Ετικέτες

Τρίτη 11 Αυγούστου 2015

Γιατί μελετούμε τους αρχαίους Έλληνες;


ancient-music

Γράφει ο Αθανάσιος Δέμος

Η Mary Lefkowitz είναι καθηγήτρια Κλασικών Μελετών σε Αμερικανικό Κολέγιο. Πριν από μερικά χρόνια, οι δημοσιογράφοι της υπέβαλαν την παραπάνω ερώτηση. Και αυτή απάντησε:

Η οικογένειά μου δεν κατάγεται από την Ελλάδα, αλλά όποτε επιστρέφω στην Ελλάδα, αισθάνομαι σαν να ήρθα στην πατρίδα μου. Έγινα φιλέλλην στη δεκάτη τάξη όταν αποφάσισα να σπουδάσω αρχαία ελληνικά. Όταν ξεκίνησα να σπουδάζω αρχαία ελληνικά, δεν μπορούσα να σταματήσω και ποτέ δεν κατάφερα να μάθω αρκετά. Δεν είναι εύκολο να εξηγήσω το γιατί κυριεύτηκα από τέτοιο πάθος για μια γλώσσα και έναν πολιτισμό. Αλλά ίσως στην πορεία να είμαι σε θέση να διαπιστώσω γιατί οι αρχαίοι Έλληνες αξίζουν τη συνεχή προσοχή και σεβασμό όλων.

Η μελέτη των αρχαίων ελληνικών είναι συναρπαστική γιατί μας φέρνει σε άμεση επαφή με το παρελθόν. Το πρώτο ελληνικό κείμενο που αγόρασα ήταν ένα αντίγραφο της Καινής Διαθήκης. Το ελληνικό πρωτότυπο ήταν τόσο ισχυρό, που απέδιδε καλύτερα το νόημα απ’ ό,τι η μετάφραση. Αλλά μόνον όταν άρχισα να διαβάζω τα ελληνικά κείμενα του Αισχύλου και του Σοφοκλή συνειδητοποίησα ότι δε θα ικανοποιούμουν αν δεν μελετούσα τη γλώσσα. Οι ποιητές μπορούν να πουν αυτό που δε θα μπορούσε να ειπωθεί ή ακόμα να σχηματοποιηθεί σε μία σκέψη στην αγγλική. Υπάρχουν σημαντικές γραμματικές διαφορές. Τα ελληνικά ρήματα μπορούν να μεταφέρουν την έννοια της συνεχούς ή της ασυνεχούς δράσης, καθώς και τη χρονική τοποθέτηση των πράξεων (παρελθόν, παρόν, μέλλον). Διαθέτουν τη μέση φωνή και την ευκτική καθώς και την ονομαστική. Η χρήση των προσωπικών καταλήξεων και των γραμματικών συνθηκών επιτρέπουν μεγάλη ευελιξία στη σύνταξη των λέξεων. Και υπάρχουν μεταφορές που δεν έχουν επιβιώσει στην αγγλική, ούτε καν στον τρόπο θεώρησης του κόσμου από εμάς.
Οι αρχαίοι Έλληνες ανέπτυξαν επίσης έναν τρόπο έκφρασης για τον κόσμο δίχως αναφορά σε συγκεκριμένα γεγονότα ή οντότητες ή θεϊκές υπάρξεις. Αντίθετα με τους Αιγυπτίους, τους Βαβυλωνίους ή τους Εβραίους, δεν χρειάζονταν να αναφερθούν σε συγκεκριμένους θεούς ή σε συγκεκριμένες εποχές για να απεικονίσουν τον τρόπο δημιουργίας του σύμπαντος.

Ο Ηράκλειτος κατά τον πέμπτο αιώνα π.Χ. λέει «μια ύπαρξη, η μόνη σοφή, επιθυμεί και δεν επιθυμεί να αποκαλείται με το όνομα Δίας». Οι Έλληνες έκαναν χρήση αφηρημένων εννοιών και ουδέτερων επιθέτων και μετοχών. Μιλούσαν για την «ύπαρξη»σε αντίθεση με τα «πράγματα».

Είναι αδύνατο να δώσουμε υπερβολική έμφαση στη σημασία της επανάστασης στη γλώσσα. Ενώ άλλοι λαοί στον αρχαίο κόσμο εξακολουθούσαν να χρησιμοποιούν μυθολογικές εξιστορήσεις για να εξηγήσουν τη λειτουργία του σύμπαντος, ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης εφηύραν τους αφηρημένους ορισμούς και ορολογίες που χρησιμοποιούνται έκτοτε από φιλοσόφους και επιστήμονες.

Άλλο ένα σημαντικό κληροδότημα των αρχαίων ελληνικών είναι ο ανθρωπισμός τους. Οι Έλληνες, αντίθετα με προγενέστερους αρχαίους λαούς, συμπονούσαν τους εχθρούς τους και διέβλεπαν ότι οι σημερινοί νικητές θα μπορούσαν να γίνουν τα αυριανά θύματα. Η Ιλιάδα διηγείται την ιστορία Ελλήνων και Τρώων. Ο δραματουργός του πέμπτου π.Χ. αιώνα Αισχύλος μιλά για τα δεινοπαθήματα των Περσών οι οποίοι ηττήθηκαν από τους Αθηναίους στη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Ο ιστορικός Ηρόδοτος από την Αλικαρνασσό καταγράφει τις πράξεις τόσο των Ελλήνων όσο και των «βαρβάρων» λαών, όπως οι Πέρσες και οι Αιγύπτιοι.

Οι Έλληνες ήταν σε θέση να παρατηρούν και τις δύο πλευρές εξαιτίας της θρησκείας τους. Ο Δίας στην Ιλιάδα απονέμει δικαιοσύνη και στους Έλληνες αλλά και στους Τρώες και δεν ευνοεί έναν από τους δύο λαούς. Η ελληνική θρησκεία, ιδιαίτερα συγκρινόμενη με την αρχαία εβραϊκή θρησκεία, είναι ανοικτή και ανεκτική. Ο Δίας δεν αντιδρά σε ανθρώπους που λατρεύουν άλλους θεούς, αρκεί να σέβονται όλους τους θεούς. Δεν προσπαθεί να ασκήσει έλεγχο επί των πράξεων άλλων θεών, αλλά τους επιτρέπει να έχουν δυνάμεις και να δέχονται τιμές.

Είναι κρίμα που η περιφρονητική στάση των μονοθεϊστικών θρησκειών προς τον πολυθεϊσμό μας εμποδίζει να διακρίνουμε τη δύναμη της αρχαίας ελληνικής θρησκείας. Η παρουσία πολλών θεών βοηθά στην ερμηνεία του γιατί η στάση των θεών προς έθνη και άτομα μπορεί να μοιάζει αντιφατική: οι θεοί διαφωνούν, ή για κάποιο λόγο δεν δίνουν προσοχή. Οι θεοί υπάρχουν για τη δική τους τέρψη και λόγους και δεν δημιούργησαν το ανθρώπινο είδος.

Οι άνθρωποι είναι καταδικασμένοι όχι μόνο να γερνούν και να πεθαίνουν, αλλά και για να φθάνουν πολύ μακριά και να αποτυγχάνουν. Τα μεγάλα έπη, η Ιλιάδα και η Οδύσσεια, όπως και τα ελληνικά δράματα, υπογραμμίζουν τη σημασία της κατανόησης από άνδρες και γυναίκες των πεπερασμένων δυνάμεών τους. Αλλά αυτή η θετική πλευρά της ελληνικής θρησκείας σπανίως απεικονίζεται στις πιο σύγχρονες εκδοχές της ελληνικής μυθολογίας. Σε αυτούς τους απολογισμούς οι θεοί παρουσιάζονται να είναι απλά ισχυρές ανθρώπινες υπάρξεις που υποκινούνται κυρίως από τους δικούς τους πόθους και τον εγωισμό τους. Αλλά το χρωστάμε στους αρχαίους Έλληνες να διερευνήσουμε τι έχουν γράψει οι ίδιοι για τους θεούς τους.

Από αυτά τα κείμενα μαθαίνουμε ότι οι θνητοί μπορούν να αντιδράσουν στις ενέργειες των θεών και να αμφισβητήσουν τα κίνητρα των θεών, δίχως το φόβο τιμωρίας. Οι αμφισβητήσεις δεν είναι ιεροσυλία! Ο Κροίσος όταν πρόκειται να εκτελεσθεί από τον Πέρση βασιλιά Κύρο, παραπονείται ότι ο Απόλλων δεν είναι ευγνώμων για τα πολλά δώρα που είχε στείλει στους Δελφούς και ο Δίας στέλνει μια καταιγίδα προκειμένου να σβήσει την πυρά στην οποία ο Κροίσος θα καιγόταν ζωντανός.

Ήταν αυτή η ικανότητα να θέτουν ερωτήματα στους θεούς, να παραπονούνται για εκείνους και ακόμα (τουλάχιστον στις κωμωδίες) να τους περιγελούν, που εξηγεί το γιατί οι αρχαίοι Αθηναίοι ήταν σε θέση να αναπτύξουν ένα σύστημα διακυβέρνησης που επέτρεπε την κρίση των ηγετών. Οι ανοικτοί ορίζοντες της ελληνικής θρησκείας σίγουρα επέτρεπαν στους φιλοσόφους όπως ο Ηράκλειτος, ο Σωκράτης και ο Πλάτων, να αναρωτιούνται αν οι αληθινοί θεοί μπορούν να είναι εγωιστές και ανήθικοι. Ο προβληματισμός τους οδήγησε στην αντίληψη των καλών θεοτήτων και ετοίμασε το δρόμο για την αποδοχή του χριστιανισμού στον ειδωλολατρικό κόσμο. Έτσι, οι θετικές ιδιότητες μιας θρησκείας που ενθάρρυναν την ανάπτυξη της δημοκρατίας, φιλοσοφίας και επιστημονικής σκέψης τελικά οδήγησαν στην αυτοκαταστροφή της αρχαίας θρησκείας.

Ίσως τότε η μεγαλύτερη κληρονομιά των αρχαίων Ελλήνων στο σύγχρονο κόσμο να μην είναι η δημοκρατία. Η αθηναϊκή εκδοχή της δημοκρατίας είχε πολλά ελαττώματα. Αντίθετα, θα πρέπει να εστιάσουμε στη δύναμη του προβληματισμού, στην ανάπτυξη της αφηρημένης σκέψης και στην κρίση και στην ενθάρρυνση ενός ευρύτερου ανθρωπισμού με συμπόνια για όλη την ανθρώπινη εμπειρία και μία επιθυμία να ακουστούν και οι δύο πλευρές σε μια διαφωνία. Η σημασία αυτής της κληρονομιάς θα πρέπει να υπερτονιστεί σήμερα στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός είναι ευρέως παρεξηγημένος και παρερμηνευμένος.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι Έλληνες και οι φιλέλληνες εξίσου χρειάζεται να θυμίζουν στους εαυτούς τους και στους άλλους τι ήταν πραγματικά και να κάνουν ό,τι μπορούν για να υποστηρίξουν τη μελέτη του.

Την απάντηση σ’ αυτά τη δίνει ο φιλόσοφος Νίτσε στο βιβλίο του «Η Γέννηση της Τραγωδίας από το Πνεύμα της Μουσικής», σελ. 106, όπου γράφει: «… Σχεδόν σε κάθε εποχή οι διαδοχικοί πολιτισμοί προσπάθησαν με αγανάκτηση να αποσείσουν το ζυγό των Ελλήνων, γιατί κάθε προσωπική δημιουργία, ενώ εκ πρώτης όψεως θαυμαζόταν ειλικρινά σαν πρωτότυπη, δίπλα σε αυτούς (τους Έλληνες) έχανε ξαφνικά το χρώμα και την ζωντάνια της και γινόταν έκτρωμα αδέξιας μίμησης και γελοιογραφία.

Και κάθε στιγμή ξεσπάει για μια ακόμη φορά η υπόκωφη οργή, η μαζεμένη στα βάθη της καρδιάς εναντίον αυτού του αλαζονικού λαού, που είχε την τόλμη να χαρακτηρίσει με το επίθετο «βάρβαρος» κάθε τι που ήταν ξένο. Ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι, λέμε, που διεκδικούν ανάμεσα στους λαούς μία ξεχωριστή θέση; Όμως, ούτε ο φθόνος, ούτε η αχαλίνωτη συκοφαντία και η οργή κατόρθωσαν να αγγίξουν την αυθάδη τους γαλήνη. Γι’ αυτό ΜΠΡΟΣΤΑ στους ΕΛΛΗΝΕΣ ΝΙΩΘΟΥΜΕ ΝΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΔΕΟΣ. Ας τολμήσουμε, επιτέλους, να διαλαλήσουμε πως οι Έλληνες κρατούν στα χέρια τους τα χαλινάρια της Τέχνης, όπως άλλωστε και κάθε τέχνης…».

Θεωρώ περιττό να συνεχίσω να αναφέρω άλλους από τον μακρύ κατάλογο αξιόλογων ανθρώπων του πνεύματος διεθνούς κύρους φιλοσόφων, που εκφράζουν τον θαυμασμό τους για την Ελλάδα και τους Έλληνες…

Θα ήταν παράληψη να μην αναφέρουμε όσα γράφει ο Ισοκράτης στον«ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟ» του λόγο παρ. 50: «Τόσο πολύ ξεπέρασε η πόλη μας όλους τους άλλους στην πνευματική ανάπτυξη και στην τέχνη του λόγου, ώστε οι δικοί της μαθητές έγιναν δάσκαλοι στους άλλους. Το όνομα πάλι Έλληνες κατόρθωσε να μη συμβολίζει πια την καταγωγή, αλλά την καλλιέργεια του πνεύματος και Έλληνες να ονομάζονται πιο πολύ όσοι δέχτηκαν τον τρόπο της δικής μας αγωγής και μόρφωσης παρά αυτοί που έχουν την ίδια με εμάς καταγωγή».

[proinoslogos.gr]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου