Ένα: Η ψυχή είναι θνητή – πεθαίνει μαζί με το σώμα. Δε μένει κανένα μέρος της ανθρώπινης ύπαρξης που να κινδυνεύει με …αθανασία. Συνεπώς, λέει ο Επίκουρος, δεν θα έχουμε θλίψη για όσα χάσαμε, ούτε συνείδηση, ούτε κανενός είδους φόβο. (Στο σημείο αυτό ο Σωκράτης, ο Πλάτωνας και ο Απόστολος Παύλος κουνάνε συγκαταβατικά τα κεφάλια τους – τι λέει ο άνθρωπος; )


Δύο: Όταν μας συμβεί ο θάνατος δεν θα είμαστε εκεί πια, οπότε προς τι ο πανικός; Όπου είναι ο θάνατος δεν είμαστε εμείς και όπου είμαστε εμείς δεν είναι ο θάνατος. Ο Γούντυ Άλλεν το είπε διαφορετικά – και περισσότερο εύστοχα: Δεν φοβάμαι το θάνατο, απλώς δε θέλω να είμαι εκεί όταν θα έρθει.
Τρία: Μετά το θάνατο ακολουθεί η περίοδος της μη-ύπαρξης. Η οποία είναι ακριβώς ίδια με τη μη-ύπαρξη πριν τη γέννηση. Συνεπώς, προς τι ο πανικός μπροστά στην προοπτική του θανάτου;
*
Όλα αυτά φαίνεται πως είναι πολύ ανακουφιστικά, για πολύ κόσμο. Βοηθάνε να ξεπερνιέται κάπως η οδύνη της ύπαρξης – το πλέον τζαναμπέτικο πράγμα που έχει να αντιμετωπίσει ο άνθρωπος. Ωστόσο…
…και με όλο το σεβασμό για τον μεγάλο στοχαστή, εμένα μου φαίνονται κάπως συνδικαλιστικά αυτά τα επιχειρήματα. Γιατί δεν θεωρούν την ύπαρξη και τη μη-ύπαρξη ως ένα, κατά τον Ηρακλείτειο τρόπο. Και γιατί δεν μας ψιθυρίζουν στ’ αυτί ότι και το ένα ετούτο δεν υπάρχει.
*
Από τη μικρή καλύβα:
http://zervaspanos.wordpress.com/2008/09/07/death-3/