γράφει ο Δημήτρης Σταθακόπουλος. Δρα κοινωνιολογίας της ιστορίας και πολιτισμού (οθωμανικής περιόδου) Παντείου Πανεπιστημίου, δικηγόρου παρ’ Αρείω Πάγω –Μουσικολόγου.
Το παρόν δεν αποτελεί θεολογική ή πίστεως αναφορά, ούτε φυσικά θέλει να «σκανδαλίσει» θρησκευτικά τον αναγνώστη. Αντιθέτως , επιθυμία θα ήταν η δια της πληροφόρησης ( έστω και σύντομης ) , ενίσχυση της κατάνυξης και του συναισθήματος της ΑΓΑΠΗΣ που διαλαλεί η Λαμπρή ημέρας της Αναστάσεως. Είναι μια απλή και σύντομη ιστορικο/λαογραφική προσέγγιση, στα πλαίσια των ημερών και σίγουρα «όχι» πρωτότυπη ή εξαντλητική σ’ επίπεδο στοιχείων, αφού όσα αναφέρει είναι γνωστά και ευκολοπροσβάσιμα σε όποιον θέλει να τα ψάξει. Ευελπιστεί όμως σε σύνοψη ( εφόσον διαβαστεί ), να δώσει το κίνητρο συζητήσεων γύρω από το γιορτινό τραπέζι της Κυριακής του Πάσχα και κυρίως να «βοηθήσει» τους γονείς ν’ απαντήσουν στις τυχόν απορίες των παιδιών.
Ο όρος Πάσχα που απαντάται στην ελληνική, την λατινική ( pascha ) και στην αραμαϊκή ως pasa, αντιστοιχεί στην εβραϊκή Pesach פֶּסַח, της οποίας η γενική έννοια είναι “πέρασμα” το δε ρήμα פָּסַח fasach, αναφέρεται για πρώτη φορά στην Τορά της Εξόδου από την Αίγυπτο (Έξοδος 12:23). Στα εβραϊκά Pesach פֶּסַח ονομάζεται και τα αρνί ή το κατσίκι που οριζόταν ως θυσία του Πάσχα (Korban Pesach) . Φαίνεται όμως ότι η «γιορτή του περάσματος» προϋπήρχε ως έθιμο στην αρχαία Αίγυπτο, όπου στις 21 Μαρτίου, γιόρταζαν την εαρινή ισημερία με τον όρο Pisah δηλ. το πέρασμα του Ήλιου από τον ισημερινό. Δεν ξέρω αν θα ήταν δόκιμο, να παραλληλίσουμε εδώ και τα αρχαιοελληνικά Ανθεστήρια ως ετήσια γιορτή της αναγέννησης της φύσης και γιορτή των νεκρών προς τιμή του Λιμναίου Διονύσου και του χθόνιου Eρμή, καθώς και της θεάς της Άνοιξης των Βορείων λαών Ēostre ή Ostara ( βλ. Easter ), καθώς και της Ishtar – Αστάρτης – Αφροδίτης, με τις «επιτάφιες» τελετές, στα Ορφικά, στα Ελευσίνεια μυστήρια και στα εξ ανατολών Αδώνεια με τα ελεγειακά θρηνώδη άσματα.Αρκετοί Πατέρες της εκκλησίας, όπως ο Τερτυλλιανός , ο Ιππόλυτος , ο Ειρηναίος , πίστευαν ότι το Πάσχα προέρχεται από το απαρέμφατο της ελληνικής «Πάσχειν», που όμως όσο δελεαστικό και ομόηχο κι’ αν είναι, δεν ισχύει. Ο Ωριγένης και άλλοι Αλεξανδρινοί το ερμήνευαν ως “πέρασμα” , εννοώντας και αναφερόμενοι στο «πέρασμα» των Ισραηλιτών από την Ερυθρά Θάλασσα, δηλ. από τη δουλεία της Αιγύπτου στη Γη της Επαγγελίας και συμβολικά για τους πρώτους Χριστιανούς, το «πέρασμα» από την αμαρτία στην ελευθερία της σωτηρίας , μέσα από τον καθαρμό του βαπτίσματος . Μια άλλη ομάδα συγγραφέων όπως ο Προκόπιος της Γάζας , ο Θεοδώρητος Κύρου , ο Απολλινάριος της Λαοδικείας πίστευαν ότι Pesach פֶּסַח σημαίνει « πέρασε από πάνω ” , εννοώντας τον Εξολοθρευτή Άγγελο , ο οποίος πέρασε πάνω από τα τέκνα των Ισραηλιτών, δεν τα πείραξε, αλλά εξολόθρευσε όλα τα πρωτότοκα των Αιγυπτίων , ενώ στο χριστιανισμό εννοεί το πέρασμα του Χριστού από το θάνατο και τελικά την υπέρβαση και Ανάστασή Του.
Ο όρος Πάσχα που απαντάται στην ελληνική, την λατινική ( pascha ) και στην αραμαϊκή ως pasa, αντιστοιχεί στην εβραϊκή Pesach פֶּסַח, της οποίας η γενική έννοια είναι “πέρασμα” το δε ρήμα פָּסַח fasach, αναφέρεται για πρώτη φορά στην Τορά της Εξόδου από την Αίγυπτο (Έξοδος 12:23). Στα εβραϊκά Pesach פֶּסַח ονομάζεται και τα αρνί ή το κατσίκι που οριζόταν ως θυσία του Πάσχα (Korban Pesach) . Φαίνεται όμως ότι η «γιορτή του περάσματος» προϋπήρχε ως έθιμο στην αρχαία Αίγυπτο, όπου στις 21 Μαρτίου, γιόρταζαν την εαρινή ισημερία με τον όρο Pisah δηλ. το πέρασμα του Ήλιου από τον ισημερινό. Δεν ξέρω αν θα ήταν δόκιμο, να παραλληλίσουμε εδώ και τα αρχαιοελληνικά Ανθεστήρια ως ετήσια γιορτή της αναγέννησης της φύσης και γιορτή των νεκρών προς τιμή του Λιμναίου Διονύσου και του χθόνιου Eρμή, καθώς και της θεάς της Άνοιξης των Βορείων λαών Ēostre ή Ostara ( βλ. Easter ), καθώς και της Ishtar – Αστάρτης – Αφροδίτης, με τις «επιτάφιες» τελετές, στα Ορφικά, στα Ελευσίνεια μυστήρια και στα εξ ανατολών Αδώνεια με τα ελεγειακά θρηνώδη άσματα.Αρκετοί Πατέρες της εκκλησίας, όπως ο Τερτυλλιανός , ο Ιππόλυτος , ο Ειρηναίος , πίστευαν ότι το Πάσχα προέρχεται από το απαρέμφατο της ελληνικής «Πάσχειν», που όμως όσο δελεαστικό και ομόηχο κι’ αν είναι, δεν ισχύει. Ο Ωριγένης και άλλοι Αλεξανδρινοί το ερμήνευαν ως “πέρασμα” , εννοώντας και αναφερόμενοι στο «πέρασμα» των Ισραηλιτών από την Ερυθρά Θάλασσα, δηλ. από τη δουλεία της Αιγύπτου στη Γη της Επαγγελίας και συμβολικά για τους πρώτους Χριστιανούς, το «πέρασμα» από την αμαρτία στην ελευθερία της σωτηρίας , μέσα από τον καθαρμό του βαπτίσματος . Μια άλλη ομάδα συγγραφέων όπως ο Προκόπιος της Γάζας , ο Θεοδώρητος Κύρου , ο Απολλινάριος της Λαοδικείας πίστευαν ότι Pesach פֶּסַח σημαίνει « πέρασε από πάνω ” , εννοώντας τον Εξολοθρευτή Άγγελο , ο οποίος πέρασε πάνω από τα τέκνα των Ισραηλιτών, δεν τα πείραξε, αλλά εξολόθρευσε όλα τα πρωτότοκα των Αιγυπτίων , ενώ στο χριστιανισμό εννοεί το πέρασμα του Χριστού από το θάνατο και τελικά την υπέρβαση και Ανάστασή Του.
Το εβραϊκό Πάσχα ( πέρασμα ) ως γιορτή , φυσικά σχετίζεται με την ανάμνηση της εξόδου από την Αίγυπτο , αλλά φέρει και στοιχεία εορτασμού της ανοίξεως, μιάς και μεταξύ των «θυσιών» στο ναό, πέραν του αρνιού, υπήρχε και μια αναίμακτη θυσία /προσφορά καρπών της πρώτης σοδειάς, όπως συναντάμε και σε άλλους λαούς και στην αρχαία Ελλάδα ( αιματηρές και αναίμακτες θυσίες, αρτοφαγία, οινοποσία, σιτοφαγία κ.λ.π ) . Τα άγια πάθη του Χριστού που οδήγησαν στην Λαμπρή Ανάστασή του και στο παγκόσμιο διαχρονικό μήνυμα της Αγάπης, συνέβησαν στην Ιερουσαλήμ μεσούντος του εορτασμού του εβραϊκού Pesach פֶּסַח , γι’ αυτό όλη η Μεγάλη Εβδομάδα των Παθών συνώνυμα ονομάζεται και Πάσχα, είτε με την ημερολογιακή εορταστική της κυριολεξία , είτε με την πνευματική της μετάβασης ( περάσματος ) από το θάνατο και την αμαρτία στην αιώνια Ζωή και Αγάπη.
Οι πρώτοι εξ εβραίων και λοιποί Χριστιανοί , γιόρταζαν το Πάσχα σε κοινή ημερομηνία με τους μη χριστιανούς εβραίους, αν και με διαφορετική πίστη, νοηματοδότηση και συμβολισμό. Όμως μετά την Α’ Οικουμενική σύνοδο, το 325 μ.Χ στη Νίκαια της Βηθυνίας, ορίστηκε όπως το Χριστιανικό Πάσχα εορτάζεται μετά το εβραϊκό και συγκεκριμένα να εορτάζεται την πρώτη Κυριακή μετά την Πανσέληνο, που θα γίνει κατά την ημέρα της εαρινής ισημερίας ή μετά από αυτήν. Αν η πανσέληνος γίνει Κυριακή τότε το Πάσχα θα εορτάζεται την επομένη Κυριακή. Έτσι, ο ορισμός της ημερομηνίας του Χριστιανικού Πάσχα , ως κινητής σεληνοκεντρικής εορτής και η διαφορά ( συνήθως ) εβδομάδας του Ορθόδοξου με το Καθολικό, μας ακολουθεί μέχρι σήμερα, λόγω και της αλλαγής του Ιουλιανού ημερολογίου σε Γρηγοριανό , όμως η ανάλυση αυτή και ο ημερολογιακός υπολογισμός παρέλκει του παρόντος.
Ένα άλλο θέμα είναι, γιατί ενώ πολλοί λαοί χρησιμοποιούν τον όρο Πάσχα, Pasqua, пасхальный κ.λ.π κάποιοι άλλοι λένε Easter ή Ostern;
Και εδώ υποκρύπτεται η λατρεία της θεότητας της άνοιξης και της αναγέννησης, του εξ ανατολών ( east ) ερχομού του Εως/Ηώς/φωτός και της Αυγής.
Στους αγγλοσαξωνικούς και γερμανικούς λαούς Ēostre ή Ostara ονομαζόταν η θεότητα της Άνοιξης ( στα σύγχρονα αγγλικά Easter και στα γερμανικά Ostern , μεταφράζεται ως Πάσχα ). Το όνομα της θεότητας αυτής, μοιάζει με το Ishtar και Αστάρτη. Αν και αμφισβητείται από τους μελετητές η γνησιότητά της, μια αναφορά στη λατινική γλώσσα , στο Κεφ. 15 , στο έργο De temporum ratione, του 8ου αιων. του Βέδες/Bēda Venerābilis ( άγγλου μοναχού στη μονή αγ. Πέτρου στο Monkwearmouth της περιοχής του Sunderland ) , λέει :
« Eostur-monath, qui nunc Paschalis mensis interpretatur, quondam a Dea illorum quæ Eostre vocabatur, et cui in illo festa celebrabant nomen habuit: a cujus nomine nunc Paschale tempus cognominant, consueto antiquæ observationis vocabulo gaudia novæ solemnitatis vocantes» δηλ. σε ελεύθερη μετάφραση: «Ο μήνας Eostur έχει ένα όνομα το οποίο μεταφράζεται τώρα ως “πασχαλινός μήνας», και ο οποίος πήρε κάποτε το όνομά του από μια θεά που ονομάζεται Ēostre, προς τιμήν της οποίας γιορτές γιορτάζονταν κατά το μήνα αυτό. Τώρα που η πασχαλινή περίοδος ορίζεται με το όνομά της, σας καλώ τις χαρές της νέας ιεροτελεστίας να τις τιμάται διατηρώντας το παλαιό όνομα ( εννοεί του μήνα ).
Επομένως στην περίοδο που οι βόρειοι λαοί τελούσαν και λάτρευαν τη θεότητα της άνοιξης / αναγέννησης/ Αυγής, Ēostre ή Ostara , μετά τον εκχριστιανισμό τους και τη σύμφωνη γνώμη της εκκλησίας , το Πάσχα, τους επετράπη να συνεχίσουν να το ονομάζουν στη γλώσσα τους : αγγλικά Easter και στα γερμανικά Ostern σε ανάμνηση του ονόματος της Ēostre/ Ostara.
Περαιτέρω: Σύμφωνα με την Ορφική θεογονία, αρχικά στο Σύμπαν υπήρχε η συνεχής ροή του Χρόνου από την οποία προήλθαν οι δύο Κοσμογονικές Ουσίες: Ύδωρ και Γη, Αιθήρ και Χάος, ως διάμεσο του Φάνη Έρωτα δημιουργήθηκε το Ορφικό Ωόν (αυγό /αβγό ) , από όπου προήλθε το σύμπαν. Ο συμβολισμός και η σχέση της αναγέννησης με το Ωόν (αυγό /αβγό ) είναι πανάρχαια, σε όλους τους λαούς και χάνεται στα βάθη του χρόνου. Ο αρχαίος άνθρωπος είχε προφανώς εντυπωσιαστεί από το γεγονός πως μέσα από ένα κελυφώδες φαινομενικά ανενεργό και ακίνητο δημιούργημα ενός στρουθίου ( πτηνού ), δηλ. το αυγό, μετά από λίγο καιρό ξεπεταγόταν ζωή ( νεοσσός ). Ευνόητο είναι ότι τα αυγά συμβόλιζαν και συμβολίζουν την αναγέννηση, τη νέα ζωή και ελπίδα , η δε επιχρωμάτωσή τους ( βάψιμο ), ομοίως είχε να κάνει με τα ζωηρά χρώματα της αναγεννημένης φύσης και των λουλουδιών της. Ειδικά στο βάψιμο των κόκκινων αυγών, η παράδοση θέλει να βάφονται στο χρώμα αυτό για το αίμα του βασανισμού και της Σταυρώσεως του Χριστού. Η Ουκρανική περίτεχνη διακόσμηση των αυγών του Πάσχα ονόματι pysanky, ανάγεται σε εποχές πριν τον εκχριστιανισμό των Σλάβων.
Για τον λαγό ως Πασχαλιάτικο σύμβολο ( κυρίως πιά στους Δυτικούς ) με τ’ όνομα Easter Bunny , Easter Rabbit , Easter Hare , εν συντομία λέμε ότι και αυτός σχετίζεται συμβολικά με την προχριστιανική εποχή και την φυσική του δυνατότητα ν’ αναπαράγεται σωρηδόν, άρα να γεννά ζωή. Στην αρχαιότητα ο λαγός ήταν ακόλουθος της Αφροδίτης, όπως και της Ēostre ή Ostara, όπως αναφέρει ο Charles J. Billson.
Επομένως αυγά και λαγοί ήταν και είναι σύμβολα γονιμότητας / αναγέννησης.
Ο αμνός, το αρνάκι ( αρνίον ως υποκοριστικό του αρήν, αρνός ) που «σουβλίζεται ή ψήνεται » ειδικά το Πάσχα, αφενός συμβολίζει το “αρνίον το εσφαγμένον”, ή τον “αμνόν του Θεού”, αφετέρου ομοίως έχει βαθύτατες θυσιαστικές ρίζες, τόσο στην εβραϊκή παράδοση και θρησκεία, όσο και στις αρχαίες. Αστρολογικά / ζωδιακά το Πάσχα συμπίπτει με τον μήνα του Κριού ( αρσενικού αμνού ) μιάς και ο ήλιος διέρχεται το ζώδιο από τις 21 Μαρτίου ως τις 20 Απριλίου, περίπου, δηλ. στην περίοδο που πραγματοποιείται η εαρινή ισημερία. Επομένως την εποχή του Κριού, οι αρχαίοι λαοί θυσίαζαν εξευμενιστικά αμνούς/αρνία, συνήθεια που έστω και εάν αγνοούμε την καταγωγή της συνεχίζομαι ακόμα .
Παρότι σήμερα λέμε «σούβλα» από το λατινικό subula ( ως εργαλείο βασανισμού ), εν τούτοις η αρχαιοελληνική λέξη είναι Οβελός στον οποίο σύμφωνα με τον Όμηρο οι πολεμιστές πέρναγαν τα κρέατα για να τα ψήσουν ( οι μικρές σούβλες, λεγόντουσαν υποκοριστικά οβελίσκοι/ σουβλάκια ) . Οτιδήποτε ψήνεται σε οβελό, λέγεται σύμφωνα με τους λογίους μας , οβελίας.
Κουλουράκια Πασχαλιάτικα εμείς σήμερα, κόλλυρα, κολλίκια , κολλύρα (ή κόλλιξ) έλεγαν οι αρχαίοι το στρογγυλό ψωμί και υποκοριστικά κολλύριον, που σήμαινε αφενός το στρογγυλό ψωμί ή το ζυμάρι σε σχήμα καρβελιού , αφετέρου τον σβώλο της ζύμης, ή εν γένει το σβώλο που είχε το μέγεθος σημερινού κουλουριού.
Το Τσουρέκι, ή çörek στα τούρκικα , شوريك στ’ Αραβικά , panarët στ’ Αλβανικά ( προφανώς από εδώ και το επώνυμο Παναρίτης ) choreg / չորեկ στ’ Αρμένικα, çörək στ’ Αζέρικα , Vánočka στα Τσέχικα, Vianočka στα Σλοβάκικα, козунак στα βουλγάρικα , aŭ kozonac στα Ρουμάνικα κ.λ.π , ομοίως σημαίνει το στρογγυλό, στριφτό ψωμί το πλασμένο σε σχήμα μεγάλου σβώλου και γενικά τα στρογγυλά στριφτά αντικείμενα. Το τσουρέκι , εκτός από Κόλλυρα, θα μπορούσε να προσομοιάζει με τα αρχαίο γλυκό ψωμί Στρεπτίκιο που γινόταν με γάλα, λάδι ή βούτυρο και μέλι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου