσύνην, την ελληνικήν βουλήν και, πέραν αυτών, από τον κυρίαρχον ελληνικόν λαόν.»
Ο ντόρος κρατάει πολλές μέρες. Οι εφημερίδες στέλνουν ανταποκριτές στην Γερμανία, προκειμένου να εξασφαλίσουν νέες δηλώσεις από τον Μέρτεν. Τα δημοσιεύματα δίνουν και παίρνουν, με τον κάθε πικραμένο να τοποθετείται επί παντός. Ως και η διοίκηση του δικηγορικού συλλόγου Θεσσαλονίκης έβγαλε ανακοίνωση, σύμφωνα με την οποία ο Μέρτεν δεν αναφερόταν στον Δημήτριο αλλά στον -απλώς συνώνυμό του- Νικόλαο Μακρή, επίσης δικηγόρο Θεσσαλονίκης, ο οποίος ήταν συνεργάτης των γερμανών κατά την κατοχή, έφυγε μαζί τους με την απελευθέρωση και, τελικά, σκοτώθηκε κατά τον βομβαρδισμό τής Δρέσδης.
Στην βουλή, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος συνεχίζει τις γκάφες. Αφού αναμασά τα γνωστά από την δήλωση του πρέσβυ, την οποία είδαμε στο προηγούμενο σημείωμα (ότι, δηλαδή, ο Καραμανλής δεν είχε πάει στην Θεσσαλονίκη επί κατοχής, ότι γνώρισε τον Μακρή το 1956 κλπ), αποδεικνύοντας ότι εκείνη η δήλωση είχε γίνει καθ’ υπαγόρευση, προσπαθεί να καθαρίσει και το όνομα του Θεμελή, ισχυριζόμενος ότι καλώς έκανε ο Θεμελής και ανέλαβε καθήκοντα νομάρχου επί κατοχής, διότι με την στάση του αυτή απέτρεψε περαιτέρω διείσδυση των βουλγάρων (!).
Ο πρόεδρος της ΕΔΑ Γιάννης Πασαλίδης θυμίζει τα περί αποφυλακίσεως του Μέρτεν: «Όταν συνεζητείτο το θέμα εις την βουλήν, ο κ. Μακρής, εμφανισθείς ως πρωταγωνιστής τής μάχης εναντίον εκείνων οι οποίοι ήσαν εναντίον τής απελευθερώσεως του Μέρτεν, έφθασε μέχρι του σημείου να είπη ότι η Αριστερά είναι προδόται και ότι προτιμά τους εγκληματίας πολέμου από τους κομμουνιστάς. Τώρα έρχεται αυτός τον οποίον προετίμησεν ο κ. υπουργός, ο Μέρτεν, ημπορώ να πω ο αχάριστος, και του δίνει την απάντησιν. Ας τον χαίρεται». Όσο για τον Θεμελή, ο Πασαλίδης παρατηρεί, απευθυνόμενος στον Καραμανλή: «Πώς ημπορέσατε σεις, ως πρόεδρος της κυβερνήσεως, να θέλετε και να τον διατηρείτε επί κεφαλής των ενόπλων δυνάμεων της χώρας, εφ’ όσον δεν ήτο ένας απλούς υπάλληλος αλλά νομάρχης;». Και ο Πασαλίδης κατέληξε ζητώντας την παραίτηση όλης της κυβέρνησης και τον σχηματισμό νέας από όλες τις πτέρυγες της βουλής, για να ξεκαθαρίσει το θέμα Μέρτεν.
Ο αρχηγός των Φιλελευθέρων Σοφοκλής Βενιζέλος, μιλώντας «ανάποδα», καρφώνει εμμέσως πλην σαφώς την ΕΡΕ ως παρέχουσα πολιτικό καταφύγιο σε δωσίλογους: «Το κόμμα, του οποίου έχω την τιμήν να ηγούμαι, ουδεμίαν σχέσιν έχει με δωσιλόγους ή με συνεργάτας του κατακτητού». Επιμένει δε στην προσφυγή των θιγομένων στην γερμανική δικαιοσύνη: «Αυτή αύτη η κυβέρνησις, εισηγουμένη πέρυσι το νομοσχέδιον διά του οποίου απεφυλακίζετο ο Μέρτεν, διεκήρυττε διά στόματος του αντιπροέδρου της ότι ημπορούμεν να έχωμεν απόλυτον εμπιστοσύνην εις την γερμανικήν δικαιοσύνην».
Ο Μακρής αρνείται να παραιτηθεί και πασχίζει να στηρίξει την σύζυγό του, υποστηρίζοντας ότι η νεαρά Δοξούλα υποχρεώθηκε να δουλέψει για τους γερμανούς «διότι η οικογένειά της επένετο» και προκαλεί την οργή τού Τσιριμώκου: «Μέσα εις αυτόν τόπον, όπου χιλιάδες νεαρών ελληνίδων εφυλακίσθησαν, εξετελέσθησαν, ηγωνίσθησαν, επείνασαν, που επερίμεναν να δουν πότε ο άνθρωπός τους θα τους στείλη μίαν λίραν, που ημποδίσθη η ανάπτυξίς των από την αβιταμίνωσιν, δεν είναι δυνατόν από το βήμα τής βουλής αυτού του τόπου να λέγωμεν ότι δεν έχει σημασίαν εάν μία νεαρά ή εκατόν άλλαι νεαραί ειργάσθησαν υπό τον γερμανόν κατακτητήν».
Ο Γεώργιος Παπανδρέου επιμένει να προκαλεί την αντιπολίτευση. Όχι μόνο συμφωνεί με την μη προσφυγή των θιγομένων στην γερμανική δικαιοσύνη («δεν επιτρέπεται δημόσιοι άνδρες να καταφεύγουν εις ξένα δικαστήρια») αλλ’ επί πλέον επικροτεί την στάση τού Καραμανλή να μην υποβάλει μήνυση κατά του Μέρτεν, διότι «δεν δύναται ο πρωθυπουργός να συμφύρεται εις τα δικαστήρια με έναν εγκληματίαν πολέμου» (σ.σ.: ο Γεώργιος Παπανδρέου δεν ήταν τότε δυνατόν να φανταστεί ότι τριάντα χρόνια αργότερα ο γυιος του θα χρησιμοποιούσε το ίδιο επιχείρημα της «συμφύρσεως» για να μη παρουσιαστεί στο ειδικό δικαστήριο).
Από την πλευρά του, ο Σπύρος Μαρκεζίνης υποστήριξε ότι η κυβέρνηση δεν έπρεπε να καταφύγει καθόλου στα δικαστήρια (!) αλλά, αφού κατέφυγε, θα ήταν συνεπέστερο εκ μέρους της να παραιτηθεί για να αποφευχθούν κίνδυνοι για ανώμαλες λύσεις. Οργισμένος ο Καραμανλής απάντησε στον αρχηγό των Προοδευτικών ότι η κυβέρνηση θα παραμείνει στην θέση της «μέχρις ότου η ιδία κρίνη ότι πρέπει να τεθή υπό την κρίσιν τού λαού».
Οι συζητήσεις στην βουλή συνεχίστηκαν και κράτησαν μέχρι τις 15 Οκτωβρίου, μέσα σε ένα κλίμα έντονων αντεγκλήσεων. Ο Μακρής και ο Θεμελής υπέβαλαν μηνύσεις στα ελληνικά δικαστήρια (όχι όμως και στα γερμανικά), τα οποία στις 10 Νοεμβρίου 1961 καταδίκασαν ερήμην τον Μέρτεν για συκοφαντία, επιβάλλοντάς του τετραετή φυλάκιση και αποζημίωση εβδομήντα χιλιάδων δραχμών. Φυσικά, ο Μέρτεν ούτε φυλακή πήγε ούτε δεκάρα πλήρωσε.
Όσα έχουμε πει μέχρι σήμερα, ίσως είναι ήδη γνωστά σε αρκετούς. Ίσως,
μάλιστα, να άρχισαν να γίνονται βαρετά. Μη ξεχνάτε, όμως, ότι πάντα
φροντίζω να φυλάω τα καλύτερα για το τέλος. Αν τα ονόματα Γκέρτσος και Κονιόρδος δεν σας λένε τίποτε, κάνετε λίγη υπομονή ως αύριο και, με την βοήθεια της CIA, θα γελάσουμε πολύ.
———————————
(*) Στο σκίτσο εικονίζεται ο Μέρτεν-μωρό στην κούνια με τον Καραμανλή-μαμά να τον νανουρίζει ενώ ο Θεμελής-μπαμπάς φέρνει μια κουβέρτα και ο Κανελλόπουλος-νταντά ένα μπιμπερόν. Δεξιά, ο μποστικός Πειναλέων σχολιάζει.
«Επί της ουσίας τής υποθέσεως, ουδέν σχόλιον. Όμως, οι ενδιαφερόμενοι οφείλουν εντός της ημέρας να προσφύγουν εις την δικαιοσύνην διά να προστατεύσουν την τιμήν τού αξιώματος το οποίον φέρουν και να περιφρουρήσουν το κύρος τής Ελλάδος εις το εξωτερικόν.»
Δελτίο της Χριστιανοδημοκρατικής-Σοσιαλδημοκρατικής Ένωσης με αναφορά στις καταγγελίες Μέρτεν. |
Η τελευταία δήλωση του Μακρή προκαλεί έντονες αντιδράσεις. Είναι σαφές ότι η προσφυγή στην ελληνική δικαιοσύνη δεν συνιστά παρά πυροτέχνημα, εφ’ όσον ο Μέρτεν δεν θα παρουσιαζόταν ποτέ στο δικαστήριο. Έτσι, σύσσωμοι η αντιπολίτευση και ο φιλικός της τύπος καλούν τους Καραμανλή και Μακρή να προσφύγουν και στην γερμανική δικαιοσύνη. Κι εκεί, πάνω στον γενικό χαμό, ηΗχώ τού Αμβούργουξαναχτυπάει με νεώτερο δημοσίευμά της, επιβεβαιώνοντας τα ήδη δημοσιευθέντα και προσθέτοντας νέες λεπτομέρειες:
«Ο συνταγματάρχης Θεμελής, επί παραδείγματι, ησχολείτο με το όχι αξιοζήλευτον έργον τής συγκεντρώσεως των ομήρων, οι οποίοι ώφειλον να εγγυηθούν με την ζωήν των την ασφάλειαν των επικινδύνων μεταφορών…» (σ.σ.: Για να αποθαρρύνουν τους αντάρτες από χτυπήματα κατά των εφοδιοπομπών τους, οι γερμανοί έβαζαν βαγόνια ή καμιόνια με ομήρους ανάμεσα σ’ εκείνα με τα εφόδια).
Ο Θεμελής αντέδρασε ακριβώς όπως ο Μακρής: μίλησε για «βδελυρά συκοφαντικά βέλη» και δήλωσε ότι θα υποβάλει μήνυση στα ελληνικά δικαστήρια. Το Κόμμα των Φιλελευθέρων, η Δημοκρατική Ένωσις και η ΕΔΑ επιμένουν ότι οι προσφυγές θα έχουν νόημα μόνον εάν υποβληθούν και στην γερμανική δικαιοσύνη. Αντίθετος στάθηκε μόνον ο Γεώργιος Παπανδρέου, σύμφωνα με τον οποίο τα ελληνικά δικαστήρια αρκούσαν. Ο Καραμανλής παρέμεινε απαθής επί αρκετές ημέρες, ώσπου στις 8 Οκτωβρίου έλυσε την σιωπή του:
«Η πολιτική ζωή μας εγνώρισεν πολλάς αθλιότητας κατά το παρελθόν. Δεν γνωρίζω όμως καμμίαν περίπτωσιν δυναμένην να συγκριθή εις αθλιότητα με την παρούσαν. Είμαι βέβαιος ότι πολύ συντόμως θα εντρεπόμεθα, διότι αι χυδαίαι συκοφαντίαι ενός αλλοεθνούς εγκληματίου εγένοντο, έστω και προσκαίρως, επίκεντρον της δημοσίας ζωής μας. (…) Η κυβέρνησις ενημέρωσεν ευθύς εξ αρχής την κοινήν γνώμην επί της αθλίας αυτής υποθέσεως. Και διά της προσφυγής των θιγομένων ενώπιον της ελληνικής δικαιοσύνης και της ψηφίσεως ειδικού νόμου επιτρέποντος εις τον εν λόγω εγκληματίαν πολέμου να προσέλθη εις την Ελλάδα και να επιβεβαιώση τας κακοηθείας του, εδημιούργησεν όλας τας προϋποθέσεις διά την πλήρη διαφώτισιν της κοινής γνώμης. (…) Η κυβέρνησις θεωρεί εν πάση περιπτώσει απαράδεκτον ένας εγκληματίας πολέμου, συνεπικουρούμενος από τους μηχανορράφους και το κουτσομπολιό των Αθηνών, να δημιουργή πράγματα εις την χώραν. Το όλον ζήτημα και η γαλήνη τού τόπου αυτού θα κριθούν από την ελληνικήν δικαιοσύνην, την ελληνικήν βουλήν και, πέραν αυτών, από τον κυρίαρχον ελληνικόν λαόν.»
Ο ντόρος κρατάει πολλές μέρες. Οι εφημερίδες στέλνουν ανταποκριτές στην Γερμανία, προκειμένου να εξασφαλίσουν νέες δηλώσεις από τον Μέρτεν. Τα δημοσιεύματα δίνουν και παίρνουν, με τον κάθε πικραμένο να τοποθετείται επί παντός. Ως και η διοίκηση του δικηγορικού συλλόγου Θεσσαλονίκης έβγαλε ανακοίνωση, σύμφωνα με την οποία ο Μέρτεν δεν αναφερόταν στον Δημήτριο αλλά στον -απλώς συνώνυμό του- Νικόλαο Μακρή, επίσης δικηγόρο Θεσσαλονίκης, ο οποίος ήταν συνεργάτης των γερμανών κατά την κατοχή, έφυγε μαζί τους με την απελευθέρωση και, τελικά, σκοτώθηκε κατά τον βομβαρδισμό τής Δρέσδης.
Στην βουλή, ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος συνεχίζει τις γκάφες. Αφού αναμασά τα γνωστά από την δήλωση του πρέσβυ, την οποία είδαμε στο προηγούμενο σημείωμα (ότι, δηλαδή, ο Καραμανλής δεν είχε πάει στην Θεσσαλονίκη επί κατοχής, ότι γνώρισε τον Μακρή το 1956 κλπ), αποδεικνύοντας ότι εκείνη η δήλωση είχε γίνει καθ’ υπαγόρευση, προσπαθεί να καθαρίσει και το όνομα του Θεμελή, ισχυριζόμενος ότι καλώς έκανε ο Θεμελής και ανέλαβε καθήκοντα νομάρχου επί κατοχής, διότι με την στάση του αυτή απέτρεψε περαιτέρω διείσδυση των βουλγάρων (!).
Ο πρόεδρος της ΕΔΑ Γιάννης Πασαλίδης θυμίζει τα περί αποφυλακίσεως του Μέρτεν: «Όταν συνεζητείτο το θέμα εις την βουλήν, ο κ. Μακρής, εμφανισθείς ως πρωταγωνιστής τής μάχης εναντίον εκείνων οι οποίοι ήσαν εναντίον τής απελευθερώσεως του Μέρτεν, έφθασε μέχρι του σημείου να είπη ότι η Αριστερά είναι προδόται και ότι προτιμά τους εγκληματίας πολέμου από τους κομμουνιστάς. Τώρα έρχεται αυτός τον οποίον προετίμησεν ο κ. υπουργός, ο Μέρτεν, ημπορώ να πω ο αχάριστος, και του δίνει την απάντησιν. Ας τον χαίρεται». Όσο για τον Θεμελή, ο Πασαλίδης παρατηρεί, απευθυνόμενος στον Καραμανλή: «Πώς ημπορέσατε σεις, ως πρόεδρος της κυβερνήσεως, να θέλετε και να τον διατηρείτε επί κεφαλής των ενόπλων δυνάμεων της χώρας, εφ’ όσον δεν ήτο ένας απλούς υπάλληλος αλλά νομάρχης;». Και ο Πασαλίδης κατέληξε ζητώντας την παραίτηση όλης της κυβέρνησης και τον σχηματισμό νέας από όλες τις πτέρυγες της βουλής, για να ξεκαθαρίσει το θέμα Μέρτεν.
Ο αρχηγός των Φιλελευθέρων Σοφοκλής Βενιζέλος, μιλώντας «ανάποδα», καρφώνει εμμέσως πλην σαφώς την ΕΡΕ ως παρέχουσα πολιτικό καταφύγιο σε δωσίλογους: «Το κόμμα, του οποίου έχω την τιμήν να ηγούμαι, ουδεμίαν σχέσιν έχει με δωσιλόγους ή με συνεργάτας του κατακτητού». Επιμένει δε στην προσφυγή των θιγομένων στην γερμανική δικαιοσύνη: «Αυτή αύτη η κυβέρνησις, εισηγουμένη πέρυσι το νομοσχέδιον διά του οποίου απεφυλακίζετο ο Μέρτεν, διεκήρυττε διά στόματος του αντιπροέδρου της ότι ημπορούμεν να έχωμεν απόλυτον εμπιστοσύνην εις την γερμανικήν δικαιοσύνην».
Ο Μακρής αρνείται να παραιτηθεί και πασχίζει να στηρίξει την σύζυγό του, υποστηρίζοντας ότι η νεαρά Δοξούλα υποχρεώθηκε να δουλέψει για τους γερμανούς «διότι η οικογένειά της επένετο» και προκαλεί την οργή τού Τσιριμώκου: «Μέσα εις αυτόν τόπον, όπου χιλιάδες νεαρών ελληνίδων εφυλακίσθησαν, εξετελέσθησαν, ηγωνίσθησαν, επείνασαν, που επερίμεναν να δουν πότε ο άνθρωπός τους θα τους στείλη μίαν λίραν, που ημποδίσθη η ανάπτυξίς των από την αβιταμίνωσιν, δεν είναι δυνατόν από το βήμα τής βουλής αυτού του τόπου να λέγωμεν ότι δεν έχει σημασίαν εάν μία νεαρά ή εκατόν άλλαι νεαραί ειργάσθησαν υπό τον γερμανόν κατακτητήν».
Ο Γεώργιος Παπανδρέου επιμένει να προκαλεί την αντιπολίτευση. Όχι μόνο συμφωνεί με την μη προσφυγή των θιγομένων στην γερμανική δικαιοσύνη («δεν επιτρέπεται δημόσιοι άνδρες να καταφεύγουν εις ξένα δικαστήρια») αλλ’ επί πλέον επικροτεί την στάση τού Καραμανλή να μην υποβάλει μήνυση κατά του Μέρτεν, διότι «δεν δύναται ο πρωθυπουργός να συμφύρεται εις τα δικαστήρια με έναν εγκληματίαν πολέμου» (σ.σ.: ο Γεώργιος Παπανδρέου δεν ήταν τότε δυνατόν να φανταστεί ότι τριάντα χρόνια αργότερα ο γυιος του θα χρησιμοποιούσε το ίδιο επιχείρημα της «συμφύρσεως» για να μη παρουσιαστεί στο ειδικό δικαστήριο).
Από την πλευρά του, ο Σπύρος Μαρκεζίνης υποστήριξε ότι η κυβέρνηση δεν έπρεπε να καταφύγει καθόλου στα δικαστήρια (!) αλλά, αφού κατέφυγε, θα ήταν συνεπέστερο εκ μέρους της να παραιτηθεί για να αποφευχθούν κίνδυνοι για ανώμαλες λύσεις. Οργισμένος ο Καραμανλής απάντησε στον αρχηγό των Προοδευτικών ότι η κυβέρνηση θα παραμείνει στην θέση της «μέχρις ότου η ιδία κρίνη ότι πρέπει να τεθή υπό την κρίσιν τού λαού».
Οι συζητήσεις στην βουλή συνεχίστηκαν και κράτησαν μέχρι τις 15 Οκτωβρίου, μέσα σε ένα κλίμα έντονων αντεγκλήσεων. Ο Μακρής και ο Θεμελής υπέβαλαν μηνύσεις στα ελληνικά δικαστήρια (όχι όμως και στα γερμανικά), τα οποία στις 10 Νοεμβρίου 1961 καταδίκασαν ερήμην τον Μέρτεν για συκοφαντία, επιβάλλοντάς του τετραετή φυλάκιση και αποζημίωση εβδομήντα χιλιάδων δραχμών. Φυσικά, ο Μέρτεν ούτε φυλακή πήγε ούτε δεκάρα πλήρωσε.
Η κυβερνητική φροντίδα για τον Μέρτεν μέσα από ένα εξαιρετικά εύγλωττο σκίτσο τού Μποστ.(*) |
———————————
(*) Στο σκίτσο εικονίζεται ο Μέρτεν-μωρό στην κούνια με τον Καραμανλή-μαμά να τον νανουρίζει ενώ ο Θεμελής-μπαμπάς φέρνει μια κουβέρτα και ο Κανελλόπουλος-νταντά ένα μπιμπερόν. Δεξιά, ο μποστικός Πειναλέων σχολιάζει.
http://teddygr.blogspot.gr/2015/11/5.html
http://teddygr.blogspot.gr/2015/11/6.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου