Του Γεράσιμου Γ. Γερολυμάτου
Με
αφορμή την λέξη «Γάμος», που έψαχνα στο λεξικό, για να γράψω ένα άρθρο
για το «γάμο» των ομοφυλόφιλων, έφτασα και στο ρήμα «γαμέω-γαμώ». Το
λεξικό γράφει:
γαμώ < αρχαία ελληνική γαμέω, -ῶ = παντρεύομαι.
Ρήμα > γαμώ: συμμετέχω σε σεξουαλική επαφή (λέγεται κυρίως για τον άντρα)
(μεταφορικά) νικώ, ταπεινώνω, καταστρέφω κάτι, το κάνω χάλια.
Σκέφτομαι,
λοιπόν, ότι παρόλο που στην πρώτη πρόταση το λεξικό μεταφράζει ορθά το
ρήμα «γαμώ» με την αρχαία του σημασία, διαβλέποντας στο σκοπό του, ως
μιας πράξης αναπαραγωγής δηλαδή, στο πλαίσιο ενός Γάμου, κάνει το λάθος
που κάνουμε όλοι. Χρησιμοποιεί το ρήμα «παντρεύομαι»! Έτσι, ενώ παρακάτω
το λεξικό λέει ορθά, πως το «γαμώ» λέγεται κυρίως για τον άνδρα, τον
θέλει ταυτόχρονα να παντρεύεται! Να «γαμεί» δηλαδή, όχι μια γυναίκα,
αλλά έναν άλλον άνδρα!