Αλεξάντρ Γκαμπούγιεφ, Kommersant – Vlast
Χρονιά
θριάμβου της ρωσικής διπλωματίας, χαρακτηρίζεται το 2013. Ωστόσο,
βασικές προκλήσεις έμειναν αναπάντητες από τη Ρωσία, και οι
«εκκρεμότητες» αυτές θα πρέπει να επιλυθούν φέτος. Ιδού η «τριάδα» των
σημαντικότερων στόχων.
Πηγή: AP
Στόχος 1. Ενίσχυση της ευρασιατικής ολοκλήρωσης
Το
τρέχον έτος θα είναι κρίσιμο για τη διαμόρφωση της Ευρασιατικής
Οικονομικής Ένωσης (ΕΟΚ), η οποία έχει αναχθεί στο μεγαλύτερο project
της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής, και είναι μία από τις κύριες
προτεραιότητες της τρίτης προεδρικής θητείας του Βλαντίμιρ Πούτιν. Μέχρι
το Μάρτιο 2014 πρέπει να έχει ετοιμαστεί το κείμενο της Συνθήκης
Ένωσης, το οποίο οι ηγέτες των τριών χωρών (Ρωσία, Λευκορωσία,
Καζαχστάν) θα υπογράψουν το καλοκαίρι. Το Φθινόπωρο θα πρέπει να
επικυρωθεί από τα εθνικά κοινοβούλια και από την 1η Ιανουαρίου 2015, η
ΕΟΚ θα πρέπει να ξεκινήσει τη λειτουργία της.
Ωστόσο,
πέρυσι αναδείχθηκαν αρκετά προβλήματα στη διαδικασία ολοκλήρωσης, το
κυριότερο εκ των οποίων είναι οι διαφορετικές αντιλήψεις του οράματος
για το μέλλον της Ένωσης μεταξύ της Μόσχας και της Αστανά (πρωτεύουσας
του Καζαχστάν). Σύμφωνα με πηγές που γνωρίζουν τα σχετικά με την πορεία
των διαπραγματεύσεων, η Ρωσία θέλει να κάνει την ΕΟΚ μια πλήρως
ολοκληρωμένη δομή, στην οποία σχεδόν τα πάντα θα συντονίζονται. Τα
κράτη-μέλη, θα πρέπει να αποτελούν όχι μόνο μια ενιαία αγορά με ελεύθερη
κυκλοφορία αγαθών, υπηρεσιών, κεφαλαίων και ανθρώπων, αλλά και ένα χώρο
με μια κοινή πολιτική μετανάστευσης, εκπαίδευσης, ακόμα και με κοινή
πολιτική πληροφοριών. Οι αρχές του Καζακστάν και πιο πρόσφατα της
Λευκορωσίας, θεωρούν την παραπάνω άποψη σαν μια απόπειρα «κατάλυσης» της
εθνικής τους κυριαρχίας. Λαμβάνοντας υπόψη αυτές οι αντιφάσεις, η Μόσχα
θα πρέπει να επιδείξει διπλωματική διακριτικότητα.
Στόχος 2. Εισαγωγή των ρωσικών υδρογονανθράκων σε νέες αγορές
Απ’
όλες τις μακροπρόθεσμες προκλήσεις, η Ρωσία ίσως να αντιμετώπισε
καλύτερα το 2013 το θέμα της αναζήτησης νέων αγορών για τους
υδρογονάνθρακές της. Η «Rosneft» υπέγραψε συμφωνία με τις κινεζικές
εταιρείες για την προκαταβολή έως και 60 δισεκατομμυρίων δολαρίων για
μελλοντικές προμήθειες πετρελαίου. Τα χρήματα αυτά θα χρησιμοποιηθούν
κυρίως για την αγορά περιουσιακών στοιχείων στη Ρωσία.
Ωστόσο,
το πρόβλημα της εξεύρεσης νέων αγορών δημιουργεί στη Ρωσία νέα
προβλήματα, όπως είναι η υπερβολική εξάρτηση από την ύπαρξη ενός
–μοναδικού- καταναλωτή. Το Πεκίνο, μετατρέπεται σχεδόν σε μονοπώλιο στην
αγορά του ρωσικού πετρελαίου που ρέει προς Ανατολάς. Έτσι, ένα από τα
πιο επείγοντα καθήκοντα για το 2014, γίνεται η διαφοροποίηση των επαφών
στην Ανατολική Ασία. Η Κίνα θα διατηρήσει σίγουρα το ρόλο του
μεγαλύτερου αγοραστή των ρωσικών φυσικών πόρων, αλλά η Μόσχα χρειάζεται
απεγνωσμένα ένα αντίβαρο για την εξισορρόπηση της κινεζικής επιρροής.
Προς
το παρόν, η δημιουργία ενός τέτοιου αντίβαρου δεν προχωρά αρκετά
ικανοποιητικά. Η επίσκεψη του Πούτιν στη Νότια Κορέα το 2013 δεν οδήγησε
σε σημαντικά βήματα, ενώ οι σχέσεις με την Ιαπωνία εξακολουθούν να
είναι δύσκολες λόγω της εδαφικής διαφοράς γύρω από τα νησιά Κουρίλες. Οι
υπόλοιποι Ασιάτες εταίροι της Ρωσίας, όπως είναι η Ινδία και το
Βιετνάμ, αποτελούν αγορές, πιο ενδιαφέρουσες για τα προϊόντα της
μηχανο-κατασκευαστικής βιομηχανίας, παρά για επενδυτές.
Στόχος 3. Αποκατάσταση των σχέσεων με την Ευρώπη
Η
στροφή του κλάδου των εξαγωγών φυσικών πόρων προς την Κίνα, θα
απαιτήσει, όχι μόνο τη διαφοροποίηση των επαφών στην Ασία για την
αντιστάθμιση των κινδύνων, αλλά και την επαναφορά των στενότερων σχέσεων
με την Ευρώπη. Κατά τα τελευταία δύο χρόνια, οι σχέσεις με την ΕΕ έχουν
επιδεινωθεί ραγδαία, αν και προς τα έξω η Μόσχα και οι ευρωπαίοι
εταίροι της προσπαθούν να μην δείχνουν ότι συμβαίνει κάτι τέτοιο. Το πιο
εντυπωσιακό σημάδι των συσσωρευμένων αντιφάσεων το 2013, ήταν το
γεγονός ότι η ΕΕ και η Ρωσία διεξήγαγαν μόλις μια σύνοδο κορυφής (στο
Αικατερινμπούργκ, τον Ιούνιο). Παραδοσιακά και μέχρι πρότινος, οι ηγέτες
της ΕΕ και της Ρωσικής Ομοσπονδίας συναντιόνταν δύο φορές το χρόνο: Μία
φορά στη Ρωσία και μια στην Ευρώπη.
Σύμφωνα
με πηγές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η εξήγηση που δόθηκε γι’ αυτό, είναι
ότι η σύνοδος κορυφής στο Αικατερινμπούργκ έληξε χωρίς αποτέλεσμα.
Έτσι, η επικείμενη σύνοδος του Δεκεμβρίου θα μπορούσε να αποβεί μια
ακόμα αποτυχία, η δεύτερη στη σειρά. Η αντιπαράθεση, ολοκληρώθηκε με τη
διαμάχη πάνω στο θέμα της Ουκρανίας, όταν οι ευρωπαίοι αξιωματούχοι
κατηγόρησαν τη Ρωσία ότι παρεμβαίνει στις υποθέσεις ενός κυρίαρχου
κράτους. Οι ρώσοι αξιωματούχοι ήταν πιο συγκρατημένοι, αν και αυτοί
επίσης δεν έχασαν την ευκαιρία να μιλήσουν με τη σειρά τους,
κατηγορώντας τους ευρωπαίους που μετέβησαν στο Κίεβο για να στηρίξουν τους διαδηλωτές του «Μαϊντάν».
Γερμανία: Ο καλύτερος επιχειρηματικός εταίρος
Η
πιο οδυνηρή απώλεια για τη Ρωσία, ήταν η επιδείνωση των σχέσεων με τη
Γερμανία. Σύμφωνα με πηγές στο Βερολίνο, αφορμή για το πάγωμα των
σχέσεων αποτέλεσε η δίωξη που ασκήθηκε στους συμμετέχοντας στο
συλλαλητήριο της αντιπολίτευσης την 6η Μαΐου 2012 που έληξε με
συγκρούσεις με την αστυνομία, καθώς και η σύλληψη των μελών του πανκ συγκροτήματος Pussy Riot.
Μια ακόμα αιτία ήταν η σταδιακή μείωση της εξάρτησης από τις ρωσικές
πρώτες ύλες και της ρωσικής αγοράς για τις μεγάλες γερμανικές εταιρείες.
«Όταν μιλάμε για την οικονομία της Κίνας, που αναπτύσσεται με ρυθμό 7%
ετησίως, όλοι είμαστε έτοιμοι να κάνουμε τα στραβά μάτια για τα
ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά όταν πρόκειται για τη Ρωσία με χαμηλότερη
οικονομική ανάπτυξη και πιο αβέβαιες προοπτικές, οι “φίλοι της χώρας”
γίνονται λιγότεροι», είπε χαρακτηριστικά ένας κρατικός αξιωματούχος.
Οι
ρώσοι διπλωμάτες αναγνωρίζουν επίσης σε ανεπίσημες συζητήσεις, ότι το
επίπεδο των σχέσεων έχει όντως πέσει και ότι χωρίς τη γερμανική
υποστήριξη, η συνεργασία με τις άλλες χώρες της ΕΕ θα είναι πολύ πιο
δύσκολη. Σαν συνέπεια, η αποκατάσταση των επαφών με την Ευρώπη και
ιδιαίτερα με το Βερολίνο, θα είναι άλλο ένα βασικό καθήκον της ρωσικής
εξωτερικής πολιτικής για το 2014. Η συνεργασία για την ελευθέρωση του Μιχαήλ Χοντορκόβσκι,
στην οποία η Γερμανία έπαιξε ένα σημαντικό ρόλο, μπορεί να αποτελέσει
ένα από τα θετικά παραδείγματα για τις μελλοντικές εξελίξεις.
Το πρωτότυπο άρθρο βρίσκεται στην ηλεκτρονική διεύθυνση:http://kommersant.ru
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου