Κοντά στο όριο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού ζει το 31% του πληθυσμού της Ελλάδας, το δε 21% ζει με πενιχρό εισόδημα, ακόμα και μετά τις μεταβιβάσεις των κοινωνικών επιδομάτων, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat για το 2011, που δόθηκαν τη Δευτέρα στη δημοσιότητα.
Τα ποσοστά αυτά κατατάσσουν την Ελλάδα στις χώρες της ΕΕ με το υψηλότερο ποσοστό πληθυσμού κοντά στο όριο της φτώχειας, μετά τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία, τη Λετονία και τη Λιθουανία.
Σύμφωνα με τη Eurostat, άτομα κοντά στο όριο της φτώχειας θεωρούνται εκείνα που ζουν σε νοικοκυριά με διαθέσιμο εισόδημα κάτω του 60% του εθνικού μέσου διαθέσιμου εισοδήματος (μετά τις μεταβιβάσεις των κοινωνικών επιδομάτων).
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat το 2011, στην Ελλάδα ζούσαν 3,4 εκατομμύρια άνθρωποι κοντά στο όριο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, ή το 31% του πληθυσμού. Το 2010, το αντίστοιχο ποσοστό στην Ελλάδα ήταν 27,7% και το 2008 28,1%.
Στην ΕΕ, 119,6 εκατομμύρια άνθρωποι ζούσαν κοντά στο όριο της φτώχειας ή το 24,2% του πληθυσμού, έναντι 23,4% το 2010 και 23,5% το 2008.
Τα υψηλότερα ποσοστά πληθυσμού που ζουν κοντά στο όριο της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού καταγράφηκαν στη Βουλγαρία (49%), στη Ρουμανία και τη Λετονία (40%), στη Λιθουανία (33%) και στην Ουγγαρία και την Ελλάδα (31%). Τα χαμηλότερα σημειώθηκαν στη Τσεχία (15%), στην Ολλανδία και τη Σουηδία (16%) και στο Λουξεμβούργο και την Αυστρία (17%).
Εξάλλου, το 17% του πληθυσμού της ΕΕ ζούσε με πενιχρό εισόδημα, μετά τις μεταβιβάσεις των κοινωνικών επιδομάτων.
Τα υψηλότερα ποσοστά πληθυσμού με πενιχρό εισόδημα καταγράφηκαν στη Βουλγαρία, τη Ρουμανία και την Ισπανία (22%) και στην Ελλάδα (21%).
Αντιθέτως, τα χαμηλότερα σημειώθηκαν στην Τσεχία (10%), στην Ολλανδία (11%), στην Αυστρία, τη Δανία και τη Σλοβακία (13%).
Σε ό,τι αφορά το ποσοστό του ελληνικού πληθυσμού που αδυνατεί να καλύψει σημαντικά υλικά αγαθά, το 2011 ανήλθε σε 15,2%, έναντι 8,8% στην ΕΕ. Ο συγκεκριμένος δείκτης παρουσιάζει μεγάλη διακύμανση στην ΕΕ, ξεκινώντας από 1% στο Λουξεμβούργο και τη Σουηδία και φτάνοντας στο 44% στη Βουλγαρία και στο 31% στη Λετονία.
Σημειώνεται ότι άτομα που αδυνατούν να καλύψουν σημαντικά υλικά αγαθά θεωρούνται εκείνα τα οποία αδυνατούν να καλύψουν τέσσερα από τα ακόλουθα εννέα αγαθά:
1) ενοίκιο ή εξόφληση δανείου
2) θέρμανση
3) απρόοπτα έξοδα
4) διατροφή με κρέας ή ψάρι κάθε δύο ημέρες
5) διακοπές εκτός οικίας για μία εβδομάδα
6) αυτοκίνητο
7) πλυντήριο ρούχων
8) έγχρωμη τηλεόραση
9) τηλέφωνο.
Σε ό,τι αφορά το ποσοστό του ελληνικού πληθυσμού που ζούσε σε νοικοκυριά χαμηλής εντάσεως εργασίας, ανήλθε σε 11,8% το 2011, έναντι 10% στην ΕΕ.
Αξίζει, τέλος, να σημειωθεί ότι η μείωση των ποσοστών του πληθυσμού της ΕΕ που ζει κοντά στο όριο της φτώχειας, αποτελεί στόχο-κλειδί της Στρατηγικής για την Ευρώπη 2020.
ΑΠΕ-ΜΠΕ
Τα ποσοστά αυτά κατατάσσουν την Ελλάδα στις χώρες της ΕΕ με το υψηλότερο ποσοστό πληθυσμού κοντά στο όριο της φτώχειας, μετά τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία, τη Λετονία και τη Λιθουανία.
Σύμφωνα με τη Eurostat, άτομα κοντά στο όριο της φτώχειας θεωρούνται εκείνα που ζουν σε νοικοκυριά με διαθέσιμο εισόδημα κάτω του 60% του εθνικού μέσου διαθέσιμου εισοδήματος (μετά τις μεταβιβάσεις των κοινωνικών επιδομάτων).
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat το 2011, στην Ελλάδα ζούσαν 3,4 εκατομμύρια άνθρωποι κοντά στο όριο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, ή το 31% του πληθυσμού. Το 2010, το αντίστοιχο ποσοστό στην Ελλάδα ήταν 27,7% και το 2008 28,1%.
Στην ΕΕ, 119,6 εκατομμύρια άνθρωποι ζούσαν κοντά στο όριο της φτώχειας ή το 24,2% του πληθυσμού, έναντι 23,4% το 2010 και 23,5% το 2008.
Τα υψηλότερα ποσοστά πληθυσμού που ζουν κοντά στο όριο της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού καταγράφηκαν στη Βουλγαρία (49%), στη Ρουμανία και τη Λετονία (40%), στη Λιθουανία (33%) και στην Ουγγαρία και την Ελλάδα (31%). Τα χαμηλότερα σημειώθηκαν στη Τσεχία (15%), στην Ολλανδία και τη Σουηδία (16%) και στο Λουξεμβούργο και την Αυστρία (17%).
Εξάλλου, το 17% του πληθυσμού της ΕΕ ζούσε με πενιχρό εισόδημα, μετά τις μεταβιβάσεις των κοινωνικών επιδομάτων.
Τα υψηλότερα ποσοστά πληθυσμού με πενιχρό εισόδημα καταγράφηκαν στη Βουλγαρία, τη Ρουμανία και την Ισπανία (22%) και στην Ελλάδα (21%).
Αντιθέτως, τα χαμηλότερα σημειώθηκαν στην Τσεχία (10%), στην Ολλανδία (11%), στην Αυστρία, τη Δανία και τη Σλοβακία (13%).
Σε ό,τι αφορά το ποσοστό του ελληνικού πληθυσμού που αδυνατεί να καλύψει σημαντικά υλικά αγαθά, το 2011 ανήλθε σε 15,2%, έναντι 8,8% στην ΕΕ. Ο συγκεκριμένος δείκτης παρουσιάζει μεγάλη διακύμανση στην ΕΕ, ξεκινώντας από 1% στο Λουξεμβούργο και τη Σουηδία και φτάνοντας στο 44% στη Βουλγαρία και στο 31% στη Λετονία.
Σημειώνεται ότι άτομα που αδυνατούν να καλύψουν σημαντικά υλικά αγαθά θεωρούνται εκείνα τα οποία αδυνατούν να καλύψουν τέσσερα από τα ακόλουθα εννέα αγαθά:
1) ενοίκιο ή εξόφληση δανείου
2) θέρμανση
3) απρόοπτα έξοδα
4) διατροφή με κρέας ή ψάρι κάθε δύο ημέρες
5) διακοπές εκτός οικίας για μία εβδομάδα
6) αυτοκίνητο
7) πλυντήριο ρούχων
8) έγχρωμη τηλεόραση
9) τηλέφωνο.
Σε ό,τι αφορά το ποσοστό του ελληνικού πληθυσμού που ζούσε σε νοικοκυριά χαμηλής εντάσεως εργασίας, ανήλθε σε 11,8% το 2011, έναντι 10% στην ΕΕ.
Αξίζει, τέλος, να σημειωθεί ότι η μείωση των ποσοστών του πληθυσμού της ΕΕ που ζει κοντά στο όριο της φτώχειας, αποτελεί στόχο-κλειδί της Στρατηγικής για την Ευρώπη 2020.
ΑΠΕ-ΜΠΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου