Από ελληνικής πλευράς, η οικονομική δυσπραγία εμπόδιζε την επαναστατική κυβέρνηση να αντιμετωπίσει τις βασικές δαπάνες κίνησης του ελληνικού στόλου. Στις 10 Αυγούστου, πάντως, τα πλοία του τρινησίου στόλου (Ύδρας, Σπετσών και Ψαρών), που αποτελούσαν τη ραχοκοκαλιά του ελληνικού στόλου, ειδοποίησαν την κυβέρνηση ότι ήταν έτοιμα να αναλάβουν δράση κατά του εχθρού.
Τέσσερα πλοία, όμως, του Αντώνιου Κριεζή, του Ανάργυρου Λεμπέση, του Λεονάρδου Θεοδωρή και του Λάζαρου Παναγιώτα, μάλλον από κακή συνεννόηση, παράκουσαν και έπλευσαν ανατολικότερα από τα υπόλοιπα ελληνικά πλοία, με συνέπεια να βρεθούν ανάμεσα σε εχθρικά πλοία. Αμέσως, ο Αντώνιος Κριεζής άρχισε να κανονιοβολεί τα εχθρικά πλοία, τα οποία συνέχισαν τον πλου τους. Η ναυμαχία είχε αρχίσει.
Από εκείνο το σημείο η σύγκρουση έγινε χωρίς σχέδιο από την ελληνικά πλευρά, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του Μιαούλη. «Έκαστος των πλοιάρχων ενήργει αυτομάτως ό,τι του εφαίνετο σωτηριωδέστερον δια την πατρίδα, και μόνη η γενναιότης και η φιλοπατρία, κοιναί ούσαι εις άπαντας, ωδήγουν έκαστον εις τα κινήσεις του» γράφει ο ιστορικός Αναστάσιος Κ. Ορλάνδος εις τα «Ναυτικά» του.
Ο πυρπολητής Κοσμάς Μπαρμπάτσης
Αρχικά, ο Πιπίνος
προσπάθησε να κολλήσει το πυρπολικό του σ’ ένα αιγυπτιακό πλοίο, αλλά
απέτυχε, καθώς 50 μέλη του πληρώματός του πήδηξαν στο πυρπολικό και
πρόφτασαν να το ξεκολλήσουν από το πλοίο τους. Δεν πρόφτασαν, όμως, να
σώσουν τη ζωή τους, γιατί το πυρπολικό είχε αρπάξει φωτιά. Η απόπειρα
του Πιπίνου ανάγκασε τον εχθρικό στόλο να απομακρυνθεί από τη δυτική
πλευρά του πορθμού και να συνεχίσει τη ναυμαχία προς την απέναντι πλευρά
της Ερμιονίδας.Κι ενώ βράδιαζε και η ναυμαχία συνεχιζόταν
αμφίρροπη, ο πυρπολητής Δήμος Μπαρμπάτσης όρμησε με το πυρπολικό του
κατά της τουρκικής ναυαρχίδας. Το πλήρωμά της με τη θέα του πυρπολικού
καταλήφθηκε από πανικό. Άρχισε να πυροβολεί κατά του πυρπολικού και
παράλληλα να εκτελεί κινήσεις υποχώρησης. Τη ναυαρχίδα ακολούθησαν σε
άτακτη φυγή και τα υπόλοιπα πλοία του τουρκοαιγυπτιακού στόλου. Η
ναυμαχία των Σπετσών είχε κριθεί υπέρ των ελληνικών όπλων.Τις επόμενες ημέρες οι δύο στόλοι συνέχισαν τους ελιγμούς τους μεταξύ Ύδρας και Σπετσών. Στις 12 Σεπτεμβρίου ξανασυναντήθηκαν κοντά στη Σπετσοπούλα, αλλά η τρίωρη ναυμαχία δεν έφερε αποτέλεσμα. Τρεις ημέρες αργότερα, ο τουρκοαιγυπτιακός στόλος ανοίχτηκε στο Αιγαίο, εγκαταλείποντας το εγχείρημα ανεφοδιασμού του Ναυπλίου. Δυόμισι μήνες αργότερα, το Ναύπλιο έπεφτε στα χέρια των Ελλήνων (30 Νοεμβρίου 1822).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου