Το 1768 ένας ακόμα Ρωσοτουρκικός πόλεμος είχε ξεσπάσει. Η τσαρίνα Αικατερίνη η Μεγάλη αποφάσισε να ξεσηκώσει και τους Έλληνες, ώστε να δημιουργήσει αντιπερισπασμό κατά των Τούρκων στη Μεσόγειο.
Έτσι, το
1770, ρωσική μοίρα, υπό τους Αλέξιο και Θεόδωρο Ορλόφ εμφανίστηκε στο Αιγαίο και ξεσήκωσε τους Έλληνες σε επανάσταση.
Οι Ρώσοι όμως δεν έστειλαν ούτε ισχυρές δυνάμεις, ούτε οπλισμό, στην Πελοπόννησο και η επανάσταση εκεί απέτυχε.
Σαν να μην έφτανε αυτό ο τουρκικός στόλος εμφανίστηκε στο Αιγαίο, απειλώντας τη ρωσική μοίρα με αφανισμό. Οι Τούρκοι παρατάχθηκαν στον κόλπο του Τσεσμέ, απέναντι από την Χίο.
Ο οθωμανικός στόλος ήταν πολύ ισχυρότερος. Αποτελείτο από δύο τρίκροτα, 14 δίκροτα (βαριά πολεμικά με τρεις ή δύο καταστρώματα πυροβόλων), έξι φρεγάτες, έξι σεμπέκια (αλγερινά ταχέα πλοία, αντίστοιχα της κορβέτας), και 45 ακόμα, μικρότερα πολεμικά, υπό τον καπουδάν πασά Μανταλζαντέ Χουσαμεντίν.
Η τουρκική ναυαρχίδα διέθετε 100 πυροβόλα και η υποναυαρχίδα 84. Τα άλλα τουρκικά δίκροτα διέθεταν 60-66 πυροβόλα. Οι φρεγάτες και τα σεμπέκια διέθεταν 24-40 και τα άλλα σκάφη λιγότερα. Συνολικά ο τουρκικός στόλος διέθετε 1.300 πυροβόλα.
Οι ρωσική μοίρα (στην πραγματικότητα τρεις μοίρες που ενώθηκαν υπό τους Ορλόφ, Σπυριντόνοφ και Έλφινστον) αποτελείτο από ένα τρίκροτο και οκτώ δίκροτα, τρεις φρεγάτες, μια κανονιοφόρο και τέσσερα πυρπολικά, τα οποία έμελλε να διαδραματίσουν καταλυτικό ρόλο στην σύγκρουση. Σε ένα από αυτά κυβερνήτης ήταν κάποιος Γκαγκάριν – άγνωστο αν ήταν συγγενής του ομώνυμου αστροναύτη.
Το ισχυρότερο ρωσικό σκάφος ήταν το «Σβιατοσλάβ», των 84 πυροβόλων, της μοίρας του Έλφινστον, ενώ ναυαρχίδα του Ορλόφ ήταν το «Ευρώπα», των 66 πυροβόλων και του Σπυριντόνοφ το «Αγ. Ευστάθιος», των 68 πυροβόλων.
Η ναυμαχία ξεκίνησε γύρω στο μεσημέρι της
6ης Ιουλίου 1770. Αρχικά τα ρωσικά πλοία αναμίχθηκαν μεταξύ τους και δεν μπόρεσαν να ανοίξουν αποτελεσματικά πυρ κατά των τουρκικών. Η μοίρα του Σπυριντόνοφ ήταν αυτή που σήκωσε το βάρος του αγώνα.
Το «Αγ. Ευστάθιος» ενεπλάκη σε μονομαχία πυροβολικού με την τουρκική υποναυαρχίδα «Ρεάλ Μουσταφά». Σε λίγο αμφότερα τα πλοία είχαν γίνει παρανάλωμα και ανατινάχθηκαν. Ο Σπυριντόνοφ σώθηκε και ανέλαβε ξανά τη διοίκηση της μοίρας του από το πλοίο «Αγ. Τριάδα».
Τελικά την κατάσταση έσωσε ο Βρετανός, στην υπηρεσία του Ρωσικού ναυτικού, υποναύαρχος Έλφινστον.
Τα ρωσικά σκάφη πίεσαν τους Τούρκους και τους υποχρέωσαν να κλειστούν στον κόλπο. Έτσι έληξε η πρώτη μέρα της ναυμαχίας.
Την επομένη, 7 Ιουλίου, τα ρωσικά πλοία επιτέθηκαν, συντεταγμένα αυτή τη φορά, προκαλώντας σοβαρά πλήγματα στους Τούρκους. Στην κρίσιμη στιγμή ρίχθηκαν στη μάχη και τα πυρπολικά, τα πληρώματα των οποίων ήταν, κατά κύριο λόγο ελληνικά, με αποτέλεσμα, τα παγιδευμένα στον κόλπο τουρκικά πλοία να αρπάζουν φωτιά το ένα μετά το άλλο.
Μέχρι το απόγευμα όλα είχαν τελειώσει. Ο τουρκικός στόλος δεν υπήρχε πια. Οι Ρώσοι κυρίευσαν ένα μισοκαμμένο τουρκικό δίκροτο και άλλα πέντε μικρά πλοία. Όλα, σχεδόν, τα άλλα τουρκικά πλοία καταστράφηκαν ή υπέστησαν τέτοιες έκτασης ζημιές που δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν. Μαζί τους χάθηκαν και 11.000 Τούρκοι και Αλγερινοί, μέλη των πληρωμάτων τους.
Οι Ρωσικές απώλειες δεν ξεπέρασαν τις 700. Ο Τούρκος ναύαρχος, επίσης, έχασε τη θέση του και η Μεγάλη Αικατερίνη διέταξε τριήμερους εορτασμούς, όταν το άγγελμα της νίκης έφτασε στη Ρωσία. Μόνο οι Έλληνες δεν γιόρτασαν, καθώς αφημένοι στην τύχη τους, είχαν να αντιμετωπίσουν το μαχαίρι των Τούρκων και των Τουρκαλβανών.