Το ταξίδι δυο κέλτικων φυλών καθώς μάχονται για την ελευθερία ξαναζωντανεύει συνδυάζοντας παραδοσιακό αλλά και σύγχρονο κέλτικο χορό, μουσική και τραγούδι με την σκηνοθετικά και τα πλούσια κοστούμια. Πρόκειται για μια ιρλανδέζικη γιορτή που θα στήσει το χορευτικό σύνολο «Rythym of dance» στις 11 και 12 Ιανουαρίου στις 21:00, στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης.
Το σχήμα που έχει χορέψει για περισσότερους από τρία εκατομμύρια θεατές σε περισσότερες από 33 χώρες ξετυλίγει την ιστορία των φυλών του Leinster και του Ulster, που βρίσκονται σε μία συνεχή εμπόλεμη κατάσταση. Η ελπίδα όμως αναζωπυρώνεται με τη νέα γενιά. Οι δύο νέοι κέλτες πολεμιστές, η Niamh του Ulster και ο Eoin του Leinster, οι φύλακες της Ειρήνης, οι κυρίες του Leinster, οι θεοί των Κελτών και ο μοναχικός αυλητής συνθέτουν με έναν τρόπο συμβολικό το θεματικό πάνθεον. Η αποκωδικοποίηση της ιστορίας προϋποθέτει την επαφή του κοινού με τον ιρλανδικό μύθο.
Η μουσική της Ιρλανδίας αποτελεί μάλλον ένα αισθητικό παράδοξο, διότι τόσο οι ρυθμοί της όσο και η χροιά των ήχων, ξεφεύγουν από τις αισθητικές συντεταγμένες τις βόρειας Ευρώπης, παραπέμποντας σε μεσογειακά ακούσματα. Τα παλαιότερα διηγηματικά τραγούδια, γνωστά ως Fenian lays, έχουν τις ρίζες τους στο 12ο αιώνα, ενώ κάποια από αυτά αναγεννήθηκαν κυρίως τον 18ο αιώνα. Πρόκειται για κείμενα, τα οποία εξιστορούν τις ηρωικές πράξεις του Fionn MacCumhaill και της φυλής του, κυρίως κυνηγών και πολεμιστών της προχριστιανικής εποχής. Μία σειρά τέτοιων τραγουδιών κατεγράφησαν στα μέσα του 18ου αιώνα από τον Patrick MacDonald, την περίοδο κατά την οποία ακόμη ο παραδοσιακός τραγουδοποιός λειτουργούσε ως θεματοφύλακας της φυλής.
Μία χαρακτηριστική ιρλανδική μελωδία αποτελείται από οκτάμετρα μέλη, κάθε ένα από τα οποία επαναλαμβάνεται (ΑΑΒΒ). Σημαντικός αριθμός τραγουδιών, ωστόσο, ξεφεύγει από αυτό το στερεότυπο και στους περισσότερους ιρλανδικούς τύπους χορευτικής μουσικής δύο jigs μπορεί να παιχτούν χωρίς διακοπές.
Οι ιρλανδικές μελωδίες κινούνται με απίστευτη ευλυγισία σε μικροδιαστήματα του τονικού φάσματος, ενώ το πανάρχαιο και έντονα μελισματικό φωνητικό είδος sean nos, υπερβαίνει τα πλαίσια μιας οκτάβας. Σε αυτήν την περίπτωση ο τραγουδιστής χρησιμοποιεί διάφορα τεχνικά μέσα (όπως την εναλλαγή κεφαλικής και στηθικής φωνής) τον τονισμό μεμονωμένων συλλαβών και το απαγγελτικό ύφος. Με αυτόν τον τρόπο υπογραμμίζεται το θρησκευτικό και μυστικιστικό στοιχείο των συγκεκριμένων κειμένων.
Είναι, ωστόσο, η χορευτική μουσική της Ιρλανδίας που προκαλεί συνήθως τη μεγαλύτερη αίσθηση στον θεατή. Ο παραδοσιακός χορός (jigs) εξελίσσεται κυρίως σε τριμερή μέτρα (αλλά και σε μέτρα με χρόνο πολλαπλάσιο του τρία, όπως 12/8, 9/8 κλπ). Εξίσου δημοφιλής είναι ο χορευτικός σκοπός strathspeys (συνήθως στα 4/4), ο οποίος συνοδεύεται συχνά από κόρνο και στην εξέλιξη της εκτέλεσης παίζεται με ολοένα πιο αργό και επιβλητικό ύφος, ενώ τα snaps (μία μικρής διάρκειας νότα η οποία παίζεται πριν από μια παρεστιγμένη), τονίζουν μία συγκρατημένη ανυπομονησία στη διάθεση.
Η ποικιλία των μουσικών οργάνων που συνοδεύουν συνήθως τα τραγούδια και τους χορούς των Ιρλανδών αποδεικνύουν την προσαρμοστικότητα του συγκεκριμένου πολιτισμού, καθότι πέρα από τα κατεξοχήν παραδοσιακά μουσικά όργανα (όπως διάφορα είδη κρουστών, το βιολί, την γκάιντα, την άρπα, τη φλογέρα, κ.ά) μία πληθώρα νέων οργάνων (όπως το μπουζούκι, το μαντολίνο, το κανονάκι κ.ά.) εισήχθησαν στη σύγχρονη μουσική σκηνή.
Αξίζει, πάντως να σημειωθεί ότι στην Ιρλανδία έφθασαν πρώτα κάτοικοι του Αιγαίου με αρχηγό τον Παρθολώνα, εν συνεχεία αποίκισαν το νησί Δαναοί και τέλος οι Μιλήσιοι, όπως αναφέρεται στα ιρλανδικά κείμενα Lebor Gabola Eren (Βιβλίο Εισβολών στην Ιρλανδία), Leborna Huidres (Βιβλίο του Ντιν Κάου), το Βιβλίο του Λένστερ κ.ά. τα οποία διασώθηκαν σε χειρόγραφα του 11ου αι.μ.Χ. Ειδικότερα στο Βιβλίο του Λένστερ, περιγράφεται η τρίτη εισβολή των Ελλήνων στην Ιρλανδία: «Ήταν Πέμπτη, Πρωτομαγιά και 17η μέρα του φεγγαριού, όταν οι Μιλήσιοι έφθασαν στην Ιρλανδία».
Μινωίτες και Μυκηναίοι μετανάστες εγκαταστάθηκαν στη Β. Ευρώπη όπως αναφέρεται στα Αργοναυτικά του Ορφέως και του Απολλώνιου του Ροδίου, κάτι το οποίο επιβεβαιώνεται εξάλλου και από την αρχαιολογική σκαπάνη. Στην Αγγλία, στην Ιρλανδία και τη Γαλλία υπάρχουν προϊστορικά νεκροταφεία χρονολογημένα στα 1600 – 1500 π.Χ., η αρχιτεκτονική των οποίων είναι ανάλογη με εκείνη των μινωικών και μυκηναϊκών τάφων. Ο καθηγητής αρχαιολογίας Stuart Piggot γράφει ότι «στην πεδιάδα Salisbury ένας φύλαρχος είχε ταφεί με ένα σκήπτρο ή με τη ράβδο αξιώματος με εμπίεστα οστά σε σχήμα ζιγκ ζαγκ, του ίδιου τύπου που βρέθηκε σε λακκοειδείς τάφους της τελευταίας Μεσοελλαδικής περιόδου, ανήκει δηλαδή στο 1600 π.Χ. περίπου» (Ancient Europe, 1965). Πλην τούτων, μία σειρά ευρημάτων όπως κύπελλα, κτερίσματα και αναθήματα παραπέμπουν στη μυκηναϊκή τεχνοτροπία.
Στη βάση της κελτικής κοινωνίας δέσποζε η φυλή (tuath). Οι πρώιμες κοινωνίες ήταν οργανωμένες γύρω από ομαδοποιημένες δραστηριότητες όπως την άθληση και το κυνήγι. Η κοινωνική διαστρωμάτωση στηριζόταν σε πολιτικούς θεσμούς, βάσει των οποίων διαμορφωνόταν σε τρείς κάστες: μια πολεμική αριστοκρατία, μια τάξη διανοητών συμπεριλαμβανομένων των Δρυίδων, των Ποιητών και των Δικαστών και μία τρίτη, η οποία αφορούσε σε άλλες ομάδες.
Ο Όγκι Ο Κάρι στο βιβλίο του Ήθη και Έθιμα των αρχαίων Ιρλανδών γράφει: «Οι πιο αρχαίοι συγγραφείς μας κατέγραψαν, ότι ο Παρθολώνας ήλθε στην Ιρλανδία μετά τον κατακλυσμό. Λέγεται ότι ξεκίνησε από τη Μακεδονία ή Μέση Ελλάδα, με μια μικρή ομάδα ανθρώπων ανάμεσα στους οποίους ήταν τρεις Δρυίδες, ονομαζόμενοι Φίος, Αίολος και Φομόρης, δηλαδή αν θελήσουμε να ψάξουμε την ετυμολογική σημασία των λέξεων, Νόηση, Γνώση και Έρευνα». Κάτοχοι αυτής της σοφίας ήταν οι Δρυίδες, έλληνες μύστες που κατείχαν μυστικές κάποιες γνώσεις, όπως οι ιερείς των Δελφών και της Ελευσίνας. Το Druid ετυμολογείται από την ελληνική λέξη Δρυς και την κατάληξη ίδης που σημαίνει γιος. Συνεπώς Druid σημαίνει τέκνο της Δρυός. Ο ρωμαίος στρατηγός Ιούλιος Καίσαρας, ανέφερε ότι «οι Δρυίδες διδάσκουν για τα άστρα και τις κινήσεις τους, για την φιλοσοφία και την φύση των θεών ενώ θεωρούν απρέπεια να μεταφέρουν τις σπουδές τους σε γραπτό λόγο». Η απέχθεια αυτή παραπέμπει και στην απέχθεια του Πλάτωνα, μυημένου στα αρχαία ελληνικά μυστήρια, προς τον γραπτό λόγο, όπως ρητώς δηλώνει στον διάλογο «Φαίδρο».
Είναι γνωστό πως πίστευαν σε μια μελλοντική ζωή για τις ψυχές, οι οποίες μετέβαιναν σε έναν άλλο κόσμο , συνεπώς δεν υπήρχε απόλυτος θάνατος αλλά μια νέα ύπαρξη. Εξάλλου, όπως βλέπουμε και στην παράσταση των «Rhythm of the dance», οι θεοί των Κελτών κοιτούν από ψηλά τις εχθροπραξίες μεταξύ των φυλών και γι’ αυτό στέλνουν τρεις φύλακες της ειρήνης για να προσέχουν τη Naoimh και τον Eoin. Ενδιαφέρον είναι επίσης να αναφερθεί, ότι οι κελτικοί θεοί παρουσιάζονται ως τριάδα και αυτή η τριαδική λογική επέδρασε ευμενώς για την πρόσληψη του Χριστιανισμού από τα βορειοευρωπαϊκά πολιτισμικά μοντέλα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου