Π.Καρύκα : «Η μάχη του Αντάρτικου»
Εν όψη του ξεπουλήματος της Μακεδονίας από την συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ ένα επίκαιρο Ιστορικό γεγονός που όλοι πρέπει να γνωρίζουν
Η μάχη του Αντάρτικου (30 Νοεμβρίου 1904)
του Παντελή Καρύκα
Συγγραφέα – hellasforce.com
Η βουλγαρική επιβουλή κατά της Μακεδονίας υπήρξε παλαιά, χρονολογούμενη από τους χρόνους του Βυζαντίου. Το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα, μετά τη δημιουργία του βουλγαρικού κράτους, οι Βούλγαροι, μέσω της Εσωτερικής Μακεδονικής Επαναστατικής Οργάνωσης (ΕΜΕΟ), επιχείρησαν να ελέγξουν τη Μακεδονία.
Η Ελλάδα αντέδρασε, καθυστερημένα, όπως πάντα. Μετά τη θυσία του Παύλου Μελά, πάντως, ελληνικά σώματα Μακεδονομάχων, πέρασαν στη Μακεδονία για να αντιμετωπίσουν τις συμμορίες των Βούλγαρων κομιτατζήδων.
Το βράδυ της 29ης προς 30ης Νοεμβρίου 1904 δύναμη 70 κομιτατζήδων, υπό τον διαβόητο αρχικομιτατζή Μήτρο Βλάχο και τον Κόρσακοφ, κατέλαβε το ένα ύψωμα βορειοδυτικά του χωριού Αντάρτικου Φλώρινας, με σκοπό την επομένη να επιτεθεί στο χωριό και να εξοντώσει τα εκεί σταθμεύοντα ελληνικά τμήματα των Κατεχάκη, Καούδη και Παύλου Κύρου.
Οι Βούλγαροι δεν αποτόλμησαν, τελικά, να επιτεθούν, καθώς πληροφορήθηκαν πως οι Έλληνες είχαν ενημερωθεί για την παρουσία τους και τους περίμεναν, οχυρωμένοι, στα σπίτια του χωριού. Αντίθετα πλησίασαν στο χωριό και προκάλεσαν τους Έλληνες σε μάχη.
Εκείνη την εποχή που το ηρωικό πνεύμα ήταν ακόμα ζωντανό η μη αποδοχή της πρόκλησης θα αποτελούσε σοβαρό ηθικό πλήγμα για τους Έλληνες μαχητές και κατοίκους. Από την άλλη αν η πρόκληση γινόταν αποδεκτή, τα πυρά θα προσέλκυαν σίγουρα τις γειτονικές φρουρές οι οποίες θα επιτίθεντο στα ελληνικά σώματα.
Ο ανθυπολοχαγός Κατεχάκης, ο επικεφαλής των ελληνικών σωμάτων, αποφάσισε, παρά ταύτα, να αποδεχτεί την πρόκληση, αν και διέθετε μόλις 35 άνδρες. Ο Κατεχάκης χώρισε τη δύναμή του σε τέσσερα τμήματα, επιδιώκοντας να πλήξει τους Βούλγαρους από κάθε κατεύθυνση. Δυστυχώς η κίνηση μιας ελληνικής ομάδας έγινε αντιληπτή και οι Βούλγαροι αποφάσισαν να υποχωρήσουν, πριν κυκλωθούν. Παρόλα αυτά ο Κατεχάκης επιτέθηκε και στην σύγκρουση που ακολούθησε σκοτώθηκαν 12 Βούλγαροι.
Από ελληνικής πλευράς ένας άνδρας τραυματίστηκε. Στην σύγκρουση μετείχαν, αυθόρμητα, και οι κάτοικοι του χωριού Πισοδέρι, οι οποίοι, υπό τον ιερέα του χωριού Σταύρο Τσάμη (Παπασταύρος), επιτέθηκαν στους Βούλγαρους.
Τα πυρά, πάντως, πράγματι συνέγειραν τις τουρκικές φρουρές, οι οποίες έσπευσαν στο σημείο της συμπλοκής, υποχρεώνοντας τους Έλληνες να σταματήσουν την καταδίωξη των ηττημένων κομιτατζήδων.