Ο Στρατηγός Μάρτιν Ντέμσεϊ, πρόεδρος της Επιτροπής των Αρχηγών των Επιτελείων των Ε.Δ. των ΗΠΑ. |
Μια συνέντευξη του Αρχηγού του Επιτελείου Ε.Δ. των ΗΠΑ βεβαιώνει ότι τα στρατεύματά του αρνούνται να μπουν σε πόλεμο κατά της Ρωσίας και παραδέχεται ότι μπορεί να ξεπεραστούν μέσα σε δέκα χρόνια. Ο Στρατηγός Μάρτιν Ντέμσεϊ (Martin Dempsey) προτίθεται να χρησιμοποιήσει την επόμενη δεκαετία για να μην χαθεί η υπεροχή των ΗΠΑ έναντι του υπόλοιπου κόσμου. Ωστόσο, οι παρατηρήσεις του δείχνουν το μεγάλο χάσμα μεταξύ της προκλητικής πολιτικής των νεοσυντηρητικών, η οποία προσπαθεί να σύρει τη Ρωσία σε έναν πόλεμο στην Ουκρανία, και από την άλλη, της πραγματικότητας των ενόπλων δυνάμεων των ΗΠΑ .
Μία από τις συνέπειες των κυρώσεων που έχουν επιβληθεί στη Ρωσία από τα «δυτικά» Κράτη είναι η σύσφιξη των σχέσεων μεταξύ της Μόσχας, του Πεκίνου και του Νέου Δελχί, ένα σφίξιμο που παίρνει δραματική όψη από τότε που ο Πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν αποφάσισε να παίξει το γεοενεργητικό χαρτί [ 1 ].
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ένα μεγάλο μέρος των πολεμοχαρών “πολιτικών” της πολιτικής τάξης -για να μην αναφέρουμε τους παραπληροφοριοδότες τους σε όλα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης- δεν είναι όμως τόσο καλά ενημερωμένοι όσο ο στρατός, ο οποίος αφιερώνει, από στρατιωτική άποψη, ένα βαθύ θαυμασμό για τη Ρωσία και την Κίνα.
Έξι ημέρες πριν από τις 20 Μαΐου, ημερομηνία άφιξης του Πούτιν στη Σαγκάη, Τσάρου της παγκόσμιας γεοενεργητικής για επίσκεψη δύο ημερών, ο Στρατηγός Μάρτιν Ντέμσεϊ, επικεφαλής του Γενικού Επιτελείου Ε. Δ. των Ηνωμένων Πολιτειών, έδωσε μια διάλεξη με τίτλο «Αποσταθεροποιητική Άμυνα: η δυναμική ασφάλεια στην εποχή των νέων τεχνολογιών» προς τα μέλη του Ατλαντικού Συμβουλίου (Atlantic Council), μια δεξαμενή σκέψης εγγύς στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα και στο ΝΑΤΟ που εδρεύει στην Ουάσιγκτον [ 2 ].
Κατά τη διάρκεια της πολύ ορθολογικής παρέμβασης του, ο Μάρτιν Ντέμσεϊ δήλωσε ότι «η Ρωσία και η Κίνα έγιναν δύο παγκόσμιοι βαρέων βαρών που μετράνε στις στρατηγικές αποφάσεις που αφορούν τα μεγάλα παγκόσμια διακυβεύματα στο τομέα της ασφάλειας», επικηρύσσοντας ταυτόχρονα τη νέα γεωστρατηγική τριπολική τάξη που περιγράφεται σε αυτή τη στήλη [ 3 ]
Ο Αμερικανός Στρατηγός συνόψισε το «νέο μοντέλο που ακολουθούν οι Ηνωμένες Πολιτείες στο τομέα της ασφαλείας χρησιμοποιώντας το μνημονικό τύπο «2, 2, 2, 1», που ορίζει ως εχθρούς « δύο βαρέων βαρών (Ρωσία και Κίνα), δύο μεσαίων βαρών (το Ιράν και τη Βόρεια Κορέα), δύο δίκτυα (την Αλ-Κάιντα και τον διεθνή υπόκοσμο) και ένα σύστημα (η κυβερνο-ασφάλεια)».
Δήλωσε ότι η Αλ Κάιντα και οι θυγατρικές της προέρχονται από το Αφγανιστάν και το Πακιστάν, διασχίζουν την Αραβική Χερσόνησο, το ανατολικό τμήμα της Συρίας, τα δυτικά του Ιράκ, την Υεμένη, τη Σομαλία, την Βόρεια Αφρική όπως και τη Δυτική Αφρική, περνώντας από τη Νιγηρία.
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι Ηνωμένες Πολιτείες «χρησιμοποιούν διάφορα μέσα εξουσίας -διπλωματικά, οικονομικά και στρατιωτικά- ανάλογα αν διαπραγματεύονται με ένα έθνος-κράτος ή με ένα μεσαίο βάρος που επιθυμεί να αυξήσει την επιρροή του πέρα από το τι επιτρέπεται, και που ως εκ τούτου, είναι πιθανό να μετατραπεί από καιρό σε καιρό σε κράτος παρίας». Δήλωσε ότι τα μέσα πίεσης στα «Έθνη-Κράτη» δεν έχουν καμία επίδραση στα δύο μη-κρατικά δίκτυα.
Από τότε που ο στρατός των ΗΠΑ έγινε πολύ εξαρτώμενος, από τεχνική πλευρά, της κυβερνοασφάλειας, θεωρεί ότι υπάρχουν δύο τομείς που προκαλούν ανησυχία στο θέμα αυτό: 1) το γεγονός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι πλημμελώς προετοιμασμένες για να αποκρούσουν μια κυβερνοεπίθεση, συμπεριλαμβανομένου του χρηματοοικονομικού τομέα, 2) Η «διαφθορά των δεδομένων (ακρίβεια, πλοήγηση και χρόνος)», η οποία προκαλεί την απώλεια εμπιστοσύνης σχετικά με τα επιχειρησιακά συστήματα.
Βέβαιο γεγονός, η Κίνα είναι μια σημαντική δύναμη στον τομέα του «κυβερνοπολέμου» [ 4 ].
Ο Μάρτιν Ντέμσεϊ εκτιμά ότι, στον στρατιωτικό τομέα, η «διαφθορά των δεδομένων» είναι «πιο ανησυχητική από την απουσία δεδομένων».
Εξήγησε την ανάγκη να αντιμετωπιστεί ο κάθε αντίπαλος, πραγματικός ή δυνητικός, από μια διαφορετική οπτική γωνία, αφού ο κανένας από αυτούς «δεν θα αντιδράσει με τον ίδιο τρόπο στα διάφορα μέσα πίεσης».
Και επομένως, τα δύο κύρια χαρακτηριστικά του νέου μιλιταρισμού των Ηνωμένων Πολιτειών θα είναι από τώρα και στο εξής η «ευελιξία» και η «καινοτομία».
Ο Στρατηγός ανακοίνωσε ότι θα παραστεί σε συνεδρίαση του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες [ 5 ], η οποία θα λάβει χώρα την ίδια ώρα με την ιστορική επίσκεψη του Πούτιν στην Κίνα και δήλωσε ότι λόγω της ουκρανικής κρίσης, της οποίας «τα αποτελέσματα θα μπορούσαν να διαταράσσουν σοβαρά τη ζωή των ευρωπαϊκών χωρών, τόσο στο νότο όσο και αλλού στην Ευρώπη», ο Ατλαντισμός βρίσκεται σε «σταυροδρόμι», στο βαθμό που πρέπει να «επανεξετάσει τη νότια πλευρά του» (Πορτογαλία, Ισπανία , Ιταλία και Ελλάδα), η οποία συνδέεται στενά με τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική».
Εν ολίγοις, φαίνεται ότι η Ευρώπη απειλείται από όλες τις πλευρές. Μήπως έχουν καταλάβει στη Γερμανία και τη Γαλλία το τρομακτικό δαμόκλειο σπάθη που αποτελεί η Αλ Κάιντα; [ 6 ]
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με την κατάσταση στην Ουκρανία, ο Στρατηγός Ντέμσεϊ είπε ότι η κρίση αφορά το ΝΑΤΟ, το οποίο θα έπρεπε να «ανησυχήσει πολύ», ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες «χρησιμοποιούν το οικονομικό όπλο με διάφορους τρόπους» ως «μέσο πειθούς και τιμωρίας».
Μαντεύουμε ότι ο Στρατηγός δεν είναι πολύ πεπεισμένος για την χρήση των οικονομικών κυρώσεων. Άκουσε μια ομάδα οικονομολόγων που δεν μπόρεσαν να του εξηγήσουν τους κινδύνους που θα προκύψουν από την εφαρμογή τους ως εργαλείο εξουσίας. Ειδικά δεδομένου ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν μια καλή γνώση των ρωσικών στρατιωτικών δυνατοτήτων και της προστιθέμενης αξίας του παράγοντα Πούτιν (της ψυχολογίας του), και με δεδομένο το γεγονός ότι ένα μεγάλο μέρος του ρωσικού πληθυσμού είναι έτοιμος να διορθώσει (sic) τις παρεκτροπές της δεκαετίας του 1990.
Εκμεταλλευόμενος την θεωρητική συμβολή της ομάδας των οικονομολόγων, ο Στρατηγός δήλωσε ότι «για να είμαστε σε θέση, στο μέλλον, να χρησιμοποιήσουμε τα εργαλεία εξουσίας με διαφορετικό τρόπο, θα πρέπει να αναθεωρήσουμε τα μοντέλα μας για την αξιολόγηση των κινδύνων».
Κατά τον ίδιο, αυτό που χαρακτηρίζει τον Βλαντιμίρ Πούτιν είναι «η επιθυμία να μείνει στην ιστορία και να εξασφαλίσει την οικονομική ευημερία της Ρωσίας».
Λέγοντας αυτό, ο Στρατηγός σκεφτόταν τα νέα αντισυμβατικά όπλα που διαθέτει η Ρωσία, όπλα που θα αποθάρρυναν οποιονδήποτε.
Σε ερώτηση της Λεάνδρας Μπερστέιν (Leandra Bernstein), του Ria Novosti , ο Ντέμσεϊ απάντησε ότι οι ΗΠΑ «δεν θα πρέπει να ξεκινήσουν πάλι έναν Ψυχρό Πόλεμο εναντίον της Ρωσίας», στο μέτρο που «η Ουάσιγκτον συνεργάζεται με τη Μόσχα σε πολλούς τομείς που κυμαίνονται από το μέλλον της Αρκτικής μέχρι το διάστημα, περνώντας από τη καταπολέμηση της διακίνησης των ναρκωτικών και της πειρατείας, έτσι ώστε είναι απαραίτητο να «βρεθεί κοινό έδαφος».
Πρόσθεσε ότι το χειρότερο σενάριο θα ήταν να αναβιώσουν τον Ψυχρό Πόλεμο με τη Ρωσία και να αναπτύξουν στρατεύματα στην Πολωνία και τις χώρες της Βαλτικής, λόγω της κρίσης στην Ουκρανία και άλλων «γεωπολιτικών διαταραχών».
Υποστήριξε ότι η παγκοσμιοποίηση δεν είχε το ίδιο αποτέλεσμα με τη στρατηγική του Ψυχρού Πολέμου, μια στρατηγική που ήταν «πολύ σταθερή», επειδή επικεντρωνόταν στην συγκράτηση μέχρι να αλλάξει η Σοβιετική Ένωση από μόνη της.
Μετά τη συνέντευξη, ο Μάρτιν Ντέμσεϊ είχε συνομιλίες με τον Κινέζο ομόλογό του, με τον οποίο πέρασε την επόμενη μέρα στο Πανεπιστήμιο Εθνικής Άμυνας. Να το Θυμηθούμε!
Ο Στρατηγός τραβά γραμμή στο παρελθόν, στο βαθμό που, δίνοντας απήχηση σε ένα δοκίμιο του περιοδικούQuadrennial Defense Review 2004 [7], εκτιμά ότι «χρειάζονται νέα εργαλεία για να διαχειριστεί δυναμικά ένα πιο σύνθετο περιβάλλον ασφάλειας» ενώ φοβάται ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες «δεν θα είναι σε θέση να καινοτομούν αρκετά γρήγορα για να αντιμετωπίσουν τις νέες προκλήσεις που θα αντιμετωπίσουν».
Παρά την πολιτική αστάθεια, ο Μάρτιν Ντέμσεϊ πιστεύει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν χρόνο μέχρι το 2025, και «χωρίς να χρειαστούν αλλαγές που θα προκαλέσουν αναστάτωση», αφού διαθέτουν «έναν εξαιρετικά καλό στρατό για τη διεξαγωγή συγκρούσεων μεγάλης και μικρής κλίμακας» και ότι οι περικοπές του προϋπολογισμού για τη μείωση των δαπανών του Πενταγώνου -σε άνδρες, εξοπλισμό και υποδομές- έχουν στόχο «να διευκολύνουν την καινοτομία στον τομέα της προληπτικής ανάπτυξης δυνάμεων (PreventiveDeployment Force)» που θα μπορέσει να επιβάλει μια «δυναμική παρουσία στον κόσμο, εκεί όπου είναι περισσότερο απαραίτητη».
Προς το παρόν, ο στρατός των ΗΠΑ πρέπει να «κάνει λιγότερο με λιγότερα, χωρίς να τα κάνει χειρότερα», έτσι ώστε πρέπει να «σκέφτεται σοβαρά να θέσει προτεραιότητες».
Είναι εξάλλου σημαντικό το γεγονός ότι δεν ασχολήθηκε με τη πολύ αμφιλεγόμενη «μεταστροφή» του Ομπάμα για την περικύκλωση της Κίνας, αλλά επικεντρώθηκε αποκλειστικά στη Ρωσία με την οποία δεν είναι έτοιμος να πάει τόσο μακριά όσο οι οικονομολόγοι με αχρωματοψία και εκδικητικές φιλοδοξίες που κυκλοφορούν στους διαδρόμους του Πενταγώνου.
Alfredo Jalife-Rahme
Μετάφραση Ισπανικά-Γαλλικά Arnaud Bréart
Πηγή La Jornada (Μεξικό)
[1] « Visita de Putin a China : próximo acuerdo histórico de venta de gas ruso », par Alfredo Jalife-Rahme, La Jornada, 14 mai 2014.
[2] « Disrupting Defense », par le général Martin Demsey, The Atlantic Council, 14 mai 2014.
[3] « De la primavera árabe al verano islámico : en medio de la emergente tripolaridad global (EU, Rusia y China) », par Alfredo Jalife-Rahme, La Jornada, 1er août 2012.
[4] « Las cinco armas chinas de mayor peligro para EE.UU. », Russia Today, 15 mai 2014.
[5] « L’Otan pousse l’UE vers une nouvelle Guerre froide », par Manlio Dinucci, Traduction Marie-Ange Patrizio, Il Manifesto/Réseau Voltaire, 24 mai 2014.
[6] « Lettre ouverte aux Européens coincés derrière le rideau de fer israélo-US », par Hassan Hamadé, Réseau Voltaire, 21 mai 2014.
[7] Rapport quadriennal sur l’état de la Défense US rédigé par le Pentagone à la demande du Congrès..
Δίκτυο Βολταίρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου