Ετικέτες

Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2014

«Εσχάτη προδοσία» και σχέδια Αναν







 Π. Ήφαιστος

Περιεχόμενα ενοτήτων: 1. Η διάκριση συλλογικής ελευθερίας και βαθμίδων πολιτικής ελευθερίας. 2. Εσχάτη προδοσία: με την «πολιτική» και την «αστυνομική» έννοια του όρου. 3. Τυπολογία και ορισμοί της εσχάτης προδοσίας. 4. Σχέδια Αναν και η τυπολογία της εσχάτης προδοσίας. 5. Οι δύο κύριες κατηγορίες εσχάτης προδοσίας. 6. Ηγέτης και εσχάτη προδοσία: «Τι του κάνουμε;»

Σημ. 11.2.2014. Η περίοδος 2001-4 είναι ίσως η πιο θλιβερή της ύστερης ιστορίας της Ελλάδας. Δεν θα τα εξηγήσω τους λόγους εδώ γιατί υπάρχουν δημοσιευμένες αναλύσεις στις οποίες ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ανατρέξει:«Ελληνική Εθνική Στρατηγική: η περίπτωση της ευρωπαϊκής προοπτικής της Κύπρου: η “τριπλή στρατηγική” και οι εχθροί της» και «In Memoriam Γιάννου Κρανιδιώτη 2010: η πρόκληση και ο δυναμιτισμός της “τριπλής στρατηγικής”».
Σημασία έχει ότι μετά από μια δεκαετία, με ακόμη πιο αξιοθρήνητο τρόπο η ιστορία επαναλαμβάνεται.
Την νομικοπολιτική πλευρά την έχουμε μελετήσει και τεκμηριώσει: Το 2004-5 μετά το ΟΧΙ της κυπριακής κοινωνίας κατά του φασιστικού, αντιδημοκρατικού, ανελεύθερου και εθνοκτόνου σχεδίου Αναν, μια ομάδα ακαδημαϊκών από όλη την Ευρώπη συγκροτήσαμε την «Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων» η οποία συνέταξε μια θεμελιωμένη και τεκμηριωμένη μελέτη 20 σελίδων για το τι είναι η «διεθνής και ευρωπαϊκή νομιμότητα» και τους λόγους για τους οποίους το σχέδιο Αναν παραβίαζε όλες ανεξαιρέτως τις πτυχές αυτής της νομιμότητας.

Η Έκθεση είναι αναρτημένη (http://www.ifestosedu.gr/32RuleofLaw.htm). Κάθε λογικός πολίτης θα δεχθεί ότι οι θέσεις που περιέχει έπρεπε να είναι ανένδοτα και ανυποχώρητα η μόνη βάση διαπραγματεύσεων της Ελληνικής πλευράς. Δεν υιοθετήσαμε μια τέτοια ορθολογιστική στάση γιατί  οι ίδιοι άνθρωποι οι οποίοι συντάχθηκαν με το φασιστικό σχέδιο διεκδίκησαν την εξουσία και οι κομματικές παρωπίδες τους βοήθησαν να καταλάβουν την εξουσία. Κομματικά και ιδεολογικά κολλήματα έφεραν στην προεδρία τον μοιραίο άνθρωπο της Κύπρου. Είναι ο Νίκος Αναστασιάδης, ένας από τους πιο φανατικούς υποστηρικτές του σχεδίου Αναν.

Μετά την εκλογή του πριν ένα χρόνο και αφού είπε πολλά και νεφελώδη, μερικές φορές τυλιγμένα μέσα σε γαλανόλευκες σημαίες, η αλήθεια αποκαλύφτηκε. Το «κοινό ανακοινωθέν» έναρξης των διαπραγματεύσεων που όπως γράφτηκε αυτός επεξεργάστηκε οδηγεί σε μια «λύση» που κάθε νοήμων διαβάζοντάς την κατανοεί ότι μας φέρνει σε ακόμη χειρότερη θέση απ’ ότι το 2004.

Ακολουθεί εξαιρετικά επίκαιρος προβληματισμός που έγραψα τον Ιανουάριο 2005 περί «εσχάτης προδοσίας». Θα πρόσθετα, τραγικά επίκαιρος: Αντί όπως έγραφα το 2005 οι ψηφοφόροι να στείλουν τους δράστες σπίτι τους ή να αποχωρήσουν από την πολιτική οικειοθελώς, τους βλέπουμε τώρα να οδηγούν το στραπατσαρισμένο κυπριακό καράβι στους κρημνούς και στα βράχια. Σήμερα το πρόβλημα τίθεται διαφορετικά: Ψηφοφορία δεν έχουμε επομένως το μόνο που μένει ως σωτήρια στάση του νυν προέδρου είναι να δεχθεί ότι αθέτησε τις προεκλογικές του υποσχέσεις και να αποχωρήσει οικειοθελώς. Εάν δεν το κάνει να του το υποδείξει το κόμμα του.

   

1.    Η διάκριση συλλογικής ελευθερίας και βαθμίδων πολιτικής ελευθερίας

 

Ο προβληματισμός μου για το πότε και πως κατ’ εξαίρεση ένας ακαδημαϊκός παρεμβαίνει στην καθημερινότητα των συζητήσεων μέσα στην δημόσια σφαίρα είναι συνεχής εδώ και πολλά χρόνια. Σε πολλά κείμενά μου εξηγώ την ανάγκη αξιολογικής ελευθερίας κάθε ακαδημαϊκού αλλά και την ανάγκη να διακρίνει την επιστημονική του ιδιότητα από την πολιτική του ιδιότητα.

Παρέμβαση, υποστηρίζω συχνά, γίνεται κατ’ εξαίρεση και μόνο όταν αφορά ζητήματα ελευθερίας. Η κατάλυση της ελευθερίας με την κατάργηση ενός κράτους το οποίο οι πολίτες απέκτησαν με εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες είναι η πιο αντικειμενική περίπτωση που δικαιολογεί μια τέτοια εξαίρεση.

Η πολιτική θεωρία διαπραγματεύεται την Πολιτειακή συγκρότηση και τις σχέσεις με μιας έκαστης πολιτείας με άλλες πολιτείες. Ζητήματα ηθικής, ισχύος, δικαιωμάτων, ελευθερίας, υποχρεώσεων, πηγών του δικαίου, πολιτικής νομιμοποίησης, σχέσεις υποχρεώσεων και δικαιωμάτων, και τα λοιπά, μεμονωμένα και σε όλα τα πιθανά ζεύγη.

Εδώ υπάρχει ένα σύνορο. Εσωτερική ελευθερία και εξωτερική Ελευθερία που μπορεί να βοηθήσει την συζήτησή μας το πόσο η κατ’ εξαίρεση παρέμβαση ενός ακαδημαϊκού είναι δικαιολογημένη όσον αφορά την δεύτερη.

Η εσωτερική ελευθερία αφορά την ατομική, κοινωνική και πολιτική ελευθερία που αποτελεί το υπέρτατο επίπεδο και ιδεατή κατάληξη της δημοκρατίας. Μελετώντας την πολιτειακή συγκρότηση, τα ζητήματα που υπεισέρχονται και τα αναρίθμητα πιθανά ζεύγη, αποχρώσεις και συνδυασμούς είναι φανερό ότι οι έννοιες είναι ελαστικές.

Κυμαίνονται ανάλογα με την εποχή, την συγκυρία, την πολιτική ωρίμανση του πολιτικού πολιτισμού μιας κοινωνικής οντότητας και τις ανθρωπολογικές προϋποθέσεις της κοινωνίαςστην οποία αναφερόμαστε. Τα ζητήματα αυτά αφορούν, εν τέλει, ζητήματα όπως το σύστημα διανεμητικής δικαιοσύνης (της κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένης διανεμητικής δικαιοσύνης) που κάθε κοινωνία και κάθε άτομο θεωρεί το σωστότερο.

Ηθικές και άλλα κοινωνικοπολιτικά κριτήρια και παράγοντες προσαρμόζονται στο εκάστοτε σύστημα διανεμητικής δικαιοσύνης και στο κοινωνικοπολιτικό σύστημα στο οποίο κατά περίπτωση αναφερόμαστε. Επιπλέον, στο εσωτερικό κάθε κράτους οι ιεραρχήσεις και το περιεχόμενο (πχ της ατομικής, κοινωνικής και πολιτικής ελευθερίας ή της ηθικής) είναι ελαστικά και συχνά ρευστά προσδιορισμένα. Κάθε ανεξάρτητη κοινωνία αναπτύσσεται και εξελίσσεται. Αντίστοιχα και το  κανονιστικό της σύστημα, οι ηθικές επιταγές και η εσωτερική δικαιοσύνη.

Η εξωτερική ή συλλογική Ελευθερία, δηλαδή η Εθνική Ανεξαρτησία, είναι απόλυτα ανελαστική. Σε οποιαδήποτε εποχή ή κράτος και αν αναφερόμαστε όποιος διασχίσει το κόκκινο σύνορο που βλάπτει την συλλογική Ελευθερία της οικείας κοινωνίας διαπράττει πολιτικό έγκλημα “εσχάτης προδοσίας”.

Έσχατο και θέσφατο είναι η συλλογική ελευθερία έσχατο παράπτωμα είναι και η αθέτησή της.  Δεν υπάρχουν δύο ειδών συλλογικές ελευθερίες αλλά μόνο μια και ορίζεται με σύγχρονους όρους διεθνούς δικαίου από την εθνική ανεξαρτησία και με κλασικούς όρους ως «το ιδεώδες της ανεξαρτησίας».

Στην κλασική εποχή αποτελούσε αυτονόητο θέσφατο και προϋπόθεση ελεύθερης δημοκρατικής συγκρότησης στο εσωτερικό κάθε Πολιτείας. Στο σύγχρονο διεθνές σύστημα αυτό ορίζεται από τις υψηλές αρχές του διεθνούς δικαίου της μη επέμβασης, της διακρατικής ισοτιμίας και της εσωτερικής-εξωτερικής κυριαρχίας. 

 

2.    Εσχάτη προδοσία: με την «πολιτική» και την «αστυνομική» έννοια του όρου

 

Στο παρελθόν εκ του γεγονότος ότι η Ελευθερία και η συλλογική Ελευθερία ήταν στο επίκεντρο των επιστημονικών και επιστημολογικών μου ενδιαφερόντων έχω προσπαθήσει να αναπτύξω προβληματισμούς γύρω από την έννοια “εσχάτη προδοσία” ως κατάσταση όπου ένας πολίτης ενός οποιουδήποτε κράτους για ένα πολύ μεγάλο αριθμό λόγων που εκτείνονται σε ένα ευρύ φάσμα στάσεων και συμπεριφορών, διασχίζει το κόκκινο σύνορο της συλλογικής Ελευθερίας βλάπτοντας έτσι την οικεία πατρίδα.

Συντομογραφικά, εδώ, θα σταθούμε στην συλλογική ελευθερία για να δώσουμε κάποια στοιχεία αυτής της τυπολογίας και για να την συνδέσουμε με το σχέδιο Αναν. Παρά το ότι η ελευθερία μιας κοινωνίας όπως είπαμε ορίζεται απόλυτα και ανελαστικά υπάρχει μια ιεραρχία και διαβαθμίσεις στάσεων και συμπεριφορών καθώς επίσης και ζήτημα για την θέση ενός πολίτη στο κοινωνικοπολιτικό σύστημα.

Είναι απλός ψηφοφόρος; Είναι στρατιώτης σε εμπόλεμη κατάσταση; Είναι κατάσκοπος; Είναι εκλεγμένος πολιτικός ηγέτης; Είναι υποψήφιος πολιτικός ηγέτης; κτλ. Η προσπάθεια «θανάτωσης» μιας Πολιτείας συμμαχώντας με αυτούς που την επιβουλεύονται υπόγεια ή ευθέως αποτελεί, όπως λέμε, πράξη «εσχάτης προδοσίας». Δεν έχει εν τέλει σημασία κατά πόσο αυτό γίνεται συνειδητά ή ανεπίγνωστα και ενεργά ή λόγω αφέλειας ή και απροσεξίας. Η στάση μετράει επί ενός ζητήματος ζωής ή θανάτου. 

Η συλλογική ελευθερία είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου και εξ ορισμού έτσι είναι και έτσι πάντα θα είναι. Η διαβάθμιση μιας στάσης «εσχάτης προδοσίας, όμως, είναι αναγκαία για να καταστεί περισσότερο πολιτική έννοια και λιγότερο “αστυνομική”. Σε καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης ή κατά την διάρκεια πολέμου ή μετά τον πόλεμο όσοι εκτεθούν συχνά εκτελούνται. Έτσι ήταν και στο παρελθόν. Για παράδειγμα μετά τον Β παγκόσμιο πόλεμο στην Γαλλία αλλά όχι μόνο.

Άλλο παράδειγμα μετά την καταστροφή του 1922 είχαμε εκτελέσεις (Γουδί) όσων έκαναν ενδεχομένως λάθος εκτίμηση έστω και αν δεν συμμάχησαν με τον εχθρό. Η πρόκληση βαρύτατων ζημιών κατά της πολιτείας θεωρείται διαχρονικά εξίσου κατακριτέα και οι δράστες υπόκεινται κυρώσεις. Βλ. για παράδειγμα βαριές ποινές φυλάκισης για κατασκόπους στις ΗΠΑ ή στο Ισραήλ.

Στην διελκυστίνδα αυτή η πολιτική θεωρία, για να μπορέσει να περιγράψει αυτά τα φαινόμενα απαιτεί μια διαβαθμισμένη τυπολογία εσχάτης προδοσίας. Μια τυπολογία με πολλές αποχρώσεις και διαβαθμίσεις.

 

3.    Τυπολογία και ορισμοί της εσχάτης προδοσίας

 

Ο όρος «εσχάτη προδοσία» και οι ιεραρχήσεις της λοιπόν απαιτείται να ορίζονται τυπολογικά για να καθίσταται εφικτή τόσο η πολιτική ανάλυση των φαινομένων αυτών όσο και η ανάγκη αποστασιοποίησης από «αστυνομικού χαρακτήρα» προσδιορισμούς που αφορούν προθέσεις, κίνητρα, λόγους αποδοχής συνηγορίας ή συμμαχίας με τους εχθρούς ενός κράτους ή ακόμη και ενοχή λόγω σιωπής μπροστά στα επερχόμενα. 

Ως «εσχάτη προδοσία» ορίζεται η διαφόρων βαθμίδων συνηγορία ή συμμαχία με αυτούς που θέλουν να προκαλέσουν πολιτειακό θάνατο ή πολιτειακές ζημιές όπως η συρρίκνωση της εθνικής ανεξαρτησίας, η κατοχή από ξένες δυνάμεις, απώλεια κρατικής κυριαρχίας και τα λοιπά. 

Απαλλαγμένη τελείως από τα κίνητρα και από τις προθέσεις η «εσχάτη προδοσία» ως έννοια είναι τυπολογικά εξαιρετικά χρήσιμη για να εκτιμηθεί ο πολιτικός ορθολογισμός στις ενδοκρατικές και διακρατικές σχέσεις.

Ιδανικά οι Εφιάλτες κάθε απόχρωσης απουσιάζουν. Ιδανικοί άνθρωποι και ιδανικά κράτη όμως, ποτέ δεν υπήρξαν. Όπως είναι φανερό ο κόσμος ποτέ δεν ήταν τέλειος και μάλλον ποτέ δεν θα είναι. Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο για τα κράτη. Εφιάλτες υπήρξαν πάντα πολλοί, πολλών διαβαθμίσεων και πολλών ειδών διαφορετικής εμβέλειας. Αυτή είναι μια ανελέητη παθογένεια. 

Υποστηρίζουμε ότι αυτή η παθογένεια είναι και κύρια πηγή διακρατικού ανορθολογισμού. Εάν πολλοί πολίτες δεν είναι χωρίς όρους και προϋποθέσεις φιλοπάτριδες και έτοιμοι να θυσιαστούν για το κράτους τους ο πολιτικός ορθολογισμός βλάπτεται τόσο ενδοκρατικά όσο και διακρατικά.

Θολώνει τις πολιτικές εκτιμήσεις, ενθαρρύνει τον ηγεμονισμό και τον αναθεωρητισμό και οδηγεί σ’ ένα ανορθολογικό φαύλο κύκλο. Απαιτείται λοιπόν μια πολιτική αντιμετώπιση των Εφιαλτών. Η “αστυνομική διάσταση” όπως είπαμε δεν μας αφορά εδώ. Ο σκοπός μιας πολιτικής αντιμετώπισης, υπογραμμίζουμε, είναι να αυξήσει τον πολιτικό ορθολογισμό ενδοκρατικά και διακρατικά.

Εάν ο γνωστός ναζί που είπε ότι «παντού βρίσκουμε χρήσιμους ηλίθιους να μας κάνουν τις βρομοδουλειές μας» ήξερε ότι αυτό δεν θα ίσχυε ίσως τα πράγματα να ήταν διαφορετικά όσον αφορά την έναρξη και πορεία του μεγάλου πολέμου. Όμως ποτέ δεν μπορούμε να ξέρουμε πως κινούνται τα άτομα πάνω στο ευμετάβλητο και αστάθμητο εκκρεμές της ανθρώπινης φύσης.

Εάν οι Τούρκοι γνώριζαν ότι δεν θα είχαν αμφιταλαντεύσεις στην Κωνσταντινούπολη το 1453 μ.Χ. οι αποφάσεις τους ενδέχεται να ήταν διαφορετικές και η εξέλιξη του ανθρωποκεντρικού πολιτικού πολιτισμού επίσης διαφορετική.

Εάν οι Άγγλοι δεν έβρισκαν «κουκουλοφόρους» να υποδείξουν τους αγωνιστές της ελευθερίας του έπους του 1955-59 το έργο τους θα ήταν πολύ πιο δυσχερές και το αποτέλεσμα ίσως διαφορετικό.

Εάν μερικοί κομμουνιστές (έστω και εάν παρέμεναν κομμουνιστές όσον αφορά την εσωτερική πολιτική) δεν ευνοούσαν την «παγκόσμια αταξική κοινωνία» αλλά  την εθνική ανεξάρτητη ελληνική πολιτεία μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο μάλλον ο εμφύλιος δεν θα λάμβανε χώρα.

Εάν μετά το 1947 δεν προσχωρούσαν τόσοι πολλοί στην υποτελή υποταγή της Ελλάδας στους δυτικούς ηγεμόνες ίσως επίσης ο εμφύλιος πόλεμος να μην λάμβανε χώρα. Θα μπορούσαν να αναφερθούν εκατομμύρια παραδείγματα και ενδέχεται ανά πάσα στιγμή στον πλανήτη να υπάρχουν χιλιάδες παρόμοια ή αντίστοιχα.

Γι’ αυτό, η τυπολογία της «εσχάτης προδοσίας» που αφορά το ανελαστικό θέσφατο της συλλογικής ελευθερίας απαιτείται να ειδωθεί ως ένα ιστορικό φαινόμενο που κρίνεται υπό τις περιστάσεις κάθε συγκυρίας και κυρίως ως ένα φαινόμενο κατά του οποίου οι (αστυνομικές) κυρώσεις δεν τυποποιούνται ή εντάσσονται σε ανελαστικά πρότυπα.

Εν καιρώ πολέμου η προδοσία τίθεται διαφορετικά και οι ενδιαφερόμενοι αποφασίζουν το δέον γενέσθαι ανάλογα με την περίπτωση. Συνήθως, όμως, η ταλάντευση του εκκρεμούς της εσχάτης προδοσίας αφορά μυριάδες αποχρώσεις και σχετίζεται με τις βαθμίδες φιλοπατρίας των πολιτών κάθε κράτους. Υπό αυτό το πρίσμα, οι ποικίλες βαθμίδες “εσχάτης προδοσίας” που μας αφορά εδώ είναι πολιτικό φαινόμενο και πολιτικά πρέπει να αντιμετωπίζεται.

 

4.    Σχέδια Αναν και η τυπολογία της εσχάτης προδοσίας

 

Εάν αναφερθούμε στην περίπτωση του σχεδίου Αναν, ασφαλώς θα μπορούσαμε να δούμε πολλές κατηγορίες και υπό-κατηγορίες διαφορετικής τάξης, βαθμίδας και ευθύνης. Το σχέδιο Αναν αποτελεί, ενδεχομένως, μια χαρακτηριστική περίπτωση όπου αποτυπώνονται όλες οι αποχρώσεις της τυπολογίας της εσχάτης προδοσίας.

Για παράδειγμα, όσοι απλά συνηγόρησαν μη γνωρίζοντας τι ακριβώς γινόταν, όσοι σύμπραξαν στην συγγραφή του επειδή ξένοι τους έθρεψαν την ματαιοδοξία λέγοντάς τους ότι θα γίνουν «young leaders», όσοι δέχθηκαν να επιστρατευτούν σε συναντήσεις επεξεργασίας της «μετα-εθνικής» «Κύπρου», όσοι πήραν κονδύλια για διοργάνωση «σεμιναρίων επιμόρφωσης» επειδή αυτό τους βοηθούσε οικονομικά και όσοι στρατεύτηκαν για να εκπληρώσουν τον σκοπό της «ένωσης των λαών» επειδή το πίστευαν ιδεολογικά.

Όσοι επίσης προσαρμόστηκαν σε κάποια «αναγκαιότητα» (πχ «δεν υπάρχει, δήθεν, άλλη διέξοδος») είτε επειδή ήσαν δειλοί είτε επειδή το θεώρησαν ορθό πιστεύοντας πως δεν υπάρχει άλλη πολιτική επιλογή. Όσοι επιπλέον γέροντες ποθώντας τον τόπο γένεσή τους πίστεψαν ότι είναι ο μόνος τρόπος να επιστρέψουν πριν πεθάνουν στην γενέτειρά τους.

Επίσης, όσοι το ψήφισαν επιπόλαια γιατί δεν το διάβασανεπειδή δεν είχαν καιρό, όσοι ενθουσιωδώς ή και μανιακά παρασύρθηκαν από φανατικούς υποστηρικτές του σχεδίου Αναν στον πολιτικό χώρο και στο πεδίο των διανοουμένων και όσοι προσκολλημένοι σε κομματικά και ιδεολογικά κριτήρια έσφαλλαν με το να ταχθούν υπέρ της κατάργησης του κράτους τους και της ένταξής του στην τουρκική επικυριαρχία. Οι διαβαθμίσεις στάσεων και συμπεριφορών, εν τέλει, θα μπορούσαν να άπειρες. 

 

5.    Οι δύο κύριες κατηγορίες εσχάτης προσοδίας

 

Μιλώντας με πολιτικούς όρους, λοιπόν, μπορούμε να φωτίσουμε καλύτερα το φαινόμενο της εσχάτης προδοσίας εάν το δούμε διττά. Η πρώτη κατηγορία αφορά τους «ηγέτες» (όσα δηλαδή άτομα έχουν πολιτικό αξίωμα ή όσοι το διεκδικούν) και η δεύτεροι είναι όλοι οι άλλοι.

Ας αρχίσουμε με την δεύτερη κατηγορία. Στην πορεία των εθνών, λίγοι θα έμεναν εάν όσοι δείλιασαν, λιγοψύχησαν, «υπέκυψαν στις ηδονές», και τα λοιπά, «καταδικάζονταν». Εν τούτοις, η στηλίτευσή τους με τυπολογική ανάδειξή τους, είναι επιβεβλημένη. Γνωστές και καθιερωμένες φράσεις που βοηθούν μια τέτοια συζήτηση είναι «πεμπτοφαλαγγίτες», ένοχο σύμπραξης με τους εχθρούς, δοσίλογοι κτλ. Φωτίζουν αληθινές στάσεις και συμπεριφορές που είναι αληθινές και αποτελούν πηγή πολιτικού ανορθολογισμού.

Πλην τέτοιες ονομασίες δεν μπορούν να κάνουν δίκη προθέσεων και δεν παραπέμπουν, κατ’ ανάγκη, σε κάποια τιμωρία. Αν μη τι άλλο δεν ξέρουμε τα κίνητρα όπως δεν ξέρουμε μύρια άλλα αίτια που οδηγούν ασθενείς ψυχές να λυγίζουν και να σέρνονται ανορθολογικά.

Τώρα, οι ηγέτες είναι κάτι διαφορετικό. Η «εσχάτη προδοσία» εδώ είναι άλλης τάξης. Η ευθύνη όσων θέλουν να κατευθύνουν τις τύχες της χώρας είναι πολύ μεγαλύτερες. Αφήνω ξανά το «αστυνομικό σκέλος», τις προθέσεις και τα κίνητρα και στέκομαι στον φωτισμό της πράξης. Στην περίπτωση της Κύπρου και του σχεδίου Αναν δεν σήμαινε «διπλή ένωση», διχοτόμηση, λάθος εκτίμηση για τις συνέπειες ή οτιδήποτε άλλο παραπλήσιο.

Σήμαινε συνειδητή ή ανεπίγνωστη (υπάρχει και αυτό για ανίκανους ή ευκολόπιστους χρήσιμους ηλίθιους) «εσχάτη προδοσία» που θα ακύρωνε την ελευθερία των κυπρίων σε όλο το ενδοκρατικό και εξωτερικό φάσμα. Σήμαινε βασικά ότι η κυπριακή κοινωνία θα ριχνόταν στα τάρταρα ενός αργού θανάτου στα χέρια νέο-Οθωμανών τούρκων, άγγλων νέο-αποικιοκρατών και αμερικανών επεμβατιστών.

Σχέδιο Αναν σήμαινε: Μηδέν εθνική ανεξαρτησία, μηδέν δημοκρατία, μηδέν λαϊκή κυριαρχία, μηδέν ανθρώπινα δικαιώματα. Με τον ένα ή άλλο τρόπο θα τα καταργούσαν αυτοί που θα ήλεγχαν πλέον την Κύπρο και που θα είχαν κάθε λόγο να εξαθλιώσουν και εκδιώξουν την κυπριακή κοινωνία. Είναι περιττό να πω έστω και μια λέξη πέραν αυτού όταν ξέρουμε ότι οι Τούρκοι αυτό ακριβώς κάνουν εδώ και δεκαετίες σε κάθε σχέση τους με την Ελλάδα αλλά και με άλλους γείτονες.

 

6.    Ηγέτης και εσχάτη προδοσία: «Τι του κάνουμε;»

 

Ο ηγέτης που διολίσθησε σε μια στάση «εσχάτης προδοσίας» συνηγορώντας με τη κατάργηση του θεσμού ελευθερίας μιας κοινωνίας, δηλαδή του εθνοκράτους της (ελπίζω να έγινε κατανοητό γιατί βάζω εντός εισαγωγικών τη φράση) λογικά ακολουθεί την μοίρα του. 

Επειδή τυγχάνει να μην θεωρώ τον εξοστρακισμό, την εξορία και την θανάτωση ως ενδεδειγμένα (έστω και αν στην κλασική εποχή τα πρώτα δεν ήταν άγνωστα), πιστεύω ότι μια πιο λογική αντιμετώπιση απέναντι στους «ηγέτες» που διολίσθησαν σε «εσχάτη προδοσία» συνηγορώντας με την θανάτωση του εθνοκράτους τους, είναι να αποκλειστούν (το καλύτερο θα είναι αυτόβουλα) από πολιτικά αξιώματα. Κοντολογίς να εξαφανιστούν, να πάνε σπίτι τους και από την ντροπή που λογικά θα αισθάνονται να μην εμφανιστούν ξανά σε δημόσιους χώρους.  

Ας μην ξεχνούμε ότι η ελεεινή τους στάση προκαλεί ανθρώπινες κακουχίες και θανάτους και μάλιστα μαζικούς. Επειδή εν τούτοις η φυλάκισή τους ή η θανάτωσή τους μπορεί να διχάσει την κοινωνία επιτείνοντας τα δεινά το καλύτερο για όλους θα ήταν οι ίδιοι «να πηγαίνουν σπίτι τους» για να ζήσουν με τις τύψεις τους. 

Εάν για οποιοδήποτε λόγο δεν το κάνουν τότε το σωστό και κυρίως το πολιτικά ορθολογικό είναι όσοι έχουν κουκούτσι λογική και ορθολογισμό να τους το υποδεικνύουν με όσο πιο πολιτισμένο αλλά έντονο τρόπο μπορούν. 

Να τους υπενθυμίζουν για πάντα όποτε θελήσουν αξιώματα ότι αποτελεί «εσχάτη προδοσία» εάν για οποιοδήποτε λόγο συνηγορήσεις να χάσεις τον θεσμό συλλογικής ελευθερίας και ότι αποτελεί πράξη σύνεσης, αξιοπρέπειας και ορθολογισμού να μην επιδιώξει δημόσια αξιώματα όποιος υπέπεσε σε ένα τέτοιο έσχατο πολιτικό και ηθικό παράπτωμα. 

Τελειώνοντας λοιπόν υπενθυμίζω ότι το σχέδιο Αναν πρόβλεπε την κατάλυση του κυπριακού κράτους και την στέρηση από τους κύπριους της έσχατης και κοσμοθεωρητικά-ηθικά πρωταρχικής συλλογικής ελευθερίας. 

Κάτι τέτοιο κανείς δεν έχει δικαίωμα να το κάνει. Δεν εμπίπτει δηλαδή στην κατηγορία της πλειοψηφίας / μειοψηφίας σε κάποια ψηφοφορία ή εκλογή κομμάτων ή προέδρων στην εξουσία. Τα πολιτικά πρόσωπα εκλέγονται για εφήμερη διακυβέρνηση και όχι για να καταργήσουν την Πολιτεία κάτι που δεν έχουν δικαίωμα να κάνουν. Ο ρόλος τους δηλαδή είναι η διακυβέρνηση και καμιά δικαιοδοσία δεν έχουν για να αποφασίσουν για τον θάνατο, την ζωή και την ελευθερία των άλλων.

Ούτε δημοψηφίσματα που καταργούν εθνοκράτη μπορούν να ισχύσουν: Πρώτον, όσοι δεν κάμφθηκαν και δεν συμφώνησαν δεν είναι υποχρεωμένοι να δεχθούν τη καταστολή της ελευθερίας τους και της ετερότητάς τους. Ως προς τούτοι, απαιτείται να γίνει κατανοητό ότι είναι ένα πράγμα η διακυβέρνηση ενός κράτους και άλλο το προνόμιο κατάργησής του που κανείς δεν έχει. Δεύτερον, εάν σταθούμε στην Κύπρο το 2004, εάν οι κύπριοι υπέκυπταν το αποτέλεσμα θα ήταν άκυρο γιατί θα οφειλόταν σε εκβιασμούς, δηλαδή σε απειλές και εκφοβισμούς στους οποίους πολλοί όπως γνωρίζουμε εκτόξευαν καθημερινά.

Τέλος, να μην ξεχνούμε ότι από το 1974 και μετά ενώ οι κύπριοι ήταν τα θύματα εισβολής και κατοχής, αντί να αποκατασταθεί η διεθνής νομιμότητα και η κρατική κυριαρχία της ΚΔ, η χώρα αυτή λόγω αδυναμίας σύρθηκε σε διαπραγματεύσεις επικύρωσης των παράνομων τετελεσμένων. Ένας δηλαδή διαρκής εκβιασμός πολλών δεκαετιών για τον οποίο ότι λέχθηκε εκεί δεν υπάρχει δέσμευση. Δεν υπάρχει δέσμευση κατάργησης της συλλογικής Ελευθερίας που μπορεί να ισχύει νομικά, πολιτικά, ηθικά και κοσμοθεωρητικά.

Τα κράτη είναι βασικά αθάνατα. Υπάρχουν για να εκπληρώνουν και διαιωνίζουν τον πολιτικό πολιτισμό όχι για να τον οπισθοδρομούν στην βαρβαρότητα. Και η κατάργηση του θεσμού συλλογικής Ελευθερίας της Κυπριακής κοινωνίας όπως επιδιώχθηκε με το σχέδιο Αναν αυτό σημαίνει.

Καταληκτικά, οι ένοχοι για εσχάτη προδοσία ανεξαρτήτως βαθμίδας και του ελεεινού χαρακτήρα της συνηγορίας με την κατάργηση του οικείου κράτους, απαιτείται είτε να καταψηφίζονται στις εκλογές είτε να παραιτούνται οι ίδιοι οικειοθελώς και να εξαφανίζονται από την δημόσια σφαίρα.  

 

Π. Ήφαιστος -  P. Ifestos

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου