Πολλοί άνθρωποι συγκρίνουν τον τωρινό τους σύντροφο με τυχόν
προηγούμενους, και βλέπουν αν αυτή η σχέση είναι σχετικά καλύτερη. Αλλά,
αν οι προηγούμενες σχέσεις είναι κακές, το γεγονός ότι η τωρινή σχέση
είναι καλύτερη δεν σημαίνει και πολλά. Το μόνο που μπορεί κανείς να πει
είναι ότι αυτή η σχέση είναι καλύτερη απ’ τις προηγούμενες. Αυτό είναι
το πρόβλημα με την τακτική της βιαστικής επιλογής. Όταν πρόκειται να
διαλέξεις αυτόν που θα παντρευτείς, το να είναι απλά καλός, δεν είναι
αρκετό.
Από τον συγγραφέα και ψυχολόγο John Gray.
Ένας τρόπος για να επιλέξετε συνειδητά το μελλοντικό σας σύζυγο, είναι
να έχετε μια ξεκάθαρη αίσθηση για το αν βρίσκεστε κοντά με το σύντροφό
σας αν μαζί έχετε αρμονία. Αυτό που πρέπει ν αναζητήσετε είναι η
ομοιότητα σ’ αυτές τις διαστάσεις. Αν κάνετε μια επιλογή σύμφωνα με το
πόσο καλά επικοινωνείτε και πόσο αρμονικά δένετε μεταξύ σας.
Επιλέγετε συνειδητά και όχι βεβιασμένα.
Δεν είναι απαραίτητο να βρείτε έναν άνθρωπο ακριβώς ίδιο μ' εσάς.
Επιλέγετε συνειδητά, εφόσον επιλέγετε κάποιον που είναι κοντά σας στις
διαστάσεις της αρμονίας, έτσι ώστε να υπάρχει στη σχέση σας το
απεριόριστο απόθεμα ενέργειας που χρειάζεται για μια μακροχρόνια
αμοιβαία επιβεβαίωση και αγάπη. Υπάρχει τεράστια διαφορά ανάμεσα σε
κάποιον που είναι “αρκετά καλύτερος” με την αρνητική έννοια, δηλαδή σε
σύγκριση με τους προηγούμενους, και σε κάποιον που είναι πραγματικά
“αρκετά καλός” με τη θετική έννοια, και είναι εναρμονισμένος με σας.
Αλλά, για να επιλέξετε συνειδητά, πρέπει να έχετε συνείδηση της πίεσης
που δέχεστε για να παντρευτείτε, και να της αντισταθείτε. Αλλιώς θ’
αντιμετωπίσετε μεγάλα προβλήματα.
Οι άνθρωποι που επιλέγουν βιαστικά το σύντροφό τους και καταλήγουν να
νιώθουν δυσαρμονία μέσα στη σχέση τους, ανακαλύπτουν ότι ο έρωτας
αρχίζει να εξατμίζεται αρκετά πριν από τη μέρα του γάμου. Αυτό είναι
απογοητευτικό και μυστηριώδες.
Αλλά το χειρότερο είναι ότι η σχέση τους αρχίζει να κυβερνιέται από
δυσαρμονία. Αρχίζουν οι διαφωνίες, οι εκνευρισμοί, και ανακαλύπτουν
αρνητικές όψεις της προσωπικότητας του συντρόφου τους, που δεν
παρατηρούσαν στην αρχή. Ο καθένας τους νιώθει λιγότερο επικυρωμένος απ’
τον άλλο, και αρχίζει η ανησυχία για το μέλλον. Έτσι αναπτύσσεται μια
αίσθηση αρνητικών δονήσεων.
Αν οι σύντροφοι εισακούσουν αυτές τις αρνητικές δονήσεις και τις πάρουν
στα σοβαρά, χωρίζουν, έτσι όπως χώρισαν από προηγούμενες σχέσεις, όπου ο
έρωτας εξατμίστηκε και η δυσαρμονία κυριάρχησε. Αναβάλλουν τον αρραβώνα
και ακυρώνουν το γάμο. Αλλά σε πολλές περιπτώσεις, τα ζευγάρια που
νιώθουν αρνητικές δονήσεις για τον προκείμενο γάμο, νιώθουν ταυτόχρονα
και την πίεση να παντρευτούν - και ίσως τώρα αυτή η πίεση να είναι πιο
ισχυρή. Σκέφτονται όλα αυτά που έχουν επενδύσει στη σχέση, το ρίσκο ν’
αρχίσουν τη ζωή τους απ’ την αρχή, πόσο δύσκολο θα είναι να βρουν
κάποιον άλλο σύντροφο, και πόσο καιρό θα τους πάρει για να ξαναβρεθούν
στα πρόθυρα του γάμου. Έτσι, δεν λαμβάνουν υπόψη τις αρνητικές δονήσεις
που αισθάνονται.
Προσπαθούν να μπλοκάρουν αυτές τις αρνητικές δονήσεις με το να
εκλογικεύουν. Σκέφτονται: “Ίσως ν’ αλλάξει γνώμη για το αν θέλει να
κάνει παιδιά, όταν θα μεγαλώσει και θα ωριμάσει”, “Ίσως να μειώσει το
ποτό όταν παντρευτούμε και δεν θα ζει πια μόνη της”, “Ίσως γίνει πιο
υπεύθυνος με τη δουλειά του μόλις κάνει οικογένεια”. Οι άνθρωποι
γίνονται απίστευτα δημιουργικοί όταν θέλουν να εκλογικεύσουν. Και
φυσικά, υπάρχει και η πεποίθηση ότι “ο γάμος χρειάζεται σκληρή δουλειά”,
όπως το: “Είναι τόσο ανεύθυνη με τις πιστωτικές κάρτες. Ο γάμος
χρειάζεται σκληρή δουλειά, ή “Με ξαναχτύπησε. Ο γάμος χρειάζεται σκληρή
δουλειά”.
Ένας άλλος λόγος που οι άνθρωποι παντρεύονται παρά τις αρνητικές
δονήσεις που λαμβάνουν, είναι η σύγχυση ένα ειδικό είδος σύγχυσης:
Μπερδεύουν την προσκόλληση με την αγάπη, γιατί πιστεύουν ότι η προσκόλληση είναι αγάπη.
Τα ανθρώπινα πλάσματα, όπως οι χιμπατζήδες, τα σκυλιά και τα υπόλοιπα
ανώτερα θηλαστικά, δημιουργούν δεσμούς προσκόλλησης μεταξύ τους. Όταν
είσαι προσκολλημένος σε κάποιον, αισθάνεσαι ότι το να βρίσκεται δίπλα
σου είναι σημαντικό για την ευδαιμονία σου. Κι αν αναγκαστείς να
απομακρυνθείς απ’ αυτόν, αντιδράς με θλίψη. Η αντίδραση αυτή πάντα
εμπεριέχει λύπη, και πολλές φορές φόβο και πανικό. Συνήθως οι άνθρωποι
προσκολλούνται σε άτομα με τα οποία έχουν στοργικές σχέσεις, τους
γονείς, τ αδέρφια, τους ερωτικούς συντρόφους. Οι φυλακισμένοι μπορεί να
προσκολληθούν στους φυλακές τους, και οι όμηροι σ’ αυτούς που τους
αιχμαλώτισαν. Το κλειδί της προσκόλλησης δεν είναι να ξέρεις πόσο καλή
είναι η σχέση, αλλά πόσο έντονη συναισθηματική εμπλοκή υπάρχει.
Το να είσαι προσκολλημένος σε κάποιον, με τον οποίον έχεις αρνητική
σχέση, δημιουργεί ιδιαίτερη σύγχυση. Και περισσότερη σύγχυση
δημιουργείται όταν είσαι προσκολλημένος με κάποιον, που στο παρόν έχεις
κακές σχέσεις, αλλά που κάποτε αγαπούσες. Οι άνθρωποι, που ο έρωτάς τους
έχει στερέψει και αισθάνονται αρνητικές δονήσεις, νιώθουν αυτή τη
σύγχυση. Πιστεύουν ότι η αίσθηση προσκόλλησης προς το σύντροφό τους
σημαίνει ότι θα πρέπει να βρουν έναν τρόπο να εξακολουθήσουν να τον
αγαπούν, ακόμα κι αν η σχέση δεν είναι καλή.
Μια ιστορία.
Η Ελέιν ένιωθε μια παρόμοια σύγχυση. Γνώρισε τον Γκάρι, μερικά χρόνια
αργότερα μετά το θάνατο της αδερφής της, που σκοτώθηκε από ένα μεθυσμένο
οδηγό. Στο ενδιάμεσο διάστημα, η Ελέιν ήταν απομονωμένη και είχε
κατάθλιψη. Έτσι, όταν ήρθε στη ζωή της ο Γκάρι, η χαρά φώτισε και πάλι
το πρόσωπό της. Ο Γκάρι βοήθησε την Ελέιν και σε πρακτικά ζητήματα - κι
αυτό την έκανε να νιώσει ότι κάποιος τη φροντίζει. Αρχικά η σχέση τους
ήταν πολύ καλή, και η Ελέιν αισθανόταν ότι τον αγαπάει αληθινά. Αλλά όσο
περνούσε ο καιρός, άρχισε να τον νιώθει σαν φάντασμα. Προσπαθούσε να
την ελέγχει και στο παραμικρό: πόση ώρα θα δει τους φίλους της, τι
εκ-πομπές θα παρακολουθήσει στην τηλεόραση, πώς θα ντυθεί, ακόμα και τι
θα φάει. Και παρόλο που ο Γκάρι την φρόντιζε με ποικίλους τρόπους, η
Ελέιν έκανε, κάθε φορά, αυτό που εκείνος ήθελε. Από την ώρα που της
πρόσφερε το δαχτυλίδι των αρραβώνων (το δακτυλίδι που εκείνος ήθελε), η
Ελέιν είχε σταματήσει να τον αγαπάει. Άρχισε να τον αντιπαθεί σαν
άνθρωπο και δεν την έλκυε σεξουαλικά. Αλλά, επειδή ένιωθε προσκολλημένη
πάνω του, νόμιζε ότι ακόμα τον αγαπάει. Χρειάστηκε αρκετή ψυχοθεραπεία,
για να συνειδητοποιήσει τη σύγχυσή της και να χωρίσει με τον Γκάρι πριν
παντρευτούν. Αισθανόταν πολύ λυπημένη όταν χώρισαν -πάντα υπάρχει λύπη
όταν μια προσκόλληση σπάει, ανεξάρτητα από το πόσο κακή είναι η σχέση-
αλλά έσφιξε τα δόντια και το πήρε απόφαση, γιατί συνειδητοποίησε ότι δεν
μπορεί να μείνει μαζί του.
Πολλές φορές οι άνθρωποι παντρεύονται -παρά τις αρνητικές δονήσεις που
αισθάνονται- όχι μόνο γιατί εκλογικεύουν και μπερδεύουν την προσκόλληση
με την αγάπη, αλλά, καθαρά, γιατί νιώθουν πιεσμένοι για να παντρευτούν -
κάτι που το βιώνουν ως ντροπή, ενοχή ή και τα δύο. Για παράδειγμα, όταν
κάποιοι παντρεύονται λόγω μιας άτυχης εγκυμοσύνης, το κάνουν γιατί
νιώθουν ντροπή και ενοχή.
0α σας διηγηθώ μια ιστορία γύρω απ’ το συναίσθημα της ντροπής. Σαν
θεραπευτής ζευγαριών, έκανα το παν να παραμένω ουδέτερος στη στάση μου
απέναντι στους δύο συντρόφους.
Η Νάνσι και ο Κάρολος ήταν ένα τέτοιο ζευγάρι. Η Νάνσι ήταν γλυκιά,
χαριτωμένη και διορατική. Ο Κάρολος απ’ την άλλη, ήταν βρωμερός,
άσχημος, και ψυχολογικά βαρύς άνθρωπος. Στις επαφές του με τη Νάνσι ήταν
παράλογος, ανώριμος, πιεστικός και βασανιστής - ένας από τους πιο
κακούς ανθρώπους που αντιμετώπισα στη κλινική μου εμπειρία σαν
θεραπευτής.
Δεν ξέρω τι είδους έλξη μπορεί να υπήρχε μεταξύ αυτών των δυο ανθρώπων.
Έχει περάσει πολύς καιρός και δεν θυμάμαι πια. Παρόλα αυτά, ένιωσαν
έλξη, έκαναν σχέση και τελικά αρραβωνιάστηκαν. Λίγο καιρό μετά τον
αρραβώνα τους, η Νάνσι άρχισε να συνειδητοποιεί ότι θα ήταν καταστροφή
να παντρευτεί τον Κάρολο, όπως και τελικά ήταν. Παρόλα αυτά τον
παντρεύτηκε. Γιατί; Γιατί οι προσκλήσεις του γάμου είχαν ήδη σταλεί, και
θα ήταν ντροπή ν’ ακυρωθεί ο γάμος...
Πηγή : boro.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου