Η φαινομενική πορεία της κοινωνικής εξέλιξης, όπως αποτυπώνεται στα ιστορικά γεγονότα και στις καλλιτεχνικές μορφές, είναι αποτέλεσμα μιας συνεχούς διαλεκτικής μεταβολής δύο κοινωνικών στοιχείων, του θρησκευτικού και του πολιτικού. Αυτά τα δύο στοιχεία που στην τέχνη προσλαμβάνουν το χαρακτήρα του ιερού και του αισθητικού, εκφράζουν το περιεχόμενο και τη μορφή και συνθέτουν το διαλεκτικό χαρακτήρα της εξέλιξής της.
Ο Δήμος Θέος[1] σημειώνει πως: «…σε
κάθε περίπτωση, διαρκώς οι κραδασμοί των γεγονότων του κόσμου θα
αντανακλώνται στο χώρο της τέχνης και θα περιστρέφονται γύρω από δύο
βασικούς πόλους: τον θρησκευτικό και τον πολιτικό. Και με αντίστοιχα
σημαίνοντα: το ιερό και το αισθητικό…Η
μετάβαση από τον ένα πόλο στον άλλο, (δηλ. του θρησκευτικού και του
πολιτικού) είτε με τη μορφή του μετασχηματισμού, είτε με την τακτική του
κλεφτοπόλεμου, παραμένει ένα ανοιχτό πρόβλημα και δυνητικά επιδέχεται
πολλαπλές ερμηνείες».
Στην
αρχαία Ελλάδα η μακραίωνη κυριαρχία του μύθου, του θρησκευτικού και του
ιερού στην τέχνη έφτανε στο τέλος της κατά τον 6ο π.Χ αι, με την
αμφισβήτηση και με την εισβολή του λόγου, του πολιτικού και του
αισθητικού. Ο Δ. Θέος παρατηρεί πως το ιερό στην τέχνη συμπίπτει με τη
γέννηση του θρησκευτικού συναισθήματος στον άνθρωπο. Το ωραίο ως
αισθητικό ιδεώδες είναι μεταγενέστερο και έλκει την καταγωγή του από
τους Έλληνες. Την εποχή εκείνη αναζητήθηκε μια νέα ισορροπία ανάμεσα στο
μύθο και τον λόγο, στο θρησκευτικό και το πολιτικό, το ιερό και το
αισθητικό. Αποτέλεσμα αυτής της σύνθεσης κατά τον 5ο π.Χ. αι., ήταν η
γονιμοποίηση του αισθητικού στα σπλάχνα του ιερού με τη γέννηση της
κλασικής τέχνης στο μεγαλείο που την αναγνωρίζουμε στις μορφές των έργων
του Φειδία, όπου περιεχόμενο και μορφή, ιερό και αισθητικό, μύθος και
λόγος συμβιώνουν αρμονικά.
Όμως
αυτή η γόνιμη σύνθεση της κλασικής τέχνης διήρκεσε για μόλις
περισσότερο από έναν αιώνα. Ήδη από την εποχή του Πραξιτέλη άρχισε να
διαφαίνεται η νέα εξέλιξη της τέχνης, καθώς το αισθητικό-πολιτικό άρχισε
να ξεπερνά το ιερό-θρησκευτικό, η μορφή να κυριαρχεί του περιεχομένου
της και ο λόγος να υποσκελίζει το μύθο. Η κλασική ισορροπία είχε πλέον
διαταραχθεί. Για τη σοβαρότητα της υποχώρησης του μύθου στην τέχνη ο Π.
Ροδάκης[2] επισημαίνει: «Σε
μια εποχή που η κοινωνία χρειάζεται όλο και περισσότερες καλλιτεχνικές
αξίες στερεύει η βασική πηγή της καλλιτεχνικής δημιουργίας: ο μύθος.
Σ΄αυτή τη στειρότητα βρίσκεται το μεγάλο άγχος που διαποτίζει κάθε
καλλιτεχνική δημιουργία».
Η
τέχνη αποσυνδεόμενη από το θρησκευτικό της υπόβαθρο, σχέση που της
πρόσδιδε τον χαρακτήρα της ευρείας κοινωνικότητας, απώλεσε σταδιακά το
στοιχείο του ιερού και την έμπνευση του μύθου. Ελεύθερη από τις
συμβάσεις και τους περιορισμούς του παρελθόντος, η τέχνη έστρεψε το
ενδιαφέρον της στην αισθητική μορφή των έργων και αναζήτησε τα θέματά
της στην καθημερινή ζωή και στον πολιτικό βίο. Στην Ελληνιστική εποχή η
τέχνη είχε γίνει πια αντικείμενο ιδιοποίησης και έκφρασης των πολιτικών
και οικονομικών κυρίαρχων. Αυτή η νίκη του αισθητικού έναντι του ιερού,
όταν επιτεύχθηκε, σήμανε ταυτόχρονα και την αρχή του τέλους της
κυριαρχίας του αισθητικού, καθώς ο άξονας έκλινε προς μια νέα σύνθεση
των στοιχείων. Με την εμφάνιση του Χριστιανισμού στο προσκήνιο, το ιερό
επέστρεψε δυναμικά στην τέχνη, ενώ σημειώθηκε μια ταυτόχρονη υποχώρηση
του αισθητικού. Η διαλεκτική αντιπαράθεση των στοιχείων οδήγησε την
εξέλιξη προς ένα ανώτερο επίπεδο αυτοσυνειδησίας και σε ότι αφορά τη
θρησκεία και την τέχνη στην επανασύνθεση μιας νέας ενότητας στο πλαίσιο
της παγκοσμιοποιημένης Pax Romana.
Ο
Χριστιανισμός στο πλαίσιο αυτής της ανάγκης για ενότητα, έγινε η πρώτη
θρησκεία που είχε σαφώς παγκόσμιο προσανατολισμό. Έτσι μέσα από τη δίνη
των συγκρούσεων και της ρευστότητας των καταστάσεων, που εγκυμονούν τον
ερχομό μιας άλλης οικουμενικής ισορροπίας, καθώς το παλιό πέθαινε, μια
νέα μορφή συνείδησης, προϊόν ανώτερης σύνθεσης των αντιθέτων δυνάμεων,
ήταν έτοιμη να γεννηθεί.
1. ΔΗΜΟΣ ΘΕΟΣ: «Το Ιερό και το Αισθητικό- Από τον Alberti στον Lessing». Αιγόκερως-1988, (σ. 5)
2. Π. ΡΟΔΑΚΗΣ: «Η κρίση των καλλιτεχνικών αξιών στο σύγχρονο κόσμο» Δοκίμιο- Εκδ. Λίνος -Αθήνα 1983.(σ. 111)
(Το
κείμενο αποτελεί μέρος της μελέτης μου: «Τα Φυσικά Πρότυπα στην Τέχνη
και τη Θρησκεία-Μια επισκόπηση της ανάπτυξης του πολιτισμού», Γ ΄Μέρος:
ΝΕΟΤΕΡΟΙ ΧΡΟΝΟΙ, Κεφ: 1.
ΤΟ ΝΕΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ-ΠΡΩΤΟΙ μ.Χ ΑΙΩΝΕΣ. Η
μετάβαση προς ένα ανώτερο επίπεδο συνείδησης. 1.3 Η σύγκρουση του Ιερού
και του Αισθητικού στην τέχνη)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου