Ετικέτες

Κυριακή 27 Ιουλίου 2014

Μικρή πατρίδα, τέλος μου κι αρχή…



Θόδωρος Αγγελόπουλος _ oi κυνηγοί..

[πρόχειρες σημειώσεις για τον πατριωτισμό και την κοινωνική ελπίδα… β’ μέρος]

Γράφει: ο Νίκος Σταθόπουλος
Στα νεώτερα χρόνια, υπό το πνεύμα μιας διαστρεβλωμένης πρόσληψης της αρχαιότητας και υπό τα προτάγματα του «άριστου κόσμου των εμπόρων και των δικηγόρων», είναι η περίφημη Encyclopedie που επανορίζει ως εξής την πατρίδα : «Πατρίδα δεν είναι ο τόπος όπου γεννηθήκαμε, όπως διατείνεται μια αγοραία αντίληψη, αλλά είναι ένα “ελεύθερο κράτος” του οποίου είμαστε μέλη και του οποίου οι νόμοι προστατεύουν τις ελευθερίες και την ευτυχία μας». Μιλούν πια για «χώρα»… δηλαδή προτάσσουν το γεωγραφικό / γεωπολιτικό, υποβάλλοντας μια «ρεαλιστική» ανάγνωση της εμπειρίας. Μιλούν απλώς για κάτι άλλο που το έχουν στο κοινωνικό τους όραμα, αλλά δε σημαίνει αυτό ότι είναι και η αλήθεια των ανθρώπων. Η σκέψη τους είναι εγκεφαλική και η ιστορία εννοείται πλέον σαν «νομικές μορφές». Αφαιρούν από το ιστορικό πολιτισμικό βίωμα της πατρίδας τη χωμάτινη και συναισθηματική του εσωτερικότητα και κατασκευάζουν ένα νομικοπολιτικό πλαίσιο διασφάλισης των «ελευθεριών» και της «ευτυχίας».



Όπου «ελευθερίες», είναι οι νομοθετήσεις των «φυσικών δικαιωμάτων» του κόσμου της Οικονομίας. Και όπου «ευτυχία» είναι ένα αμιγώς αστικό ιδανικό, συμπυκνωτικό μιας «φυσικής αντίληψης» για τη ζωή, εντελώς συμβατής με τη λογική των «υλικών απολαύσεων», εντός της αποθεωμένης Παραγωγής και Κατανάλωσης.
Η «χώρα» του πρώτου ριζοσπαστικού αστισμού, είναι το «έθνος-κράτος». Μια ιστορική κατασκευή, η οποία γενικεύτηκε αυθαίρετα μέσα στην ιστορία και παρουσιάστηκε σαν «πατρίδα».Μια κατασκευή που απορρίπτει εντελώς μεταφυσικά το «έθνος» και αποδέχεται παράλογες γενέσεις εκ του μηδενός. Οι αστοί δεν αποδέχονται τίποτα το «ανορθολογικό», δηλαδή τίποτα που δεν καθορίζεται από τη στενή εμπειρία του «απτού» και του «μετρήσιμου» και το οποίο, κατά λογική ακολουθία, τροποποιείται κατά το δοκούν. Ο «ορθολογισμός» της διανόησης των εμπόρων είναι μια χρηστική κακοποίηση της λογικής, το ίδιο θεότρελη, όπως η αίσθηση αυτονομίας και αυθυπαρξίας του εμπορεύματος. Είναι οι διανοούμενοι του Λόγου που μιλούν εντελώς σοβαρά για «νομοτέλεια» και «νόμους της αγοράς», λες και πρόκειται για έναν εγκόσμιο αυτονόητο θεό-ρυθμιστή. «Δεν υπάρχουν πατρίδες», διότι αν υπήρχαν τότε δεν θα είχε καμιά ισχύ ο «νόμος» και οι «ρυθμίσεις» και, έτσι, δε θα μπορούσε να αντικατασταθεί ο φεουδαρχισμός από το καπιταλιστικό «έθνος-κράτος», που υπήρξε το ιστορικό ορμητήριο του ανερχόμενου κόσμου της αστικής αρπακτικότητας. Εμείς μιλάμε για «πατρίδα», αυτοί κάνουν τζόγο με θεωρητικές κατασκευές που εξυπηρετούν την απάνθρωπη και παράλογη ηγεμονία τους.
pegasus_LARGE_t_1581_105619100
Και επειδή οι πρώτες «ετυμηγορίες» του επαναστατικού (έναντι των φεουδαρχών..) αστισμού «έμπαζαν», άρχισαν να παράγονται «συμπληρωματικές» αναλύσεις. Έτσι είναι ο Γιούργκεν Χάμπερμας – Γερμανός φιλόσοφος και κοινωνιολόγος  – εκεί στα τέλη του ‘80, που διατυπώνει την προσέγγιση περί «συνταγματικού πατριωτισμού».Με τον όρο αυτό εννοούνται συνδυαστικά και η «πολιτιστική κληρονομιά» (η «γη των πατέρων») και η αφοσίωση σε ένα πολιτικό σύστημα, εντός του οποίου εκφράζεται ελεύθερα η κοινή βούληση των πολιτών με κίνητρο την προαγωγή  του «γενικού συμφέροντος».
«Ρομαντισμός» και αστικός ορθολογισμός διαπλέκονται σε μια «καινή σύλληψη», που αφομοιώνει την κατάρρευση των αστικών προλήψεων αλλά τις «διασώζει» σε μια αναβίωση της αρχαιοελληνικής λογικής περί πατρίδας. Η διανόηση που προσδιορίζεται στα διάφορα ρεύματα του Διαφωτισμού δεν παύει να δίνει μάχες για «μερεμέτια» στη βασική γραμμή, με αναλλοίωτη εντός της την πεποίθηση για «ιδεαλισμό» στη βασική εννόηση της πατρίδας. Η εισαγωγή του «πολιτικού στοιχείου» ναι μεν «προσγειώνει» τη βασική ιδέα αλλά μόνο αν αυτή θεωρηθεί στην πιο απλοϊκή της πρόσληψη. Η ιδέα της πατρίδας, «καρφωμένη» μεταφυσικά στα πρωταρχικά της και αποκομμένη από την ιστορική αλήθεια των παραδόσεων, που συνθέτουν και ορίζουν το περιεχόμενό της, είναι ορθάνοιχτη σε εθνικιστικές-φασιστικές παρανοήσεις. Αυτό το γεγονός, όμως, δεν δικαιολογεί την άρνηση της ιδέας υπό το δήθεν «απόλυτο κύρος» της κουλτούρας των «πραγματικών-οικονομικών συναλλαγών», που αποτελεί και το κοσμοθεωρητικό βάθρο της αστικής αντίληψης.
megalexandros
Τι είναι η πατρίδα (μας);
Ο αρχαίος πολιτισμός μας είναι μια εξελισσόμενη διαλεκτική της αυτοσυνειδητοποιημένης κοινότητας. Αρχικά είναι το «όμαιμον-ομόθρησκον-ομόγλωσσον» του Ηροδότου. Είναι η έμφαση στην αιματοσυγγενική κοινότητα αλλά ήδη με υπέρβαση του «βιολογικού» της και μπόλιασμα της αντίληψης από στοιχεία πολιτισμού. Η πατρίδα, εδώ, είναι η διεύρυνση του αρχικού «γένους», είναι μια «ομάδα» που ενώνεται μέσω της πίστης και διασφαλίζει τη συνοχή της μέσω της γλώσσας. Οι θεοί και οι λέξεις γίνονται πια οι συνειδητοποιημένοι εξωφυσικοί συντελεστές καθορισμού της συλλογικής ταυτότητας, η οποία ξεφεύγει από τον απλοϊκό και πρωτόγονο βιολογισμό της και γίνεται «συνείδηση προσώπου». Αργότερα, ο Ισοκράτης θα αναγνωρίσει ως Έλληνες όλους «όσοι μετέχουν της ημετέρας παιδείας»: έχουμε, πια, τελειώσει με τα «αιματολογικά» και φτάνουμε ώριμα στις πολιτιστικές τροπικότητες και ποιότητες.
Ξεκινώντας από «εστίες» που είναι δίπλα δίπλα (διαπλεγμένα ιδιωτικά κελύφη, καθένα με έναν οικογενειακό μικρόκοσμο) και «ανάβοντας κεράκι» στους ίδιους βωμούς, αντικειμενικά υπάρχουμε συλλογικά μέσω μιας γλώσσας που απηχεί το ταυτόσημο των εμπειριών μας, χρωματίζεται από το κοινό των συγκινήσεων και των αγωνιών μας, και οργανώνει τη συλλογική μας ύπαρξη ακόμη κι όταν όλοι και όλα λείπουν.
2004 Trilogia I to livadi pou dakryzei - Eleni - The weeping meadow (foto) 09
Πρωτίστως η γλώσσα, που μένει η θεμελιώδης «έγνοια μας, στην αμμουδιά του Ομήρου». Η γλώσσα, όχημα της συλλογικής συνείδησης και συνεχής διαμορφωτής της, ζωντανή ενέργεια πολιτισμού και προσδιοριστής του ιδιαίτερου πολιτισμικού προσώπου. Καθόλου «ρομαντικά» και «συναισθηματικά» δεν εκφράζεται ο Διονύσιος Σολωμός όταν διακηρύσσει (στο «Διάλογο») «μήγαρις έχω άλλο στο νου μου, πάρεξ ελευθερία και γλώσσα;». Και να γιατί το «όνομα είναι η ψυχή μας» : καθόλου «θρησκοληψία και μυστικισμός» αλλά, αντιθέτως, θετική βεβαίωση του ορισμένου της οντότητας.
Στις αρχές του 14ου αι. στην Πολωνία, οι Γερμανοί και Τσέχοι υποκινητές μιας εξέγερσης στην Κρακοβία, αναζητήθηκαν μέσω της προφοράς πολωνικών λέξεων! Αυτό το τυπικό κριτήριο μαρτυρά για το τεράστιο ειδικό βάρος της γλώσσας στον προσδιορισμό του εθνικού πολιτισμικού προσώπου ως φυσικής πολιτισμικής αποκρυστάλλωσης. Στα καθ’ ημάς – «Η συνέχεια του Ελληνισμού ως λαού φαίνεται με τη μεγαλύτερη ενάργεια στη  ζ ω ν τα ν ή   ε λ λ η ν ι κ ή   γ λ ώ σ σ α, που δεν εμφανίζει στη συνεχή της εξέλιξη  κ α μ ι ά   ε ξ ω τ ε ρ ι κ ή   ε π ί δ ρ α σ η    σ τ η ν    ο ρ γ α ν ι κ ή   τ η ς   δ ο μ ή[…]η βάση μερικών νεοελληνικών διαλέκτων δεν είναι η ελληνιστική κοινή αλλά  κ α τ ε υ θ ε ί α ν   ο ι   α ρ χ α ί ε ς  δ ι ά λ ε κ τ ο ι- η δωρική για τα τσακώνικα, η ιωνική για τα ποντιακά. Σημαντικός άλλωστε αριθμός αρχαϊκών στοιχείων βρίσκεται και στις νεοελληνικές διαλέκτους[….]Οι λαογραφικές έρευνες και γενικότερα η μελέτη του βίου των Βυζαντινών και των Νεοελλήνων δείχνουν ολοένα και περισσότερο ότι πολλά στοιχεία λαϊκής λατρείας, τέχνης, και γενικά κοινωνικής ζωής έ χ ο υ ν   τ ι ς   ρ ί ζ ε ς   τ ο υ ς   σ τ η ν   ε λ λ η ν ι κ ή   α ρ χ α ι ό τ η τ α, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι εδώ δεν υπάρχουν και τα ίχνη των επιδράσεων των διαφόρων λαών, με τους οποίους ο Ελληνισμός ήρθε σε επαφή και των οποίων αφομοίωσε ένα μεγαλύτερο ή μικρότερο τμήμα»[ Νίκος Σβορώνος, «Το ελληνικό έθνος-γένεση και διαμόρφωση του Νέου Ελληνισμού»].
Από τις απαρχές της συνειδητοποιημένης κοινοτικής συμβίωσης , όλο το νοηματικό φορτίο που σχηματίζεται, πλάθεται, αναπλάθεται, αλλάζει, μετεξελίσσεται, γίνεται μια κοινή κληρονομιά που δεν αφορά εφήμερες κοινωνικές διαμορφώσεις αλλά αφορά ένα σύστημα παραστάσεων για την αντίληψη του κόσμου και τη συμμετοχή σ’ αυτόν, τη συναίσθηση ενός κοινού τόπου που η σχέση μαζί του (προϋπόθεση για να υπάρχει προσωπικότητα) εκφράζεται σαν «αγάπη για την πατρίδα», δηλαδή ιδιαίτερος δεσμός αφοσίωσης και αυτοαναγνώρισης. Κι αυτό δεν είναι ελληνική πατέντα, αλλά κεφαλαιώδες συστατικό κάθε ανθρώπου σε σχέση με την πατρίδα του. Ο πατριωτισμός είναι ο μόνος τρόπος να σεβαστείς όλους τους άλλους, γιατί ακριβώς νιώθεις τα εσωτερικά κίνητρα των αισθημάτων τους. Το γεγονός ότι αυτά τα αισθήματα διαφθείρονται και τρέπονται σε μίσος και βίαιο εθνικισμό, αυτό έχει να κάνει με τις εξουσίες και τις επενδύσεις συμφέροντος που κάνουν. Εντός της ιστορίας πραγματώνεται η πατρίδα, και λογικό είναι να υφίσταται τις «αναγκαιότητες».
5a62f7a9dba7ba53f0311680e5eΗ κατασυκοφαντημένη «μεταφυσική» της πατρίδας, είναι απλώς το ασυνείδητο όπου κατασταλάζουν οι αιώνες της αγωνιώδους συνάφειας, ο «αυτοματισμός πάθους» που αναπτύσσεται από τον εκκοινωνισμό εντός της κοινότητας. Το «δαιμόνιον της φυλής» δεν είναι ο μυστικιστικός ιδεαλισμός μιας «εθνικής μαγείας» αλλά ένα σύστημα ανακλαστικών όπου αποθησαυρίζεται η καλλιεργούμενη συνήθεια ζωής του συλλογικού υποκειμένου. Αλλά βέβαια αυτά είναι «ακατανόητα» από τους θετικιστές της αστικής κουλτούρας που σκέφτονται με τις «αρχές της νοήσεως» και την «απτότητα». Από το cogito ergo sum έμεινε πια το φρενοβλαβές cogito…
  • Οι φωτογραφίες είναι όλες από τανίες του Θόδωρου Αγγελόπουλου.
Πηγή. http://www.toperiodiko.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου