Από τις εκδηλώσεις για τα 50 χρόνια της ένωσης της Κρήτης με την Ελλάδα (01/12/1963). Γεώργιος Παπανδρέου, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και Παύλος Βαρδινογιάννης παρελαύνουν. |
Βαρδινογιάννηδες – 9. Φιλίες, κουμπαριές και στο βάθος Μητσοτάκης
_____________________________________________
Όπως είδαμε στα προηγούμενα, οι βενιζελικοί και κεντρώοι Βαρδινογιάννηδες δεν αντιμετώπισαν ιδιαίτερα προβλήματα από την δικτατορία. Ούτε καν όταν ο -ως εμπλεκόμενος στο Κίνημα τού Ναυτικού- επί οκτάμηνο εκτοπισμένος Βαρδής διαδέχθηκε τον εκλιπόντα αδελφό του Νίκο στην ηγεσία τού ομίλου. Αντίθετα, η οικογένεια μια χαρά δουλειές έκανε επί χούντας και στην λήξη τής επταετίας βρέθηκε πολύ πλουσιώτερη και πολύ ισχυρότερη απ’ ότι στην αρχή της.Αν η μετάβαση του τόπου από την δικτατορία στην δημοκρατία έγινε μάλλον ομαλά (όσο ομαλή μπορεί να πει κάποιος μια κατάσταση που κόστισε την τουρκική εισβολή στην Κύπρο), η αντίστοιχη προσαρμογή των Βαρδινογιάννηδων έγινε πολύ ομαλώτερα. Άλλωστε, οι σχέσεις των Βαρδινογιάννηδων με την εκάστοτε εξουσία, οι οποίες δεν ήσαν ποτέ άσχημες, βελτιώνονταν όλο και περισσότερο με καινούργιες φιλίες και καινούργιες σχέσεις.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η σύσφιγξη των σχέσεων ανάμεσα στον Παύλο Βαρδινογιάννη και τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, η οποία δρομολογήθηκε κατά την τελευταία περίοδο τής χούντας. Το 1973, ο αυτοεξόριστος στο Παρίσι Μητσοτάκης αποφασίζει να επιστρέψει στην Ελλάδα, όπου τον συλλαμβάνει το καθεστώς Ιωαννίδη και τον θέτει σε κατ’ οίκον περιορισμό στα Χανιά. Λέγεται πως η ιδέα τής επιστροφής ήταν του Παύλου, ο οποίος είχε εξασφαλίσει ότι ο κατ’ οίκον περιορισμός θα ήταν η ποινή που θα επιβαλλόταν στον Μητσοτάκη. Με τον τρόπο αυτό, ο Μητσοτάκης κατάφερε να κολλήσει μερικά αντιστασιακά ένσημα και να ξεπλύνει (κατά κάποιον τρόπο) το άγος τής αποστασίας.
Παρένθεση. Μιας και μιλάμε για γάμους, ας προσθέσουμε δυο πικάντικες λεπτομέρειες. (α) Ο Παύλος Βαρδινογιάννης ήταν παντρεμένος με την Λήδα Καντακουζηνού, η οικογένεια της οποίας εφέρετο να έχει καταγωγή από τους Καντακουζηνούς τού Βυζαντίου. Κουμπάρος στον γάμο τους ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου. Αυτή η κουμπαριά δεν πρέπει να βγήκε σε κακό τής οικογένειας μετά την ανάρρηση του ΠαΣοΚ στην εξουσία το 1981. (β) Ο Βαρδής Βαρδινογιάννης γνώρισε την Μαριάννα την εποχή που αυτός υπηρετούσε στο ναυτικό κι εκείνη εργαζόταν στην πρεσβεία των ΗΠΑ. Παντρεύτηκαν το 1961, με κουμπάρο τον Χρήστο Λαμπράκη. Ούτε αυτή η κουμπαριά πρέπει να έβλαψε την οικογένεια. Κλείνει η παρένθεση.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα των άριστων σχέσεων του Μητσοτάκη με τους Βαρδινογιάννηδες είναι και το εξής: Το 1990 ξέσπασε κόντρα ανάμεσα στον -τότε πρωθυπουργό- Μητσοτάκη και στον Γιάννη Κεφαλογιάννη, ο οποίος ήταν υπουργός τουρισμού. Ο Κεφαλογιάννης παραιτήθηκε από το υπουργείο και ξεκίνησε ανοιχτό πόλεμο κατά του Μητσοτάκη. Τότε επενέβη ο Βαρδής, ο οποίος όχι μόνο κατάφερε να κατευνάσει τα πνεύματα αλλά έπεισε τον Μητσοτάκη να επαναφέρει τον γαμπρό του στην κυβέρνηση και, μάλιστα, να τον αναβαθμίσει και να τον κάνει υπουργό εσωτερικών.
Δεύτερο παράδειγμα: Το 2007 κατεβαίνει ως υποψήφια βουλευτής η αγαπημένη ανηψιά τού Βαρδή, η Όλγα Κεφαλογιάννη. Ο Βαρδής φροντίζει ώστε η Όλγα να έχει την μεγαλύτερη δυνατή προβολή από τα δυο τηλεοπτικά κανάλια που ελέγχει (Μέγκα και Σταρ) και, παράλληλα, χρησιμοποιεί κάθε πρόσφορο τρόπο για να εξουδετερώσει το φαβορί για την εκλογή στον νομό, τον Κωστή Σχοινά. Ο Σχοινάς θεωρείται «μητσοτακικός» αλλά ο Μητσοτάκης δεν προβαίνει σε καμμιά απολύτως ενέργεια στήριξής του. Τελικά, η Όλγα κερδίζει με διαφορά 27 σταυρών. Παράλληλα, βγαίνουν στην δημοσιότητα πληροφορίες για δικαστικούς που το βράδυ πήραν τους σάκκους με τα ψηφοδέλτια μαζί τους και τους παρέδωσαν την επόμενη μέρα. Ο Σχοινάς ζητάει επανακαταμέτρηση, κατά την οποία βρίσκονται δυο ψηφοδέλτια διπλωμένα μόνο στην μέση, παρ’ ότι τα ψηφοδέλτια δεν χωρούν στον φάκελλο αν διπλωθούν μόνο στην μέση. Σηκώνεται μπουχός αλλά η Νέα Δημοκρατία βρίσκει την λύση: διαγράφει τον Κωστή Σχοινά. Αντίδραση Μητσοτάκη; Καμμία.
Την επόμενη χρονιά, ο Καραμανλής κάλεσε στην Νέα Δημοκρατία και τους δυο βουλευτές τούΚόμματος των Νεοφιλελευθέρων, θέλοντας να εξασφαλίσει την θετική ψήφο τους κατά την επικείμενη μεταπήδησή του στην προεδρία τής δημοκρατίας. Φυσικά, εκείνοι δέχτηκαν την πρόσκληση, αποδεικνύοντας για πολλοστή φορά ότι δεν υπάρχουν στεγανά ανάμεσα στα αστικά κόμματα. Μάλιστα δε, ο Καραμανλής ανέθεσε στον Μητσοτάκη το σημαντικώτερο υπουργείο τής κυβέρνησης. Ήταν το υπουργείο συντονισμού, κάτι σαν το υπουργείο εθνικής οικονομίας αλλά με πιο διευρυμένες αρμοδιότητες. Με άλλα λόγια, ο Μητσοτάκης έγινε ο απόλυτος δραγουμάνος τής ελληνικής οικονομίας. Κι από δίπλα του, ο Παύλος. Τα συμφέροντα των Βαρδινογιάννηδων βρίσκονταν πλέον στα καλύτερα χέρια.
Βρισκόμαστε στο 1978. Είναι η εποχή που η Ελλάδα ετοιμάζεται να υποδεχτεί ένα καινούργιο φρούτο εξ εσπερίας: το επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Η επικείμενη δημιουργία Ποδοσφαιρικών Ανωνύμων Εταιρειών προοιωνίζεται νέον πεδίον δόξης λαμπρόν για τους ισχυρούς, από το οποίο δεν γίνεται να λείψουν οι Βαρδινογιάννηδες.
Στο μεταξύ, η μικρότερη αδελφή των Βαρδινογιάννηδων, η Έλενα, παντρεύεται τον δικηγόρο και πρώην βουλευτή τής ΕΡΕ Γιάννη Κεφαλογιάννη. Με τον γάμο αυτό, οι κεντρώοι Βαρδινογιάννηδες στερεώνουν τους δεσμούς τους και με την δεξιά. Και, μάλιστα, μέσω ενός πολλά υποσχόμενου πολιτικού, ο οποίος, σύμφωνα με το βιογραφικό του, «κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής έλαβε μέρος στην Εθνική Αντίσταση με αξιόλογη δράση που έχει επίσημα αναγνωρισθεί» και «αντιτάχθηκε στη δικτατορία των συνταγματαρχών με αποτέλεσμα να παραπεμφθεί σε Έκτακτο Στρατοδικείο και να δικασθεί». Καρπός αυτού του γάμου είναι η πρώην υπουργό.ς τουρισμού Όλγα Κεφαλογιάννη, η πολυαγαπημένη ανηψιά τού Βαρδή |
Χαρακτηριστικό παράδειγμα των άριστων σχέσεων του Μητσοτάκη με τους Βαρδινογιάννηδες είναι και το εξής: Το 1990 ξέσπασε κόντρα ανάμεσα στον -τότε πρωθυπουργό- Μητσοτάκη και στον Γιάννη Κεφαλογιάννη, ο οποίος ήταν υπουργός τουρισμού. Ο Κεφαλογιάννης παραιτήθηκε από το υπουργείο και ξεκίνησε ανοιχτό πόλεμο κατά του Μητσοτάκη. Τότε επενέβη ο Βαρδής, ο οποίος όχι μόνο κατάφερε να κατευνάσει τα πνεύματα αλλά έπεισε τον Μητσοτάκη να επαναφέρει τον γαμπρό του στην κυβέρνηση και, μάλιστα, να τον αναβαθμίσει και να τον κάνει υπουργό εσωτερικών.
Δεύτερο παράδειγμα: Το 2007 κατεβαίνει ως υποψήφια βουλευτής η αγαπημένη ανηψιά τού Βαρδή, η Όλγα Κεφαλογιάννη. Ο Βαρδής φροντίζει ώστε η Όλγα να έχει την μεγαλύτερη δυνατή προβολή από τα δυο τηλεοπτικά κανάλια που ελέγχει (Μέγκα και Σταρ) και, παράλληλα, χρησιμοποιεί κάθε πρόσφορο τρόπο για να εξουδετερώσει το φαβορί για την εκλογή στον νομό, τον Κωστή Σχοινά. Ο Σχοινάς θεωρείται «μητσοτακικός» αλλά ο Μητσοτάκης δεν προβαίνει σε καμμιά απολύτως ενέργεια στήριξής του. Τελικά, η Όλγα κερδίζει με διαφορά 27 σταυρών. Παράλληλα, βγαίνουν στην δημοσιότητα πληροφορίες για δικαστικούς που το βράδυ πήραν τους σάκκους με τα ψηφοδέλτια μαζί τους και τους παρέδωσαν την επόμενη μέρα. Ο Σχοινάς ζητάει επανακαταμέτρηση, κατά την οποία βρίσκονται δυο ψηφοδέλτια διπλωμένα μόνο στην μέση, παρ’ ότι τα ψηφοδέλτια δεν χωρούν στον φάκελλο αν διπλωθούν μόνο στην μέση. Σηκώνεται μπουχός αλλά η Νέα Δημοκρατία βρίσκει την λύση: διαγράφει τον Κωστή Σχοινά. Αντίδραση Μητσοτάκη; Καμμία.
Την επόμενη χρονιά, ο Καραμανλής κάλεσε στην Νέα Δημοκρατία και τους δυο βουλευτές τούΚόμματος των Νεοφιλελευθέρων, θέλοντας να εξασφαλίσει την θετική ψήφο τους κατά την επικείμενη μεταπήδησή του στην προεδρία τής δημοκρατίας. Φυσικά, εκείνοι δέχτηκαν την πρόσκληση, αποδεικνύοντας για πολλοστή φορά ότι δεν υπάρχουν στεγανά ανάμεσα στα αστικά κόμματα. Μάλιστα δε, ο Καραμανλής ανέθεσε στον Μητσοτάκη το σημαντικώτερο υπουργείο τής κυβέρνησης. Ήταν το υπουργείο συντονισμού, κάτι σαν το υπουργείο εθνικής οικονομίας αλλά με πιο διευρυμένες αρμοδιότητες. Με άλλα λόγια, ο Μητσοτάκης έγινε ο απόλυτος δραγουμάνος τής ελληνικής οικονομίας. Κι από δίπλα του, ο Παύλος. Τα συμφέροντα των Βαρδινογιάννηδων βρίσκονταν πλέον στα καλύτερα χέρια.
Βρισκόμαστε στο 1978. Είναι η εποχή που η Ελλάδα ετοιμάζεται να υποδεχτεί ένα καινούργιο φρούτο εξ εσπερίας: το επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Η επικείμενη δημιουργία Ποδοσφαιρικών Ανωνύμων Εταιρειών προοιωνίζεται νέον πεδίον δόξης λαμπρόν για τους ισχυρούς, από το οποίο δεν γίνεται να λείψουν οι Βαρδινογιάννηδες.
__________________________________________________
Βαρδινογιάννηδες – 10. Ο Παναθηναϊκός
__________________________________________________
Ο μύθος λέει πως όλα άρχισαν κατά την διάρκεια μιας παρτίδας τάβλι. Βρισκόμαστε στις αρχές καλοκαιριού του 1979 και αντίπαλοι σ’ αυτή την παρτίδα είναι τα «κουμπαράκια» Σταύρος Νταϊφάς και Γιώργος Βαρδινογιάννης (ο Νταϊφάς είχε στεφανώσει τον «καπετάνιο»). Σύμφωνα με μια εκδοχή του μύθου, ο Βαρδινογιάννης γύρισε κάποια στιγμή και είπε στον Νταϊφά: «Ρε Σταύρο, δεν παίρνεις εσύ τον Ολυμπιακό, να πάρω εγώ τον Παναθηναϊκό;». Σύμφωνα με μια δεύτερη εκδοχή του ίδιου μύθου, ο Νταϊφάς ήταν εκείνος που έκανε την πρόταση στον Βαρδινογιάννη. Κανείς δεν μπορεί να ξέρει πώς έγιναν τα πράγματα. Πάντως, ο Λεωνίδας Θεοδωρακάκης υποστηρίζει την δεύτερη εκδοχή.Πέρα από τους μύθους, η ουσία είναι απλή. Η κυβέρνηση έχει στρώσει τον δρόμο για να έρθει και στην χώρα μας το επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Στις αρχές του 1979 ψηφίζεται ο σχετικός νόμος 879/1979 «Περί ποδοσφαιρικών ανωνύμων εταιρειών» και όλα είναι έτοιμα για να μετατραπούν οι ποδοσφαιρικοί σύλλογοι σε ανώνυμες εταιρείες. Με δεδομένο, λοιπόν, ότι η «Ανώνυμη Εταιρεία» αποτελεί την μεγαλύτερη ίσως εφεύρεση του καπιταλισμού, οι ποδοσφαιρικές ανώνυμες εταιρείες δεν ήταν δυνατόν να αφήσουν ασυγκίνητους τους κεφαλαιούχους της εποχής.
Έτσι, λοιπόν, οι Βαρδινογιάννηδες άρχισαν να σκέφτονται πολύ σοβαρά την ενασχόλησή τους με το ποδόσφαιρο. Κι επειδή ο Παύλος, ο Βαρδής και ο Θόδωρος ήσαν ιδιαίτερα απασχολημένοι με τις δουλειές του ομίλου, ο κλήρος έπεσε στον Γιώργο. Αυτός θα έμπαινε μπροστά για λογαριασμό τής οικογένειας. Τι κι αν ο «καπετάνιος» είχε εκδηλώσει στο παρελθόν φιλοολυμπιακά αισθήματα; Τι κι αν είχε κάνει κουμπαριά με τον Νταϊφά; Τα τέσσερα αδέλφια γράφτηκαν μέλη στον Παναθηναϊκό και όλα έγιναν μέλι-γάλα.
Το κακό για τον Βαρδινογιάννη ήταν ότι για τον Παναθηναϊκό ενδιαφέρονταν και οι Γιαννακόπουλοι. Το κεφάλαιο της ΠΑΕ είχε οριστεί στα 80 εκατομμύρια δραχμές, με καταληκτική ημερομηνία προσφορών την 16η Ιουλίου και οι Γιαννακόπουλοι είχαν κάνει προσφορά για να αποκτήσουν πλειοψηφικό πακέτο. Πλην των Γιαννακόπουλων, το ενδιαφέρον για αγορά μετοχών του Παναθηναϊκού ήταν τόσο υποτονικό ώστε όλοι θεωρούσαν την υπόθεση τελειωμένη. Μάλιστα δε, ο τότε προπονητής της ομάδας Λάκης Πετρόπουλος συζητούσε με τον Παύλο Γιαννακόπουλο για τις μεταγραφές και ο υποψήφιος μεγαλομέτοχος είχε υποσχεθεί πως θα διέθετε τριάντα εκατομμύρια. Όμως, όλα ανατράπηκαν το απόγευμα της 16ης Ιουλίου.
Τρεις βδομάδες νωρίτερα είχε φύγει από την ζωή ο γενικός αρχηγός του Παναθηναϊκού Αντώνης Μαντζαβελάκης, ο οποίος τα είχε βρει με τους Γιαννακόπουλους. Τα κουμάντα έκανε πλέον ο πολύς Τζακ Νικολαΐδης, ο οποίος βρισκόταν σε επαφή με τον Βαρδινογιάννη, ενεργώντας για λογαριασμό τού θείου του Απόστολου. Έτσι, λοιπόν, λίγη ώρα πριν λήξει η προθεσμία, πέφτει σαν βόμβα η πρόταση Βαρδινογιάννη: «Δίνω όσα και ο Γιαννακόπουλος και βάλτε από πάνω όσα θέλετε». Ως απόδειξη των λόγων του, ο γ.γ. του συλλόγου Γιάννης Κασιμάτης αφήνει στο τραπέζι μια λευκή επιταγή με την υπογραφή τού «καπετάνιου».
Παρένθεση. Ο «καπετάνιος» δεν ξέχασε ποτέ τις υπηρεσίες τού Απόστολου Νικολαΐδη. Το 1980 ο Νικολαΐδης θα έφευγε από την ζωή και έναν χρόνο αργότερα ο Βαρδινογιάννης θα έδινε το όνομά του στο γήπεδο της λεωφόρου Αλεξάνδρας. Κλείνει η παρένθεση.
Η πρόταση Βαρδινογιάννη προκάλεσε σεισμό. Με τον 879/1979 να ορίζει ότι κανένα φυσικό πρόσωπο δεν μπορεί να κατέχει μετοχές ΠΑΕ σε ποσοστό μεγαλύτερο από 20%, οι Γιαννακόπουλοι είχαν προσφέρει 32 εκατομμύρια (20%+20% στα 80 εκατομμύρια). Ο Βαρδινογιάννης ήταν έτοιμος να δώσει μέχρι εξήντα. Κι όταν του είπαν για τον περιορισμό του 20%, απάντησε: «Κανένα πρόβλημα. 20% εγώ, 20% ο αδελφός μου Βαρδής και 14 % ο γαμπρός μου, όλοι μέλη του Παναθηναϊκού είμαστε». Κι επειδή το 20%+20%+14% μας κάνει 54% και το 54% των ογδόντα εκατομμυρίων δεν κάνει εξήντα, το κεφάλαιο της εταιρείας σκαρφάλωσε στα 110 εκατομμύρια.
Η δουλειά έκλεισε. Εκείνο το βράδυ της 16ης Ιουλίου 1979, ο χρεωκοπημένος Παναθηναϊκός (για πρώτη φορά, η ομάδα δεν είχε πάει στο εξωτερικό για καλοκαιρινή προετοιμασία, λόγω έλλειψης χρημάτων) έγινε η πλουσιώτερη ομάδα τής χώρας. Κι έμεινε ο Γιαννακόπουλος να βρίζει και να ωρύεται πως έγινε πραξικόπημα και όλα ήσαν προσυνεννοημένα…
Μόλις ανακατεύτηκαν τα «μεγάλα πορτοφόλια» με το ποδόσφαιρο, άνοιξε για το ποδόσφαιρο και το πορτοφόλι τής πολιτείας. Το χρήμα άρχισε να ρέει άφθονο στο ελληνικό ποδόσφαιρο (ας είναι καλά ο ΟΠΑΠ), το οποίο ως τότε ήταν τελείως ανυπόληπτο. Η εξουσία έπρεπε να τα έχει καλά με τους πάμπλουτους προέδρους, ώστε να μπορεί να χειραγωγεί και να εκμεταλλεύεται τους οπαδούς των ομάδων τους. Μάλλον δεν πρέπει να είναι τυχαίο πως όλα αυτά γίνονται σε μια εποχή που υπουργός συντονισμού είναι ο Μητσοτάκης και το ΠαΣοΚ καλπάζει προς την εξουσία.
Πράγματι, θα πρέπει να αναρωτηθούμε γιατί έγινε επαγγελματικό το ελληνικό ποδόσφαιρο. Η λέξη «ανυπόληπτο» που χρησιμοποίησα λίγο πιο πάνω, δεν είναι τυχαία. Οχτώ χρόνια μετά το «έπος του Γουέμπλεϋ», ο Παναθηναϊκός δεν έχει να επιδείξει σε διεθνές επίπεδο παρά αποκλεισμούς, με μόνη «επιτυχία» την επικράτησή του επί της Φλοριάνας από την… Μάλτα (κι αυτή με χίλια ζόρια). Ίδιου βεληνεκούς είναι και οι ευρωπαϊκές πορείες των άλλων ομάδων αλλά και της εθνικής μας. Και ας μη πούμε κουβέντα περί των… υποδομών, γιατί θα αναγκαστούμε να θυμηθούμε ένα σωρό θλιβερά στοιχεία, από τα «τσιμεντένια» γήπεδα μέχρι το ότι η ομάδα με τους περισσότερους φιλάθλους, ο Ολυμπιακός, δεν είχε δικό του γήπεδο.
Παρ’ ότι πρόεδρος του Παναθηναϊκού έγινε ο Γιώργος, τα οικονομικά τα διαχειριζόταν ο Βαρδής από τα παρασκήνια. Μπορεί οι φίλαθλοι της ομάδας, επειδή ο πρόεδρος δεν έκανε ακριβές μεταγραφές, να του κόλλησαν το παρατσούκλι «καβούριας» αλλά η αλήθεια είναι ότι τις αποφάσεις για το πόσα λεφτά θα ξοδέψει η ομάδα τις έπαιρνε ο Βαρδής. Για τους Βαρδινογιάννηδες, ο Παναθηναϊκός δεν ήταν παρά μια από τις εταιρείες του ομίλου τους και, συνεπώς, οικονομικό κουμάντο θα έπρεπε να κάνει αυτός που έκανε κουμάντο σε όλον τον όμιλο. Αυτό το ήξεραν όλοι όσοι συναλλάσσονταν με την ομάδα, οπότε απευθύνονταν κατ’ ευθείαν στον Βαρδή. Είναι χαρακτηριστικό το πρωτοσέλιδο της αθλητικής εφημερίδας Φως των Σπορ, όταν ο Παναθηναϊκός αγόρασε τον Δημήτρη Σαραβάκο από τον Πανιώνιο το 1984: «Ο Βαρδής πήρε τον Σαραβάκο». Όπως είναι χαρακτηριστικό και το ότι η Αθλητική Ηχώ τής 17/7/1979 έκανε αναφορά στον πρόεδρο Γιώργο αλλά η φωτογραφία που συνόδευε το κείμενο, ήταν του Βαρδή.
Οι Βαρδινογιάννηδες κράτησαν τον Παναθηναϊκό σχεδόν 35 χρόνια. Θα μπορούσαμε να διηγούμαστε επί πολλές εβδομάδες ιστορίες από την περίοδο αυτή αλλά το θέμα αυτής της σειράς κειμένων δεν είναι το ποδόσφαιρο. Εδώ θα εξιστορήσουμε μόνο μια ποδοσφαιρική ιστορία, η οποία συγκλόνισε την χώρα. Υπομονή ως αύριο.
Ο Γιώργος Βαρδινογιάννης στην εξέδρα της Λεωφόρου, ως «Καπετάνιος»και «Ρίνγκο» μαζί. |
Το κακό για τον Βαρδινογιάννη ήταν ότι για τον Παναθηναϊκό ενδιαφέρονταν και οι Γιαννακόπουλοι. Το κεφάλαιο της ΠΑΕ είχε οριστεί στα 80 εκατομμύρια δραχμές, με καταληκτική ημερομηνία προσφορών την 16η Ιουλίου και οι Γιαννακόπουλοι είχαν κάνει προσφορά για να αποκτήσουν πλειοψηφικό πακέτο. Πλην των Γιαννακόπουλων, το ενδιαφέρον για αγορά μετοχών του Παναθηναϊκού ήταν τόσο υποτονικό ώστε όλοι θεωρούσαν την υπόθεση τελειωμένη. Μάλιστα δε, ο τότε προπονητής της ομάδας Λάκης Πετρόπουλος συζητούσε με τον Παύλο Γιαννακόπουλο για τις μεταγραφές και ο υποψήφιος μεγαλομέτοχος είχε υποσχεθεί πως θα διέθετε τριάντα εκατομμύρια. Όμως, όλα ανατράπηκαν το απόγευμα της 16ης Ιουλίου.
Τρεις βδομάδες νωρίτερα είχε φύγει από την ζωή ο γενικός αρχηγός του Παναθηναϊκού Αντώνης Μαντζαβελάκης, ο οποίος τα είχε βρει με τους Γιαννακόπουλους. Τα κουμάντα έκανε πλέον ο πολύς Τζακ Νικολαΐδης, ο οποίος βρισκόταν σε επαφή με τον Βαρδινογιάννη, ενεργώντας για λογαριασμό τού θείου του Απόστολου. Έτσι, λοιπόν, λίγη ώρα πριν λήξει η προθεσμία, πέφτει σαν βόμβα η πρόταση Βαρδινογιάννη: «Δίνω όσα και ο Γιαννακόπουλος και βάλτε από πάνω όσα θέλετε». Ως απόδειξη των λόγων του, ο γ.γ. του συλλόγου Γιάννης Κασιμάτης αφήνει στο τραπέζι μια λευκή επιταγή με την υπογραφή τού «καπετάνιου».
Ιούλιος 1979: Εμπνευσμένος τίτλος από την εφημερίδα Τα Νέα. Και ρελάνς Νταϊφά στον Ολυμπιακό με 85 εκατ. |
Η πρόταση Βαρδινογιάννη προκάλεσε σεισμό. Με τον 879/1979 να ορίζει ότι κανένα φυσικό πρόσωπο δεν μπορεί να κατέχει μετοχές ΠΑΕ σε ποσοστό μεγαλύτερο από 20%, οι Γιαννακόπουλοι είχαν προσφέρει 32 εκατομμύρια (20%+20% στα 80 εκατομμύρια). Ο Βαρδινογιάννης ήταν έτοιμος να δώσει μέχρι εξήντα. Κι όταν του είπαν για τον περιορισμό του 20%, απάντησε: «Κανένα πρόβλημα. 20% εγώ, 20% ο αδελφός μου Βαρδής και 14 % ο γαμπρός μου, όλοι μέλη του Παναθηναϊκού είμαστε». Κι επειδή το 20%+20%+14% μας κάνει 54% και το 54% των ογδόντα εκατομμυρίων δεν κάνει εξήντα, το κεφάλαιο της εταιρείας σκαρφάλωσε στα 110 εκατομμύρια.
Η δουλειά έκλεισε. Εκείνο το βράδυ της 16ης Ιουλίου 1979, ο χρεωκοπημένος Παναθηναϊκός (για πρώτη φορά, η ομάδα δεν είχε πάει στο εξωτερικό για καλοκαιρινή προετοιμασία, λόγω έλλειψης χρημάτων) έγινε η πλουσιώτερη ομάδα τής χώρας. Κι έμεινε ο Γιαννακόπουλος να βρίζει και να ωρύεται πως έγινε πραξικόπημα και όλα ήσαν προσυνεννοημένα…
Μόλις ανακατεύτηκαν τα «μεγάλα πορτοφόλια» με το ποδόσφαιρο, άνοιξε για το ποδόσφαιρο και το πορτοφόλι τής πολιτείας. Το χρήμα άρχισε να ρέει άφθονο στο ελληνικό ποδόσφαιρο (ας είναι καλά ο ΟΠΑΠ), το οποίο ως τότε ήταν τελείως ανυπόληπτο. Η εξουσία έπρεπε να τα έχει καλά με τους πάμπλουτους προέδρους, ώστε να μπορεί να χειραγωγεί και να εκμεταλλεύεται τους οπαδούς των ομάδων τους. Μάλλον δεν πρέπει να είναι τυχαίο πως όλα αυτά γίνονται σε μια εποχή που υπουργός συντονισμού είναι ο Μητσοτάκης και το ΠαΣοΚ καλπάζει προς την εξουσία.
Πράγματι, θα πρέπει να αναρωτηθούμε γιατί έγινε επαγγελματικό το ελληνικό ποδόσφαιρο. Η λέξη «ανυπόληπτο» που χρησιμοποίησα λίγο πιο πάνω, δεν είναι τυχαία. Οχτώ χρόνια μετά το «έπος του Γουέμπλεϋ», ο Παναθηναϊκός δεν έχει να επιδείξει σε διεθνές επίπεδο παρά αποκλεισμούς, με μόνη «επιτυχία» την επικράτησή του επί της Φλοριάνας από την… Μάλτα (κι αυτή με χίλια ζόρια). Ίδιου βεληνεκούς είναι και οι ευρωπαϊκές πορείες των άλλων ομάδων αλλά και της εθνικής μας. Και ας μη πούμε κουβέντα περί των… υποδομών, γιατί θα αναγκαστούμε να θυμηθούμε ένα σωρό θλιβερά στοιχεία, από τα «τσιμεντένια» γήπεδα μέχρι το ότι η ομάδα με τους περισσότερους φιλάθλους, ο Ολυμπιακός, δεν είχε δικό του γήπεδο.
Και πάλι ο πρόεδρος στην Λεωφόρο, αυτή την φορά χωρίς μουστάκι. Όμως, έχει μουστάκι πίσω του ο -γνωστός και μη εξαιρετέος- Ανδρέας Βγενόπουλος. |
Οι Βαρδινογιάννηδες κράτησαν τον Παναθηναϊκό σχεδόν 35 χρόνια. Θα μπορούσαμε να διηγούμαστε επί πολλές εβδομάδες ιστορίες από την περίοδο αυτή αλλά το θέμα αυτής της σειράς κειμένων δεν είναι το ποδόσφαιρο. Εδώ θα εξιστορήσουμε μόνο μια ποδοσφαιρική ιστορία, η οποία συγκλόνισε την χώρα. Υπομονή ως αύριο.
_____________________________________________
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου