Κώστας Χατζηαντωνίου*
 Το βαθύ χάσμα που απλώνεται και ολοένα μεγαλώνει ανάμεσα στην πραγματικότητα και στο λαμπερό κόσμο της προόδου που επί αιώνες διαφημίζονταν, δεν γεμίζει πια με τα πλαστικά άνθη των θρησκειών, των φυλών, των ιδεολογιών. Πολύ συχνά πια, η αγωνία του καιρού μας τρέπεται με επιταχυνόμενη ένταση προς τον μηδενισμό ακυρώνοντας κάθε ελπίδα διεξόδου, κάθε αυταπάτη εξέγερσης. Η οχυρωματική γραμμή που ορθώσαμε, είτε ατομική είτε συλλογική ήταν, δεν αντέχει πια στην έφοδο του εχθρού. Και το χειρότερο: η φρουρά στα τείχη του πολιτισμού μας είναι τυφλή. Δε βλέπει. Ή ακόμα χειρότερα, προσμένει αποκαμωμένη τη λύτρωση στην υποταγή.
Δεν είναι η ήττα, η προοπτική μιας ιστορικής καταστροφής που μας φοβίζει. Ίσως και να την περιμέναμε. Την έχουμε βιώσει άλλωστε πολλές φορές, δοκιμαστικά θαρρείς, στη διάρκεια της μακράς ζωής που χαρίστηκε στο λαό μας. Το πιο οδυνηρό είναι πως στη μεταφυσική μοναξιά μας, στο πεδίο που συντελείται μια αναμέτρηση πέρα από την κλίμακα των φαινομένων και έξω από τα κοινά μέτρα, ο απολογισμός που μετρά και δικαιώνει τη ζωή, γίνεται πάνω από την άβυσσο. Σαν κάποιος άγγελος διόλου εχέμυθος να τράβηξε τις κουρτίνες και με δέος να αντικρίζουμε κάτω από τα πόδια μας την άβυσσο του κενού. Κι ίσως αυτή να είναι η τελευταία μας ευλογία.

Μάταια λοιπόν γυρέψαμε το κλειδί του μεγάλου αινίγματος; Χλωρές ψυχές είχαμε όταν αφεθήκαμε πρώτη φορά στην Ιστορία. Ταξιδέψαμε, πιστέψαμε και απιστήσαμε, αγαπήσαμε και μισήσαμε, ελπίσαμε και απελπιστήκαμε.

Τώρα που σπάσανε όλα τα κλαδιά απ’ όπου κάποτε κρατηθήκαμε, τώρα που αφρισμένος χείμαρρος έριξε πάλι το λαό μας στο μελαγχολικό περιθώριο, σε απόκρημνη όχθη, θα ήταν η εσχάτη πλάνη να θελήσουμε αγκυροβόλι πάλι σε πεποιθήσεις ατράνταχτες, πλάι σε μικρόνοες κι απατεώνες. Η μόνη ευπρεπής στάση ενώπιον του κενού είναι ο μεταφυσικός ανδρισμός κι όχι οι παρηγορητικοί μύθοι. Απόγνωση: όταν οι προτεινόμενες διέξοδοι από την κεφαλαιοκρατική τυραννίδα είναι η φυλετική βαρβαρότητα ή το ταξικό μίσος, μπορεί να αρθρωθεί ελπίδα;
Το ίδιο μακριά απ’ όσους συνιστούν να μη θίγεται τίποτε αλλά και όσους υβρίζουν το ανθρώπινο πρόσωπο που είναι η αναπαλλοτρίωτη και μοναδική ουσία του κόσμου, μακριά από όσους ξεφεύγουν με αοριστολογίες αλλά κι απ’ αυτούς που πιο πονηροί, δημοκόποι όντας πολιτικοί, ζητούν να εκμεταλλευτούν την περίσταση του ξεπεσμού για να κερδίσουν κάτι (κάτι υλικό, ένα ξέφτι πρόσκαιρης δόξας ή ψεύτικου γοήτρου), η γενιά που σήμερα θυσιάζεται και ζει τον τρόμο του κενού, έχει για μόνη ελπίδα να ζητήσει τη δική της αλήθεια, να μεταπλάσει τον τρόμο σε δέος. Γιατί δεν επέλεξε αυτή η γενιά την έλλειψη αξιών, το ξερίζωμα των αισθημάτων, την απώλεια της ποιότητας. Είναι μια κληρονομιά που της επιβλήθηκε από μια συγκεκριμένη, κυρίαρχη για δεκαετίες κατεστημένη τάξη.
Αν υπάρχει ακόμη ελπίδα για… ελπίδα, αυτή θα πρέπει να χτιστεί πάνω στην αλήθεια. Όσο κι αν αυτό πονάει. Είμαστε λαός χαλασμένος μα όχι από έλλειψη αρετής ή από άγνοια τι είναι καλό και τι είναι κακό. Δεν κληρονομήσαμε κάποιαν αρρώστια αλλά κάτι χειρότερο, τη νοσηρότητα του ψεύδους. Με τσακισμένη αντίσταση, παραίτηση και πραότητα απέναντι στον εχθρό, οι νοσηρές καταστάσεις μεγεθύνονται. Δεν είναι πάντοτε αρετή να είμαστε συνετοί και μετριοπαθείς. Ηρεμία απέναντι στον εκφυλισμό αποδείχνει, απλά, πόσο εξαντλημένοι, πόσο παρασιτικοί έχουμε γίνει. Φτωχοί της ζωής, πριν την πτώχευση, όσα πλούτη κι αν έχουν, είναι οι άνθρωποι του καιρού μας, όσο δυναμικοί κι αν φαίνονται. Διότι ο εκφυλισμός μπορεί να επιφέρει έντονη νευρική αποφόρτιση που προκαλεί δραστηριότητα και ενέργεια, στην ουσία όμως δεν υπάρχει ρώμη. Υπάρχει μέθη. Δεν υπάρχει πληρότητα ζωής. Το αποτέλεσμα; Πανικός και μίσος που σπρώχνουν χιλιάδες συμπολίτες μας σε «πυρήνες της φωτιάς» ή σε «χρυσές ορδές». Και καθόλου αδικαιολόγητα, όταν ο δρόμος της σύνεσης μοιάζει να είναι ο θάνατος μέσα στον πολιτισμικό εκφυλισμό.
Ριγμένοι στην εποχή της διάλυσης και της μέθης, την εποχή που κάθε στέρεα πίστη κλονίστηκε, χιλιάδες νέοι ζούνε σήμερα τη νιότη τους σαν μια σοβαρή αρρώστια. Αποκλεισμένοι από τη ζωή, από την εργασία, από τον έρωτα, πορεύονται σε γλιστερό και επικίνδυνο δρόμο, δρόμο στρωμένο με πάγο λεπτό, στην άκρη του γκρεμού. Εκεί που περπατάνε ακόμα, σύντομα κανείς δεν θα μπορεί να περπατά. Αίσθημα και βίωμα αυτός ο τρόμος του κενού σημαδεύει την αγωνία για μια νέα θέση. Αν ζητούμε ακόμη και την ώρα της πτώσης την αλήθεια, δεν το κάνουμε από μια διανοητική διαστροφή αλλά από πάθος για ζωή στην πληρότητά της. Γιατί η αλήθεια είναι για να φωτίσουμε τη ζωή κι όχι για να δικαιολογήσουμε τον αποκλεισμό μας από αυτήν. Όχι από μια επιθυμία της γνώσης που θα ανακόπτει τη δράση αλλά από μια ανάγκη να συναρμόσουμε τη θεωρία και την πράξη. Από μια καινούργια φλόγα θέλησης που θα αλλάξει τον κόσμο. Από την ανάγκη να φωτίσουμε ακόμη και την ώρα της πτώσης το τραγικό κενό. Για να φωτίσουμε το σκοτάδι της ψυχής ξαναβρίσκοντας το Δέος.
Τι σημαίνει Δέος; Σίγουρα όχι την ασιατική αντίληψη που θέλει την ενθαδική ύπαρξη ως τιμωρία και πλάνη: αυτή η αντίληψη γεννά τελικά τον μηδενισμό, είτε πιστεύουμε στο επέκεινα είτε το απορρίπτουμε από πίστη στην ηθική που οι φορείς και οι κήρυκές της προδίδουν. Δεν είναι ο ανηθικισμός που οδηγεί στον μηδενισμό αλλά η ηθικολογία. Αυτή είναι ο καλύτερος τρόπος να γυρίζεις την πλάτη σου στη θέληση για ύπαρξη. Όλα όσα θεωρούμε ως αιτίες μηδενισμού (σκεπτικισμός, αδυναμία θέλησης, διαφθορά των ηθών, αρρώστια, πεσιμισμός), δεν είναι παρά συνέπειές του. Ο μηδενισμός είναι η λογική της παρακμής. Αιτία του μηδενισμού μας είναι ο ίδιος ο πολιτισμός μας. Ο πολιτισμός που απέβαλε το δέος της υπάρξεως. Που έκανε «αξίες» την αποποίηση του εαυτού μας και την άρνηση της ζωής. Που δόξασε τις «αξίες» των εξαντλημένων. Που μετέπλασε το Ιερό από δέος για την πλήρη ζωή σε μια ιδεολογία φόβου, αλλοτρίωσης και εκμετάλλευσης οδηγώντας στον τρόμο του κενού.
Σαιξπηρικές καταιγίδες, ναπολεόντιο πυροβολικό, μπετοβενικές τυμπανοκρουσίες. Αυτή υπήρξε η μουσική της ευρωπαϊκής ελευθερίας. Υπέροχη εισαγωγή του κενού που ζούμε μια που, όπως έλεγε ο Σαιν Ζυστ, «μέσα από καταιγίδες γεννιέται η ελευθερία, μέσα από το χάος. Όπως ακριβώς γεννιέται ο κόσμος». Τώρα που ο κόσμος τρέχει πάλι προς το χάος και μπαίνει ξανά στη μέθη της αλήθειας και του απείρου, δεν έχει κανένα νόημα να επαναλάβουμε τα παλαιά μας λάθη. Με το βλέμμα στο κενό μπορούμε να υπερβούμε όλα τα εμπόδια του παλιού κόσμου, αντικρίζοντας ορίζοντες πλατιούς καθώς όλες οι αντιφάσεις της ψυχής των νέων χρόνων βγαίνουν στο φως. Η εκκίνηση δόθηκε. Πίστη και γνώση, θεός και κόσμος, φύση και ιστορία, ηθική και δράση, άτομο και κοινότητα, αρχαίος πολιτισμός και χριστιανισμός, όλες οι σπαραχτικές αντιθέσεις που αποκαλύπτουν το διχασμό του νεότερου ανθρώπου και υπογραμμίζουν τη δυστυχία του, έρχεται η στιγμή που θα λυθούν. Όταν η ύπαρξη, δηλαδή η ζωή, ζητήσει πάλι τα δικαιώματά της, όταν ο τρόμος του κενού ξαναγίνει δέος, ένας νέος πολιτισμός θα έχει γεννηθεί.
*Από το βιβλίο “Το ΧΡΕΟΣ και ο ΤΟΚΟΣ Δοκίμια για την Νεοελληνική Κατάρρευση”εκδ. Γόρδιος  που μόλις κυκλοφόρησε (σελ. 109-113) 
πηγή: Aντίφωνο