Ο Γιάκομπ Φίλιπ Φαλμεράυερ (Γερμανικά: Jakob Philipp Fallmerayer 10 Δεκεμβρίου 1790, Τιρόλο – 26 Απριλίου 1861, Μόναχο) ήταν Αυστριακός περιηγητής, δημοσιογράφος, πολιτικός και ιστορικός, περισσότερο γνωστός για τις περιηγητικές αφηγήσεις του και τις θεωρίες του σχετικά με τη φυλετική καταγωγή των Νεοελλήνων.
Ο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Π. Ρωμανός στην εισαγωγή παρουσίαση της μετάφρασης που έκανε ο ίδιος του περιβόητου έργου του Ι.Φ. Φαλμεράιερ «Περί της καταγωγής των Ελλήνων», με μια σειρά από εύστοχα ερωτήματα σκιαγραφεί εξαιρετικά παραστατικά την επιστημονικά δυσκαθόριστη έννοια της εθνότητας: «Τι είναι έθνος; Και ποια είναι τα βασικά στοιχεία που χωρίς αυτά συνέχειά του δε νοείται; Η γλώσσα; Τα ήθη, έθιμα και οι θεσμοί; Η θρησκεία; Η φυλετική συγγένεια; Οι τόποι όπου έζησαν οι πρόγονοι; Και επειδή οι άνθρωποι ως ένα σημείο είναι αυτό που θέλουν να πιστεύουν πως είναι, τι ρόλο παίζουν στην εθνογένεση τυχαία στοιχεία, όπως π.χ. ο πολιτικός καθορισμός των συνόρων ενός κράτους, ή οι οραματισμοί κάποιου μεγάλου σοφού ή προφήτη, ή πολιτικού τυχοδιώκτη;».
Είναι φανερό πως ο Ρωμανός δίνει έμφαση στα
τυχαία στοιχεία στη δημιουργία μιας εθνότητας. Πράγμα που φαίνεται και
από την παρατιθέμενη παρατήρηση του μεγάλου Άγγλου ιστορικού “Αρνολντ
Τόϊμπι για την τουρκική εθνότητα: «Ενδιαφέρον φαινόμενο είναι η
μετατροπή των πληθυσμών της Μικράς Ασίας σε Τούρκους από το 12ο ως το
15ο αιώνα. Εδώ δεν εξολοθρεύτηκε ο ελληνικός μεσαιωνικός πληθυσμός,
αλλά προσηλυτίστηκε. Οι ίδιοι άνθρωποι, που κάποτε μεταμορφώθηκαν από
Χιττίτες και Φρύγιους σε “Ελληνες, μεταμορφώθηκαν την εποχή αυτή σε
Τούρκους». (Το δυτικό πρόβλημα στην Ελλάδα και την Τουρκία, 1922). Αν,
λοιπόν, βρεθεί κανείς επιπόλαιος και πει πως η Μικρασία είναι ελληνική,
διότι κατοικείται και σήμερα από “Ελληνες που εξισλαμίστηκαν και που δεν
ήταν λίγοι σημειωτέον – και παρακαλούμε να τεθεί υπόψη της
Αρχιεπισκοπής – κάποιος άλλος λιγότερο επιπόλαιος θα αντιτάξει πως
πρέπει να ανασυσταθεί το αρχαίο κράτος των Χιττιτών και των Φρυγών γιατί
προηγούνται των Ελλήνων και τους δημιουργούν δια πολιτιστικής
μεταλλάξεως.
0Ι ΛΑΟΙ, λοιπόν, όλοι οι λαοί-, συνεχώς
μεταμορφώνονται εθνολογικά, είτε από ιστορικά περιστατικά νομοτελειακά
καθορισμένα είτε από τυχαία γεγονότα. Ο πολιτικός καθορισμός των
συνόρων, όπως παρατηρεί ο Ρωμανός, δηλαδή ένας πολιτικός διακανονισμός
άσχετος προς την εθνολογική σύσταση μιας συγκεκριμένης περιοχής, είναι
δυνατό ν” αλλάξει εθνολογικά την περιοχή.
Ο φοβερός αγώνας δρόμου των συμμάχων αλλά και των
αντιμαχομένων κατά τους Βαλκανικούς πολέμους δεν είχε άλλο νόημα πέρα
από κείνο του επαναπροσδιορισμού των συνόρων ερήμην των εθνοτήτων και
κυρίως των μειονοτήτων. Με τα χρόνια οι μειονότητες ένθεν κακείθεν των
αυθαίρετων συνόρων αφομοιώνονται με την κυριαρχούσα εθνότητα εντός των
συγκεκριμένων συνόρων και μια καινούρια εθνότητα εμφανίζεται στη θέση
της παλιάς.
Το να μιλάει, λοιπόν, κανείς για «εθνική
καθαρότητα» είναι τουλάχιστον παιδαριώδες. Κι αν δεν πιστεύουν εμένα οι
«καθαρόαιμοι» συννεοέλληνες, ασφαλώς θα πιστέψουν τον Τόϊμπι. Αν,
βέβαια, η διαιωνιζόμενη εθνοκαπηλία άφησε εντός του κρανίου τους έστω
μισό γραμμάριο μυαλού. Είναι τόσο απλά αυτά τα πράγματα που σε πιάνει
ίλιγγος μπροστά στην ανθρώπινη μωρία, στην εθνικιστική της εκδοχή. Θα
πρότεινα, μάλιστα στα τεστ ευφυΐας να μπει και η κρίσιμη ερώτηση :Τι
πιστεύετε για τους προγόνους σας πέραν της τρίτης.; ανιούσας γενεάς; Εδώ
στην Ελλάδα, ένα τέτοιο τεστ καλύτερα να μη γίνει ποτέ. Τα αποτελέσματα
θα μας; κατατάξουν στις αφρικανικές χώρες -και να μας συγχωρούν οι
Αφρικανοί για την προσβολή.
Πριν από την Ελληνική Επανάσταση, στη
διάρκειά της και μέχρι δέκα περίπου χρόνια μετά, οι Νεοέλληνες δεν
είναι σοβινιστές. Κι αυτό θα μπορούσε ν” αποδειχτεί επιζήμιο όχι μόνο
για τους ίδιους, αλλά και τις «προστάτιδες» δυνάμεις. Ο φόβος πως η
πατρίδα μπορεί να καταστραφεί συντηρεί την κοινωνική συνοχή, αλλά και
δημιουργεί την ανάγκη, σε μια μικρή χώρα της αναζήτησης προστασίας από
μια ισχυρότερη «φίλη» χώρα. Ο Φαλμεράιερ, ως πολιτικός, γνωρίζει καλά
αυτόν τον κανόνα. Και ως ιστορικός προσπαθεί να δείξει τα αίτια για τα
οποία οι “Ελληνες δεν μπορούν να είναι σοβινιστές, γεγονός που του
δημιουργεί την υποψία πως είτε θα ζητήσουν προστασία στους ομόθρησκους
Ρώσους, είτε θα πέσουν στην παγίδα της προσφερόμενης απ” τους Άγγλους
προστασίας. Αυτό που επιθυμεί ο ίδιος είναι να παραμείνουν οι “Ελληνες
στη «σφαίρα επιρροής» των Γερμανών.
Ο ΟΘΩΝ γίνεται βασιλιάς της Ελλάδας το 1833
και το «Περί της καταγωγής των σημερινών Ελλήνων» γράφεται δύο χρόνια
μετά, το 1835. Το γεγονός πως ο Βαυαρός ιστορικός αφιερώνει το έργο του
στο Βαυαρό, βασιλιά είναι μια πράξη ολοφάνερα πολιτική – “Ηθελε να
τονίσει μ” αυτή πως ο “Οθων δεν είναι παρά ο εγγυητής
της «εθνικής ομοψυχίας» των Νεοελλήνων, δηλα- δή ενός πολυεθνικού στη
σύστασή του λαού, που ενδέχεται να συνεχίσει να αλληλοσφάζεται και μετά
την απελευθέρωσή του, όπως ήδη είχε γίνει πλειστάκις κατά τη διάρκεια
του αγώνα.
Σ” ένα προγενέστερο του επίμαχου έργου κείμενό
του, ο Φαλμεράιερ γράφει χαρακτηριστικά: «Το βασικότερο μειονέκτημα
των Ελλήνων είναι η πολιτική τους ανεπάρκεια, αδυναμία και ανικανότητα –
πράγμα που η Αγγλία το διέγνωσε καλύτερα από κάθε άλλον – να
δημιουργήσουν αυτοδύναμα ένα μόνιμο φράγμα κατά της καλπάζουσας
φιλοδοξίας των σλαβικών λαών που απειλούν τη Δύση». Το παραπάνω
απόσπασμα σου δημιουργεί την εντύπωση πως γράφτηκε μόλις χτες από τον
«προστάτη» της Δύσης Ρήγκαν. Προσέξτε εκείνο: το εντός παρενθέσεως
«πράγμα που η Αγγλία το διέγνωσε καλύτερα από κάθε άλλον» και θαυμάστε
την πολιτική οξυδέρκεια του Φαλμεράιερ, καθώς και το κρυφό μίσος, αλλά
και το θαυμασμό του για την πάντα δόλια Αγγλία.
0 Φαλμεράιερ ως πολιτικός ακολουθεί τη
«ρεαλιστική πολιτική» του Μέτερνιχ, τον οποίο και θαυμάζει απεριόριστα.
Και το «Περί της καταγωγής των σημερινών Ελλήνων» είναι κατά κύριο λόγο
πολιτικό κείμενο, ο πολιτικός στόχος του οποίου είναι καλά κρυμμένος
πίσω από μια σαφή και τεκμηριωμένη επιστημονική έρευνα. Συνεπώς,
απαιτείται μια προσεκτική ανάγνωση και στα δύο επίπεδα, το πολιτικό και
το επιστημονικό ταυτόχρονα. Εντούτοις οι “Ελληνες μελετητές
αντιμετώπισαν το επίμαχο έργο του Φαλμεράιερ μόνο σαν επιστημονικό
κείμενο και σαν τέτοιο προσπάθησαν να το αναιρέσουν. Ωστόσο, η
πολιτικολογία γύρω από τον επιστήμονα και πολιτικό Φαλμεράιερ δε
σταμάτησε ποτέ. Κι αυτό σε τελική ανάλυση σημαίνει πως οι λεγόμενες
«επιστήμες του ανθρώπου» δεν είναι ποτέ ούτε «αθώες» ούτε
αντικειμενικές.
Υπηρετούν πάντα κάποιες σκοπιμότητες, έστω και ερήμην της βούλησης και της πρόθεσης του ερευνητή.
Είδαμε ήδη την πολιτική σκοπιμότητα που
προσπαθεί να υπηρετήσει ο Φαλμεράιερ: Δε θεωρεί τους Έλληνες ικανούς
να ανακόψουν το «σλαβικό επεκτατισμό». Αφού κατά το Μεσαίωνα
παραδόθηκαν στους Σλάβους άνευ όρων, θα μπορούσαν να πράξουν το ίδιο και
στην εποχή του Όθωνα και των
«προστάτιδων δυνάμεων», η προστασία των οποίων καθίσταται ως εκ τούτου
απολύτως αναγκαία, προκειμένου να σωθεί η Δύση απ τη «σλαβική λαίλαπα»,
που και τότε και τώρα είναι ο πιο βολικός «μπαμπούλας». Ο Φαλμεράιερ σ”
όλη του τη ζωή έπασχε μονίμως από σλαβοφοβία οξείας μορφής, περίπου
όμοια μ” αυτήν των γηγενών «εθνικοφρόνων», αυτών ακριβώς που τον
κυνήγησαν ανελέητα, χωρίς καλά καλά να γνωρίζουν πως κυνηγούν ένα
πολύτιμο φίλο και σύμμαχο στον αντισλαβισμό τους.
ΟΠΩΣ παρατηρεί ο Μίκαελ Βάϊτμαν, «αποτελεί
ειρωνεία το ότι ένας άνδρας που χαρακτηριζόταν στην πολιτική του σκέψη
από απροκάλυπτη σλαβοφοβία, έφτασε να αποκηρυχτεί στην Ελλάδα ως
σλαβόφιλος, πανσλαβιστής και πράκτορας των Τσάρων». Ε, λοιπόν, σωστά το
λέει ο Φαλμεράιερ: Το βασικότερο μειονέκτημα των Ελλήνων είναι η
πολιτική τους ανεπάρκεια. Η πολιτική στην Ελλάδα ήταν πάντα και
συνεχίζει να είναι υπόθεση καφενείου και κοσμική συζήτηση.
(Παρατηρήσατε πως στα σαλόνια η πολιτική συζήτηση είναι το δεύτερο
πρόχειρο θέμα μετά τον καιρό και πριν απ” τη μόδα;)
Η πολιτική σκέψη είναι πρόβλημα παιδείας, και
κανείς απαίδευτος δεν μπορεί να σκέφτεται πολιτικά. Και, βέβαια, δεν
πρέπει να συγχέεται η πολιτική σκέψη με την πολιτικολογία, που είναι
απολιτικός λόγος περί πολιτικής. Δεν είναι απορίας άξιον, λοιπόν, που οι
“Ελληνες «εθνικόφρονες» ούτε καν υποψιάστηκαν πως ο Φαλμεράιερ είναι
ένας δικός τους άνθρωπος. Και μας φέρνουν στη δύσκολη θέση να τον
υπερασπιζόμαστε εμείς οι αριστεροί για λογαριασμό τους. Σίγουρα, ζούμε
σε μια χώρα όπου ο πολιτικός σουρεαλισμός κυριαρχεί απολύτως.
ΑΛΛΑ, ο ελληνικός πολιτικός σουρεαλισμός δε
σταματάει στα καφενεία, τα σαλόνια και τη Βουλή, τούτο το «εθνικό
καφενείο» όπου νυσταγμένοι βουλευτές μπαίνουν στην αίθουσα της Βουλής
μόνο όταν θέλουν να πάρουν κανένα υπνάκο, ή όταν, αντίθετα θέλουν να
ξυπνήσουν με τη βοήθεια μιας «έντονης» συζήτησης (τρόπος του λέγειν)
ανάμεσα σε καραγωγείς που παριστάνουν τους βουλευτές. Ο πολιτικός
σουρεαλισμός στην Ελλάδα επεκτείνεται και στη θεωρητική σκέψη, και στην
ιστοριογραφία – και παντού.
Κι εδώ ακριβώς ελλοχεύει ο μέγιστος κίνδυνος
για το μέλλον της χώρας. Γιατί, την πολιτική μιας χώρας δεν την
κανονίζουν οι πολιτικοί, αλλά οι διανοούμενοι. Διότι μόνο αυτοί είναι
σε θέση να επιδράσουν διαρκέστερα και σταθερότερα. Οι πολιτικοί έρχονται
και παρέρχονται, αλλά το έργο των διανοουμένων μένει και επικαθορίζει
και τη σκέψη του μέλλοντος. Οι πολιτικοί δεν είναι παρά οι τεχνικοί της
πολιτικής, οι διεκπεραιωτές της πολιτικής πράξης που στηρίζεται σε μια
θεωρία.
(Θεωρία λέμε το μάξιμουμ όριο εντός του οποίου
είναι δυνατό να εμφανιστεί και να τελεστεί μια πράξη. Η θεωρία είναι
πράξη. Είναι η «μάξιμουμ πράξη». Η θεωρία δεν είναι για να εφαρμόζεται
κατά γράμμα, αλλά για να ορίζει την κίνηση της πράξης προς μια ορισμένη
κατεύθυνση. Η θεωρία συνεπώς καθοδηγεί την πράξη, και
χωρίς αυτήν η πρακτική δραστηριότητα εκπίπτει σε ακτιβισμό. Η ελληνική
πολιτική ήταν πάντα ακτιβίστικη και εμπειρική διότι η ελληνική διανόηση
δε στάθηκε ικανή να ξεπεράσει τον αυτοκαταναλούμενο ναρκισσισμό της και
να γίνει οδηγός της πράξης.)
Το ότι η ελληνική σκέψη ήταν και παραμένει
βαθύτατα συναισθηματική και ελάχιστα νοοκρατούμενη, όπως προϋποθέτει ο
ορισμός της έννοιας, γίνεται φανερό μεταξύ άλλων και απ” το γεγονός πως
ούτε οι “Ελληνες διανοούμενοι αντιλήφθηκαν καν τις πολιτικές προϋεσεις
του Φαλμεράιερ. Κι αυτό σημαίνει πως δεν μπόρεσαν να τον αξιολογήσουν
σωστά, και να τον τοποθετήσουν πέρα και πάνω απ” τις λαϊκίστικες
σοβινιστικές ιαχές. Τον έχρισαν κι αυτοί «υπ” αριθμόν ένα εχθρό των
Ελλήνων και υπ” αριθμόν ένα φίλο των Σλάβων», και ησύχασαν.
Παρά ταύτα, ολόκληρη η ελληνική πολιτική σκέψη
και θεωρία μοιάζει να κινείται κάτω απ” τον αστερισμό του Φαλμεράιερ. Ο
Κ. Παπαρρηγόπουλος γράφει την «Ιστορία» του για να αντικρούσει τον
Φαλμεράιερ. 0 Π. Καρολίδης γίνεται ιστορικός από αντίδραση προς τον
Φαλμεράιερ. Ο Σπ. Ζαμπέλιος,, ιδιοφυής και τα μάλλα οξυδερκής κατά τα
άλλα, παραμένει αμήχανος μπροστά στο φαινόμενο Φαλμεράιερ. Ο υπέροχος
Σάθας τα μπερδεύει με τον Φαλμεράιερ. Για να αντικρουστούν εκατό μόλις
σελιδούλες φαλμεραϊερικού κειμένου γράφτηκε ένας ωκεανός ιστορικών
μελετών και ιστορικοφιλοσοφικών διατριβών.
ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ για φαινόμενο ίσως μοναδικό στην
ιστορία του ανθρώπινου πνεύματος: Ένας Βαυαρός ιστορικός και πολιτικός
γίνεται εξ αντιδράσεως η αιτία να δημιουργηθεί η νεοελληνική επιστήμη
της Ιστορίας. Στη σκέψη αυτού του τόπου, κι όχι μόνο την ιστορική, όλα
μοιάζουν να κινούνται γύρω απ” τον Φαλμεράιερ. Ο Φαλμεράιερ κατάντησε να
είναι ένα είδος “Ελληνα εθνικού συγγραφέα απ” την ανάποδη: Διαβάζοντας
ελληνική ιστορία έχεις την εντύπωση πως όλα θα κατέρρεαν αν έλειπε ο
Φαλμεράιερ. Παραφράζοντας τη γνωστή ρήση του Βολταίρου για το Θεό, θα
μπορούσαμε να πούμε πως αν δεν υπήρχε ο Φαλμεράιερ θα έπρεπε να τον
εφεύρουμε. Και υπερβάλλοντας σκόπιμα θα μπορούσαμε να πούμε πως
χρωστάμε την τεχνητή εθνική μας ομοψυχία στον Φαλμεράιερ. Κανείς εχθρός
δε μας ένωσε σταθερότερα και διαρκέστερα απ” τον «υπ” αριθμόν ένα
ανθέλληνα», το σατανικό Φαλμεράιερ! Να γιατί του χρωστάμε έναν
ανδριάντα!!
Ο μελετητής του Φαλμεράιερ Χανς Αϊντενάιερ
είναι πολύ σαφής επί του προκειμένου. Λέει, λοιπόν, ο Αϊντε- νάϊερ: «Ο
Φαλμεράιερ με τη θεωρία του έγινε, από μια άποψη, ο καταλύτης των κοινών
σκέψεων Ελλήνων και Φιλελλήνων για το ποιες είναι οι αληθινές ελληνικές
αξίες, και έμμεσα ο πατέρας μιας εθνικής ελληνικής επιστήμης που
αποφάσισε ότι καταπολεμώντας τον έχει χρέος να αναζητήσει τις ρίζες της
στην αυτόχθονη ιστορία και γλώσσα. Ο Φαλμεράιερ με τους ισχυρισμούς του
για το αίμα που ρέει στις φλέβες των Ελλήνων συνετέλεσε στην
αυτοσυνειδησία των Ελλήνων και του νέου τους κράτους πολύ περισσότερο
από ολόκληρη τη φιλελληνική κίνηση της Κεντρικής Ευρώπης.»
Πέρα από την έξοχη ειρωνεία του, το παραπάνω
απόσπασμα καταδεικνύει μια αλήθεια που δεν τολμούμε να την
αντιμετωπίσουμε: Η νεοελληνική εθνική μας συνείδηση είναι αρνητικά
προσδιορισμένη. Δεν είμαστε Έλληνες διότι έχουμε ορισμένα ειδικά για
τους “Ελληνες εθνολογικά χαρακτηριστικά, αλλά διότι προσπαθούμε μετά
μανίας να αποποιηθούμε τα αρνητικά χαρακτηριστικά που μας αποδίδουν
άλλοι, δίκαια ή άδικα αδιάφορο. Γι” αυτό ακριβώς μας είναι αναγκαίος ο
εχθρός, ο οποιοσδήποτε εχθρός, εντός και εκτός της χώρας, για να υπάρξουμε σαν έθνος.
Αν δεν είχαμε εχθρούς θα είχαμε διαλυθεί εις
τα εξ ων συνετέθημεν. Δηλαδή στις πολλές εθνότητες που συναποτελούν τη
νεοελληνική εθνότητα. Λοιπόν, ζήτω ο δημιουργός της εθνικής μας
ομοψυχίας Ιάκωβος Φίλιππος Φαλμεράιερ! Του οποίου τις εθνοσωτήριες
θεωρίες απομένει να τις δούμε, οπότε και θα τον εγκαταλείψουμε στην
ηρεμία της αιωνιότητας. Από τώρα πάντως, μπορούμε να πούμε: Αιωνία σου η
μνήμη αξιομακάριστε και αείμνηστε σωτήρα μας. Χωρίς εσένα δε θα υπήρχαν
«εθνικόφρονες» στην πιο εθνικόφρονα χώρα του κόσμου.
Κείμενο: Βασίλης Ραφαηλίδης*
*Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Έθνος (19.7.87)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου